του Λάμπρου Απ. Πυργιώτη
Ο Γιώργος Χατζηστεργίου στο παρόν βιβλίο αναζητά και συγκεκριμενοποιεί βασικές δυνατότητες να υπάρχουμε μέσα στον κόσμο και να τον κατανοήσουμε. Με άλλα λόγια, δημιουργεί υπαρξιακές καταστάσεις με νόημα, μέσω των οποίων βοηθιέται ο αναγνώστης να κατοικήσει έναν τόπο και να βρίσκει νοήματα στη ζωή του. Παρέχει έτσι μία αίσθηση υπαρξιακού ερείσματος.
Η κατανόηση της υπαρξιακής διάστασης είναι επιτακτική. Η προσπάθεια επίλυσης πρακτικών προβλημάτων διαβίωσης είναι μάλλον ανώφελη όσο απουσιάζει μία τέτοια αντίληψη.
Το βιβλίο δεν πραγματεύεται περιβαλλοντικά ή κοινωνικά και οικονομικά ζητήματα (κοινωνική και οικονομική γεωγραφία). Οι περιβαλλοντικές και κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες και εν γένει το βιοπολιτικό σύστημα είναι το κάδρο του ζωγραφικού πίνακα, αυτό το πράγμα που του επιτρέπει να είναι πίνακας, δηλαδή ο εαυτός του. Παρέχουν έναν ορισμένο χώρο, όπου η ζωή μπορεί ακριβώς να «λάβει χώρα», έναν ορισμένο τρόπο με τον οποίο ο εαυτός μας συναρτάται με τον κόσμο, χωρίς να είναι χαμένος στον κόσμο, μπορεί να διευκολύνουν ή να δυσχεραίνουν την πραγμάτωση κάποιων υπαρξιακών καταστάσεων, αλλά δεν καθορίζουν τα υπαρξιακά νοήματα και τις δομές της ύπαρξής μας, που μας επιτρέπουν να μη λειτουργούμε αποσπασματικά, να μη χρησιμοποιούμε διαφορετικά «τμήματα» του εαυτού μας ανάλογα με το «κάδρο» στο οποίο βρισκόμαστε. Εκείνο που μοιραία χάνεται από το κάδρο είναι ο καθημερινός κόσμος της ζωής, που θα όφειλε να αποτελεί την κύρια έγνοια μας.
Ευτυχώς, μία διέξοδος από το αδιέξοδο αυτό υπάρχει και θεμελιώνεται στην πρόταση του βιβλίου για μία επιστροφή στα πράγματα, σε αντίθεση προς τις επιστημονικές αφαιρέσεις και τις θεωρητικές κατασκευές. Πρόκειται για την αναζήτηση μίας συγκεκριμένης και όχι αφηρημένης, ουδέτερης, αντικειμενικής αντίληψης των χώρων όπου εκτυλίσσεται η ζωή, για πολλαπλές εμπειρίες στα πεδία της πραγματικότητας και όχι για γνώσεις που αποκτιούνται μόνο στη βιβλιοθήκη, για μία άμεση επαφή με τους τόπους παραγωγής και τους ανθρώπους τους.
Για τον συγγραφέα μηχανικό Γιώργο Χατζηστεργίου, η συγκεκριμενοποίηση της υπαρξιακής διάστασης μέσα σε τούτον τον κόσμο εξαρτάται εν τέλει από το πώς φτιάχνονται τα «πράγματα», από το πώς πραγματοποιούμε τον εαυτό μας, από το πώς κατασκευάζουμε τη ζωή μας και τον κόσμο, ώστε να τον φέρουμε στα μέτρα μας, στο μέτρο δηλαδή της ευρύχωρης συναναστροφής του λίγου με το πολύ.
Η ευρυχωρία δίνει χώρο για ζωτικούς ελιγμούς, αλλά και σε τόπους επαγγελίας, για να μπορούν να αναπτυχθούν οι έρωτές μας, ιδίως ο έρωτας για τη ζωή. Όπου υπάρχει χώρος, σου δημιουργείται η επιθυμία να είσαι διαρκώς εκεί. Ο χώρος είναι το βασικό συστατικό του σύμπαντος. Υπάρχει πιο πολύ χώρος από οτιδήποτε άλλο. Ακόμα και όταν περιμένουμε να είναι τα πράγματα πυκνά και συμπαγή, όπως στο σωματιδιακό επίπεδο, κατά το μεγαλύτερο μέρος υπάρχει χώρος. Κι όμως, μας λείπει – και τον «κλέβουμε» και από τους άλλους.
Τα όσα γράφει ο Γιώργος Χατζηστεργίου, πηγάζουν από μία πίστη στην τεχνική (μηχανική). Η τεχνική αποτελεί συνθήκη, απαράβατο όρο της ανθρώπινης ύπαρξης, ανήκει στην ίδια την ουσία του ανθρώπου, είναι μία βαθιά ανθρώπινη, εγγενής ιδιότητα του νοήμονος και συναισθανόμενου όντος, και βρίσκεται κατ’ αρχήν πέρα από το καλό και το κακό∙ είναι το ανυπέρβλητο, συνεχές «γίγνεσθαι» του ανθρώπου. Έτσι, ενώ ο μηχανικός Γιώργος Χατζηστεργίου θαυμάζει την ευγενή αναγεννησιακή μηχανική, δεν αποκλείεται καθόλου και η μέσω της μηχανικής, εσκεμμένη ή συμπτωματική, συνειδητή ή ασυνείδητη, έντεχνη ή άτεχνη, καταστροφή.
Γίνεται λόγος λοιπόν για μία κίνηση εκκρεμούς – οπωσδήποτε πάντως για κίνηση κι όχι για μία βαλτωμένη κατάσταση «κούτσουρο» – μεταξύ αυτού που δοξάζει τη ζωή κι εκείνου που την εμποδίζει ή ακόμα και την οδηγεί, ενδεχομένως από «το υπόγειο» (Ντοστογιέφσκι), στην καταστροφή: «Ο άνθρωπος είναι ζώο κατά το πλείστον δημιουργικό, καταδικασμένο να τείνει στον σκοπό συνειδητά και ν’ απασχολείται με τη μηχανική επιστήμη, δηλαδή αιώνια κι αδιάκοπα να ξανοίγει τον δρόμο του, ας είναι και στα τυφλά. Η κύρια υπόθεση δεν έγκειται στο πού πάει, μα απλώς στο να τραβάει μπροστά. Μα να, ίσως ακριβώς για τούτο και κάπου-κάπου του καπνίζει να στρίψει, γιατί είναι καταδικασμένος να ξανοίγει αυτόν τον δρόμο, …ίσαμε το χάος και την καταστροφή…». Αλλά και στον χώρο του υπογείου, ο Γιώργος Χατζηστεργίου αναδεικνύει και συγκεκριμενοποιεί υπαρξιακές καταστάσεις με νόημα, καταστάσεις που μας επαναφέρουν στη δημιουργία: σκαλίζει τη στάχτη για να ξανάβρει φωτιά, να βρει αυτό που απομένει, ό,τι αντιστέκεται, ό,τι επιμένει να ζήσει, την ενέργεια που δεν πρόλαβε ολόκληρη να ξοδευτεί, την ενέργεια που κρύβουν παλιά κοιτάσματα.
Εν κατακλείδι, το βιβλίο «Ηδονική γεωγραφία» αποτελεί ένα βήμα προς μία φαινομενολογία της γεωγραφίας, δηλαδή μία φιλοσοφία που αντιλαμβάνεται τη γεωγραφία με συγκεκριμένους, υπαρξιακούς όρους, έχοντας συνείδηση του κόσμου όπου υπάρχουμε. Γιατί όμως αυτή η υπαρξιακή γεωγραφία είναι ηδονική; Ασφαλώς και δεν πρόκειται για τον χάρτη των ηδονικών διαδρομών του Παρισιού. Η γεωγραφία που μας παρουσιάζει στο παρόν βιβλίο του ο Γιώργος Χατζηστεργίου είναι όντως ηδονική, γιατί ανάγει σε υπέρτατο αγαθό και σκοπό της ύπαρξής μας μέσα στον κόσμο, τον έρωτα για τη ζωή. Οι έρωτές μας θέλουν την ευρυχωρία τους για να αναπτυχθούν, και είναι αυτή η ευρυχωρία, η αίσθηση υπαρξιακού ερείσματος που μας παρέχει η «Ηδονική γεωγραφία».
ΥΓ
Ως ελάχιστη συμβολή στο έργο του, «χαρίζω» στον πολιτικό μηχανικό Γιώργο Χατζηστεργίου το ποίημα ‘Der Lattenzaun’ του Γερμανού Christian Morgenstern (1871–1914), στην αγγλική μετάφρασή του από τον John Perry (University of Chicago, 2013):
The Picket Fence
A picket fence stood on the green,
with spaces you could see between.
An architect one day appeared,
and thoughtfully caressed his beard,
then took the spaces from the fence
and built a splendid residence.
The fence, meantime, stood all forlorn:
the slats were there—the spaces, gorn!
—embarrassing for all the town;
and so the Council took it down.
The architect? He ran away
to Afri- or Americay.
Γιώργου Χατζηστεργίου, Ηδονική γεωγραφία,Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Ιούνιος 2022