της Όλγας Σελλά
Ο ρυθμός των νέων παραστάσεων είναι ήδη ξέφρενος και δεν αναμένεται να καταλαγιάσει πριν τις πρώτες μέρες του Δεκεμβρίου. Το πόσες από αυτές θα προλάβουμε να δούμε είναι το ένα αγχωτικό ερώτημα. Το άλλο –εξίσου αγχωτικό- είναι «για πόσες από αυτές θα προλάβουμε να γράψουμε»; Κι επειδή όπως και ο θεατής, το ίδιο και ο αναγνώστης θέλει τον δικό του ρυθμό για να ενημερωθεί, σκεφτήκαμε να εγκαινιάσουμε μια νέα στήλη, η οποία θα φιλοξενεί μικρά κριτικά σημειώματα για παραστάσεις έχουμε δει, ενδιαφέρουσες ή όχι και τόσο, που δεν έχουν θεματική συνάφεια ίσως, έτσι, σκόρπιες, όπως τις έχουμε δει. Αλλά θέλουμε να καταγράψουμε τον κόπο των δημιουργών τους, την προσπάθεια, τις αστοχίες τους ενδεχομένως. Κάποιες από αυτές παίζονται για μικρό χρονικό διάστημα, άλλες παίζονται Δευτερότριτα, άλλες μια φορά την εβδομάδα, άλλες δύο, -οι συνδυασμοί είναι άπειροι. Ξεκινάμε λοιπόν, αυτή τη νέα στήλη, με στόχο να σας ενημερώνουμε για όσο το δυνατόν περισσότερες παραστάσεις.
«Μαθήματα κωμωδίας»
Για 3η χρονιά ο Θοδωρής Αθερίδης, στεγάζει το ένατο θεατρικό του κείμενο στο «Μικρό Παλλάς», το οποίο και σκηνοθετεί, που γράφτηκε στη διάρκεια της πανδημίας –και ασφαλώς κατέγραψε και την ανάγκη διαφυγής μέσα από το γέλιο. Ένας παλιός ηθοποιός, λίγο αποσυρμένος πλέον (Θοδωρής Αθερίδης) καλεί σε ατομικά σεμινάρια (που κάποια στιγμή γίνονται ομαδικά) όσους θέλουν να μάθουν πώς να κάνουν κωμωδία. «Μαθήματα κωμωδίας», λοιπόν. Οι τέσσερις «μαθητές» που δηλώνουν ενδιαφέρον και επιλέγονται (Δήμητρα Ματσούκα, Ηλίας Βαλάσης, Δημήτρης Σαμόλης, Αναστασία Τσιλιμπίου) είναι διαφορετικές περιπτώσεις και μέσω αυτών ο Θοδωρής Αθερίδης θίγει ανθρωπότυπους, κοινωνικές συμπεριφορές και προβλήματα σύγχρονα, σε μια παράσταση με ρυθμό, με άμεσο χιούμορ, με απλόχερη τρυφερότητα και με τρυφερό σαρκασμό στη θεατρική διαδικασία. Τι κρατάμε από την παράσταση; Τις ερμηνείες του Ηλία Βαλάση (πρώτη φορά τον βλέπω σε κωμικό ρόλο και είναι απολαυστικός) και του Δημήτρη Σαμόλη, τη σκηνική φυσικότητα του Θοδωρή Αθερίδη, το γάργαρο και αυθόρμητο γέλιο που προκαλεί η παράσταση, με ατάκες διόλου χοντροκομμένες και εύστοχα ενσωματωμένες, («παραχωμένα =παρωχημένα», «Δε αναλύεται, είναι αναλλοίωτη», κ.λπ.). Χρήσιμα μαθήματα, δίχως άλλο, σε μια εποχή, που και ο τρόπος που γελάμε είναι διαφορετικός ή ζητούμενος. Μια παράσταση ευφρόσυνη, εγκώμιο του γέλιου.
- «Μικρό Παλλάς», Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο στις 9μ.μ., Κυριακή στις 8μ.μ.
«Ιζαμπέλ Ρεμπώ, ο δικός μου Αρθούρος»
Ένα νέο κείμενο, γραμμένο από την Ευσταθία, ένα κείμενο που κρύβει δουλειά, αναζήτηση και κατανόηση μιας εποχής και ενός ξεχωριστού και πονεμένου ανθρώπου, που άντλησε μέσα από βιβλία και δεξιοτεχνικά συνέδεσε, παρουσιάζεται στο «Μικρό Άνεσις». Η μικρή αδελφή του ποιητή Αρθούρου Ρεμπώ, η Ιζαμπέλ (Βίκυ Βολιώτη που σκηνοθετεί και την παράσταση) αφηγείται την ιστορία και τη διαδρομή του αδελφού της (που πέθανε στα 37 του χρόνια το 1891) και την ίδια στιγμή τον γνωρίζει, τον κατανοεί, τον υπερασπίζεται από την τοξικότητα που εισέπραξε, τα βάζει με τους τοξικούς ανθρώπους και τις τοξικές συμπεριφορές. Παράλληλα, μέσα απ’ αυτή τη διαδικασία, αυτή η θρησκευόμενη γυναίκα, η μεγαλωμένη μέσα σε περιβάλλον ασφυκτικού καθολικισμού και αδυσώπητης αυστηρότητας από την οικογένεια («αναζητούσαμε την αγάπη τους, σα να γυρεύαμε νερό σε μιαν έρημο», λέει), γίνεται η ίδια ανεξάρτητη, αυτοτελής, διεκδικητική, συμπονετική. Με οδηγό μόνο την αγάπη και την προσπάθεια ενσυναίσθησης. Με μόνιμο αντίδικο την ίδια τους τη μητέρα, που λειτούργησε απολύτως αντίστροφα. Το σκηνικό (Μαργαρίτα Αμοργιανού) είναι αυστηρό και λιτό, όσο και το περιβάλλον που έζησε η Ιζαμπέλ. Ένα τεράστιο τραπέζι, κάποια κεριά πάνω του, επιστολές και το κοστούμι της που κρέμεται. Η Βίκυ Βολιώτη κατεβαίνει στη σκηνή από την πλατεία, μας κάνει εξαρχής συμμέτοχους στην αφήγηση μιας ιστορίας και μεταμορφώνεται σε Ιζαμπέλ. Που στην αρχή είναι φοβισμένη, έκπληκτη, αλλά θαυμάζει πάντα το κοφτερό και ευαίσθητο μυαλό του αδελφού της, του παραστέκεται όταν όλοι τον έχουν απομονώσει και δεν μπορούσαν να καταλάβουν ότι «είχε μιαν όμορφη τρέλα που λέγεται ποίηση», και τέλος φροντίζει, μαζί με τον άντρα της, το έργο του μετά το θάνατό του. Ο Ρεμπώ είναι διαρκώς «παρών» στην παράσταση. Τον «ακούμε» (μέσα από τη φωνή του Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου), στις απαγγελίες του, στις σκέψεις και τις αγωνίες του που γράφει στην αδελφή του. Μια παράσταση που μας γνωρίζει όψεις της ζωής ενός μεγάλου δημιουργού (που αναζητούσε την ευρυχωρία «το αντίθετο της στενοχώριας», όπως λέει η Ιζαμπέλ), αλλά και την προσωπικότητα μιας γενναίας και δυναμικής γυναίκας που λειτούργησε μη αναμενόμενα, φροντίζοντας και χαρίζοντάς μας το έργο του ποιητή. Μια παράσταση, τρυφερή, λιτή, ουσιαστική, ολοκληρωμένη.
- «Μικρό Άνεσις», (Λεωφ. Κηφισίας 14), κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 9μ.μ. [Το κείμενο της παράστασης κυκλοφορεί από την «Κάπα Εκδοτική].
«Σάμερτάιμ» μέσα στο φθινόπωρο
Η παράσταση παρουσιάστηκε το περασμένο καλοκαίρι στον Αρχαιολογικό χώρο του Ναού Απόλλωνος στη Μητρόπολη Καρδίτσας, στο πλαίσιο του θεσμού «Όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός», που για το 2023 είχε θεματικό άξονα την κλιματική κρίση. Όμως ο σκηνοθέτης Γιάννης Σκουρλέτης και η bijoux de kant θέλησαν να δώσουν κι άλλη διάρκεια στην παράσταση, να τη γνωρίσουν και σε άλλο κοινό και την έφεραν στο «Θέατρο Μπέλλος». Και στη σκηνή του θεάτρου ο Γιάννης Σκουρλέτης έστησε το δικό του σύμπαν, το γνωστό και αναγνωρίσιμο, το πληθωρικό και το ονειρικό (υπογράφει τη σκηνοθεσία, τα σκηνικά, τα κοστούμια και τους φωτισμούς), και έβαλε τον Χρόνη και την Τερέζα, τα δύο πρόσωπα του έργου που έγραψε ο Άκης Δήμου, το «σάμερταϊμ», να αγκομαχούν από την παράδοξα και παράλογα μακρόχρονη ζέστη στα ερείπια ενός αρχαιολογικού χώρου. Ονειρεύονται ο καθένας τις δικές του επιθυμίες, παραζαλισμένοι από τη ζέστη, τα όνειρά τους και την άνυδρη εποχή που νιώθουν στον ιδρώτα τους ότι έρχεται… Και κάπου ανάμεσα σε τραγούδια που υμνούν τα καλοκαίρια που τώρα τους παίρνουν την ανάσα, κάπου ανάμεσα σε καταστροφολογικά σενάρια, σε χρησμούς, σε επιστημονικές θεωρίες κακοχωνεμένες, διακρίνουν αυτό που ήδη βιώνουν: ότι το καλοκαίρι δεν θα είναι πια ανάλαφρο και ανέμελο, αλλά καυτό, όχι μόνο για τους ανθρώπους, αλλά και για το χώμα, τα δέντρα, τη ζωή, την ανάσα. Ένα έργο που καταγράφει την αδυναμία και την αθωότητα των ανθρώπων μπροστά σε πράγματα που τους υπερβαίνουν, με χιούμορ, τρυφερότητα, αναμνήσεις, ποιητική διάθεση. Η Καλλιρόη Μυριαγκού και ο Γιάννης Τσουμαράκης ενσάρκωσαν εύστοχα το σύμπαν του Γιάννη Σκουρλέτη, δημιουργώντας όλοι μια παράσταση που περιγράφει με τρυφερή συγκίνηση και ποιητική διαφυγή τον ζόφο που έρχεται.
- Θέατρο «Μπέλλος» (Κέκροπος 1, Πλάκα). Κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 9μ.μ. Μέχρι τις 5 Δεκεμβρίου.
«Όταν θα μεγαλώσω, θα γίνω Νάνα Μούσχουρη»
Πρόκειται για την αυτοβιογραφική ιστορία του δημοσιογράφου και συγγραφέα Νταβίντ Λελαί-Ελό, που γεννήθηκε σε μια επαρχιακή πόλη της Γαλλίας τη δεκαετία του ’80 και εξαρχής ήταν διαφορετικός από τα άλλα αγόρια της ηλικίας του. Ο Μιλού του βιβλίου και του έργου ήθελε να ντύνεται πριγκίπισσα, να παριστάνει τη βασίλισσα της Αιγύπτου, μισούσε τα παιχνίδια με τη μπάλα, ήξερε να φτιάχνει κόσμους στα κορίτσια, ήθελε πάντα να δει το σύμπαν των κοριτσιών και για όλες αυτές τις επιθυμίες του υπέστη ανελέητο μπούλινγκ από τα συνομήλικά του αγόρια. Και στα 14 του άκουσε στην τηλεόραση τη φωνή της Νάνας Μούσχουρη που μεσουρανούσε στη Γαλλία και αποφάσισε ότι θα γίνει Νάνα Μούσχουρη. Και τίποτα δεν μπορούσε να τον σταματήσει. Αυτό περιγράφεται στο έργο, με λυρισμό, με ενθουσιασμό, με τρυφερότητα, με υπερβολή, με χιούμορ, με αποφασιστικότητα. Και τα καταφέρνει. Όχι να γίνει Νάνα Μούσχουρη, αλλά να γίνει αυτό που του ταίριαζε και τον έκανε ευτυχισμένο. Να αναζητήσει το δρόμο του, τα όνειρά του, την ταυτότητά του. Αλλά και να συναντήσει τελικά τη Νάνα Μούσχουρη και να δημιουργήσουν μια ειλικρινή φιλική σχέση. Ο Ελισσαίος Βλάχος σκηνοθετεί την παράσταση και τον Μάνο Καρατζογιάννη που υποδύεται τον Μιλού και στο θέατρο «Σταθμός» στήνεται με μια αθωότητα και ελλειπτικότητα ο κόσμος ενός παιδιού, χαρακτηριστικά αντικείμενα της δεκαετίας του ’80, το δωμάτιο ενός παθιασμένου εφήβου (σκηνικά-κοστούμια, Σεμίραμις Μοσχοβάκη). Παρά την πολύ καλή μετάφραση της Αγγελικής Βουλουμάνου, η παράσταση ήθελε οπωσδήποτε περαιτέρω δραματουργική επεξεργασία, ώστε να συρρικνωθούν τα φλύαρα μέρη του έργου. Ενός έργου που θίγει αναμφίβολα πολλά και κρίσιμα θέματα για όσους και όσες διεκδικούσαν τη σεξουαλική τους ταυτότητα όχι πολλά χρόνια πριν, αλλά συχνά γίνεται μ’ έναν τρόπο γλυκερό και αβαθή. Όσο για τον αεικίνητο Μάνο Καρατζογιάννη, η σκηνική του προσωπικότητα δεν μετέφερε σε όλες τις στιγμές της παράστασης την ευθραυστότητα της προσωπικότητας του Μιλού. Μια παράσταση με έντονο το στοιχείο των αναμνήσεων και της συγκίνησης, που δίνουν τελικά τον τόνο.
- Θέατρο «Σταθμός» (Βίκτωρος Ουγκώ 55, Μεταξουργείο). Παρασκευή και Σάββατο στις 9μ.μ., Κυριακή στις 6.15μ.μ. Μέχρι 5 Νοεμβρίου.