του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου
Επανερχόμενος στη στήλη μετά από ένα διάστημα αθέλητης απουσίας, προτείνω να ξεκινήσουμε τις καλοκαιρινές μας αναγνώσεις με ποίηση (με την ποίηση, άλλωστε, είχα καταπιαστεί και στο τελευταίο μου σημείωμα την άνοιξη). Κοιτάζω το βιβλίο του Σταύρου Ζαφειρίου Τα φυσικά πράγματα, που κυκλοφόρησε τον περασμένο μήνα από τη Νεφέλη, και σκέφτομαι πόσο σημαντικό είναι για έναν ποιητή να επιμένει στις μεγάλες συνθέσεις – κάτι που εγκαινίασε πριν από αρκετά χρόνια και συνεχίζει τώρα κατά τον ασφαλέστερο τρόπο. Η ποίηση ιδεών είναι από τα πιο δύσκολα είδη και ακολουθώντας τον δρόμο της είναι πολύ εύκολο να πέσει κανείς στο παραστράτημα και την αστοχία. Σε προηγούμενες συλλογές του ο Ζαφειρίου κατάφερε να αναμετρηθεί χωρίς την παραμικρή απώλεια με μεγέθη όπως η πολιτική ενοχή και η πολιτική αθωότητα, τα όρια και οι δυνατότητες της γλώσσας, οι φούριες και οι διαψεύσεις της τέχνης, οι ατραποί ή τα δύσβατα μονοπάτια της μνήμης, αλλά και η νεωτερικότητα, σε όποιο επίπεδο κι αν θέλουμε να την εννοήσουμε (ιστορικό, πολιτισμικό ή πολιτικό), παραπέμποντας ταυτοχρόνως σε μια μεγάλη γκάμα κειμένων: σε κείμενα φιλοσοφικά, πατερικά και λογοτεχνικά.
Βγαίνοντας απείραχτος από ανάλογες συναναστροφές και στο ανά χείρας πόνημά του (ο διάλογος τώρα είναι πρωτίστως με την αρχαιοελληνική γραμματεία και με την Παλαιά Διαθήκη – πέραν των παραπομπών στη νεώτερη, ελληνική και ευρωπαϊκή, λογοτεχνία), ο Ζαφειρίου περνά πλέον στη φιλοσοφική και, πρωτίστως την οντολογική ποίηση (ελπίζω να μην ακούγεται μεγαλεπήβολο, γιατί μόνο περί αυτού δεν πρόκειται). Ο άνθρωπος είναι εδώ εξαρχής ανέστιος και απορριγμένος, έγκλειστος σε ένα τοπίο ερημίας και αποξένωσης. Προσοχή, όμως: σκοπός του ποιητή, παρά την υψηλή δραματική του ένταση, δεν είναι να θρηνήσει για μια τέτοια κατάσταση, που μοιάζει να αντανακλά περίπου την εγγενή ροπή των πραγμάτων, ούτε να καταμετρήσει αισθηματικά το κόστος της. Σκοπός του ποιητή είναι να προχωρήσει βαθύτερα στην ουσία των όντων, και αυτή η ουσία δεν έχει εντέλει καμιά σχέση ούτε με τη φιλοσοφία ούτε με την οντολογία, παρά μόνο με την ίδια την ποίηση.
Τι σημαίνει εντούτοις «ουσία των όντων»; Πώς μπορεί να τη δεξιωθεί και να την προβάλει ο ποιητικός λόγος; Μα, όπως ταιριάζει σε μια ποίηση που ξέρει εκ των προτέρων πώς να ελέγξει και να ποδηγετήσει τις ιδέες της, πώς να μην καταστεί παρακολούθημά τους. Δεν έχει νόημα να παραθέσω στίχους (όπως κατά κανόνα συμβαίνει με τον σχολιασμό ποιητικών συλλογών) από μια σύνθεση η οποία είναι αδύνατον να περιγραφεί, έστω και κατά παραχώρηση, με δειγματοληψία. Θέλω μόνο να πω πως εκείνο που φροντίζει με άκρα επιμέλεια ο Ζαφειρίου είναι να μην παγιδευτεί στο εσωτερικό των αφηρημένων σχημάτων τα οποία χρησιμοποιεί. Τα αντιθετικά ζεύγη εννοιών που κυκλοφορούν σε όλες σχεδόν τις σελίδες του βιβλίου του, οι τρόποι μέσω των οποίων αλληλοϋπονομεύονται και αλληλοακυρώνονται οι πόλοι τους, δεν έχουν να κάνουν με τη φιλοσοφία των όντων, με κάποια ουσιοκρατική σύμπηξη και άρθρωση, αλλά με το χάσμα που προκαλεί η ουδετεροποίηση των αντιθέσεων: η αναγκαστική συμπόρευση του είναι με το μηδέν, του θετικού με το αρνητικό, του λόγου με τη σιωπή. Γιατί το ουδέτερο μετατρέπεται έτσι σε κενό και το κενό μετασχηματίζεται με τη σειρά του σε κάτι σαν πυρηνική έκρηξη – έκρηξη που πηγάζει από το μεδούλι της ύπαρξης, επηρεάζοντας ταυτοχρόνως ολόκληρο το πεδίο της. Και από την άποψη (από την άποψη της ποιητικής και όχι της οντολογικής ουσίας) το βιβλίο του Ζαφειρίου μάς υπενθυμίζει ωραία πως η περιπέτεια της ύπαρξης αποτελεί ανά τους αιώνες το κεντρικό ζητούμενο της ποίησης, ακόμα κι αν πρέπει να επινοηθεί ένα σκηνικό ιδεών για να αποκτήσει η περιπέτεια σάρκα και οστά.