“Να είναι άνοιξη και να γράφεις χωρίς παλάμες” (του Γιώργου Κατραούρα)

0
294

 

                                                    

του Γιώργου Κατραούρα

 

 

Έρωτα, που δεν ηττήθηκες ποτέ στον πόλεμο./Έρωτα, που τα πάντα κυριεύεις, που στα απαλά /τα μάγουλα των κοριτσιών τη νύχτα κατοικείς/που τριγυρνάς σε θάλασσες μα και σε κήπους./Κανένας δε ξεγλίστρησε από ΄σένα./Ούτε θνητός./Ούτε αθάνατος./Σε όποιον μέσα βρίσκεις καταφύγιο,/τον μανίζεις./Εσύ και των δικαίων τα λογικά μεταστρέφεις. /Για τη συντριβή τους

Οι παραπάνω στίχοι από την Αντιγόνη του Σοφοκλή είναι η καλύτερη εισαγωγή απέναντι στην αδυναμία που νοιώθω για το πώς να ξεκινήσει αυτό το κείμενο αλλά και για τον ίδιο τον Ασβό. Βέβαια μια εκδοχή θα ήταν ότι τους στίχους, μου τους ψιθύρισε αυτό το περίεργο ζωάκι ή ότι μάλλον τους σκεφτόταν ο Βασιλικός καθώς έγραφε το βιβλίο. Και έτσι αναδύονται κι από το θυμικό του αναγνώστη. Ανακάλεσα στο νου μου την Ωδή στον έρωτα όταν τελείωσα και την τελευταία σελίδα (με περισσή ανακούφιση) του πορφυρού βιβλίου των παθών. Και το γράφω αυτό διότι συμφώνησα με την κρίση στο επίμετρο, του Θανάση Αγάθου -μελετητή του Βασιλικού, νεοελληνιστή- ότι «είναι ένα μυθιστόρημα πάνω στην (ευεργετική και καταστροφική μαζί) δύναμη του έρωτα». Τα ποσοστά της καταστροφικής και ευεργετικής δύναμής του για τους δύο ήρωες δεν είναι υπολογίσιμα γιατί μπλέκονται.  Μια σωστή πρόκληση λοιπόν, να χτενίσεις τις σκέψεις τους, να αποκωδικοποιήσεις τις αντιδράσεις, τις σιωπές να σταθείς ανάμεσα σε κείνα που γίνονται βροντερά και αυτά που υπόκωφα γεμίζουν τις σελίδες…

«Ο έρωτας είναι μια πηγή που για να γίνει πληγή δεν απέχει παραπάνω από ένα θαύμα που γίνεται τραύμα»

«Είμαι έτσι δικέφαλος. Το ‘να κεφάλι στη ζωή. Το άλλο στον θάνατο. Δικέφαλος αετός χωρίς φτερά να δει τον κόσμο. Να τον καταλάβει. Δώσ’ μου μια φράση σύνοψη. Σε ικετεύω.

«Υπάρχουν όσοι δεν καταλαβαίνουν τίποτα. Όσοι θα μπορούσαν να είχαν καταλάβει και δεν μπορέσαν. Και τελικά υπάρχουν όσοι, ευτυχώς ελάχιστοι, είδαν τα πάντα και σωπάσαν».(σελ. 94, 158)

Αυτά τα σημεία δεν είναι ότι απλώς γεμίζουν τις σελίδες, ότι δίνουν μια στοχαστική διάσταση σε όσα γίνονται. Είναι τολμώ να πω μεταφυσικά και υπάρχουν αρκετά ανάλογα διάσπαρτα στον Ασβό, που δεν τον καθιστούν μια αστική ιστορία τοποθετημένη στο Μανχάταν του ’80, ένα χρονικό μιας σχέσης αλλά κάτι παραπάνω, πολύ παραπάνω. Μια παρακινδυνευμένη καταβύθιση σε άβυσσο ψυχική, με φόντο μια ταραγμένη εποχή. Έναν κόσμο συνεχώς μεταβαλλόμενο με ανθρώπους που αγωνίζονται να αρχίσουν ξανά. Ματαιωμένοι από προσωπικά και κοινωνικοπολιτικά γεγονότα. Για παράδειγμα Σάχης, Αμερικανοί όμηροι της Τεχεράνης σελ. 122 κ.α. που παραλληλίζεται η ομηρία, με τη δική τους σχέση, μια χρονική σύμπλευση. Μέσα σ΄ αυτό το σκηνικό η εναγώνια προσπάθεια να καταλάβουν ποιοι είναι, τι κάνουν, τι ζητούν ο ένας από τον άλλον αλλά και ξεχωριστά, από τους ίδιους τους εαυτούς τους. «Πρέπει να βρω την άκρη / στο τέλος απ’ το δάκρυ». Οι δυο πρώτοι στίχοι από το ποίημα, (σελ. 68). Μυθιστόρημα πολυεστιακό και πολυεπίπεδο μα όχι χαοτικό.

 

«Ο άνθρωπος, πιο πολύ από πουλί, είναι σκουλήκι. Τον τραβάει ο βυθός, ο νόμος της βαρύτητας. Τα λουλούδια που σηκώνονται απ’ το χώμα ξαναγυρνούν σ’ αυτό. Ο άνθρωπος είναι χθόνιος απ’ τη φύση του. Ονειρεύεται φτερά, μα κατά βάθος είναι ακατανίκητη η έλξη του τάφου». (σελ. 116)

Η προσπάθεια γίνεται από τον άντρα να νικήσει την έλξη αυτή. Να αναφέρω σ’ αυτό το σημείο πως δεν του δίνει όνομα αλλά παρουσιάζεται κυρίως ως «Αυτός» και είναι σοφή η επιλογή που κάνει για το Α κεφαλαίο. Η Φλώρα εξίσου παλεύει για αυτό ως άλλη Αντιγόνη, επαναστατεί κόβει τα μαλλιά της, ζει κίβδηλα αφού δεν μπορεί να αντέξει να ζήσει αυθεντικά ζητά να αγαπηθεί και να αγαπήσει. Ζητά πάνω απ’ όλα την τελείωσή της όπως και Αυτός με το λάθος τρόπο βέβαια ο ένας δηλαδή μέσα από τον άλλον αλλά η πραγματικότητα είναι ότι το παγιωμένο το τελειωμένο είναι οι ίδιοι ως έχουν, μισοί. Ο Βασιλικός έχεις δηλώσει σε συνεντεύξεις πως σημασία πρωτίστως έχει το μοντάζ στη συγγραφή. Εμφανώς στην ιδιότητα του συγγραφέα έχουν εμφιλοχωρήσει οι σπουδές του στην τηλεόραση. Μα έχει σίγουρα τη τεχνική της σύνθεσης, της δόμησης κόσμων απ’ το τίποτα ή από το σχεδόν τίποτα, πέρα από το μοντάζ το δεύτερο βήμα που επέρχεται. Και ήρθε η ώρα αυτό, να του αναγνωριστεί.

 

(*) ο τίτλος είναι μια πρόταση απ’ τη σελίδα 261.

(**)  O Γιώργοw Κατραούρας έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή “Οι τρίτοι Σιδώνιοι” (εκδόσεις Εκάτη 2018).

info: Βασίλης Βασιλικός, Ο Ασβός, σελ. 296, 2019, Εκδόσεις Διάπλαση

Προηγούμενο άρθροΜεγαλόφωνη ανάγνωση και δια βίου αναγνώστες (της Σίσσυς Τσιφλίδου)
Επόμενο άρθροΜια αδημοσίευτη «απάντηση ενός Έλληνα» (του Βαγγέλη Σαράφη)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ