του Γιάννη Ν.Μπασκόζου
Μυθιστόρημα από αυτά που πρέπει να διαβάσει κάποιος κυρίως για δύο λόγους. Ό ένας είναι ο ιδιόμορφος τρόπος που αναπτύσσεται, ο άλλος το θέμα του. Ας ξεκινήσουμε από το θέμα: μια καθηγήτρια δημιουργικής γραφής έρχεται στην Αθήνα της κρίσης για να διδάξει σε ένα ολιγοήμερο σεμινάριο. Το βλέμμα της ηρωίδας, της Φαίης, είναι το αθώο βλέμμα του αμερικανού τουρίστα. Ένας οποιασδήποτε ευρωπαίος θα ερχόταν στην Αθήνα γνωρίζοντας ήδη ένα σωρό ζητήματα γύρω από την ελληνική κρίση και πώς φτάσανε εκεί τα πράγματα, θα ξέρει ήδη για το grexit, την Μερκελ, τον Βαρουφάκη, την κόντρα με την γερμανική Bild κ.ά. Η Φαίη δεν γνωρίζει σχεδόν τίποτα, η ματιά της είναι ανεπηρέαστη, βλέπει μια χώρα ζωντανή, εξωστρεφή, με ανθρώπους ενδιαφέροντες. Αναγνωρίζει σημεία της κρίσης, δεν πολιτικολογεί, ενσωματώνει τα αρνητικά στα θετικά της χώρας. Εκπλήσσεται με τις πλατείες που σφύζουν από νεαρόκοσμο μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες, από τα γαλάζια νερά του Σαρωνικού στη διάρκεια μιας βόλτας με κότερο, από την ανεπιτήδευτη ανεμελιά των νέων. Της αρέσουν τα σουβλάκια, τα χοντρά γέρικα σκυλιά που τεμπελιάζουν μπροστά μεγαλοκαταστήματα στο Σύνταγμα, τα βράδια στις πλατείες. Μια καλοκαιρινή βραδυνή μέρα όπως την περιγράφει η Κασκ: «Μια βουή από γέλια και κουβεντολόι ξεχυνόταν ακάθεκτη από τις φωταγωγημένες αυλές των εστιατορίων, στα πεζοδρόμια τα παιδιά έκαναν ποδήλατο κάτω από ωχρούς φανοστάτες, ποτάμι στους δρόμους τα αυτοκίνητα, προβολείς που σε στράβωναν , κορναρίσματα. Παρά το σκοτάδι , η μέρα συνεχιζόταν, τα περιστέρια τσακώνονταν ακόμα σε πλατείες φωτισμένες με νέον, τα περίπτερα έμεναν ανοικτά στις γωνιές των δρόμων, η μυρωδιά της σφολιάτας πλανιόταν ακόμα βαριά γύρω από τους φούρνους».
Το άλλο ενδιαφέρον θέμα είναι το πώς “στήνει” την αφήγησή της. Η Φαίη συνομιλεί με συνταξιδιώτες της, με φίλους στην Αθήνα και με τους μαθητές της. Ακούει μονολόγους και εκμυστηρεύσεις. Η ίδια δεν λέει τίποτα για τον εαυτό της πέρα από τα βασικά: συγγραφέας, μητέρα, χωρισμένη. Ακούγοντας τις ζωές των άλλων νιώθουμε ότι μαθαίνουμε κάτι και για την Φαίη. Υποψιαζόμαστε πού συμφωνεί και πού επικρίνει τους συνομιλητές της, ποια ζητήματα βλέπει συγκαταβατικά, αδιάφορα ή με πάθος, ποια από αυτά που θέτουν οι συνομιλητές της την απασχολούν και την ίδια. Αποκτούμε λοιπόν το Περίγραμμα της προσωπικότητας και της ζωής της. Μαθαίνουμε δηλαδή πράγματα γι αυτήν από την απουσία των δεδομένων. Γράφει κάπου χαρακτηριστικά αναφερόμενη σε πρόσωπα του μυθιστορήματος: « Με δύο λόγια τής περιέγραφε αυτό που δεν ήταν εκείνη: για ό,τι τής έλεγε για τον εαυτό του, εκείνη έβρισκε το αντίστοιχο αρνητικό στο δικό της εαυτό. Αυτή η αντι-περιγραφή – δεν έβρισκε πιο κατάλληλη λέξη για να το εκφράσει – αυτή η αντίστροφη παρουσίαση, τής είχε ξεκαθαρίσει το εξής: ενώ εκείνος μιλούσε, εκείνη άρχιζε να βλέπει τον εαυτό της σαν ένα σχήμα, ένα περίγραμμα με την κάθε λεπτομέρεια να το περιβάλλει εξωτερικά, ενώ εσωτερικά παρέμενε κενό. Αυτό το σχήμα ωστόσο, παρόλο που το περιεχόμενό του παρέμενε άγνωστο, τής έδωσε για πρώτη φορά μετά το επεισόδιο μια αίσθηση για το ποια είναι τώρα».
Η Ρέιτσελ Κασκ γεμίζει τον αναγνώστη ερωτήματα και ερωτηματικά, και αυτό κάνει την αφήγηση ακόμα πιο γοητευτική. Μια φίλη που προσπαθεί να γράψει μυθιστορήματα μου είπε, «σιγά το σπουδαίο πράγμα που κάνει». Δεν μπορούσε να δει ότι η συγγραφέας κάνει κάτι πολύ σπουδαίο και δύσκολο, μετατρέπει τον αναγνώστη σε συμμέτοχο στην πορεία μιας ζωής χωρίς αγκυλώσεις και προκαθορισμένα αιτήματα. Γιατί η Κασκ , όπως και η ηρωίδα της η Φαίη, είναι ένα πρόσωπο που αφήνεται στα ερωτήματα της ζωής. Παρατηρεί τους ανθρώπους και μέσα από αυτούς αναρωτιέται για τη δική της ζωή. Η Φαίη κουβαλάει ένα τραύμα και προσπαθεί να το διαχειριστεί, όχι αντιμετωπίζοντας το απευθείας αλλά σε ένα διάλογο με ό,τι συμβαίνει στους γύρω της. Είναι σαν ο εαυτός της να γίνεται λιγότερος, μόνον τα υπόλοιπα πράγματα αλλάζουν τις διαστάσεις τους και τις σχέσεις μεταξύ τους και επηρεάζουν την ηρωίδα. Θα λέγαμε ότι είναι μια λογοτεχνία «αντανακλάσεων», το πρόσωπο εμφανίζεται και εξαφανίζεται μέσα από τις λάμψεις που αφήνουν σαν φλασάκια τα πρόσωπα που συνομιλούν μαζί της.
Η Κασκ έχει δηλώσει (βλ. Σημείωση 2) ότι δεν την ενδιαφέρει ο χαρακτήρας γιατί δεν πιστεύει πως ο χαρακτήρας υπάρχει πλέον. «Συνειδητοποίησα», λέει, «πως έχουν αλλάξει τα παλιά πρότυπα, από τα Βικτωριανά πρότυπα συγγραφής μυθιστορημάτων, όπου ο χαρακτήρας είναι ακρογωνιαίος λίθος. Πόσο λειτουργεί ο χαρακτήρας στη ζωή ενός ατόμου; Πιστεύω πως πιθανώς λειτουργεί για να δημιουργεί αυτό που δικαίως αποκαλούμε ‘δυσλειτουργία’ –στο να μην ακολουθείς αυτά που θα έπρεπε να κάνεις. Γι’αυτό πιστεύω πως ο χαρακτήρας κάπως έχει ξεπέσει και μια ομογενοποίηση βρίσκεται σε εξέλιξη – την οποία όλοι αποδέχονται και προσαρμόζονται στον τρόπου που ζουν και επικοινωνούν. Όλα αυτά φαίνεται να διαβρώνουν την παλιά ιδέα του χαρακτήρα». Δεν είμαι σίγουρος ότι η Φαίη δεν είναι εδώ ένας χαρακτήρας, όπως τουλάχιστον τον γνωρίζουμε από τα παλιά μυθιστορήματα, απλώς δεν περιγράφεται απευθείας από τον αφηγητή αλλά από άλλες αφηγηματικές φωνές, οι οποίες όμως επιδρούν στην διαμόρφωσή του. Μπορώ να πω ότι είναι ένας χαρακτήρας που πιθανόν και ο ίδιος δεν έχει αποφασίσει ποιος είναι, τι θέλει και προς τα που θα ήθελε να βαδίζει. Ανάλογα ερωτήματα θέτει εμμέσως και στον αναγνώστη κάνοντας κατά κάποιον τρόπο διαδραστική την ανάγνωση αυτού του ευφυούς λογοτεχνικού κειμένου.
info: Rachel Cusk, Περίγραμμα, μτφρ: Αθηνά Δημητριάδου, Gutenberg
Σημείωση1 : Το Περίγραμμα είναι ο πρώτος τόμος της τριλογίας. Κυκλοφορεί και στα ελληνικά το Transit (Μετάβαση) που μας μεταφέρει στο Λονδίνο και αναμένεται και στη χώρα μας το Κudos (Κύδος). Σε καθένα από αυτά η ηρωίδα μεταφέρεται σε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις όπου αποκαλύπτονται τοπία λογοτεχνικών ζυμώσεων και κάθε λογής εμπειριών. Και τα τρία από τις εκδόσεις Gutenberg. Προηγούμενο βιβλίο της στα ελληνικά το «Αρλινγκτον» από τις εκδόσεις Τόπος.
Σημείωση2 :Συνέντευξη της Rachel Kusk δημοσιευμενη στον Αναγνώστη