Στρατής Χαβιαράς, Ένας μοναχικός, ένας εργάτης…   (του Βασίλη Κουνέλη)

0
635

 

του Βασίλη Κουνέλη

 

Τον Στρατή Χαβιαρά τον γνώρισα τον Οκτώβριο του 2008 στο εργαστήρι μυθιστορήματος του Ε.ΚΕ.ΒΙ[1]. Ο Στρατής έφερε την διδασκαλία της δημιουργικής γραφής στην Ελλάδα και μαζί την βεβαιότητα ότι η συγγραφική τέχνη διδάσκεται! Στους επικριτές και στους αντιπάλους της θεωρίας του, ότι δηλ. η τέχνη της γραφής πράγματι διδάσκεται, απαντούσε κλείνοντας μου το μάτι: «Εχθρεύονται τους νέους Βασίλη! Φοβούνται μη τους πάρουν την τέχνη και τη θέση στο στασίδι

Την διδασκαλία αυτή της γραφής την υποστήριξε με θέρμη, γενναιοδωρία, ατέλειωτη δουλειά και με απτά αποδεικτικά στοιχεία, μια σειρά από αξιόλογους συγγραφείς που αναδείχθηκαν από τα χέρια του. Έδωσε κύρος και ποιότητα στο Ε.ΚΕ.ΒΙ, αν και η απομάκρυνση του, όπως και το βίαιο κλείσιμο του Ε.ΚΕ.ΒΙ, το έτος 2011, υπήρξαν πολύ οδυνηρά γεγονότα για κείνον, τον πίστωσαν απογοήτευση και φαίνεται να του ξανάνοιξαν παλιές βαθιές πληγές.

Με επέλεξε, μαζί με μια σειρά άλλους μαθητές, που υποβάλλαμε τα κείμενα μας και η μαθητεία μου μαζί του κράτησε αδιάλειπτα έως τον Νοέμβριο του 2016. Αυτά τα οκτώ χρόνια ο Στρατής υπήρξε ο στενότερος φίλος μου, δάσκαλος και μέντορας, αλλά και καθημερινός συνομιλητής, που απαντούσε ταχύτατα και σε λίγες ώρες σε ότι λογοτεχνικά κείμενα και ιδέες περνούσαν από την κούτρα μου και γύρευαν ανυπόμονα την γνώμη του.

Η προσωπική ιστορία του Στρατή είναι κομμάτι οδυνηρό της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Παιδί προσφύγων της Μικρασιατικής καταστροφής ο Στρατής, καταδικάστηκε από τους Ναζί να μεγαλώσει, τόσο αυτός όσο και η μικρότερη αδελφή του Ελισάβετ στην πείνα και την ορφάνια. Αιτία η εκτέλεση το 1944, του νεαρού Εαμίτη πατέρα του Χρήστου Χαβιαρά, και ο εκτοπισμός της μάνας του, Γεωργίας Χατζηκυριάκου- Χαβιαρά σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Γερμανία, από όπου επέστρεψε, εν αντιθέσει άλλων 109.000 ελλήνων αιχμαλώτων, που άφησαν τα κόκκαλα τους εκεί, και τελικά απεβίωσε πλήρης ημερών στις 23-11-2011. Ο Στρατής είδε με τα μάτια του τους γείτονες να σηκώνουν ακόμα και τις πέτρες από το πατρικό σπίτι του στην Νέα Κίο, ελλείψει ενήλικα να τους σταματήσει. Πρέπει να πέρασε έναν τουλάχιστον χειμώνα τρώγοντας αποκλειστικά βραστές λαχανίδες για να ξεγελάσει την πείνα του, όπως περιγράφει εξαίσια στο βιβλίο του «Όταν τραγουδούσαν τα δέντρα»[2], με την συμπαράσταση της μυθιστορηματικής θείας Μάρθας. Δούλεψε σκληρά στην οικοδομή και στο μεροκάματο, από τα δεκατρία του, με μόνιμο όνειρο και διαφυγή την τέχνη. Η αντιμετώπιση του από τον υπάλληλο της Εθνικής Βιβλιοθήκης των Αθηνών, που την επισκέφτηκε για να διαβάσει σε ηλικία δεκαπέντε χρονών, καθώς δεν διέθετε χρήματα για αγορά βιβλίων, είναι βγαλμένη από σελίδα των «Αθλίων» του Βίκτωρος Ουγκώ. Ο «άθλιος» αυτός δημόσιος υπάλληλος, όχι μόνο του απαγόρευσε να εισέλθει στην βιβλιοθήκη φράσσοντας με το σώμα του την είσοδο της, αλλά του απηύθυνε και την ακόλουθη προσβλητική φράση που ο Στρατής πάντα μνημόνευε, καθώς δεν την ξέχασε ποτέ: «Άντε χάσου από δω ρε αλήτη, που θέλεις να διαβάσεις και βιβλία!». Η αποπομπή αυτή, που μάτωσε ένα μικρό ανυπεράσπιστο παιδί, μάλλον τελικά του έδωσε τελικά την δύναμη προωθητικού πυραύλου! Μαζί με την επιβίωση πάλεψε εξίσου και περισσότερο ίσως την αγάπη του για τα γράμματα. Γι’ αυτό μας νουθετούσε να δουλεύουμε για τον βιοπορισμό, αλλά πιο ψηλά να θέτουμε πάντα την προτεραιότητα, τις ανάγκες και τα καμώματα της γραφής…

Ένα χαρακτηριστικό δείγμα αυτής της ζωής, μου περιέγραψε ο ίδιος, καθώς δουλεύοντας στην οικοδομή γνωστού εφοπλιστή στο Παλαιό Ψυχικό παρέμενε για διανυκτέρευση, γράφοντας μέχρι τα ξημερώματα στην παράγκα φύλαξης των εργαλείων. Κατάκοπος, προσπαθούσε να γράψει με το φτωχικό φως μιας λάμπας θυέλλης, ενώ κάτω από την παράγκα τα ποντίκια χόρευαν κάνοντας σαματά και ενοχλώντας τον. Για να τα διώξει άναψε φωτιά με εφημερίδες και τελικά και με τις λίγες σελίδες χαρτιού που είχε στα χέρια του…

***

Άρχισε την μακρά λογοτεχνική του πορεία, βοηθώντας το 1957 τον Κίμωνα Φράϊερ στην ογκωδέστατη εργασία της μετάφρασης της Οδύσσειας του μεγάλου μας συγγραφέα Νίκου Καζαντζάκη, ενώ ταυτόχρονα σκάρωνε ο ίδιος τα πρώτα του ποιητικά τεχνάσματα στο χαρτί.

Στην πρώτη παραμονή του στην Αμερική δούλεψε ως σερβιτόρος και σπούδασε παράλληλα και σχέδιο, έως το 1961 που γύρισε στην Ελλάδα. Στην συνέχεια δούλεψε ως επιβλέπων μηχανικός σε μεγάλα τεχνικά έργα, όπως το μεγάλο υδροηλεκτρικό φράγμα του Αχελώου, ενώ με τα ίδια του τα χέρια του ολοκλήρωσε σειρά τροποποιήσεων του αυθαιρέτου κτίσματος στην οδό Γραβιάς στα Σούρμενα, τη σημερινή Αργυρούπολη, όπου στέγασε τη μάνα του. Μοιάζει μακάβρια σαϊτιά της μοίρας το γεγονός ότι η ημερομηνία των συμβολαίων μεταπώλησης του εν λόγω ακινήτου από τον Στρατή και την αδελφή του τον Ιούνιο του 2015, συνέπεσε με ένα ακόμα ιστορικό επεισόδιο, την επιβολή το ίδιο βράδυ των capital controls στη χώρα το ίδιο βράδυ!

Στα διαλείμματα της μάχης για την επιβίωση βρέθηκε να παίζει (πιθανότατα ανάμεσα στα έτη 1958 και 1959) στην παράσταση του σκηνοθέτη Ροβήρου Μανθούλη στο θεατρικό έργο: «Η Καρδιά μου κει πάνω στα Ψηλά», του Ουίλιαμ Σαρογιάν, που ανέβηκε στο Θέατρο Αθηνών και στην Λευκάδα, με τον Νικήτα Τσακίρογλου στο ρόλο του πατέρα ποιητή. Στη θεατρική παράσταση, ένα από τα 11χρονα παιδιά το έπαιζε ο 15χρονος τότε Γιώργος Παπαστεφάνου και τον ενενηντάχρονο Μακ Γκρέγκορ, τον σεξπιρικό ηθοποιό που τον κυνηγούν οι νοσοκόμοι του «γηροκομείου-φυλακή» κι έρχεται να πεθάνει ανάμεσα σε ανέργους, πεινασμένους αλλά έντιμους ανθρώπους, ο νεαρός τότε Στρατής Χαβιαράς. Στον χορό των αγροτών της ίδιας παράστασης έκανε μια πρώτη εμφάνιση στο θέατρο ο Μάνος Ελευθερίου.[3]

Ο γάμος του με την Αμερικανίδα μηχανικό Gail Flynn, η μετανάστευση στην Αμερική και η γέννηση της κόρης του Ηλέκτρας σηματοδότησαν την μεγάλη αλλαγή για τον Στρατή. Η αρχική βοηθητική δουλειά βιβλιοθηκονόμου στο Χάρβαρντ του άνοιξε τον δρόμο μιας λαμπρής καριέρας στο Πανεπιστήμιο, αλλά και στα γράμματα και κατέληξε στην θέση του Διευθυντή του τμήματος Ποίησης, στην ένταξη του στο διδακτικό προσωπικό του μεγάλου αμερικανικού πανεπιστημίου και κυρίως στη γνωριμία και όσμωση του με την αφρόκρεμα της αμερικανικής λογοτεχνίας. Στο μεταξύ κατάφερε να μπει στο στόχαστρο των συνεργατών της χούντας, αναλαμβάνοντας σειρά πρωτοβουλιών εναντίον της. Αριστερός στις καταβολές και στις πεποιθήσεις ο Στρατής αναρωτήθηκε ως εκπρόσωπος του πανεπιστημίου, υπέβαλε ερώτημα προς την αμερικάνικη κυβέρνηση και έλαβε επίσημη απάντηση από το αμερικανικό Πεντάγωνο για την πρώτη χρήση των βομβών ναπάλμ στον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο[4]

Η συγγραφική και κοινωνική καταξίωση του, αλλά και η ελπίδα του για μια νέα Ελλάδα επέτρεψαν στον Στρατή να γυρίσει τροπαιοφόρος, από αποδιωγμένος στην Αθήνα, το έτος 2000, μα και συμβολικά στην σκληρή γενέτειρα του Νέα Κίο, όπου και τελικά ετάφη είκοσι χρόνια αργότερα.

 

Το καλοκαίρι του 2014 ο Στρατής μου πρότεινε να παρουσιάσω την Άχνα του, το ερχόμενο φθινόπωρο. Η πρόταση του υπήρξε πολύ τιμητική για μένα, αλλά για λόγους που δεν είναι του παρόντος δεν υλοποιήθηκε ποτέ. Η «Άχνα»[5] υπήρξε κάτι περισσότερο από λογοτεχνία. Στην πραγματικότητα δεν ήταν παρά η ακροτελεύτια προσπάθεια του ως δημιουργού! Ο επιθανάτιος ρόγχος ενός ανθρώπου που αγωνίστηκε σκληρά για να επιβιώσει, μα και να μορφωθεί και γνώριζε καλά να συνομιλεί και να αποδέχεται τον θάνατο. Η σχέση του Στρατή με τον θάνατο είναι πολύ σύνθετη και περιπλανάται στο σύνολο του έργου του. Σίγουρα έπαιξαν ρόλο αφενός τα «Ηρωικά χρόνια», που έγιναν και ο τίτλος του μεγάλου μυθιστορήματος του[6], από τα οποία κατάφερε να επιζήσει, αλλά και η μετέπειτα όπως αποδείχθηκε εξίσου σκληρή μάχη του της επιβίωσης…

Ο Στρατής πάλευε με θεούς και δαίμονες και στα όνειρα του ακόμα…

Ο ίδιος ο τίτλος «Άχνα» παραπέμπει στο κατοχικό: “Μη βγάζεις άχνα”, δηλ. παρέμεινε κρυμμένος και μην κάνεις φασαρία. Μην ακούγεσαι, μην ανασαίνεις μέχρι να περάσει το κακό!

Σαν συγγραφέας δεν βγάζεις άχνα, όταν αρχίζεις να συνειδητοποιείς πόση δυσκολία κρύβει τελικά το γράψιμο! Η αγράμματη γιαγιά μου, που έμαθε από μένα να υπογράφει κάτι άλλο από σταυρό, έλεγε τη φράση και με την ακόλουθη έννοια: «Διπλοσκέψου και τριπλοσκέψου τι πας να πεις, γιατί ο λόγος έχει συνέπειες…»

Η λέξη που διάλεξε ο Στρατής να βγάλει από την αφάνεια και τη λήθη έχει την ίδια βαρύτητα και αξία με τις λέξεις: λόγος, ποίηση, δράμα!  Ενώ ο αχός είναι ένας συλλογικός (από)ηχος, η  άχνα είναι ο προσωπικός ήχος, η ηχώ ή ο ήχος του ατόμου σε κατασίγαση, με το προκείμενο βάρος της γερμανικής κατοχής, της προσφυγικής ιστορίας, της μετανάστευσης και της μνήμης.

Μια  εσωτερική αναπνοή που κλωθογυρίζει στον ουρανίσκο. “Και τρέχει σάλια η κάθε λέξη που βγαίνει από μέσα του», όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Χαβιαράς, αποτυπώνοντας ποιητικά την πάλη του με την χρόνια δυσλεκτική του συνδρομή.

Πόσο μακριά από την άχνα του Ελύτη:

«Μεγάλο ανέμισμα της κόμης λυγαριάς
Άχνα βασιλικού πάνω από το σγουρό εφηβαίο
Γεμάτο αστράκια και πευκοβελόνες
Σώμα βαθύ πλεούμενο της μέρας![7]»

 

«Τι γίνεται Στρατή;», τον ρωτούσα συχνά στα τόσα ραντεβού μας στο αγαπημένο του Φίλιον, για ουίσκι και τσιμπολόγημα παρμεζάνας, που μας φιλεύανε τα αγαπημένα του γκαρσόνια, στις έξη το απόγευμα.

Μετά το 2015, στα ογδόντα ένα του πια, μου απαντούσε σχεδόν πάντοτε και χωρίς ενθουσιασμό: «Τίποτα δε γίνεται. Όλα ξεγίνονται…»

Είχε μόλις σταματήσει το ετήσιο τελετουργικό αυγουστιάτικο ταξίδι του επιστροφής στις ΗΠΑ, και στο χωράφι του που τον περίμενε κάθε χρόνο να το αναζωογονήσει σκάβοντας το, σκληρό και χέρσο, καθώς είχε φορτώσει πάνω του έναν ακόμα βαρύ αμερικανικό χειμώνα…

«Τι κάνεις Στρατή;», τον αχνοβλέπω και τον ρωτώ ξανά, καθώς ξεμακραίνει κατηφορίζοντας την Ιπποκράτους…

«Μαζεύω υπογραφές για τον Άδη, να πάω να συναντήσω την Άχνα…», μου απαντά κι ύστερα χάνεται…

Άραγε να την συνάντησε τελικά;

 

 

[1] Εθνικό Κέντρο Βιβλίου της Ελλάδας

[2] «Όταν τραγουδούσαν τα δέντρα», μυθιστόρημα,
μετάφραση: Παύλος Μάτεσις, Εκδόσεις Καστανιώτη, 1999

[3] http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=448167

[4] THE HEROIC AGE (Simon & Schuster, New York, 1984) Η χρήση βομβών ναπάλμ στον ελληνικό εμφύλιο κατά την τελευταία φάση των συγκρούσεων του έτους 1948 στην περιοχή του Γράμμου κυρίως. Για την αναφορά αυτή στο βιβλίο του, (σελ. 109) ο συγγραφέας Στρατής Χαβιαράς είχε λάβει στοιχεία μέσω παραγγελίας στο Αμερικανικό Πεντάγωνο – μέσω του Government Documents Division, Harvard College Library, “Πρότζεκτ Νο AU-411-62-ASI The Employment of Airpower in the Greek Guerilla War, 1947-1949, By Concepts Division Aerospace Studies Institute.”

 

[5] «Άχνα», μυθιστόρημα, 2014 εκδ. ΚΕΔΡΟΣ

[6] «Τα ηρωικά χρόνια», Μυθιστόρημα, μετάφραση: Τατιάνα Αβέρωφ – Ιωάννου,
Εκδόσεις Καστανιώτη, 1999

[7] Οδυσσέας Ελύτης, Ήλιος ο πρώτος, ΙΙ Σώμα του καλοκαιριού, 1947

 

 

Στο σπίτι του, πάρτυ μετά μάθημα

 

Βασίλης Κουνέλης, Πάτρικ Λη Φέρμορ και Στρατής Χαβιαράς, στο σπίτι του Φέρμορ

 

Προηγούμενο άρθροΤα Ευτράπελα και τα Παράξενα στην εποχή του covid 19 ( Του Χρήστου Τσιάμη)
Επόμενο άρθροΔιατροφή, Αποστροφή και Διαστροφή (της Θεοδώρας Δ. Πατρώνα)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ