Του Χρήστου Τσιάμη. Μια ιδέα εκφρασμένη ωραία ή αλλιώς σκέψεις από μια πολιτική συγκέντρωση στο Γκρήνουϊτς Βίλλετζ.
Μια ιδέα εκφρασμένη περιεκτικά κι ωραία διαδίδεται ευρέως και είναι διαρκείας. Αυτό ισχύει τόσο για τη λογοτεχνία όσο και για την πολιτική, και για την επιστήμη ακόμη όπως είναι γνωστό από την εικονική πιά μαθηματική εξίσωση του Άλμπερτ Άϊνσταϊν που συσχετίζει την ενέργεια με την ύλη.
Μετά από μια αργή ανάγνωση διαρκείας του Βάλτερ Μπένγιαμιν (Walter Benjamin), πριν λίγες βδομάδες, μεσοβδόμαδα, είπα να πάω μια βόλτα για να αερίσω λιγάκι το μυαλό μου. Περπάτησα λοιπόν τα τέσσερα τετράγωνα από το σπίτι μου μέχρι το πάρκο-πλατεία Γουάσινγκτον Σκουέαρ όπου ελάμβανε χώρα μια συγκέντρωση για τον υποψήφιο του Δημοκρατικού Κόμματος, τον Μπέρνι Σάντερς (Bernie Sanders). Παρόντες ήταν χιλιάδες υποστηρικτές, κυρίως νέοι. Ακράτητος ο ενθουσιασμός. Εκατοντάδες λέξεις υπερίπταντο πάνω από την πλατεία. Από τα ηχεία ακούγονταν οι αναγνωρίσιμες φωνές των επισήμων υποστηρικτών που ήρθαν να καλωσορίσουν στην πόλη τους τον υποψήφιο. Πρόφτασα τους τελευταίους, την ηθοποιό Ροζάριο Ντόσον (Rosario Dawson) που υπενθύμισε στο νεανικό κοινό ότι «δεν αρκεί ένα ‘λάϊκ’ στο ‘φέϊςμπουκ’, θα πρέπει να κάνετε και τον κόπο να πάτε στο εκλογικό κέντρο και να ψηφίσετε», και τον σκηνοθέτη Σπάϊκ Λή (Spike Lee) που με χιούμορ καλούσε έναν έναν τους πέντε δήμους της Νέας Υόρκης να δηλώσουν δια βοής το παρόν. Και μετά, αφού είχε πέσει το σκοτάδι, άρχισε ο εκτενής προεκλογικός λόγος. Ακουγα επί μια ώρα ορθός. Και ανάμεσα στα πολλά και σοβαρά, διανθισμένα με χιούμορ, της πολιτικής καμπάνιας που επανελάμβανε στην πλατεία ο υποψήφιος, δυο λέξεις συνέχιζαν να επιπλέουν πάνω απ’όλα, σαν δυο άσπρους ανθούς σε σκοτεινά νερά: Political revolution (Πολιτική επανάσταση). Δυο λέξεις που σε μια επιτυχή σύζευξη φαίνεται πως ηλέκτριζαν το κοινό αυτής της συγκέντρωσης. Δυο λέξεις ενωμένες έτσι ώστε να επιζούν στο νού όταν χιλιάδες άλλοι συνδυασμοί λέξεων ανακατεύονται και αφανίζονται στη ζύμη του οικείου και του προσωρινού.
Στην “πολιτική επανάσταση” του Αμερικανού πολιτικού, οι λέξεις, κάθε μια χωριστά, αναφέρονται σε πράγματα σαρωτικά και τετριμμένα στις μέρες μας. Και, ίσως, η πρώτη λέξη να φαίνεται περιττή, αφού όλες οι επαναστάσεις λαμβάνουν χώρα σε ένα πολιτικό πλαίσιο. Ομως, σε μια γραμματική ανατροπή, η λέξη επανάσταση του Σάντερς προσδιορίζει τη λέξη πολιτική και δίνει στην έκφραση καινούργιο νόημα. Δηλαδή, έχει με σαφήνεια και συστηματικά προσδιορισθεί ότι η επανάσταση, απεγκλωβισμένη από την παλιά εικόνα ενός βίαιου σπασμού της κοινωνίας και μιας ολικής καταστροφής των θεσμών, εδώ σημαίνει απλώς αλλαγές στη λειτουργία της δημοκρατίας. Σημαίνει απελευθέρωση του εκλογικού συστήματος από την ιδιωτική χρηματοδότηση των μεγάλων συμφερόντων. Σημαίνει διευκόλυνση της συμμετοχής παντός υποψηφίου στον δημόσιο διάλογο και διευκόλυνση των πολιτών στην εξάσκηση της ψήφου. Σημαίνει μια προσιτή ανώτερη παιδεία και αλλαγές στη Δικαιοσύνη ώστε εγκλήματα κατά του κοινού καλού (όπως των τραπεζών που καταστρέφουν την οικονομία) να τιμωρούνται αυστηρώς ενώ να υπάρχει επιείκεια για παραβάσεις μη εγκληματικού χαρακτήρος.
Σκέφτομαι: μια ιδέα εκφρασμένη ωραία ταξιδεύει μακριά και πλατιά με την αυτονομία του νερού που αφού αναπηδήσει από την πηγή και μπεί σε ένα αυλάκι κοντινό, σιγά σιγά γίνεται κατεβατός, κίνημα, ένα ποτάμι που στο τέλος τροφοδοτεί τα ωκεάνεια νερά της ανθρωπότητας. Επί παραδείγματι, στη συγκέντρωση της Γουάσινγκτον Σκουέαρ, μαζί με την «πολιτική επανάσταση» μια άλλη ιδέα επίσης φαινόταν να συγκλονίζει το κοινό. Η ιδέα του «είμαστε το 99%», (και το συνεπακόλουθο της «το 1%» που δυσανάλογα απομυζά τον πλούτο της κοινωνίας.) Αυτή η ιδέα (που εκφράζει περιεκτικά τόμους και τόμους πολιτικής ιδεολογίας ακατάληπτης για το πλατύ κοινό) είχε την αρχή της στο κίνημα Occupy Wall Street στη Νέα Υόρκη πριν πέντε περίπου χρόνια. Και παρότι εκείνη η πολιτική κίνηση έχει γίνει πρό πολλού παρελθόν, η ιδέα του 99% εξακολουθεί να ταξιδεύει μέσα στο πολιτικό στερέωμα των ΗΠΑ με συνέπειες (όσο μικρές και όσο σταδιακά κι αν λαμβάνουν χώρα) επάνω στη διάπλαση πολιτικών προγραμμάτων και της νομοθεσίας. (Πρόσφατα, ακούσαμε αναφορές στο 1% και στη Βουλή των Ελλήνων!)
Εκεί όμως όπου η έκφραση της σκέψης εκτιμάται ιδιαιτέρως είναι η λογοτεχνία. Εξ ορισμού, θα λέγαμε. Ας ανατρέξουμε σε δυο τρείς περιπτώσεις. Να, εκεί που ο Γουστάβος Φλωμπέρ, τον 19ο αιώνα, έγραφε εκτενώς στην αλληλογραφία με τους φίλους του και τους ομότεχνους του για τις επιδιώξεις του στη γραφή, και πιό συγκεκριμένα για το πόσο βασικό στοιχείο ήταν γι αυτόν το στύλ (είχε πεί ότι θα ήθελε να γράψει ένα βιβλίο που η αξία του θα έγκειται στις λέξεις μόνο και στον συνδυασμό τους κι όχι σε κάποια ιστορία έξω από αυτού του βιβλίου την ύπαρξη), όλα αυτά κάποτε καταστάλαξαν στην περίφημη μέχρι τις μέρες μας έκφραση: “Le mot juste” (η ακριβής λέξη). Αυτήν όλοι μας θυμόμαστε και όχι τις επί μέρους λεπτομέρειες.
Επίσης, ένα μεγάλο μέρος της Αμερικανικής ποίησης, από το τελευταίο ήμισυ του περασμένου αιώνα μέχρι και σήμερα, πορεύεται κάτω από τη σημαία ενός στίχου στην αρχή του πολύτομου, και κλασσικού πιά, ποιήματος του Γουίλλιαμ Κάρλος Γουίλλιαμς «Πάτερσον» («Paterson»):
Say it, no ideas but in things (Πές το, δεν υπάρχουν ιδέες παρά μόνο στα πράγματα)
Δεν γνωρίζουμε αν ο ποιητής είχε υπ’ όψιν του παρόμοιες σκέψεις εκφρασμένες με φιλοσοφικό υπόβαθρο στα γραπτά του Ολλανδού Σπινόζα. Συγκεκριμένα, «Προτάσεις» σαν τις ακόλουθες στην «Ηθική» του:
“A mode of extension and the idea of that mode are one and the same thing, but expressed in two ways.”
[Ο τρόπος της επέκτασης και η ιδέα αυτού του τρόπου είναι ένα και το αυτό, εκφρασμένο όμως με δυο τρόπους.]
(Σημείωση: σύμφωνα με τον Σπινόζα η υλική υπόσταση του κόσμου ήταν «επέκταση» του θείου.)
- “The order and connection of ideas is the same as the order and connection of things.”
[Η τάξη και η σύνδεση των ιδεών είναι ίδια με την τάξη και τη σύνδεση των πραγμάτων.]
Ομως, ακόμα και αν ο στίχος του Γουίλλιαμς που αναφέραμε παραπάνω είχε την προέλευση του στη μελέτη του Σπινόζα, σίγουρα ήταν η ποιητική του ευθύτητα που βρήκε το στόχο της στους ποιητές της Αμερικής για να μεταφέρει το ίδιο μήνυμα.
Τέλος, μιας και ο λόγος για ποιητές, ποιός δεν γνωρίζει τη φράση του Πώλ Βαλερύ ότι δεν τελειώνεις ποτέ ένα ποίημα, απλώς το εγκαταλείπεις με απελπισία. Δεν έχω κλείσει τη ρήση αυτή σε εισαγωγικά γιατί γνωρίζω ότι την έχουν επαναλάβει κι άλλοι ποιητές, με μικρές παραλλαγές, όπως ο Ώντεν (Auden), και δεν είμαι σίγουρος τίνος την απόδοση της φράσης αυτής επαναλαμβάνω. Ομως, το ίδιο νόημα ακριβώς το περικλείουν και οι παρακάτω στίχοι του Σαχτούρη πολύ πιό εικονικά, περιεκτικά, και με αναμφισβήτητη την ταυτότητα:
Δεν έχω γράψει ποιήματα
δεν έχω γράψει ποιήματα
μόνο σταυρούς
σε μνήματα
καρφώνω
Υπάρχουν όμως ιδέες και έννοιες σημαντικές που ενώ περιέχονται σε εκφράσεις όμορφα περιεκτικές δεν αποτυπώνονται στο νού εύκολα. Κι έτσι δεν ταξιδεύουν μακριά και πλατιά όπως τους πρέπει. Γιατί; Είτε γιατί έχουν μια πόζα λεκτικής εξειδίκευσης ή, το ακριβώς αντίθετο, επειδή έχουν μια φαινομενικά λεκτική απλότητα. Σε τέτοιες περιπτώσεις χρειάζεται να εφαρμόσουμε τη μέθοδο του Μπένγιαμιν, δηλαδή το επίμονο ξεφλούδισμα των λέξεων μέχρι να φτάσουμε στον πυρήνα του νοήματος. Μια τέτοια εξειδικευμένη πολιτική έννοια είναι αυτό που ο Νόαμ Τσόμσκυ (Noam Chomsky) το έχει ονομάσει “the manufactured consensus” (‘η κατασκευασμένη ομοφωνία’). Με αυτό εννοεί ότι η καθεστηκυία πολιτική τάξη (στις ΗΠΑ) έχει αποφασίσει ότι η συμμετοχή μόνο του 50-60% των ψηφοφόρων, που η πολιτική τους τοποθέτηση περιορίζεται, και έχει προσδιορισθεί, ανάμεσα σε δύο πόλους ιδεολογίας, αρκεί για την προκαθορισμένη λειτουργία της δημοκρατίας. Προσφέρει μια σιγουριά στο σύστημα. Το άλλο 40% συμπεριλαμβάνει σύνολα της κοινωνίας (σε μεγάλο ποσοστό τη νεολαία, τους φτωχούς, τις μειονότητες, τους άνεργους) που η συμμετοχή τους μπορεί να έχει απρόβλεπτες απαιτήσεις για αλλαγές στο σύστημα. Κι ενώ η ιδέα καθεαυτή δεν είναι γνωστή στο πλατύ κοινό, αυτές τις μέρες εμπεριέχεται στο μήνυμα της «πολιτικής επανάστασης» του Μπέρνι Σάντερς υπό τη μορφή της απαίτησης νέων μέτρων για τη διευκόλυνση της συμμετοχής περισσοτέρων πολιτών και πολιτικών στη λειτουργία της δημοκρατίας.
Οσο για μια ιδέα -έννοια που την παραβλέπουμε συχνά λόγω της φαινομενικής της απλότητας, θα αναφερθώ σε κάτι πολύ κοντινό και δικό μας στο χώρο της ποίησης: «το δημοτικό τραγούδι». Οι περισσότεροι από εμάς εξισώνουμε αυτή την έκφραση-ορισμό με χορούς και με γλέντια στην ελληνική ύπαιθρο ή με παραστάσεις από φοκλορικά συγκροτήματα. Επί πέντε δεκαετίες, όμως, ο ποιητής Σωκράτης Σκαρτσής, μέσα από το πολυσχιδές και σημαντικό έργο του (τόμους έντονης λυρικής ποίησης, περιοδικές εκδόσεις, δοκίμια, μελέτες και το μοναδικό για την Ελλάδα ετήσιο Συμπόσιο Ποίησης στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας), αν προσέξουμε, μας έχει αποκαλύψει τι εμπεριέχει (και τι μπορεί να προσφέρει στη σύγχρονη ποίηση) η έννοια «δημοτικό τραγούδι»: αμεσολάβητη επικοινωνία με τη φύση, άμεση έκφραση και, προπαντός, ήθος.
Μετά από τον παραπάνω περίπατο, επιστρέφω στην ανάγνωση του Βάλτερ Μπένγιαμιν που φαίνεται να συμφωνεί με τον Βαλερύ πως περισσότερο και από τις ιδέες είναι η τεχνική, το στύλ, εκείνο που συμβάλλει στην πρόοδο. Δηλαδή (σε μια Δαρβινιστική άποψη στον χώρο του πνεύματος), επιζούν μόνο οι ιδέες που είναι στην έκφραση τους οι πιό ωραίες.