Πολιτική δημοκρατία με κοινωνική δικαιοσύνη (του Στέφανου Δημητρίου)

0
305

του Στέφανου Δημητρίου (*)

 

Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον το να ξαναδιαβαστεί το βιβλίο του Γιώργου Σιακαντάρη Το πρωτείο της Δημοκρατίας. Η σοσιαλδημοκρατία μετά τη σοσιαλδημοκρατία στην ενεστώσα συγκυρία, όπου ανακάμπτουν σοσιαλδημοκρατικά και σοσιαλιστικά κόμματα, στη Γερμανία και την Πορτογαλία, αλλά και που ο κόσμος εισέρχεται στη δίνη μιας νέας ψυχροπολεμικής περιόδου. Αυτό το τελευταίο, μάλιστα, αναδεικνύει και την κρίσιμη σπουδαιότητα για την επιτακτικώς αναγκαία πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης και την αμυντική της. Ας ξεκινήσουμε, όμως, από την πρώτη διαπίστωση, ότι δηλαδή η σοσιαλδημοκρατία αρχίζει πάλι να κινείται. Προτού αναρωτηθούμε προς τα πού κινείται, ας μας απασχολήσει το τι σημαίνει αυτή η πολύ θετική εξέλιξη, το τι προοιωνίζεται, όχι μόνο για την ίδια, αλλά, κυρίως, για τις σύγχρονες κοινωνίες, τις χειμαζόμενες από τις κοινωνικές, πολιτικές ανισότητες και τον αντισυστημικό ανορθολογισμό, που εκδηλώνεται, κυρίως, αλλά όχι μόνο, ως νεοδεξιός ριζοσπαστισμός, ως επανάκαμψη της Άκρας Δεξιάς. Συνεπώς, η σοσιαλδημοκρατία φαίνεται να ανακάμπτει την ίδια στιγμή που Άκρα Δεξιά ενισχύει την ήδη εδραιωμένη, κοινωνική ισχύ, ίσως και υπεροχή της, ακόμη. Το οδηγητικό ερώτημα, ως προς τη συγκυρία, κατά την οποία συντελείται η ανάκαμψη της σοσιαλδημοκρατίας, είναι το ποια σοσιαλδημοκρατία ανακάμπτει. Ίσως από εδώ να είναι σημαντικό το να ξεκινήσει ο αναγνώστης τη μελέτη αυτού του αξιόλογου βιβλίου, το οποίο, όπως θα προσπαθήσω να δείξω, έχει τα εξής σημαντικά προτερήματα: τη συστηματική του οργάνωση, τον τρόπο με τον οποίο θέτει τα προβλήματά του, τα ερωτήματά του, καθώς και την επινοητική δυναμική του. Με το τελευταίο αναφέρομαι στη χρήση εννοιών, ύστερα από σαφείς εννοιολογικές διακρίσεις, κατά τέτοιον τρόπο, ώστε ο Γιώργος Σιακαντάρης να μας προτείνει έναν τρόπο για να επινοήσουμε εκ νέου – αλλά όχι εκ του μηδενός – τη σοσιαλδημοκρατία, στην ύστερη, δηλαδή την τωρινή, περίοδό της.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο συγγραφέας μάς εξηγεί τη συντελεσθείσα μετατόπιση από τη μαζική βιομηχανική κοινωνία της μεταπολεμικής Ευρώπης, και την κεϋνσιανή πολιτική, η οποία είχε πεδίο της το εθνικό κράτος, και η οποία ανέδειξε το σοσιαλδημοκρατικό «κοινωνικό συμβόλαιο», στο πεδίο της οικουμενικής θεώρησης των προβλημάτων και της οικονομικής παγκοσμιοποίησης. Σε αυτό το νέο πεδίο της οικονομικής παγκοσμιοποίησης, η δημόσια πολιτική, το εργατικό κίνημα και οι θεσμοί της εκπροσώπησής τους, δηλαδή τα αντίστοιχα πολιτικά κόμματα, διατηρούν τη μορφή, αλλά όχι και το περιεχόμενο που είχαν.

Ποιο ήταν, όμως, αυτό το περιεχόμενο, ως προς τι άλλαξε, τι παραμένει από αυτό, αλλά και τι θα έπρεπε οπωσδήποτε να διατηρηθεί; Ο συγγραφέας ξεκινά από τη σχέση Διαφωτισμού και Δημοκρατίας, σε αναφορά προς την έννοια της προόδου, όχι ως νομοτέλειας, αλλά ως διεκδίκησης αλλαγών που επιφέρονται στο πεδίο του εφικτού διευρύνοντας διαρκώς αυτό το πεδίο. Αναδεικνύει τη σπουδαιότητα της αρχής της αυτονομίας – και ως προσωπικής-ατομικής και ως συλλογικής, πολιτικής αυτονομίας – και εξηγεί πώς και γιατί εγγράφεται η κλασική σοσιαλδημοκρατία σε αυτή την παράδοση, ώστε εκεί να ανευρίσκεται και η καταγωγική προέλευση των κύριων ιδεών της. Σε αυτό το σημείο εξηγεί την ουσιώδη σχέση σοσιαλισμού, δημοκρατίας και πολιτικού φιλελευθερισμού και έχει ιδιαίτερη σημασία η αναφορά του στον πολιτικά φιλελεύθερη και δημοκρατική ιδέα περί σοσιαλισμού του Μιλλ. Ο συγγραφέας οργανώνει το επιχείρημά του σε αναφορά προς τη γνωστή θέση της Μπέρμαν, σύμφωνα με την οποία αυτό που χαρακτηρίζει τη σοσιαλδημοκρατία είναι το πρωτείο της πολιτικής, όπως καταφαίνεται και από το ομώνυμο βιβλίο της. Η απάντηση του Γιώργου Σιακαντάρη δίνεται με την τιτλοφόρηση του δικού του βιβλίου. Η πολιτική της σοσιαλδημοκρατίας είναι, σύμφωνα με τον συγγραφέα, αξιακώς προσανατολισμένη προς τη Δημοκρατία και τη διηνεκή υπεράσπιση του αδιαμφισβήτητου πρωτείου της, το οποίο είναι αξιακώς αδιαμφισβήτητο, αλλά και, εν τοις πράγμασι, υπό διακύβευση και διακινδύνευση εντός ενός πεδίου πολλαπλών διακινδυνεύσεων και συνεχών κρίσεων, οι οποίες ανακαθορίζουν τα πολιτικά προτάγματα. Ο συγγραφέας, τονίζοντας τη σπουδαιότητα της διάκρισης Αριστεράς-Δεξιάς και δείχνοντας ότι αυτή η διάκριση συνήθως συγκαλύπτει τη Δεξιά – ή απολήγει σε αυτήν –, συνδέει τη σοσιαλδημοκρατική Αριστερά με τις θεσμικές παρεμβάσεις στην παρούσα, κάθε φορά, συγκυρία. Θα ήταν σημαντικό να διαβάσει κανείς το σημαντικό βιβλίο του σε συνδυασμό με το βιβλίο της Σέρι Μπέρμαν και να συνεξετάσει συναφείς – αλλά και με ουσιώδεις και ενδιαφέρουσες διαφορές – προσεγγίσεις ως προς τη σχέση πολιτικής και Δημοκρατίας, αλλά και των κριτηρίων που, κατά τον συγγραφέα (και που πιστεύω ότι ορθώς και πολύ συγκροτημένα το υποστηρίζει), αναδεικνύουν το πρωτείο της Δημοκρατίας. Εν τέλει, αυτό είναι και το κέντρο του πολιτικού ζητήματος: η σχέση κράτους και πολιτικής. Αυτή είναι η διαρκής διακύβευση. Εκεί αναδεικνύεται και το πρωτείο της Δημοκρατίας. Ποιο είναι, όμως, το πεδίο αυτής της διακύβευσης; Είναι το πεδίο των σύγχρονων προβλημάτων. Και η πολιτική παραμένει ο μόνος τρόπος για βρεθεί λύση για αυτά τα προβλήματα, τα οποία συνδέονται με όλες τις μεγάλες διακινδυνεύσεις, κοινωνικές, οικολογικές, οικονομικές, και επιτάσσουν τη μεγαλύτερη δυνατή αλληλεγγύη για την αντιμετώπισή τους. Μόνο που αυτές οι διακινδυνεύσεις είναι πλέον παγκόσμιες. Συνεπώς, τα ίδια τα προβλήματα είναι παγκόσμια, άρα και οι λύσεις που θα αναζητούν θα αναζητηθούν στο πεδίο μιας πολιτικής για τον πλανήτη, μιας πολιτικής για την παγκοσμιοποίηση. Το ζήτημα είναι το αν αυτή η πολιτική θα είναι δημοκρατική, άρα αν είναι εφικτή μια δημοκρατική διακυβέρνηση της παγκοσμιοποίησης, δηλαδή αν είναι δυνατόν να υπάρξουν τέτοιοι θεσμοί, σε παγκόσμιο επίπεδο, δηλαδή θεσμοί λαϊκής κυριαρχίας, όπως διερωτάται και πιστεύει ο Γ. Σιακαντάρης. Και σε τι μπορεί να ενδιαφέρει την Αριστερά (σοσιαλδημοκρατική, ριζοσπαστική, δημοκρατική-σοσιαλιστική, κατά τον όρο που χρησιμοποιώ και ο ίδιος συνθέτοντας  και τους δύο ανωτέρω προσδιορισμούς, σε αναφορά και προς την πάλαι ποτέ ανανεωτική Αριστερά) σήμερα; Μα, στο ότι η ανασύνθεση και η αναβάθμισή της, στο πεδίο των σύγχρονων διακινδυνεύσεων – καθώς, και με τη συνεπή δέσμευση στη θεσμική ανανέωση της Δημοκρατίας και της αντιμετώπισης των κινδύνων που απορρέουν από τη συνεχή, όχι μόνο εγχώρια, αλλά και διεθνή, απονομιμοποίηση των δημοκρατικών πολιτικών θεσμών – διανοίγεται προς τη διεκδίκηση της πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης. Αυτό συνεπάγεται ότι η Αριστερά διαρκώς θα ανασυγκροτείται επί τη βάσει κρίσιμων – όχι μόνο με τη σημασία της βαρύτητας και της σπουδαιότητας, αλλά και των πολυσχιδών κρίσεων – διακυβευμάτων και των συναφών αντιπαραθέσεων, που έχουν υπερεθνική, δηλαδή παγκόσμια διάσταση. Σε αυτή τη διάσταση, η προβληματική και η επιχειρηματολογία του Γιώργου Σιακαντάρη μας ωθεί να ξανασκεφτούμε τη σχέση εθνικού και παγκόσμιου, ώστε να μην απαλείφεται το πρώτο, αλλά και να μη δαιμονοποιείται το δεύτερο. Κάτι τέτοιο, όμως, προϋποθέτει μια νέα οικουμενική θεώρηση των προβλημάτων, αλλά και των χειραφεσιακών διαβημάτων. Τα τελευταία, για να μην είναι καλοπροαίρετες ευχές για έναν καλύτερο κόσμο, είναι σημαντικό να ξεκινούν από τώρα, από τον πραγματικό κόσμο. Γι’ αυτό μια καλή ιδέα ίσως είναι να ξεκινήσουμε από την αντιμετώπιση των κοινωνικών ανισοτήτων. Ένα τέτοιο ξεκίνημα θα προϋπέθετε μια πολιτική που θα συνδέει την παροχή κοινωνικών υπηρεσιών με την ανάπτυξη. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο εάν το κράτος επενδύσει στις δημόσιες δαπάνες, ώστε να ενισχυθούν οι κοινωνικές υπηρεσίες. Η ίδια η κοινωνική πολιτική είναι προϋπόθεση για την επίτευξη αναπτυξιακών στόχων. Αυτή είναι, κατά τη γνώμη μου, μια ριζοσπαστική πολιτική. Εάν ο αναγνώστης βρίσκει κάτι ενδιαφέρον σε αυτήν τη θέση, τότε μπορεί και να επιχειρήσει να διαβάσει το βιβλίο του Γιώργου Σιακαντάρη και ανάποδα, δηλαδή από το συμπέρασμα προς την αρχή (η άρτια νοηματική συνοχή και ευμέθοδη οργάνωση του βιβλίου το επιτρέπει). Θα διαπιστώσει ότι αυτό το βιβλίο επιτρέπει την κριτική προσέγγιση και, το κυριότερο, ότι συγκροτεί ένα πεδίο υποβολής ερωτημάτων (όπως το να μπορεί να είναι μια αριστερή πολιτική ριζοσπαστική, εάν δεν αλλάζει τώρα τη ζωή των ανθρώπων και εξαρτάται μόνο από μια μελλοντική προσδοκία, ένα ιστορικό όραμα, ή εάν το να αναφέρεται σε μία ιστορική προοπτική είναι όρος, για να ασκεί μια τέτοια πολιτική βελτίωσης της ζωής των ανθρώπων σήμερα, τώρα) και αναστοχαστικής επεξεργασίας των δυνητικών τους απαντήσεων. Είναι, κυριολεκτικά, ένα πεδίο δημιουργικής σκέψης, στο οποίο ο συγγραφέας καλλιεργεί τον πολιτικό στοχασμό του, δίνοντας αυτήν την ευκαιρία και στον αδογμάτιστο αναγνώστη. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι ο αναγνώστης θα καταλήξει και πάλι στο διαρκώς διεκδικούμενο πρωτείο της Δημοκρατίας, επειδή αυτή είναι και το ερώτημα και η απάντηση. Είναι, ίσως, η οδηγητική μας ταυτολογία.

(*) Ο Στέφανος Δημητρίου είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου

 

Γιώργος Σιακαντάρης, Το πρωτείο της Δημοκρατίας. Η σοσιαλδημοκρατία μετά τη σοσιαλδημοκρατία, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2019, σελ. 348.

Βρες το εδώ

Προηγούμενο άρθροΟ Χαβιέρ Βαλενθουέλα για τον Χουάν Γκοϊτισόλο (συνέντευξη στον Ελ. Μακεδόνα)
Επόμενο άρθροΠοιος είναι ο Τζορτζ;   (της Μένης Κανατσούλη)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ