του Κώστα Μπαλάσκα (*)
Κανονικά όλοι οι γάμοι είναι αφύσικοι και αταίριαστοι. Όσοι φαίνονται ταιριαστοί και διαρκούν, έχουν κάποιον ή κάποιους λόγους: αγάπη σταθερή, αλληλοκατανόηση, κοινά ενδιαφέροντα ή συμφέροντα, συνήθεια, οικογένεια-παιδιά, υπομονή-ανοχή, συμβιβασμοί, υποχωρήσεις (αμοιβαίες ή θυσία του ενός και συνήθως της γυναίκας), άλλες ρυθμίσεις και συμφωνίες του ζεύγους.
Το μυθιστόρημα του Κώστα Λογαρά Όταν βγήκε απ΄ τη σκιά (Καστανιώτης, 2021) μελετά την εξής αταίριαστη περίπτωση: μια όλο ζωή κοπέλα της υπαίθρου, της φύσης, της πανίδας και της χλωρίδας, του χώματος και προπαντός της μυρωδιάς, ατίθαση κι επαναστατημένη (σελ. 19) ‘’ερωτεύεται’’ (η συνηθισμένη εκκίνηση) έναν άνδρα, τον Ερρίκο, περαστικό από το χωριό της για όσο διάστημα του επέβαλε η δουλειά του και αυτός βέβαια ανταποκρίνεται, όπως γίνεται σ’ αυτές τις περιπτώσεις, δεν επιμένει επ’ αυτού ο συγγραφέας, μάλλον σε σωματικές ιδιότητες πάντως βασίζεται ο έρωτας και στη δροσιά της νιότης. Αυτή είναι γεμάτη ενέργεια και χαρά της ζωής, αυτός αρχιτέκτονας και επίδοξος συγγραφέας. Το χωριό είναι στα βόρεια, πολύ βόρεια, αυτός προέρχεται από τα νότια, κάτω απ’ τ’ αυλάκι.
Πάντως ο γάμος γίνεται, δεν επιμένει επ’ αυτού ο συγγραφέας, η γυναίκα ξεριζώνεται και ακολουθεί τον άντρα που την ξερίζωσε στα νότια, στην πόλη Ληθώ, στη δική του πόλη, στο δικό του σπίτι. Εδώ είμαστε. Αρχή του εγγάμου βίου, καλημέρα σας. Αυτός βγάζει σιγά σιγά όλη του τη φιλοδοξία και την εμμονική επιθυμία του να πετύχει, να επιβληθεί, να αναδειχτεί, να φτάσει. Πού να φτάσει; Αυτός ξέρει, ίσως και η μητέρα του, η Δόμνα, φιλόδοξη γυναίκα που κατάγεται από μεγάλη ναυτική οικογένεια, που είχε τον Ερρίκο μοναχοπαίδι και τον φούσκωνε από μικρό με τα μεγαλεία και την κοινωνική αναγνώριση. Χήρα αυτή – ο άνδρας της έφυγε, έτσι απλά, προφανώς μη αντέχοντας, μια μέρα σηκώθηκε κι έφυγε ρίχνοντας μαύρη πέτρα πίσω του, δε λέει το πώς και το γιατί ο συγγραφέας – ελέγχει ακόμα το γυιο της, όχι, δε μένει μαζί με το ζευγάρι, δεν είναι εκεί το πρόβλημα, τον ελέγχει όμως εκ του μακρόθεν, δεσποτική.
Πού επιμένει λοιπόν ο συγγραφέας; Ο συγγραφέας(που εμπνέεται συνήθως από τη σκοτεινή μεριά) επιμένει στη ζωή του ζευγαριού, στο πέρασμα του χρόνου, στην αλλαγή, στη φθορά. Η γυναίκα, Αμαρυλλίς βαφτισμένη, Μαρυλλίδα και Μαριλλού στο χωριό της, Μάριαν για τον άντρα της, τον Ερρίκο, και με αυτό το όνομα κυκλοφορεί πλέον στο μυθιστόρημα (ώσπου να ξαναγίνει Μαρυλλίδα) προσπαθεί να προσαρμοστεί στη νέα ζωή της, μεταφυτευμένη στο νέο της περιβάλλον, να ριζώσει και να ανθίσει. Φυτεύει στον κήπο μια καστανιά και άλλα φυτά του δικού της τόπου, όσα μπορούσαν να ευδοκιμήσουν, να βρίσκει μια ψευδαίσθηση της δικής της γνώριμης φύσης. Στην αρχή όλα έδειχναν να πηγαίνουν καλά, αλλά σιγά σιγά και ανεπαισθήτως άρχισε ‘‘να ανοίγει ανάμεσά τους μια ρωγμή’’(σελ. 61). Το πώς άνοιξε αυτή η ρωγμή, πώς μεγάλωσε κι έγινε χάσμα, αυτό κυρίως λέει και δείχνει το μυθιστόρημα, σ’ αυτό κυρίως επιμένει ο συγγραφέας. Βήμα βήμα και χτίζοντας αριστοτεχνικά τους χαρακτήρες, τον εγωκεντρικό και αυταρχικό του Ερρίκου κυρίως.
Οι προσπάθειες για μια νέα αρχή, για μια νέα εποχή στη σχέση δεν έλειψαν. Πιο σημαντική αυτή της υιοθεσίας του ξένου παιδιού, του Στέπαν. Παιδί του πολέμου της Σερβίας ο Στέπαν, απ’ αυτά που μάζεψαν από το δρόμο οι καλόγριες στο μοναστήρι των Αγγέλων έξω από το Σεράγεβο. Παιδί που, όπως η Μάριαν, αγαπάει τη φύση- τα φυτά και τα ζώα- θέλει να ζει στην αγκαλιά της, να φεύγει, να χάνεται. Η Μάριαν το αγαπούσε σα δικό της και το παιδί μεγάλωνε. Ο Ερρίκος όλο και περισσότερο χαμένος στα δικά του, στους υψηλούς στόχους της ματαιοδοξίας του, αυστηρός πάντα και αυταρχικός, τώρα και προς το παιδί, που δεν το αποκαλεί καν με τ’ όνομά του, μιλώντας για το Στέπαν λέει πάντα ‘’Εκείνος’’. Ώσπου ένα πρωί Εκείνος, έφηβος πια, έφυγε (σελ.71).
Αλλά και η γυναίκα αφού είδε κι απόειδε [‘‘..με πνίγει ο τόπος. Η πόλη. Οι άνθρωποι’’] (σελ.143) τελικά έφυγε κι αυτή. Και φεύγοντας η Μάριαν, όταν δηλαδή βγήκε από τη σκιά του Ερρίκου και ξαναγύρισε στον τόπο της και στα δικά της, σχεδόν ξαναγεννιέται, ξεδιπλώνει τις ικανότητές της και αρχίζει καινούρια ζωή. Έμεινε μόνος ο Ερρίκος με τις μικροχαρές της επιτυχίας του ως ελάσσων συγγραφέας και ελάσσων πολιτικός του παρασκηνίου ως την ανατροπή και τη συντριβή του. Δεν αναφέρω επεισόδια ούτε το πολύ ενδιαφέρον τέλος της ιστορίας.
Οι ευθύνες για όλα τα στραβά επιρρίπτονται βέβαια στον Ερρίκο, στον άνδρα, το μυθιστόρημα τάσσεται με το μέρος της γυναίκας και σε μια πρώτη ανάγνωση δίνεται η εντύπωση ότι πρόκειται για μυθιστόρημα ‘‘φεμινιστικό’’ και σε κάποιο βαθμό βέβαια είναι. Η Μάριαν εντάσσεται στις εξαρτημένες και θυσιασμένες στις φιλοδοξίες των ανδρών γυναίκες από την Ιφιγένεια ως τη γυναίκα του Πρωτομάστορα, μόνο που η Μάριαν κάποτε αντέδρασε και η αντίδρασή της ήταν η σωτηρία της. Ωστόσο δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τους άνδρες τους ανατρέφουν γυναίκες και στο μυθιστόρημα η Δόμνα, η μάνα του Ερρίκου, έπαιξε και παίζει λανθάνοντα αλλά καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση και στη συμπεριφορά του. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι και ο δικός της άνδρας ‘’έφυγε’’. Μήπως λοιπόν η φυγή τού ενός σχετίζεται μάλλον με τον εγωισμό, τον αυταρχισμό, το δεσποτισμό του άλλου είτε είναι άνδρας είτε γυναίκα; Όταν η στάση τού ενός ακυρώνει τον άλλο;
Ο Κώστας Λογαράς γράφει πολύ ωραία ελληνικά και ξετυλίγει την ιστορία σε μια στιβαρή αφήγηση, με σπαστή, τεθλασμένη ροή, τεμαχισμένη σε μικρά τμήματα 4-6 σελίδες το καθένα και τιτλοφορημένα, έτσι που θα μπορούσε το καθένα να σταθεί και αυτόνομα, σαν κομμάτια ενός παζλ που ο αναγνώστης (κάτι πρέπει να κάνει κι αυτός) χρειάζεται να τα βάλει στη σωστή σειρά, στη σωστή χρονική θέση και φυσικά να τα συναρμολογήσει.
Συχνά στη ροή της αφήγησης εγκιβωτίζεται αυτούσιος πρώτης ποιότητας δοκιμιακός λόγος και ενίοτε ο αναγνώστης έχει την εντύπωση ότι διαβάζει αφηγηματικό δοκίμιο. Στοιχείο συμπληρωματικό και αναμενόμενο. Αφενός διότι ο Κώστας Λογαράς, βαθιά καλλιεργημένος και προβληματισμένος φιλόλογος (και δάσκαλος) ρέπει προς τη στοχαστική πεζογραφία, την οποία επίσης ασκεί, αφετέρου διότι τα θέματα που προβάλλει το μυθιστόρημα, όχι μόνο προσφέρονται αλλά υπαγορεύουν την εκδίπλωση ιδεών. Τέτοια θέματα είναι αυτά που ενδιαφέρουν και τον Ερρίκο, δηλαδή η λογοτεχνία, η πολιτική, το πάθος για ανάδειξη και αναγνώριση σ’ αυτά τα ολισθηρά πεδία, καθώς και οι τρόποι που χρησιμοποιούνται για την αναρρίχηση, το θέμα της γυναίκας που ζει στη σκιά άνδρα ακυρωμένη, το θέμα του αταίριαστου γάμου, της ανατροφής των παιδιών κ.ά. Κυρίως όμως το θέμα που κυριαρχεί είναι η σχέση φύση – πολιτισμός, που δεν περιορίζεται στην αντίθεση ύπαιθρος – πόλη, αλλά – καθώς είναι φανερή η προτίμηση του συγγραφέα προς τη φύση – μια βαθιά οικολογική συνείδηση διαποτίζει όλο το μυθιστόρημα.
Σε αντίθεση με το χαρακτήρα του Ερρίκου που εικονίζει τον πάλαι και νυν γνωστό ελληνικό κόσμο του πελατειακού παλαιοκομματισμού και της μικροπολιτικής, του εγωκεντρισμού και της μανίας για ανάδειξη με κάθε τίμημα, ο άλλος ανδρικός χαρακτήρας του μυθιστορήματος, ο Κύρος, ζώντας στο χωριό του, εκφράζει όχι μόνο ένα άλλο ήθος αλλά ένα δυναμικά ανερχόμενο νέο κόσμο με σύγχρονες αντιλήψεις για τους τρόπους παραγωγής και διακίνησης αγροτικών προϊόντων στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τους οποίους και πραγματώνει με την επιχειρησιακή του δραστηριότητα. Είναι ο φωτεινός κόσμος στον οποίο θα μπει και η Μαρυλλίδα επιστρέφοντας στις ρίζες της, με τον Στέπαν και τη Μάρθα, τη γυναίκα του, που ξαναβρέθηκαν όλοι μαζί. Είναι ο αυριανός κόσμος, όπως τον οραματίζεται ο συγγραφέας στο σύνθετο και πολυεπίπεδο μυθιστόρημά του, που είναι χωρίς αμφιβολία και το ωριμότερό του.
(*) Κώστας Μπαλάσκας είναι Φιλόλογος Συγγραφέας
ΚΩΣΤΑΣ ΛΟΓΑΡΑΣ, Όταν βγήκε απ΄ τη σκιά, μυθιστόρημα, εκδ. Καστανιώτη, 2021.
Βρες το εδώ