Του Νίκου Κυριαζή (*).
Ο καθηγητής Γ. Μπήτρος είναι πολύ γνωστός όχι μόνο στους ειδικούς, αλλά και στο ευρύ κοινό μέσω της αρθρογραφίας του στα ΜΜΕ (“Το Βήμα”, “Καθημερινή” κλπ) και δυστυχώς, οι εδώ και χρόνια προειδοποιήσεις του για την πορεία του κράτους και της οικονομίας δεν εισακούστηκαν, με αποτέλεσμα την πτώχευση του 2010 και τα μνημόνια.
Στο νέο του βιβλίο ο κ. Μπήτρος κάνει αρχικά μια αναδρομή στα αίτια της πτώχευσης: το πελατειακό κράτος, η υπερτροφική διόγκωση του δημοσίου τομέα, η γραφειοκρατία, ο κομματισμός, η διαφθορά, η καταπάτηση ατομικών και περιουσιακών δικαιωμάτων, η μη εύρυθμη λειτουργία της δημοκρατίας. Τα γενικά γνωστά αυτά αίτια, ο συγγραφέας όχι μόνο αναλύει, αλλά και τεκμηριώνει, πχ., (σελ. 150-151). Στην απογραφή του 2010 μάθαμε πως ο αριθμός των μισθοδοτούμενων από δημόσιο τομέα ήταν 768.009, και μαζί με τα νομικά πρόσωπα κλπ., πάνω από 800.000, σε σύνολο πληθυσμού 11 εκ. και απασχολούμενων 4 εκ., δηλαδή, το 20% εργάζονταν στο δημόσιο. Οι αντίστοιχοι αριθμοί για την Γερμανία ήταν: 83 εκ. πληθυσμός, 41.6 εκ. εργαζόμενοι, 4,6 εκ στο δημόσιο, ποσοστό 11%. Στην Ελλάδα δηλαδή, το ποσοστό των εργαζομένων στο δημόσιο ήταν διπλάσιο από της Γερμανίας, αλλά το επίπεδο προσφερόμενων υπηρεσιών από το δημόσιο προς τους πολίτες, η ανταποδοτικότητα, πολύ μικρότερη από την γερμανική, όπως πολύ καλά γνωρίζουν οι Έλληνες, με τα φακελάκια στα νοσοκομεία, πολεοδομές κλπ., την δήθεν δωρεάν παιδεία με τα ιδιωτικά φροντιστήρια.
Υπολογίζει την παραγωγικότητα του δημοσίου τομέα ανά εργαζόμενο στα 25.000 ευρώ (το 2011) και του ιδιωτικού στα 61.000 δηλαδή 2,5 φορές ανώτερη. Η σύγκριση και μόνο αυτών των αριθμών αποδεικνύει πως η μεγέθυνση του δημόσιου τομέα σε βάρος του ιδιωτικού ήταν καταστροφική για την ανάπτυξη και βασική αιτία της πτώχευσης, σε συνδυασμό με τις άλλες παρενέργειες μιας κλειστής οικονομίας. Πολλές επιχειρήσεις πχ., αντί να επιδιώξουν να γίνουν ανταγωνιστικές και εξαγωγικές προτίμησαν την βραχυπρόθεσμα εύκολη και μακροπρόθεσμα καταστροφική λύση της διαπλοκής με το δημόσιο και έγιναν κρατικοδίαιτες, ενώ και οι δημόσιες επιχειρήσεις σε μεγάλο βαθμό ήταν αναποτελεσματικές και ελλειμματικές (σελ 183). Σε άλλο σημείο (σελ 110) εξετάζει την νομισματική πολιτική πριν το ευρώ και συμπεραίνει πως οι υποτιμήσεις ήταν γενικά αναποτελεσματικές, σε αντίθεση με όσα υποστηρίζει το “λόμπυ της δραχμής”.
Μετά την ανάλυση των αιτιών προχωρεί σε μια σειρά προτάσεων, έχοντας υπόψη πως πρώτη προτεραιότητα είναι η αποκατάσταση της καλής λειτουργίας της δημοκρατίας, των οικονομικών ελευθεριών και του θεσμικού πλαισίου, δηλαδή οι διαρθρωτικές αλλαγές. Ως προς τις οικονομικές ελευθερίες άλλωστε, η θέση της Ελλάδας είναι άθλια. Η Παγκόσμια Τράπεζα κατέτασσε την Ελλάδα για το 2014 στην 140η (!) θέση παγκόσμια, ως “κυρίως ανελεύθερη (mostly unfree)” και αυτό πριν τους ελέγχους κεφαλαίου που θα κατεβάσει την χώρα ακόμα χαμηλότερα μεταξύ των 180 χωρών που εξετάζει.
Οι προτάσεις καλύπτουν πολλά θέματα, από αναθεωρήσεις του συντάγματος (πχ., κατάργηση του άρθρου 106 του Συντάγματος που ουσιαστικά καταργεί την προστασία δικαιωμάτων ιδιοκτησίας (σελ 192). Εδώ, πρέπει να αναφερθεί πως με καλύτερο το 10, η Ελλάδα βαθμολογείται με 5.61 (66η θέση στον κόσμο) ως προς τα δικαιώματα ιδιοκτησίας, σύμφωνα με τους Παγκόσμιους Δείκτες Οικονομικής Ελευθερίας, με ότι αρνητικό σημαίνει αυτό για την προσέλκυση επενδύσεων.
Προτείνει (σελ 191) να δοθούν φορολογικά κίνητρα σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά που δηλώνουν αυξημένα έσοδα στην εφορία, διαγραφή ποσοστού των χρεών τους προς τις τράπεζες με πληρωμή του υπολοίπου, με αποτέλεσμα να αυξηθούν τα φορολογικά έσοδα, η ρευστότητα των τραπεζών και να μειωθούν τα κόκκινα δάνεια. Υπολογίζει τα κόκκινα δάνεια σε 86 δις σε σύνολο 210 δις δανείων των τραπεζών.
Στο 5ο κεφάλαιο αναφέρεται στα προτερήματα και ελαττώματα των Ελλήνων και το σύστημα αξιών της Ελβετίας (κοινοτικότης) καθώς και το εξαιρετικό (παράδειγμα του Παν. της Βιρτζίνια) όπως το σχεδίασε ο Thomas Jefferson.
Καταλήγει σε πολλές προτάσεις θεσμικών αλλαγών, με πιο σημαντική την καθιέρωση δεύτερης Βουλής των Πολιτών με εκλεγμένους με κλήρο πολίτες κατά τα πρότυπα της αρχαίας Αθήνας, που θα αποτελεί αντίβαρο στην Βουλή των Αντιπροσώπων (σελ 219) καθώς και το θεσμό της ανάκλησης και πρωτοβουλιών από τους πολίτες που οδηγούν σε υποχρεωτικά δημοψηφίσματα με δεσμευτικό αποτέλεσμα, ως έκφραση άμεσης δημοκρατίας (όπως εφαρμόζεται σε όλο και περισσότερες χώρες ΗΠΑ, Γερμανία, Ν. Ζηλανδία κλπ) την παροχή σωστής παιδείας (αντί για τον στενό όρο εκπαίδευσης) με αναβάθμιση και της τριτοβάθμιας κατά τα διεθνή πρότυπα, με άνοιγμα στον διεθνή ανταγωνισμό κλπ.
Ουσιαστικά, ο καθ. Μπήτρος επιβεβαιώνει κάτι που είναι γνωστό από την ιστορία: όταν οι ιθαγενείς αποτυγχάνουν να αυτοκυβερνηθούν, χάνουν την ανεξαρτησία τους. Και αυτό έγινε με την πτώχευση του 2010: χάσαμε πλήρως την οικονομική και σε μεγάλο βαθμό έμμεσα και την πολιτική ανεξαρτησία, που συνδέεται με την οικονομική.
Όπως γράφει ο Δημοσθένης, πρέπει να ακούμε τα λόγια που σώζουν και όχι τα λόγια που αρέσουν. Το βιβλίο του κ, Μπήτρου με την ανάλυση και τις προτάσεις του είναι ακριβώς αυτά. Τα γεγονότα άλλωστε τον δικαιώνουν.
(*) Καθηγητής, Νίκος Κυριαζής
Πρόεδρος Τμήματος Οικονομικών Επιστημών
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
Info: Γεώργιος Κ. Μπήτρος “Ποτέ πια πτώχευση”, Εκδόσεις: Επίκεντρο