Πρόσωπο με πρόσωπο: Λίλη Λαμπρέλλη/ Κέλλυ Ματαθία-Κόβο, η συγγραφέας και η εικονογράφος (της Μαρίζας Ντεκάστρο)

0
425

 

συνέντευξη στην Μαρίζα Ντεκάστρο

 

Λογοτεχνία και εικονογράφηση, μία συζήτηση μεταξύ δημιουργών που θα απαλύνει τη σκοτεινιά των ημερών…

 

Οι συγγραφείς και οι εικονογράφοι είναι και καλοί αναγνώστες, όπως και εσείς, αγαπητές φίλες. Πώς φαντάζεστε τους αναγνώστες σας;

Λίλη Λαμπρέλλη Ο αναγνώστης που έχω στο μυαλό μου είναι ένας αναζητητής της αλήθειας (όπως λέγανε τους σοφούς σε κάποιους προφορικούς πολιτισμούς), με στοχαστική ματιά και την υγιή «περιέργεια» του παιδιού, ανεξάρτητα από ηλικία. Ένα πλάσμα χωρίς προκαταλήψεις και στερεότυπα που τις νύχτες σκαρφαλώνει στο στερέωμα για να κοιτάξει τι βρίσκεται από πίσω.

Κέλλυ Κόβο Ο αναγνώστης που εγώ φαντάζομαι, μικρός ή μεγάλος, είναι εκείνος που η ερευνητική ματιά του και περιέργειά του έχει την ικανότητα να διαβάζει τη δεύτερη γραφή της ιστορίας, εκείνη που διηγείται με τον δικό του κώδικα ένας εικονογράφος. Είναι εκείνος που θα ψάξει να βρει τα νοήματα που κρύβονται πίσω από τις εικόνες.

 

Πώς αντιμετωπίζετε τα ολοκληρωμένα κείμενα που καλείστε να οπτικοποιήσετε; Ως αναγνώστρια, ως καλλιτέχνης ή και τα δυο; Εσείς, κυρία Λαμπρέλλη, τι περιμένετε από την εικονογράφηση;

Κ. Κ. Ως αναγνώστρια, ψάχνω να βρω μηνύματα, φιλοσοφικά ή κοινωνικά που για μένα θα είναι τροφή για σκέψη και εξέλιξη. Ως καλλιτέχνης θέλω αυτές οι πρώτες αναγνώσεις να με πείσουν ότι το κείμενο έχει λόγο ύπαρξης. Αν τίποτα από αυτά δεν συμβεί, δεν μπορώ να το δω καλλιτεχνικά. Θέλω το κείμενο να με συγκινήσει και να με σπρώξει να το πάω πιο πέρα από τις λέξεις. Να διηγηθώ κι εγώ με τις εικόνες την γραμμένη ιστορία, αλλά παράλληλα και μια άλλη. Καμιά φορά συμβαίνει, όπως στο βιβλίο Εσύ τι λες πολύτιμο πως είναι;, που διηγείται τη διαδρομή ενός ασβού σε αναζήτηση της αλήθειας, οι έννοιες να είναι άυλες. Τότε παρουσιάζεται η πρόκληση της οπτικοποίησης μιας έννοιας που δεν έχει «ύλη». Για παράδειγμα, πώς ζωγραφίζεται η αντοχή στο Πολύτιμο; Μπορεί να περάσουν μέρες πολλές με δεκάδες προσχέδια μέχρι να βρω τη λύση ενός τέτοιου γρίφου. Στο ίδιο βιβλίο επίσης, είχα ανάγκη να βρω έναν τρόπο ώστε ο ασβός να κουβαλάει, από εικόνα σε εικόνα, στη διαδρομή του προς τη γνώση, τα πολύτιμα που βρίσκει. Έτσι, ένα κόκκινο παιδικό καροτσάκι γίνεται το μέσον και, πλουσιότερος κάθε φορά, ο ασβός φτάνει στο τέλος της ιστορίας με γνώση και εμπειρίες και με ένα καρότσι γεμάτο πολύτιμους φίλους.

Λ. Λ. Από την εικονογράφηση περιμένω πάνω απ’ όλα να «μεγαλώσει» το δικό μου        κείμενο, να του δώσει μια διάσταση που δεν μπορούν να φτιάξουν οι δικές μου λέξεις. Για παράδειγμα, το κόκκινο καροτσάκι του Ασβού στο «Εσύ τι λες;» ήταν καθαρή έμπνευση της Κέλλυς και όταν το είδα ζωγραφισμένο κατάλαβα ότι το βιβλίο «μεγάλωσε» και ξεπέρασε αυτό που έγραψα, περιλαμβάνοντας κάτι απαραίτητο στην εικόνα, που όμως ίσως περίσσευε στο κείμενό μου. Το ίδιο ακριβώς ισχύει με το κοριτσάκι στη «μέρα που η αλεπού έγινε κόκκινη» που είναι «μέσα» στο δάσος της αφήγησης και παρακολουθεί με προσοχή όλα όσα συμβαίνουν χωρίς να επεμβαίνει, ανακαλύπτοντας σταδιακά την ιστορία σαν να συμμετέχει σε ένα παιχνίδι που όμως δεν έχει εξοικειωθεί ακόμα με τους κανόνες του, ακριβώς όπως κάθε αναγνώστρια ή αναγνώστης κατακτά τον δικό του χώρο στην περιπέτεια της κάθε ανάγνωσης.

 

Ποια πιστεύετε πως είναι η ουσία της εικονογράφησης; Η απόδοση του κειμένου; Ένα σχόλιο πάνω στο κείμενο; Τα στοιχεία που οξύνουν την παρατηρητικότητα του αναγνώστη; Η πολυεπίπεδη ερμηνεία των εικόνων που οδηγεί σε διαφορετικές  αναγνώσεις του κειμένου;   Συγκεκριμένα, ποια στοιχεία επιλέγετε να αναδεικνύετε ως εικονογράφος;

 Κ. Κ. Για μένα, η εικονογράφηση ενός βιβλίου είναι η ευκαιρία που μου δίνεται να  γνωρίσω ένα μικρό κομμάτι ενός συγγραφέα, εκείνου που γράφει με ψυχή και μαζί να πούμε την ίδια ιστορία μέσα από διαφορετικές διαδρομές. Άλλοτε, οι εικόνες σχολιάζουν το κείμενο με χιούμορ ή υπερβολή, ενίοτε με κάποια δόση ειρωνείας και άλλες φορές η δική μου διαδρομή οδηγεί το βιβλίο σε μέρη που ο συγγραφέας δεν έχει σκεφτεί. Θα έλεγα λοιπόν, πως όταν εικονογραφώ ένα βιβλίο δεν έχω στο μυαλό μου τον εκάστοτε αναγνώστη, αλλά πώς θα βρω έναν άλλο τρόπο αφήγησης. Πώς το τελικό αποτέλεσμα αυτού που θα κάνω θα γεμίσει και θα ικανοποιήσει το παιδί που παραμένει μέσα μου.

 

Ποια είναι τα ερεθίσματα που ορίζουν το ύφος της λεκτικής και της εικονογραφικής αφήγησης; Σκέφτομαι, για παράδειγμα, την ηλικία των πιθανών αναγνωστών, τις τεχνοτροπίες, τα χρώματα, τις αξίες που θα προβληθούν…

Κ. Κ. Ποτέ δεν εικονογραφώ έχοντας στο μυαλό μου την ηλικία ή το φύλο του αναγνώστη. Αυτό, νομίζω, θα δημιουργούσε περιοριστικά κουτάκια με αποτέλεσμα να πρέπει να ανοίξω κάθε φορά το ειδικό κουτάκι ύφους που ταιριάζει στην κάθε ηλικία. Οι τεχνοτροπίες αλλάζουν καθώς η τεχνολογία μάς έχει δώσει νέα εργαλεία. Η χρωματική παλέτα προκύπτει από την ατμόσφαιρα που αποφασίζω να δημιουργήσω για να αποδώσω καλύτερα την ιστορία. Πολλές φορές, θέλω εικονογραφικά να προβάλλω κάποια στοιχεία ή αξίες μέσα από το κείμενο, που πιστεύω πως είναι σημαντικό να αναδειχθούν. Για παράδειγμα στο βιβλίο της Λίλης Η μέρα που η αλεπού έγινε κόκκινη ο λόγος των κακών της ιστορίας που ασκούν λεκτική βία στην αλεπού, είναι καθαρά ρατσιστικός. ” Για που το ‘βαλες κακάσχημη αλεπού;” “Βρομοκοπάς το ξέρεις;” “Δεν έχω δει ποτέ μου πιο γελοίο ζώο” “Βρομοκοπάει ολόκληρο το είδος σου ή μονάχα εσύ;” Κλπ. Έπρεπε λοιπόν, να δείξω τη θέση ισχύος και υπεροχής που πίστευαν ότι κατείχαν οι ασβοί και τα γουρούνια. Η λύση βρέθηκε όταν αποφάσισα να τους φορέσω μαύρες στρατιωτικές μπότες και αστυνομικά καπέλα. Αυτός ήταν ο τρόπος μου να σχολιάσω με κάποια δόση ειρωνείας σύγχρονα κοινωνικά φαινόμενα. Όταν μίλησα γι’ αυτό στη Λίλη, εκείνη μου ομολόγησε ότι δεν το είχε σκεφτεί έτσι. Μου άφησε όμως όλο το χώρο να εκφράσω αυτό που έβλεπα και αισθανόμουν και να συμπληρώσω την ιστορία με το δικό μου τρόπο.  Αυτό είναι κάτι που έχω εκτιμήσει ιδιαίτερα στην συνεργασία μου με τη αγαπημένη μου παραμυθού!

Στο τέλος του βιβλίου ήθελα ζωγραφικά να δείξω πως η αποδοχή της διαφορετικότητας είναι θέμα παιδείας. Έτσι, έβαλα όλους τους ήρωες μαζί σε μια σχολική τάξη με την αλεπού στο πρώτο θρανίο! Το μικρό κοριτσάκι που εμφανίζεται να παρακολουθεί με περίσκεψη την εξέλιξη της ιστορίας, μπορεί να είναι η Λίλη ή μπορεί να είμαι και εγώ. Άλλωστε,  όπως φαίνεται στην τελευταία αυτή εικόνα, όταν ήμουνα μικρή βαριόμουν πολύ μέσα στην τάξη!

 Λ. Λ. Για μένα,  το να γράψω μια ιστορία σημαίνει ότι θέλω να μοιραστώ με κάποιον    – τουλάχιστον έναν – κάτι που θεωρώ σημαντικό. Για παράδειγμα, στο «Εσύ τι λες;…» ο Ασβός, σε μια μοναχική πορεία,  αναζητά (και βρίσκει) πράγματα πολύτιμα που δεν αγοράζονται και συναντά πλάσματα πολύτιμα που δεν ανήκουν στη δική του οικογένεια. Αυτό, με παραμυθιακούς όρους, σημαίνει πως είναι σε μια πορεία αυτονομίας-αυτογνωσίας. Όσο για την αλεπουδίτσα που από γκρίζα έγινε κόκκινη (σαν όλες τις ενήλικες αλεπούδες), το παραμύθι μιλάει για τη μέρα που βγήκε για πρώτη φορά από τη φωλιά της και περπάτησε στο δάσος της ζωής για να γνωρίσει τον κόσμο. Δηλαδή κάνει κι εκείνη μια πορεία «μεγαλώματος». Δεν γράφω ποτέ για πολύ μικρά παιδιά (δεν ξέρω να το κάνω) αλλά για όσους συνειδητά θέλουν να μεγαλώσουν (κι άλλο). Το ύφος μου είναι σαν να απευθύνομαι σε έναν φίλο. Στην ουσία γράφω για παιδιά κάθε ηλικίας, ακόμα και ενήλικες που έχουν κρατήσει ολοζώντανη τη δροσιά της παιδικής αθωότητας, δηλαδή την εμπιστοσύνη στους άλλους και στη ζωή. Ο κάθε αναγνώστης, ανάλογα με την ωριμότητά του, θα διακρίνει άλλα πράγματα, ακόμα και πράγματα που δεν είχα συνειδητοποιήσει πως υπήρχαν στο βιβλίο.

 

Στα βιβλία για τα οποία συζητάμε, διάβασα εικόνες που οδηγούν σε μία «διακειμενικότητα» διαφορετική από τη συνηθισμένη. Είδα τον Καβάφη και τον Άντερσεν, είδα τις άυλες Μοίρες, είδα μάγια και μαγικά… Θα ήθελα πολύ να μας μιλήσετε μας για την ανάγνωσή σας.

Κ. Κ. Στο Πολύτιμο, ο ποιητής που συνάντησε ο ασβός στη διαδρομή του και του ζήτησε να του δώσει τη δική του ερμηνεία για τα πολύτιμα της ζωής, μου έφερε αμέσως στο μυαλό τον Καβάφη που έγραψε την Ιθάκη. Ο ασβός, ως άλλος Οδυσσέας, αναζητούσε την αλήθεια σε μια διαδρομή που τον γέμισε γνώση και εμπειρία. Σε επόμενη εικόνα ζωγράφισα τον Άντερσεν, που στη συλλογική μας συνείδηση είναι ο παραμυθάς των παραμυθάδων. Εδώ λοιπόν, φαίνεται η διαφορετική διακειμενικότητα και δίνεται η ευκαιρία για περισσότερη γνώση γύρω από τον Καβάφη και τον Άντερσεν, απ’ ότι αν ήταν πρόσωπα της φαντασίας μου. Στο βιβλίο της Αλεπούς, οι Μοίρες είναι εκείνες που την μεταμορφώνουν, της δίνουν δύναμη να πατήσει γερά στα πόδια της. Αυτό είναι μαγικό και τα μαγικά είναι και αυτά άυλα. Είναι διάφανα ποδάρια που σχηματίζονται σαν συνέχεια των κλαριών του δέντρου, είναι στόματα που μοιάζουν με φύλλα που μέσα από τις φυλλωσιές φυσούν τις μαγικές ευχές.

 

Σε κάθε καλό βιβλίο οι λέξεις και οι εικόνες συνεργάζονται ώστε να δημιουργήσουν τον προσωπικό χώρο του αναγνώστη. Πώς αποτυπώνεται αυτός ο χώρος στα βιβλία που φτιάξατε μαζί;

 

Λ. Λ.   Ο προσωπικός χώρος του αναγνώστη είναι ένας χώρος ελευθερίας, όπου μπορεί να χωρέσει κι εκείνος δίπλα στους ήρωες της ιστορίας, με διάθεση παιχνιδιού και συγχρόνως με κάποια «σοβαρότητα». Έχετε προσέξει πόσο σοβαρά είναι τα παιδιά όταν παίζουν; Ο συγγραφέας και ο εικονογράφος έχουν ήδη «παίξει» με τις λέξεις και τις ζωγραφιές όταν το βιβλίο βρίσκεται στα χέρια του αναγνώστη και μοιάζουν να του λένε: «Έλα κι εσύ να παίξεις μαζί μας. Τι προτείνεις να προσθέσουμε; Τι να αφαιρέσουμε; Εσύ τι λες για όλα αυτά;»

Κ. Κ. Οι ήρωες στα βιβλία της Λίλης, είναι ο καθένας από εμάς. O αναγνώστης θα βρει τα στοιχεία εκείνα, λεκτικά ή εικονογραφικά, που θα τον κάνουν να ταυτιστεί. Παραδείγματος χάριν, ένα παιδί που έχει υποστεί εκφοβισμό, πιθανώς θα βρει χώρο στην ιστορία της Αλεπούς. Η διαδικασία της ταύτισης με ένα άλλο πλάσμα θα βάλει τον αναγνώστη σε διαδικασία σκέψης και θα πάρει δύναμη από αυτήν.

 

Πόσο μέσα είσαστε η μία στην οπτική της άλλης; Ταυτίζονται οι ιδέες σας;

Λ. Λ. Θα έλεγα ότι οι βασικές μας ιδέες ταυτίζονται, όμως η οπτική της Κέλλυς έχει μεγαλύτερη ευρύτητα από τη δική μου. Το ασπρόμαυρο δισδιάστατο κείμενό μου, γίνεται χρωματιστό και πολυδιάστατο με τον χρωστήρα της – μαγικό ραβδί. Είναι νεράιδα η Κέλλυ, όπως έχουν μαγικές ιδιότητες όλοι ανεξαίρετα οι σπουδαίοι ζωγράφοι – εικονογράφοι που είχα την τύχη να συνεργαστώ. Όλοι (πιο συγκεκριμένα ΟΛΕΣ και ο Αχιλλέας) «μεγάλωσαν» τα δικά μου κείμενα, ο καθένας με τον τρόπο τον δικό του.

Κ. Κ. Οι ιδέες στα βιβλία της Λίλης είναι για μένα παράθυρα ελπίδας για έναν κόσμο       καλύτερο. Ένα κόσμο αρμονίας και αγάπης. Έναν κόσμο που τα χωράει και τα       αγκαλιάζει όλα. Αυτός είναι ο κόσμος του παραμυθιού.

 

Είναι γνωστή η εκδοτική πρακτική της κατηγοριοποίησης των βιβλίων με αποτέλεσμα να δεσμεύονται οι δημιουργοί από ηλικιακά πλαίσια. Πώς το σχολιάζετε; Επηρεάζει τη δουλειά σας;

Κ. Κ. Όπως είπα και παραπάνω, ποτέ δεν βάζω στο μυαλό μου την ηλικία ή το φύλο του αναγνώστη. Η κατηγοριοποίηση αφορά αποκλειστικά το εμπορικό κομμάτι του βιβλίου. Πιστεύω πως ίσως και να το βλάπτει περιορίζοντας την ελεύθερη επιλογή των αναγνωστών.

Λ. Λ. Τη δική μου δουλειά, καθόλου. Όπως είπα παραπάνω, ο αναγνώστης μου είναι πάντα ένα παιδί χωρίς ηλικία – δηλαδή ένα χαρισματικό πλάσμα που είναι πιο κοντά στη ρίζα (γι’ αυτό και πιο διαισθητικό, πιο «σοφό») από ό,τι ο μέσος ενήλικας. Η ιδέα ότι θα συνομιλήσω μαζί του με κάνει να έρχομαι κι εγώ πιο κοντά στη ρίζα και να γράφω με μεγάλη απόλαυση, θα έλεγα με ενθουσιασμό («εν θεώ»), μαζί με μια μικρή θεότητα των παραμυθιών που μου υπαγορεύει πράγματα από έναν άγνωστο ως εκείνη τη στιγμή μαγικό κόσμο.

 

Και μια αναφορά στην παιδαγωγική: γράφοντας και εικονογραφώντας έχετε στο μυαλό σας πιθανές αναγνωστικές δραστηριότητες;

Λ. Λ. Όσο γράφω δεν με απασχολεί τίποτα άλλο παρά μόνο να μην προδώσω την ιστορία που ήθελα να γράψω, προσθέτοντας περιττά στολίδια (ίσον σκουπίδια), διευκρινίσεις για όσους δεν κατάλαβαν, ή διδακτισμό που ίσως θα μπορούσε να διευκολύνει κάποιες αναγνωστικές δραστηριότητες αλλά δεν βοηθάει καθόλου στην απόλαυση της ανάγνωσης.  Όταν έχω βάλει τελεία και παύλα, βλέπω ότι τα μηνύματα είναι περισσότερα από ό,τι είχα στο νου μου ξεκινώντας,  και οι δυνατότητες για αναγνωστικές δραστηριότητες, παρότι δεν το επιδίωξα,  σχεδόν άπειρες.

Κ. Κ. Καθώς δεν ανήκω στον χώρο της εκπαίδευσης, ποτέ δεν σκέφτομαι πιθανές εκπαιδευτικές δραστηριότητες για ένα βιβλίο όταν το επεξεργάζομαι. Πιστεύω δε, πως είναι λάθος να με απασχολεί ως δημιουργό. Αισθάνομαι ότι με κατευθύνει σε δρόμους που δεν είναι δικοί μου. Για μένα, τα βιβλία πρέπει πρωτίστως να στοχεύουν στη χαρά και την απόλαυση.

 

 

 

 

Λίλη Λαμπρέλλη, Κι εσύ τι λες πολύτιμο πως είναι; εικ. Κέλλυ Ματαθία Κόβο, Εκδ. Πατάκη, 2019

 

 

 

 

Λίλη Λαμπρέλλη,Η μέρα που η αλεπού έγινε κόκκινη,εικ. Κέλλυ Ματαθία Κόβο, Εκδ. Πατάκη, 2022

Προηγούμενο άρθρο100 χρόνια Σαραμάγκου, Ταινίες και συζητήσεις (10-13/11)
Επόμενο άρθροΒραδιές αστυνομικής μυθοπλασίας 2022 (crimes n’ beer)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ