“Πώς γράφεται ένα κακό παιδικό βιβλίο” ;

0
1777

του Ανδρέα Καρακίτσιου*

 

Ιδού μια ερώτηση που ξαφνιάζει, που δυσκολεύει, που μοιάζει με παγίδα και που τελικά είναι  μια ερώτηση δημιουργική, γιατί προκαλεί μύριες όσες σκέψεις και βεβαίως και απαντήσεις.

Είναι ερώτημα παγίδα (1), γιατί θυμίζει ύπουλα τις πιο μαύρες στιγμές της λογοτεχνίας  στην ιστορική της διαδρομή, ιδιαίτερα από το 18ο αιώνα και δώθε. Να θυμηθούμε τις καταδίκες για το μυθιστόρημα «Μαντάμ Μποβαρύ» του Φλωμπέρ, «Τα άνθη του κακού» του Μπωντλέρ, το πρώτο επειδή εξωθούσε τον λαό στη μοιχεία, το δεύτερο γιατί προπαγάνδιζε το κακό κι ακόμη για το μυθιστόρημα « Ο εραστής της λαίδης Τσάτερλυ» που ήταν απαγορευμένο στην Αγγλία αλλά κυκλοφορούσε στην Γαλλία, κλπ.

Είναι παγίδα (2) γιατί προφανώς  το επίθετο «κακό» προκαλεί μια απίστευτη νοηματική δυσανεξία δίπλα στο ζεύγος «παιδικό βιβλίο»  αντιθέτως με ότι συμβαίνει σε άλλα προϊόντα, στο ουσιαστικό  κονσέρβα για παράδειγμα.  Είναι εύκολο να απαντήσουμε πότε μια κονσέρβα είναι κακή, και να την κατασκευάσουμε ανάλογα, αριθμώντας συγκεκριμένα συστατικά που της λείπουν ή συγκεκριμένα συστατικά που έχει και είναι χαλασμένα και αντικειμενικά επικίνδυνα. Δεν μπορούμε να κάνουμε το ίδιο για το παιδικό βιβλίο. Επιπλέον, μπορούμε να γράψουμε συνειδητά ένα «κακό» παιδικό βιβλίο με όλα τα αρνητικά συστατικά, π.χ. στερεότυπες μωρουδίστικες εκφράσεις, απλουστευτικές αναπαραστάσεις ηρώων και χαρακτήρων, ανιαρή πλοκή επεισοδίων και γεγονότων, άχρωμη, άοσμη και α-νόητη και δυσ-νόητη εικονογράφηση και είναι πολύ πιθανόν ένα τέτοιο «κακό» παιδικό βιβλίο να αρέσει και να προκαλεί διάφορα εξαιρετικά νοήματα και αντίστοιχες σημασίες στους μικρούς αναγνώστες που δεν φανταζόμαστε. Θέλω να πω ότι το περιεχόμενο ενός παιδικού βιβλίου και η μορφή του προσλαμβάνονται για τελείως διαφορετικούς λόγους με έναν τελείως διαφορετικό τρόπο από εποχή σε εποχή, από χώρα σε χώρα και από διάφορα κοινωνικά στρώματα,. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα της «Αστραδενής» που από μυθιστόρημα για νέους κατέληξε σχεδόν ανάγνωσμα για παιδιά  Δημοτικού.

Είναι παγίδα(3) γιατί ένα «κακό» ή καλό παιδικό βιβλίο προσδιορίζεται κυρίως σε βάθος χρόνου. Ένα έργο τέχνης  ή ένα παιδικό βιβλίο δημιουργείται πρώτα στο μυαλό της κοινωνίας, ύστερα στο μυαλό του συγγραφέα και κατόπιν αποκτά νόημα στο μυαλό του εκάστοτε αναγνώστη. Επομένως ένα βιβλίο, π.χ. «Ο Τριγωνοψαρούλης», του Β Ηλιόπουλου ή «Τα τρία γουρουνάκια» του Ε. Τριβιζά είναι/θεωρούνται καλά βιβλία (ως προς το κείμενο τουλάχιστον) επειδή εκφράζουν/συμπίπτουν με το θέλω των αναγνωστών στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο και γιατί εκφράζουν/εξέφρασαν το νόημα τη σύγχρονης κοινωνίας. Απλούστερα, το νόημα και η σημασία και των δύο έργων συμβαδίζουν με το κυρίαρχο σύστημα των αξιών ( σεβασμός στην ετερότητα, αρχές και κανόνες νεωτερικότητας). Σε μονοπολιτισμικές ιδεολογικά  κοινωνίες ή σε κλασικές βιομηχανικές κοινωνίες τα δυο βιβλία πιθανότατα δεν θα είχαν τύχη, μάλιστα το πρώτο, όταν πρωτοεκδόθηκε είχε μια εξαισίως απαίσια εικονογράφηση (πρόχειρα, ελλιπή και ασπρόμαυρα σκίτσα).

Είναι ερώτημα παγίδα (4) γιατί το παιδικό βιβλίο εκτίθεται σε πολλές θεωρήσεις και οπτικές γωνίες κριτικής και αξιολόγησης, εφόσον είναι ταυτόχρονα ένα προϊόν κοινωνικό και πολιτιστικό, παιδαγωγικό και λογοτεχνικό, ένα προϊόν υπο-κείμενο και αντι-κείμενο. Στη συζήτηση περί «κακού» ή καλού παιδικού βιβλίου συμμετέχουν δικαίως, κριτικοί, εκδότες, συγγραφείς, γονείς, βιβλιοθηκονόμοι, εκπαιδευτικοί και η επίσημη Πολιτεία, όταν θυμάται τον εξουσιαστικό της ρόλο και θέλει να μπερδέψει περισσότερο τα πράγματα. Έτσι, ένα «κακό» βιβλίο κρίνεται και πρέπει να κρίνεται από πολλές πλευρές με διαφορετικές αφετηρίες και λογικές, που συνήθως είναι και αντίθετες μεταξύ τους. Η πανσπερμία απόψεων και θεωρήσεων δεν τελειώνει ποτέ.

Έτσι, για τον εκδότη ένα παιδικό βιβλίο είναι κακό συνήθως, όταν δεν πουλάει και καλό όταν πουλάει, κάτι με το οποίο δεν συμφωνούν συνήθως οι συγγραφείς και οι κριτικοί. Για τον συγγραφέα  ένα καλό βιβλίο μπορεί και να μην πουλάει ή ένα κακό βιβλίο πουλάει, γιατί προωθείται καταλλήλως.

Μπορούμε να πούμε πιο εύκολα πότε ένα παιδικό βιβλίο είναι κακό, στον τομέα της εικονογράφησης κι ας μην θυμώσουν οι εικονογράφοι. Η εικονογράφηση ενός παιδικού βιβλίου έχει αφεθεί απολύτως στα χέρια των εικονογράφων που συνήθως είναι ζωγράφοι και λειτουργούν διαισθητικά. Κυριαρχεί η άποψη ότι η ανάγνωση των εικόνων είναι μια δεξιότητα που κατακτιέται μόνη της και ότι όλα τα νήπια μπορούν να διαβάσουν τις εικόνες, ενώ δεν μπορούν να διαβάσουν τα κείμενα. Δεν είναι όμως έτσι. Η επιστήμη της Γνωστικής Ψυχολογίας αναφέρει ότι τα τρίχρονα παιδιά δυσκολεύονται να κατανοήσουν τη σχέση εικονιζόμενου αντικειμένου και πραγματικού

(αναφερόμενου), τα τετράχρονα δυσκολεύονται να κατανοήσουν το τρίτο επίπεδο ανάγνωσης της εικόνας αυτό της συσχέτισης των χαρακτηριστικών του εικονιζόμενου αντικειμένου με το γενικό πλαίσιο και τέλος είναι τα μόνον τα μεγάλα νήπια που μπορούν να προχωρήσουν σε αυτές τις αναγνώσεις εικόνων και να κάνουν συνδέσεις χωροχρονικές ανάμεσα στις διαδοχικές εικόνες .

Για παράδειγμα το ποντικάκι στη φωτογραφία (1)αναγνωρίζεται τι κάνει και τι θέλει μόνο από τα μεγάλα νήπια. Τα τρίχρονα μπερδεύονται και πιστεύουν ότι «το ποντικάκι κλαίει ή πονάει και πιάνει το κεφάλι του», τα τετράχρονα διστάζουν να μιλήσουν και απαντούν τα μισά λανθασμένα, «φοβάται, τα έχει χαμένα…». Στη εικόνα 2 πολλά νήπια λένε ότι βλέπουν» ένα γάτο και όχι μια λεοπάρδαλη» που αναφέρεται στο κείμενο, σύμφωνα με το συγγραφέα.

Ο ίδιος ο Πιαζέ έλεγε ότι ο εικονογράφος πρέπει να εκφράζει τις βασικές ιδιότητες του παιδικού πνεύματος με όλη την απρόβλεπτη φόρτιση φαντασίας και φανταστικής δύναμης αλλά επίσης με την ικανότητα του της κοφτερής παρατήρησης πάνω σε ανύποπτες  λεπτομέρειες. Ο εικονογράφος οφείλει να εμπνέεται από τις ιδέες του ίδιου του παιδιού και τη δική του προσωπική ευαισθησία. Υπάρχουν δύο σταθεροί παράγοντες: η ανάγκη κάποιας προσήλωσης στο πραγματικό αλλά και μια αδιάκοπη μετάθεση της πραγματικότητας προς το φανταστικό.

Τέλος, τι προσδοκά ο μικρός αναγνώστης από ένα κακό βιβλίο; Τι είναι για τον μικρό αναγνώστη ένα «κακό» παιδικό βιβλίο;

Στάθηκα την προηγούμενη εβδομάδα έξω από μια μεγάλη παιδική βιβλιοθήκη της πόλης και ρώτησα ένα τσούρμο παιδιών.

Περιγράψτε μου ένα κακό βιβλίο, πώς το βλέπετε;

Παραδόξως τα περισσότερα ήταν αγόρια…έτυχε; δεν ξέρω, αλλά θα επανέλθουμε του χρόνου με μια καλή και οργανωμένη έρευνα.

Τι απάντησαν; Ιδού:

να…. Ξέρετε… ένα κακό βιβλίο δεν είναι ένα καλό βιβλίο που έχει θέματα ενδιαφέροντα και αγωνία και περιπέτειες…που δεν θα μας απασχολήσει περισσότερο από την τυπική ανάγνωση και…που θα το αφήσουμε συνήθως στη μέση.

Εντάξει, έχει συνήθως χάλια εξώφυλλο και χάλια περιεχόμενο… και δεν έχει καθόλου πλάκα.

Και μια ενδιαφέρουσα απάντηση:

Σαν μερικά βιβλία που μας βάζει ο δάσκαλος να κάνουμε περίληψη.

Και άλλες απαντήσεις:

Εντάξει, ένα κακό βιβλίο είναι εκείνο που έχει χάλια ήρωες ότι να ’ναι… τι να πεις, τίποτε…

Ένα κακό βιβλίο είναι εκείνο που –έλεος- σαν να είμαστε στον παλιό καιρό, που δεν έχει φαντασία, δεν έχει εικόνες…

 

 

Θεσ/νίκη, Μάιος 2015  κι έκανε ζέστη πολύ

 

* Ο Ανδρέας Καρακίτσιος είναι Καθηγητής Παιδαγωγικής Σχολής,  ΑΠΘ

 

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΔιαβάζουμε εφημερίδες;
Επόμενο άρθροΚακό παιδικό βιβλίο και κακό σεξ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ