Η Μαρία Τοπάλη και η Νίκη Κωνσταντίνου- Σγουρού συζητούν και συμφωνοδιαφωνούν για το πόσο επιτυχημένη είναι η μεταφορά ενός πολύ γνωστού και αγαπημένου έργου σε graphic novel:
Η Μαρία στη Νίκη:
Είμαι φαν του διδύμου Ζάχαρη-Στεργίου, ήδη από την εποχή που διασκεύασαν οι δυο τους σε graphic novel το Καπλάνι της Βιτρίνας. Τώρα, αντιμέτωπη με το Κοντά στις Ράγες, νιώθω τον ίδιο ενθουσιασμό όσον αφορά τα σκίτσα, την απόδοση των χαρακτήρων, τα κάδρα. Είναι φανερό ότι το συγκεκριμένο γραφιστικό-αφηγηματικό δίδυμο έχει καλή χημεία με την πιπεράτη κινηματογραφική αφήγηση της Άλκης Ζέη. Η Σάσα/Σάσενκα που πρωταγωνιστεί εδώ, είναι άλλο ένα κοριτσάκι που είναι πολύ χαριτωμένο αλλά δεν ανταποκρίνεται στα παλιομοδίτικα στερεότυπα της κοριτσίστικης ομορφιάς. Έχει κάτι το πονηρό, κάτι το αγορίστικο, και φυσικά έχει μεγάλη εξυπνάδα και ανεπτυγμένη κοινωνικότητα και συμπόνοια (εντάξει, ας την πούμε «ενσυναίσθηση»). Και μια κοτσιδούλα σαν ποντικοουρά, που πρωταγωνιστεί από την αρχή μέχρι το τέλος.
Στο graphic novel αποδίδεται ωραία και ο μπαμπάς-γιατρός αλλά και ο επαναστάτης οικοδιδάσκαλος, που έχει το φανταστικό κατά Άλκη Ζέη παρατσούκλι «Φεγγάρης Φεγγάροβιτς»- κανένας δεν θα το ξεχάσει αυτό έχοντας διαβάσει το βιβλίο. Η κακιά και θρησκόληπτη γερμανίδα γκουβερνάντα «Φροϊλάιν Τσιτσίλχεν» περνά κάπως στα γρήγορα από τις εικονογραφημένες σελίδες, αλλά αυτό είναι μια αναμενόμενη θυσία στον βωμό της αναγκαίας για τον σκοπό της γραφιστικής νουβέλας διασκευής. Όμως, το Κοντά στις Ράγες είναι ένα βιβλίο δύσκολο, με αρκετά σύνθετη πλοκή. Δεν εστιάζει με τόσο απλό τρόπο ούτε στο εσωτερικό ενός σπιτιού και στους χαρακτήρες της οικογένειας, ούτε στο στοιχειώδες ιστορικό πλαίσιο, όπως συμβαίνει στο Καπλάνι. Δεν είμαι βέβαιη ότι η εικονογραφημένη διασκευή που συζητάμε εδώ καταφέρνει πάντα να παρακολουθήσει αυτή την σύνθετη και πολυπρόσωπη πλοκή, μαζί και το βαρύ ιστορικό φόντο, χωρίς να εμφανίζει κενά που θα δυσκολέψουν εδώ κι εκεί την κατανόηση της αναγνώστριας/τη που δεν γνωρίζει καλά το βιβλίο. Δες, χαρακτηριστικά, την υπόθεση με την θηριοδαμάστρια Ίρμα: εμφανίζεται ξαφνικά, χωρίς πουθενά να αναφέρεται ότι τα παιδιά πηγαίνουν στο τσίρκο με τη μητέρα των Σαμπανοβακίων. Και μετά έρχεται η πολύ δυνατή στιγμή με το κάψιμο του χεριού. Όλα κάπως ασύνδετα και κάπως ξεκρέμαστα. Μετά, βέβαια, ιδίως από την έναρξη του κανονικού σχολείου και εξής, η αφήγηση βρίσκει καλύτερο ρυθμό και παρουσιάζει μεγαλύτερη συνοχή.
Μια άλλη ένσταση που έχω αφορά περισσότερο την έκδοση στο σύνολό της. Πρώτα-πρώτα, δεν υπάρχει πουθενά η αναφορά στην εβραϊκής καταγωγής σοβιετική συγγραφέα Αλεξάνδρα Μπρουστάιν (1884-1968), σε βιβλίο της οποίας βασίστηκε, κατά δική της ομολογία, η Ζέη. Είναι μια πληροφοριακή πολυτέλεια που νομίζω ότι τη δικαιούμαστε. Ιδίως αν λάβουμε υπόψιν ότι, όπως μας πληροφορεί η wikipedia (αλλά τι ωραία που θα ήταν να το είχε ψάξει κάποιος λιγάκι περισσότερο για λογαριασμό μας), η Μπρουστάιν είχε πατέρα εβραίο και γιατρό (γιατρό, όπως η Σάσενκα του ελληνικού βιβλίου), και ότι μπόρεσε να δημοσιεύσει μονάχα κατά την εποχή του Χρουτσώφ, όταν το σιδερόφραχτο και αιμοσταγές σταλινικό καθεστώς κάπως φάνηκε να μαλακώνει.
Όμως, υπάρχει και κάτι άλλο που με απασχολεί. Ζούμε σε μια εποχή έντονης συζήτησης γύρω από το ζήτημα της πολιτικής ορθότητας. Απαλείφονται λέξεις που προσβάλλουν ρατσιστικά τη φυλή ή το φύλο ή άλλα φυσικά χαρακτηριστικά. Μπαίνει, πολύ σωστά, στο στόχαστρο η πατριαρχία αλλά και η αποικιοκρατική ιδεολογία, με τις σύγχρονες νεο-αποικιακές μεταμφιέσεις της. Και εμείς εδώ διαβάζουμε για τα προεόρτια μιας Επανάστασης, της Οκτωβριανής, σαν να ζούμε ακόμη στην αθωότητα των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών, όταν ο κόσμος ήταν απλά και απλοϊκά χωρισμένος σε καλούς και σε κακούς. Δεν χρειαζόταν άραγε το βιβλίο (και το πρωτότυπο, εννοώ, αλλά και το graphic novel) μιαν αυτονόητη πλαισίωση, με τη μορφή εισαγωγικού σημειώματος ή επιμέτρου; Που θα μας ενημέρωνε ότι όλο αυτό το κύμα κατέληξε εντέλει σε μια από τις πιο φριχτές δικτατορίες, με πρώτα θύματα τους ίδιους τους πρωταγωνιστές της Επανάστασης; Αντί γι’ αυτό, διαβάζουμε ένα επίμετρο των δύο δημιουργών που καθόλου δεν βάζει τον δάχτυλο εις τον τύπον αυτών των ήλων, σαν να δικαιούμαστε σήμερα να παραμένουμε αφελείς και στο σκοτάδι για το τι συνέβη τότε στη Ρωσία και ποιο ήταν το πραγματικό πρόσωπο της Σοβιετικής Ένωσης που ακολούθησε. Αναρωτιούνται στο επίμετρο αυτό πότε να ξαναβρέθηκε η Σάσα με τον Φεγγάρη Φεγγάροβιτς και αν τα κορίτσια πήγαν όλα μαζί πανεπιστήμιο, κι εγώ αναρωτιέμαι σε ποια από τις δίκες της Μόσχας θα σύρθηκε ο Φεγγάρης και σε πόση δυσμένεια θα έπεσε ο Σουσάμης και η Εβραία συμμαθήτρια και σε ποιές φυλακές και ποιά γκουλάγκ θα σάπισαν οι πρωταγωνίστριές μας, και…και… Αντίθετα, οι δυο δημιουργοί σπεύδουν να μας ενημερώσουν τι ένιωσαν για τα Τέμπη και τις πυρκαγιές και τις πλημμύρες και τον πόλεμο στη Λωρίδα της Γάζας. Πολύ καλά κάνουν, κατά τη γνώμη μου. Αλλά να τα λέμε όλα στα παιδιά, όχι τα μισά. Ελπίζω πως δεν σε στενοχωρώ.
Η Νίκη στη Μαρία:
Όχι, δεν με στεναχωρείς ιδιαίτερα. Είχα κι εγώ κάποιες σκέψεις σχετικά με τη διασκευή που θα ήθελα να μοιραστώ, αλλά λέω να ξεκινήσω από το τέλος αυτών που γράφεις. Φυσικά και να λέμε την αλήθεια στα παιδιά και φυσικά και να τη λέμε όλη: δεν νομίζω πως καμιά μας διαφωνεί με αυτό. Μια εισαγωγή-πλαισίωση που θα έδινε ιστορικές και πραγματολογικές πληροφορίες θα ήταν πολύτιμη στο συγκεκριμένο βιβλίο, κυρίως επειδή νομίζω πως τα παιδιά έχουν συνδέσει (λόγω των σχολικών αναγνώσεων) την Άλκη Ζέη με την ελληνική ιστορία, οπότε αυτή η μεταφορά στην προεπαναστατική Ρωσία ίσως μπερδεύει. Ακόμα, δεν είμαι σίγουρη πως τα σημερινά παιδιά ξέρουν τι είναι η Οκτωβριανή Επανάσταση. Και νιώθω πως η διασκευή του βιβλίου, οι εικόνες, οι καταπληκτικοί ήρωες και οι σχέσεις τους βάζουν τα παιδιά σε αυτό το κλίμα. Πριν έρθει η ματαίωση και τα γκουλάγκ και η σκληρή δικτατορία, οι δυσμένειες και η δική μας κριτική, χρειάζεται ο ενθουσιασμός. Η πρώτη επαφή με την επανάσταση και αυτούς τους επαναστάτες. Οπότε, όχι, εμένα δεν μου έλειψε η συζήτηση για το πού κατέληξε αυτό το κύμα, ούτε ένιωσα πως συγκαλύπτει το πολύ προσωπικό γράμμα των δημιουργών στο τέλος αυτές τις πτυχές. Τις αγνοεί, γιατί τις ενδιαφέρει να πουν κάτι άλλο.
Επιστρέφω στη διασκευή. Το Κοντά στις Ράγες (το πρωτότυπο) το είχα διαβάσει μικρούλα – φοβάμαι πιο μικρή από όσο έπρεπε και μάλλον δεν το είχα καταλάβει πολύ καλά. Ή με είχε μπερδέψει ή δεν είχα συνδεθεί αρκετά. Δεν το ξαναδιάβασα από τότε και σχεδόν συνειδητά τώρα αποφάσισα να κάνω αυτό το πείραμα και να διαβάσω το graphic novel χωρίς να έχω καθόλου φρέσκο το βιβλίο. Έπιασα λοιπόν στα χέρια μου τη διασκευή χωρίς να θυμάμαι το βιβλίο. Η μόνη εικόνα που είχα συγκρατήσει ήταν αυτή η αρχική σκηνή που η Σάσα καθρεφτίζεται στο σαμοβάρι μια μέρα που βαριέται στο σπίτι. Αρχικά ενθουσιάστηκα με τα χρώματα και τις μορφές, όπως είχα ενθουσιαστεί και με το Καπλάνι. Μου αρέσει πάρα πολύ ο τρόπος που αποδίδονται τα πρόσωπα και οι χώροι. Η Στέλλα Στεργίου και η Γεωργία Ζάχαρη καταφέρνουν να φτιάξουν έναν χρωματιστό κόσμο, ένα σύμπαν αρκετά παιδικό και τρυφερά αφελές που ταυτόχρονα «μυρίζει» Άλκη Ζέη. Φτιάχνουν μια εικονογράφηση παράλληλη που δεν ακυρώνει την πρωτότυπη αφήγηση. Νομίζω πως καταφέρνουν να βάλουν σε εικόνες το πώς ένιωσαν εκείνες μικρές όταν διάβασαν αυτά τα βιβλία. Ειδικά στο Κοντά στις Ράγες αισθάνομαι πως εικονογραφούν συναίσθημα και αναμνήσεις. Και αυτό μου αρέσει πάρα πολύ. Απολαμβάνω την ανάγνωση του graphic novel πλήρως. Γελάω και συγκινούμαι.
Ωστόσο, σχετικά με την πλοκή, νιώθω πως όντως χάνω πληροφορίες. Δεν μπερδεύομαι ακριβώς, αλλά κάτι χάνω. Είναι η αίσθηση του χρόνου, είναι τα πολλά πρόσωπα, η πολύ γρήγορη εναλλαγή των συναισθημάτων και των εμπειριών, είναι που η Σάσενκα μεγαλώνει απότομα μαζί με την ιδέα της επανάστασης; Κάτι από όλα αυτά, που είναι παρόντα μεν στη διασκευή, αλλά και κάπως όχι εντελώς αναπτυγμένα, με κάνει να θέλω λίγο ακόμα, μερικές σελίδες ακόμα ή μια άλλη δομή. Σκέφτομαι πως ίσως να είχε βοηθήσει μια χρονογραμμή με τη σειρά των γεγονότων ή να είχαν κρατηθεί τα κεφάλαια του βιβλίου και στο κόμικς. Δεν είμαι σίγουρη, απλώς μια πιο σταθερή και λιγότερο ονειρική δομή ίσως συγκροτούσε καλύτερα την ιστορία. Από την άλλη ίσως χανόταν η ονειροπόληση και η μαγική βουτιά χωρίς αντιστάσεις. Το σίγουρο είναι πως θα ξεκινήσω ξανά το βιβλίο. Θέλω να ξανανιώσω αυτά που με έκαναν οι εικόνες να νιώσω. Γιατί ένιωσα πολλά κι ας μην καταλάβαινα πάντα γιατί ακριβώς τα νιώθω εκείνη την στιγμή. Πιστεύω πως όπως εγώ θα νιώσουν κι άλλες αναγνώστριες και θα σπεύσουν στο πρωτότυπο. Ώρες ώρες θαρρώ πως το μυαλό σου είναι κρέμα σαντιγί! Χαμογελάω στις φίλες!