Συνέντευξη στον Γιάννη Ν. Μπασκόζο.
Η συγγραφέας μιλάει για το τελευταίο της μυθιστόρημα «Η Άκρα Ταπείνωση»(Καστανιώτης), την αριστερά, την κρίση, τον τρόπο που καταστρέφεται η μεσαία τάξη, τις ηρωίδες της και την Αθήνα που αγαπάει.
Πώς αποφασίσατε να φύγετε από το ιστορικό μυθιστόρημα και να δημιουργήσετε μια ιστορία με φόντο τη σημερινή κρίση, μια κατάσταση τόσο ρευστή;
Αν δεις το σήμερα από κάποιο βάθος, αν δεις την ανθρώπινη διάσταση που υπάρχει σε όλες τις εποχές, τότε αυτό δεν θα αλλάξει. Το παρόν είναι το πιο σημαντικό σημείο του χρόνου. Όταν σκεφτόμαστε την ιστορία, το κάνουμε με βάση το παρόν γιατί στην ουσία προβάλλουμε τα δικά μας σημερινά προβλήματα σε ένα ιστορικό συμβάν. Σήμερα έχω την αίσθηση – κάτι που δεν συμβαίνει συχνά – ότι ζούμε μια σπάνια ιστορική καμπή, που προσαρτά το παρόν στην μεγάλη έννοια του χρόνου. Ταυτόχρονα νομίζω ότι κρατάω αποστάσεις από το παρόν και αυτό φαίνεται και στο πώς χειρίζομαι τα πρόσωπα.
Πώς προσδιορίζεται η κρίσιμη καμπή;
Είναι μια πρωτόγνωρη κατάσταση για τη χώρα μας και αβέβαιη σχετικά με το πώς θα εξελιχθεί. Μου θυμίζει – χωρίς φυσικά να ταυτίζω τις εποχές – την αίσθηση που είχαμε και στα χρόνια της δικτατορίας ότι ζούμε σε μια ιστορική καμπή. Φυσικά η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, δεν μπορεί να επαναλαμβάνεται ούτε η μορφή των αντιδράσεων. Στην ουσία με αυτό το βιβλίο θέτω σε διάλογο τη δική μου γενιά του Πολυτεχνείου με την σημερινή εξέγερση και αμφισβήτηση των νέων, με την οποία νομίζω ότι η δική μου γενιά δεν συμφωνεί απολύτως μαζί τους. Με ενδιέφερε ο διάλογος, όχι το ποιος έχει το δίκιο.
Οι δύο ηρωίδες σας είναι σα θεατρικές φιγούρες, όχι ιδιαίτερα πραγματικές….
Δεν μπορούσα να γράψω ένα βιβλίο ρεαλιστικό, με ενδιέφερε να βρω βαθύτερες διαστάσεις και συμβολισμούς αυτής της κατάστασης. Με ενδιέφεραν οι δύο γυναίκες, η μία έχει έναν γιο χρυσαυγίτη και η άλλη κάποιον που συμμετέχει σε αναρχικά γκρουπούσκολα. Και οι δύο νέοι εκπέμπουν βία, που όμως δεν ταυτίζονται. Οι δύο ηρωίδες μου, που είναι κατά κάποιον τρόπο συμπλήρωμα η μία της άλλης, με τη λοξή τους ματιά πιάνουν πράγματα που ξεφεύγουν από όσα πιάνει ένας πολιτικός ή ένας δημοσιογράφος ή ένας συγγραφέας που χρησιμοποιεί την κρίση ως περιβάλλον αλλά δεν μπαίνει στην ουσία. Για παράδειγμα βλέπω τις διαδηλώσεις αυτές, τις καταστροφικές πολλές φορές, σα μια σύγχρονη τραγωδία.
Και όπου ο πρωταγωνιστής σας είναι η Αθήνα…
Είναι το πρώτο αθηναικο- κεντρικό μου μυθιστόρημα. Είμαι πολίτης της Αθήνας, την αγαπώ. Ξεκίνησα να γράψω ένα διήγημα με αρχική ιδέα ότι μπαίνω στην αίθουσα και βλέπω μια χαζο-ταινία με θέμα την απαγωγή της Ευρώπης. Το διήγημα δεν βγήκε αλλά βρήκε μια συνέχεια σε αυτό το μυθιστόρημα. Με ενδιαφέρει η μυθολόγηση της Αθήνας ως τόπος που γέννησε την τραγωδία, η διαχρονικότητα της, η εικόνα της η θρυμματισμένη και καμένη που τη ζήσαμε αν και κάπως έχει εξαφανιστεί με μικρές εξαιρέσεις (Αττικόν κλπ).
Νομίζω αναφέρεστε συχνά στη γενιά του Πολυτεχνείου, σαν προσπάθεια επαναπροσδιορισμού της.
Κατ’ αρχάς με ενδιαφέρoυν πολύ οι αφανείς, το μεγάλο πλήθος και ιδιαιτέρως οι ηττημένοι κάποιας γενιάς. Νομίζω ότι η ματιά των τελευταίων είναι πιο καθαρή. Σε αυτό το μυθιστόρημα με ενδιέφερε η πτώση της μεσαίας μορφωμένης τάξης γι αυτό και οι δύο ηρωίδες μου είναι καθηγήτριες. Ο εκπεσμός της μεσαίας τάξης με ενδιαφέρει πολύ, ξέρετε είναι πολύ εύκολο από μια φτωχή μεσαία τάξη να περάσεις εύκολα στο δρόμο, να γίνεις ένας από τους άστεγους που βλέπουμε γύρω μας, πόσο μάλλον αν είσαι ευάλωτος κι από άλλους λόγους- όπως οι ηρωίδες μας. Κάποια στιγμή καταλήγουν ζητιάνες. Με ενδιαφέρουν και τα γερατειά αυτής τη γενιάς, που είναι μόνοι, ζουν ένα δράμα, πένονται.
Ποιες είναι οι διαφορές των εξεγέρσεων τότε και σήμερα;
Υπήρχε μια τεράστια διαφορά. Δεν έτρωγες πέντε καρπαζιές και τελείωνε. Σε βασάνιζαν, σε σκοτώνανε. Η τότε εξέγερση ήταν αλλιώς, σήμερα αλλιώς. Εμείς δεν κάψαμε μαγαζιά ή τράπεζες, σεβόμασταν την περιουσία του άλλου. Σήμερα κάνουν καταστροφές. Αυτό – αν και διαφωνώ – προσπαθώ να καταλάβω. Καταστρέφουν ένα περίπτερο, ένα μαγαζάκι από το οποίο κάποιος βγάζει το ψωμί του, έναν κλασικό κινηματογράφο.
Τι ρόλο παίζει ο Πατριάρχης, ο άνθρωπος που φροντίζει εκ του μακρόθεν τις δύο γυναίκες;
Ο Πατριάρχης που τις φροντίζει παραπέμπει στην ψυχολογία, συνήθως ο θεράπων παίζει τον ρόλο του πατέρα και η μία από τις ηρωίδες μου έχει πραγματικό πρόβλημα με τον πατέρα της. Δεν τον συμπαθώ αλλά του αναγνωρίζω μια κορυφαία στιγμή στη ζωή του, όταν τη νύχτα του Πολυτεχνείου εισήρθε και θεράπευε τραυματίες.
Γιατί διαλέξατε αυτά τα περίεργα ονόματα για τις ηρωίδες σας;
Τα ονόματα δεν είναι ρεαλιστικά δεν ήθελα να παραπέμπουν σε κάτι καθημερινό. Το Τειρεσία, όνομα που διάλεξα για τη μια ηρωίδα μου, παραπέμπει στον μάντη Τειρεσία που υπήρξε διαδοχικά γυναίκα και άνδρας, η δική μου Τειρεσία κατά κάποιον τρόπο διορθώνει την ιστορία. Γιατί όχι ένα γυναικείο όνομα; H Νύμφη (από το Θεονύμφη) παραπέμπει στους μύθους που αγαπά και η ίδια πολύ.
Στο μυθιστόρημα σας κυριαρχούν οι στοχασμοί των ηρώων, κάτι που το κάνει να διαφέρει από τα προηγούμενα μυθιστορήματά σας.
Στοχασμοί υπήρχαν και σε παλιότερα μυθιστορήματά μου. Εδώ έχω αλλάξει το χρονικό σημείο αλλά υπάρχει δράση, ανατροπές, γρήγορος ρυθμός. Προσπάθησα βεβαίως να σκεφτώ μέσω της λογοτεχνίας κι έτσι θα ήθελα να το προσλάβουν και οι αναγνώστες. Να ευχαριστηθούν την ανάγνωση αλλά και να στοχαστούν πάνω σε όσα προκύπτουν από το βιβλίο.
Το έργο καταλήγει στην ανάγκη της αγάπης και της αλληλεγγύης
Δεν πρέπει να φοβόμαστε τις λέξεις, αυτή τη στιγμή η αλληλεγγύη σε περιόδους κοινωνικής καταστροφής είναι απαραίτητη. Η αγάπη για μένα δεν είναι το φλερτ και οι καρδούλες. Σε μια τόσο δύσκολη εποχή το να μπορέσεις να βρεις το κουράγιο και να σταθείς με ανθρωπιά απέναντι στον άλλο είναι δύσκολο και ουσιαστικό.
Μια ηρωίδα σας αναρωτιέται πόσες αριστερές υπάρχουν. Αλήθεια πόσες;
Αυτό είναι το πρόβλημα. Υπάρχουν πολλές αριστερές, σήμερα δεν υπάρχει ένα είδος αριστεράς. Σημασία έχει ποια επιλέγεις εσύ, πώς τοποθετείσαι απέναντι σε αυτές. Για παράδειγμα σήμερα έχουμε μια κυβέρνηση αριστεράς, που έχει πολλές διαφορές όχι μόνον από τις παλιότερες ακόμα και από αυτή που ήταν πριν δύο χρόνια. Μερικά πράγματα στην αριστερά έρχονται από μακριά, ας πούμε η βία σε ορισμένες ομάδες, οι οποίες δεν λειτουργούν με δημοκρατικό τρόπο. Υπήρχε βεβαίως επί σταλινισμού η όπως την χαρακτηρίζω «αριστερά μεγαλείου και εγκλημάτων» με ηρωικές αντιστάσεις και πολλά εγκλήματα , ακόμα και μεταξύ τους.
Οι ήρωες σας μιλάνε διαφορετικές γλώσσες, γιατί;
Υπάρχουν διαφορετικές γλώσσες, γιατί υπάρχουν διαφορετικοί άνθρωποι και δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς. Μια χωριάτισσα, ένα παιδί που καίει τράπεζες και μια δασκάλα δεν μπορεί να μιλάνε με τον ίδιο τρόπο.
Στο μυθιστόρημά σας υπάρχει η αναφορά στη Χρυσή Αυγή, γιατί πιστεύετε ότι διατηρεί τη δύναμή της;
Υπάρχει ένας διάχυτος φασισμός στην ελληνική κοινωνία. Οφείλεται σε στερεότυπα που είχαμε. Π.χ. Ευρώπη ίσον δημοκρατία. Οι έλληνες νικάνε πάντα τους εχθρούς, ότι είναι φιλόξενοι ενώ δεν υπήρξαν φιλόξενοι ούτε για τους πρόσφυγες της Μικράς Ασίας. Λόγω της κρίσης κάποια ζητήματα φουντώνουν έχουν εξογκωθεί, τι είναι ελληνικό και τι δεν είναι, θέλουμε τους μετανάστες ή όχι κ.ά Είναι δύσκολο να ανατραπεί αυτό το κλίμα, μόνον μέσα από τα σχολεία αλλά χωρίς διδακτισμό. Επίσης η δικαιοσύνη μπορεί να βοηθήσει και να μην υπάρξει ανοχή. Μη ξεχνάμε ορισμένες πολιτικές παρατάξεις δεν είναι αθώες για την στήριξη που βρήκαν οι φασίστες. Ίσως και το Σύνταγμα πρέπει να αλλάξει τι σημαίνει δημοκρατικό κόμμα και τι όχι , δεν είναι βέβαια της στιγμής.
Τέλος, θα θέλατε να πείτε κάτι για τη σημερινή λογοτεχνία σήμερα στη χώρα μας;
Όσο παρακολουθώ διαπιστώνω ότι υπάρχει καλή λογοτεχνία σήμερα. Για μένα είναι σημαντικό να γράφεις και να προσπαθείς. Σήμερα υπάρχουν εξαιρετικοί συγγραφείς αλλά και μέτριοι και κακοί. Αυτό γινόταν πάντα, μόνον τα μεγέθη έχουν αλλάξει. Όπως επίσης έχει αλλάξει και η διάδοσή του. Το διαδίκτυο διαδίδει το βιβλίο αν και για μένα σημαντικό παραμένει το «από στόμα σε στόμα». Αυτή είναι ακόμα η μεγάλη δύναμη.
(τμήμα της συνέντευξης δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Επένδυση26/4/2015)