του Δημήτρη Σαραφιανού
Ο όρος «συλλογικό γουργουρητό» είναι το υποκοριστικό που έχει δοθεί στα ευρήματα αστροφυσικών σχετικά με κάποιους αργούς κυματισμούς στον χωροχρόνο, που περιγράφονται ως ο θόρυβος βάθους της ύπαρξης. Όπως έγραψε ο αστροφυσικός Adam Frank, ξέρουμε πια ότι βουίζουμε συντονισμένοι με ολόκληρο το σύμπαν, ότι καθένας μας εμπεριέχει το αποτύπωμα από καθετί που υπήρξε ποτέ. Τα πάντα είναι μέσα μας, γύρω μας, και μας σπρώχνουν πέρα δώθε στην πορεία μας μέσα στο σύμπαν.
Μια εικαστική έκθεση γι’ αυτό το συλλογικό γουργουρητό θα έθετε φυσιολογικά στο επίκεντρο τη διασυνδεσιμότητα του ανθρώπου με τα μη ανθρώπινα πλάσματα, τη φύση, το σύμπαν στο σύνολό του. Δεν θα ’πρεπε, φυσικά, να περιμένουμε κάτι τόσο προβλέψιμο από τη Νάντια Αργυροπούλου. Η έκθεση που επιμελήθηκε έρχεται σε πλήρη αντίθεση με αυτή τη στόχευση: αυτό που βλέπουμε είναι η ανάδειξη της καταστροφικής προσπάθειας του ανθρώπου να επιβληθεί, να εξουσιάσει, να εκμεταλλευθεί τα μη ανθρώπινα πλάσματα, τη φύση, ακόμα-ακόμα και το σύμπαν.
Η Κυριακή Γονή με την εντυπωσιακή της εγκατάσταση Ο μελλοντικός κώνος φωτός καταγράφει την προσπάθεια των μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών να εκμεταλλευθούν τις πλουτοπαραγωγικές πηγές άλλων πλανητών ή ουρανίων σωμάτων, αναδεικνύοντας επίσης τις βαθιές ιστορικές, αποικιοκρατικές και πατριαρχικές ρίζες αυτής της προσπάθειας. Στην ίδια κατεύθυνση, ο Βασίλης Καρούκ κατασκευάζει μετααποκαλυπτικές δυστοπίες, όπου μόνο ρομποτικά τέρατα συνεχίζουν τις εξορύξεις και την χωρίς πια κανένα νόημα εκμετάλλευση ενός ήδη κατεστραμμένου περιβάλλοντος. Η Τζάνις Ραφαηλίδου ανατέμνει την εξουσιαστική επιβολή του ανθρώπου απέναντι στα οικόσιτα ζώα. Όχι μόνο στο σώμα τους αλλά και στις επιθυμίες τους. Γεγονός που παραπέμπει ευθέως στη διαμόρφωση της επιθυμίας όχι μόνο όσων αδυνατούμε να καταλάβουμε τη φωνή τους (όπως τα ζώα), αλλά και όλων όσοι δεν έχουν φωνή σε μια ιεραρχικά δομημένη κοινωνία. Κοινωνία που προσπαθεί μάταια να εξοστρακίσει την ετερογένεια, που σηματοδοτούν μια σειρά συμβολικές παρουσίες, όπως οι μελαγχολικοί λυκάνθρωποι της Εύας Βρετζάκη ή τα φασματικά πορτρέτα του Πέτρου Μώρη ή ο σκοτεινός κέρβερος του Βασίλη Καρούκ. Αυτά τα χθόνια, απειλητικά πλάσματα, που μεταμορφώνουν την ορθολογική μας πραγματικότητα σε πεδίο υπόγειων, υποσυνείδητων συγκρούσεων, δεν μας αποκαλύπτουν απλά ότι το κυρίαρχο βλέμμα προσπαθεί να περιχαρακώσει και να περιθωριοποιήσει ό,τι δεν μπορεί να χωρέσει στα κυρίαρχα πρότυπα, αλλά και ότι το μυωπικό αυτό βλέμμα απωθεί στο κοινωνικό ασυνείδητο αυτό που εντέλει το στοιχειοθετεί: δηλαδή ότι ο κυρίαρχος κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας υποτάσσει όλες τις επιθυμίες και τις ανάγκες σε μια κερδώα λογική που αυτοτυφλώνεται από τις επιτυχίες του, με αποτέλεσμα η έκρηξη των αντιφάσεών του να γίνεται αντιληπτή ως μια σειρά ανορθολογικών κρίσεων (οικονομικών, κοινωνικών, υγειονομικών, μεταναστευτικών, πολεμικών).
Γύρω από αυτά τα ερωτήματα κινούνται και τα υπόλοιπα έργα της έκθεσης. Οι τρανς σεξεργάτριες της Pauline Curnier Jardin συλλαμβάνονται από το βλέμμα των φαναριών των αυτοκινήτων ως πυγολαμπίδες. Δώσαμε στο καλαμάρι βαμπίρ από την κόλαση (vampyroteuthis infernalis) όνομα που παραπέμπει σε ένα τέρας της αβύσσου, τρεφόμενο με το αίμα των θυμάτων του. Η πραγματικότητα βέβαια είναι εντελώς αντίθετη: τρέφεται με πλαγκτόν και είναι αυτό που κινδυνεύει από τις ανθρώπινες παρεμβάσεις λόγω των μικροπλαστικών που αναμειγνύονται με την τροφή του (σε αντίθεση με την οντότητα που δανείστηκε από αυτό το ψευδώνυμό της: την Goldman Sacks). H διονυσιακού χαρακτήρα σύμπλεξη των σωμάτων της ομάδας ANOSIA, γίνεται αντιληπτή από τον κυρίαρχο λόγο ως μια μεταφυσική μαιναδική έκρηξη, ακατάλληλη για ανηλίκους, όπως μας προειδοποιεί και η σχετική πινακίδα στο χώρο της έκθεσης. Στο βίντεο του Μάκη Φάρου οι φραγκισκανοί μοναχοί πεταρίζουν χαρούμενα, πλην όμως παραπέμπουν στο παζολινικό Uccellacci et uccellini, όπου οι ίδιοι αυτοί μοναχοί καταβροχθίζουν τον ενοχλητικό μαρξιστή κόρακα. Μεταφυσικός οιωνός για τη δολοφονία του ίδιου του σκηνοθέτη, που στο βίντεο My birds…trash…the future του Paul Chan γίνεται μάρτυρας των σύγχρονων πολέμων και βασανιστηρίων, περιμένοντας, όπως όλοι μας, τον Γκοντό. Τα αποτροπαϊκά σύμβολα που τοποθετεί η Κυριακή Γονή στο διαρκή μυστηριακό χορό του ανθρώπου με τη συλλογική συνείδηση των μελισσών στην εγκατάσταση Telling the bees δεν έχουν καταφέρει να αποτρέψουν τον αφανισμό τους από τις ανθρωπόκαινες δραστηριότητες (στις οποίες, βέβαια, συμπεριλαμβάνεται και ο υπερτουρισμός), ενώ και τα πορτρέτα αγελάδων και αμνοεριφίων της Όλγας Π. ξέρουμε όλοι ότι προορίζονται για σφαγή. Ακόμα και η συγκατοίκηση με τις τίγρεις και τους αλιγάτορες στον όροφο ενός ουρανοξύστη μιας λαϊκής γειτονιάς της Νέας Υόρκης, που μάλλον με συμπάθεια αντιμετωπίζεται στο βίντεο του Philip Warnell, Ming of Harlem, δεν μπορεί να κρύψει την πρόθεση του ιδιοκτήτη τους να δημιουργήσει έναν ιδιωτικό ζωολογικό κήπο.
Αναμφίβολα, η έκθεση βάζει πολύ ψηλά τον πήχυ στην προσπάθεια να μιλήσουμε εικαστικά για τον τόσο κοντινό μας Άλλο: εν ολίγοις, το συλλογικό μας γουργουρητό ως ανθρώπινο είδος ή, ορθότερα, ως (μέχρι σήμερα) ιστορία του ανθρώπινου είδους, δεν προέρχεται από τα βάθη του σύμπαντος αλλά από την κοιλιά του κτήνους. Αυτό που εντέλει ακούμε δεν είναι παρά οι βορβορυγμοί των εντοσθίων μας. Η αντεπίθεση των εξουσιαζόμενων κτηνών, όπως αποτυπώνεται στο Οnce upon a you know what του Δαυίδ Σαμπεθάι ή στο καταπληκτικό αισθητικό πανηγύρι του Τάκη Γιαννούσα με τα φίδια που κυκλώνουν τον κόσμο και τις κατσίκες-βομβαρδιστικά, είναι βέβαια μια ενδεχόμενη ρομαντική απάντηση, αλλά προς πού;
Το σύνηθες αντεπιχείρημα είναι ο διάλογος και, πράγματι, σε μια έκθεση που θεματοποιεί τη διασυνδεσιμότητα, οι σύγχρονες μορφές επικοινωνίας δεν θα μπορούσαν παρά να βρίσκονται επίσης στο επίκεντρο. Τι μένει από το σερφάρισμα στον κυβερνοχώρο, μοιάζει να αναρωτιέται ο Θεόδωρος Γιαννάκης με την εγκατάσταση XXX Heritage (OOO). Ίσως μόνο το καθρέπτισμα του εαυτού μας, εθισμένου στις οθόνες (και μεθυσμένου, στην καλύτερη περίπτωση). Αντίστοιχα, ο Μπαμπάκ Αχτεσαμιπούρ αναδεικνύει ότι η διασύνδεση των θραυσματοποιημένων υποκειμένων μέσω του Διαδικτύου δεν αποκαθιστά ένα συμπαντικό μουρμουρητό, αλλά καινούργιες τερατικές μορφές που απωθούνται στο υποσυνείδητο του dark web. Άλλωστε, η ίδια η συσσώρευση προσωπικών δεδομένων και ψηφιακών ταυτοτήτων στα δίκτυα επικοινωνίας γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης, επιτήρησης και επιβράβευσης ή τιμωρίας (με την περιθωριοποίηση να είναι ίσως η πιο ήπια μορφή). Υπάρχει κάποιο παράδειγμα επικοινωνίας που μπορεί να ξεφύγει από αυτό το προγραμματισμένο, αλλά και εξουσιαστικά οριοθετημένο, μέσα στη χαοτικότητά του, πεδίο επικοινωνίας; Μέσα στους πολλαπλούς φόρους τιμής που αποτίει η έκθεση στον υπερρεαλισμό (όπως στα μικρογλυπτά του Θάνου Βελλούδιου και στις φωτογραφίες του Εμπειρίκου), το παράδειγμα του εξαίσιου πτώματος, όπου η συμβολή του καθενός ενώνεται με αυτήν του άλλου, χωρίς η συμβολή αυτή να λειτουργεί ορθολογικά, αφού η προηγούμενη συμβολή παραμένει κρυμμένη, δημιουργεί ένα νέο πεδίο επικοινωνίας, πολλαπλών ερμηνειών, μέσα από την οποία αποκαλύπτεται ο ανορθολογισμός του κόσμου μας. Ένα πεδίο στο οποίο ο φλουσεριανός πια Vampy μπορεί να κολυμπά ελεύθερα και να μας μάθει να αντιμετωπίζουμε τον Άλλο χωρίς εξουσιαστικές προκείμενες. Έτσι ώστε να δούμε στην πληρότητά του τον παραλογισμό του εξουσιαστικού μας κοινωνικού μοντέλου και να προσπαθήσουμε να ανατρέψουμε την κτηνωδία του. Όχι για να χτίσουμε ένα άλλο, δήθεν ορθολογικό μοντέλο, αλλά για να αναδυθεί μια κοινωνία φροντίδας, όπου θα μπορούμε να φωτίζουμε ελεύθερα την άβυσσό μας.
* Ο Δημήτρης Σαραφιανός είναι νομικός και κριτικός τέχνης, επικεφαλής του χώρου εκθέσεων και εκδηλώσεων «Λόφος art project», στην οδό Βελβενδού 39, στην Κυψέλη.
info
To συλλογικό γουργουρητό
Κτίριο «Νόμπελ», Χώρος πολιτισμού Δήμου Χαλανδρίου, Ήβης 30 & Τυμφρηστού, Χαλάνδρι
Διάρκεια: 10 Οκτωβρίου – 24 Νοεμβρίου 2024
Ώρες λειτουργίας: Τετάρτη – Παρασκευή, 18.00-21.30, Σάββατο – Κυριακή, 12.30-18.00
Είσοδος ελεύθερη