του Αδάμ Αδαμόπουλου.
Απαντήσεις σε πολλά από τα ερωτήματα που διατρέχουν την περί την ομοφυλοφιλία επιστημονική έρευνα, τις κοινωνικές προεκτάσεις, αλλά και τις ορθές ή μη, εμπεδωμένες αντιλήψεις και στερεότυπα που συνδέονται με αυτή, επιχειρεί να προσφέρει το βιβλίο του Καθηγητή Συμπεριφορικής Νευροενδοκρινολογίας στο Πανεπιστήμιο της Λιέγης Ζακ Μπαλταζάρ. Ενεργός ερευνητής στο πεδίο αυτό, με περισσότερες από 380 δημοσιευμένες εργασίες, ο Μπαλταζάρ ανασκοπεί στο βιβλίο του τα αποτελέσματα των ερευνών των τελευταίων δεκαετιών πάνω στο ζήτημα της ομοφυλοφιλίας στα ζώα και τον άνθρωπο. Αν θελήσουμε να αναγνωρίσουμε προγραμματικές θέσεις στη διερεύνηση που επιχειρείται, ο συγγραφέας είναι από την αρχή αρκετά σαφής. Χωρίς να παραγνωρίζει το ρόλο της επίδρασης του περιβάλλοντος, όπως οι γενικότερες κοινωνικές συνθήκες και συμβάσεις, καθώς και της εκπαίδευσης, ο Μπαλταζάρ πρεσβεύει ότι οι επιπτώσεις των παραγόντων αυτών στον καθορισμό του σεξουαλικού προσανατολισμού ενός ατόμου είναι δευτερεύουσας σημασίας. Αυτό που πρωτεύει κατά τον Μπαλταζάρ είναι ότι η ομοφυλοφιλία στον άνθρωπο καθορίζεται σε μέγιστο βαθμό από παράγοντες βιολογικούς, όπως αυτοί εκφράζονται ιδίως σε σχέση με το ενδοκρινολογικό περιβάλλον που δημιουργείται λίγο πριν και λίγο μετά τη γέννηση ενός ανθρώπου.
Το βιβλίο ξεκινά με πρόλογο του συγγραφέα για την ελληνική έκδοση και συνεχίζει με ένα σύντομο κείμενο για την αναγκαιότητα της συγγραφής και κυκλοφορίας ενός βιβλίου αυτής της θεματικής. Το κύριο μέρος του βιβλίου διαρθρώνεται σε 11 κεφάλαια. Το πρώτο από αυτά αποτελεί μια μικρή εισαγωγή στη σεξουαλικότητα και τις βασικές επιστημονικές έννοιες που σχετίζονται με το θέμα αυτό. Πρόκειται για ένα πολύ χρήσιμο κεφάλαιο που ξεκαθαρίζει εξαρχής τις τέσσερις διαστάσεις του πολυδιάστατου και πολυσύνθετου φαινομένου της ανθρώπινης σεξουαλικότητας: τα κίνητρα και τις επιτελεστικές πράξεις της σεξουαλικής συμπεριφοράς, τον σεξουαλικό προσανατολισμό και τις φαντασιώσεις που συνδέονται με αυτόν, την ταυτότητα φύλου που το άτομο πιστεύει ότι έχει και τέλος το σεξουαλικό ρόλο που έχει το άτομο ως μέλος ενός ευρύτερου κοινωνικού συνόλου. Πολύ χρήσιμη επίσης σε αυτό το πρώτο κεφάλαιο η παράθεση και επεξήγηση ορισμών, όπως ομοφυλοφιλία, διεμφυλικότητα και διαφυλικότητα. Έτσι, ως ομοφυλοφιλία (homosexuality) ορίζεται η περίπτωση κατά την οποία ο σεξουαλικός προσανατολισμός ενός ατόμου δε συμφωνεί στο σωματικό του φύλο (τη μορφή των γεννητικών οργάνων του). Διεμφυλικότητα (transsexual) είναι η περίπτωση όπου η ταυτότητα φύλου είναι αναντίστοιχη με το σωματικό φύλο. Τέλος, διαφυλικότητα (transgender) είναι η περίπτωση κατά την οποία ο έμφυλος ρόλος που επιτελεί ένα άτομο (κοινωνική συμπεριφορά, κινησιολογία, ντύσιμο, κλπ.) δεν αντιστοιχεί με το σωματικό του φύλο. Για λόγους πληρότητας σε αυτή την παράθεση ορολογίας, πρέπει να αναφερθούν και οι όροι παρενδυτικός (transvestite), για άτομα που αρέσκονται να ντύνονται με ρούχα του άλλου φύλου (σε σχέση με το σωματικό τους φύλου) και επίσης ο όρος μεσοφυλικός (intersexual) για τα άτομα που φέρουν γεννητικά όργανα και των δύο φύλων. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι όροι αυτοί δεν σχετίζονται με τον σεξουαλικό προσανατολισμό: ένα άτομο μπορεί να είναι διεμφυλικό, διαφυλικό ή μεσοφυλικό και ανεξάρτητα από αυτό να είναι ετεροφυλόφιλο (heterosexual), ομοφυλόφιλο (homosexual) ή αμφιφυλόφιλο (bisexual).
Μετά από το αναγκαίο αυτό ξεκαθάρισμα όρων και επί μέρους περιπτώσεων, ο συγγραφέας αναφέρεται στο δεύτερο κεφάλαιο αναλυτικότερα στο σεξουαλικό προσανατολισμό και επισκοπεί τις διάφορες κοινωνικού, παιδαγωγικού και ψυχαναλυτικού τύπου θεωρίες που έχουν προταθεί για την ομοφυλοφιλία, επισημαίνοντας την ανεπάρκειά τους σε ότι αφορά την πλήρη εξήγηση του φαινομένου. Στη συνέχεια, στα επόμενα δύο κεφάλαια (τρίτο και τέταρτο) ο συγγραφέας παρουσιάζει τεκμηριωμένα επιστημονικά στοιχεία που αναδεικνύουν τον ορμονικό έλεγχο της σεξουαλικότητας και των νευροανατομικών και νευροφυσιολογικών μηχανισμών προσδιορισμού του φύλου στα ζώα, επισημαίνοντας για παράδειγμα το ρόλο των στεροειδών, της παρουσίας ή έλλειψης τεστοστερόνης, αλλά και εγκεφαλικών δομών όπως ο υποθάλαμος και η προοπτική περιοχή. Οι μέχρι τώρα μελέτες σε τρωκτικά και ανώτερα θηλαστικά εντοπίζουν αυθόρμητη ομοφυλοφιλική συμπεριφορά μόνο στα πρόβατα.
Έχοντας παρουσιάσει αυτό το υπόβαθρο, στα επόμενα κεφάλαια (από το πέμπτο έως το δέκατο) παρουσιάζονται τα αντίστοιχα ευρήματα που αφορούν στον άνθρωπο. Κατ’ αρχήν οι έμφυλες, έντονες, ανατομικές διαφορές ανάμεσα στον άνδρα και τη γυναίκα: για το θέμα αυτό ο συγγραφέας πολύ χαρακτηριστικά παραπέμπει στο (900 σελίδων με 22000 αναφορές) βιβλίο των Ellis κ.α. «Sex differences: summarizing more than a century of scientific research», (Psychology Press, Νέα Υόρκη, 2008). Επιπλέον, ο Μπαλταζάρ παρουσιάζει τις οργανωτικές και οι ενεργοποιητικές επιδράσεις των στεροειδών, την επίδραση ενδοκρινολογικών παραγόντων στη διαφοροποίηση φύλου και τη διερεύνηση κλινικών περιπτώσεων. Το βιβλίο κλείνει με το εντέκατο κεφάλαιο όπου συνοψίζονται και κωδικοποιούνται τα εξαγόμενα συμπεράσματα στα οποία τονίζεται ο καθοριστικός ρόλος των βιολογικών παραγόντων στον καθορισμό του φύλου και του σεξουαλικού προσανατολισμού. Ο συγγραφέας δεν χάνει ευκαιρία να τονίζει ότι πολλά άτομα εμφανίζουν ομοφυλοφιλικό σεξουαλικό προσανατολισμό εντελώς ανεξάρτητα από τη θέλησή και την επιλογή τους, χωρίς βέβαια να επιμένει σε ένα τελεσίδικο βιολογικό ντετερμινισμό. Όπως επισημαίνεται, πάντα υπάρχουν περιθώρια ατομικών επιλογών. Ως καταληκτικό συμπέρασμα ο Μπαλταζάρ εναντιώνεται στην θεώρηση της ομοφυλοφιλίας ως διαστροφής που θα πρέπει να οδηγεί στην κοινωνική περιθωριοποίηση και τον χλευασμό των ομοφυλοφίλων, προτάσσοντας το δικαίωμα των ομοφυλοφίλων να ζουν τη ζωή τους σύμφωνα με τη φύση τους, σε μια κοινωνία που αναγνωρίζει πλήρως τη διαφορετικότητά τους.
Δοσμένο με στρωτή γραφή, το βιβλίο απευθύνεται τόσο στο ειδικότερο κοινό που επιθυμεί μια συνοπτική παρουσίαση της επιστημονικής έρευνας για το θέμα της ομοφυλοφιλίας από την πλευρά της Συμπεριφορικής Νευροενδοκρινολογίας (χωρίς να περιορίζεται στην οπτική αυτή). Επιπλέον, συνδυάζοντας την παρουσίαση πλήθους πειραματικών συμπερασμάτων με αναλυτικά επεξηγηματικά σχόλια, το βιβλίο απευθύνεται στο ευρύτερο κοινό, στοχεύοντας στην άμεση και διεξοδική μετάδοση γνώσεων, αλλά και στην κατάρριψη στερεοτύπων. Σε αυτό συντελούν τόσο η πλούσια βιβλιογραφία, όσο και το ευρετήριο ονομάτων και όρων που παρατίθενται στο τέλος του.
info: Ζακ Μπαλταζάρ «Η Βιολογία της ομοφυλοφιλίας», μετάφραση Λύο Καλοβυρνάς, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2016, σ. 366