της Βασιλικής Χρυσοστομίδου (*)
Το Σκοτεινό Φως του Γιώργου Πολυμενάκου (εκδ. Γραφή) είναι ένα βιβλίο που ψηλαφίζει επίμονα τις πληγές της εποχής του, που ανασαίνει στο παρόν και αφηγείται μια ιστορία μικρών αναφλέξεων που σχίζουν το σκοτάδι της απόγνωσης και αναπτύσσουν δυναμική πυρκαγιάς .
Το Σκοτεινό Φως παίρνει τη σκυτάλη από το προηγούμενο βιβλίο του, το Σημείο Εξόδου ΕΝΑ. Βρισκόμαστε λοιπόν, στο μέσον της Τριλογίας των Φάρων.
Η απουσία του φωτός στον φάρο της ιστορίας επισημαίνει τη σκοτεινή εποχή που ανατέλλει. Και σκοτεινή είναι η εποχή που συσκοτίζεται η αλήθεια. Ο φάρος, όμως, ακόμη και σβησμένος, εξακολουθεί να στέλνει προειδοποιήσεις για τις ζοφερές μέρες που έρχονται.
Το βιβλίο έχει γεωγραφική αποτύπωση στον χάρτη στην αρχή του βιβλίου, με αντιστοιχίσεις απολύτως κατανοητές στον αναγνώστη. Το Νησί – Φάρος , η ναυτική Βάση, η Αυτόνομη Πόλη και η Πρωτεύουσα είναι πόλεις υπαρκτές , πόλεις που ο συγγραφέας τις έχει ζήσει και τις γνωρίζει πολύ καλά. Η ιστορία δεν εκτυλίσσεται σε κάποια μακρινή, φανταστική διάσταση. Κι αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό γιατί μας επισημαίνει ότι η δυστοπία μπορεί να βρίσκεται εδώ, στη γειτονιά μας, στο σπίτι μας κι ότι οι γεννήτορες και τα γεννήματα αυτής της δυστοπίας είμαστε εμείς οι ίδιοι.
Η αφήγηση δεν είναι γραμμική, αντίθετα, στο πρώτο μέρος του βιβλίου ο συγγραφέας, με συνεχείς και απανωτές αναδρομές στο παρελθόν, φωτίζει τα γεγονότα που προηγήθηκαν πριν το κεντρικό σημείο της αφήγησής του: την οργανωμένη παιδοκτονία στον Καιάδα. Η επιστροφή στο πανάρχαιο τοπόσημο της ενοχής στη συλλογική μας μνήμη αντικατοπτρίζει την τερατώδη όψη του σημερινού κόσμου μας.
Ο λόγος είναι λιτός και οι περιγραφές ακριβείς. Κάποιες φορές, σε στιγμές κορυφαίας έντασης, ο συγγραφέας δίνει τον λόγο στους ίδιους τους ήρωες. Οι ήρωες μιλούν σε πρώτο πρόσωπο με στίχους. Τα στιχουργήματα αυτά είναι στην ουσία εσωτερικοί μονόλογοι και νιώθουμε ότι οι ήρωες, αυτονομούνται από τον συγγραφέα και μας απευθύνονται με σπαρακτική αμεσότητα.
Στο Σκοτεινό Φως, ο συγγραφέας μεταπλάθει έντονα αυτοβιογραφικά στοιχεία και όχι μόνο ενισχύει τη συναισθηματική ένταση της πλοκής, αλλά αφήνεται σε σχήματα σπάνιας λογοτεχνικής ευαισθησίας.
Μετά το πρώτο του βιβλίο, τις «Ιστορίες από την άλλη Όχθη», ο συγγραφέας, και στο «Σημείο εξόδου Ένα», και τώρα στο «Σκοτεινό Φως», μετασχηματίζει τα βιώματα της παιδικής και της νεανικής του ηλικίας, ανασύρει επώδυνες μνήμες και τις μεταπλάθει δημιουργώντας έναν εφιαλτικό δυστοπικό κόσμο που συνδέεται με τη σημερινή πραγματικότητα όπως τα συγκοινωνούντα δοχεία.
Ακριβώς όπως ο κεντρικός ήρωας ήρωάς του βιβλίου, ο Άγις, ανακαλύπτει σε μια κρύπτη τα όπλα που του φύλαξε ο οπλουργός παππούς του για μελλοντική χρήση, έτσι και ο Πολυμενάκος αξιοποιεί τα γερά , δοκιμασμένα υλικά της ευαισθησίας, της ακεραιότητας και της απαντοχής των ιστοριών της «Άλλης Όχθης» για να οπλίσει τους ήρωες στο «Σκοτεινό Φως» με σαφή και ξεκάθαρο στόχο: να ανάψουν το φως του φάρου της προειδοποίησης για τους κινδύνους μιας δυστοπίας που είναι εδώ και μας καταπίνει, αλέθοντας τη μνήμη μας , σκορπίζοντας τη σκέψη μας, αμβλύνοντας τη συνείδησή μας, παγώνοντας την ψυχή μας. Αλλά άνθρωποι χωρίς ψυχή είναι σαν φάροι χωρίς φως.
Με αυτήν την έννοια, ο συμβολισμός των φάρων στο έργο του Πολυμενάκου αφορά τη συλλογικότητα, την αλληλεγγύη και την ελπίδα αυτών που βαρέθηκαν «να σκέφτονται χωρίς σκέψεις, να κοιμούνται χωρίς ύπνο, να ζουν χωρίς ζωή». (σελ. 185)
Αφορά τη δυναμική όσων ενώνονται σε μια σκοτεινή εποχή και πασχίζουν να φωτίσουν την ύπαρξή τους με την ανθρωπιά.
(*) Η Βασιλική Χρυσοστομίδου είναι συγγραφέας
Γιώργος Πολυμενάκος, Σκοτεινό Φως, Γραφή