Πέθανε ο ποιητής Ντίνος Χριστιανόπουλος

0
1028

Ο ποιητής Ντίνος Χριστιανόπουλος πέθανε σήμερα σε ηλικία 89 ετών. Ήταν ο τελευταίος μιας γενιάς θεσσαλονικιών ποιητών και συνδιαμορφωτής του ποιητικού κλίματος της πόλης του, κυρίως μέσω του περιοδικού Διαγώνιος. Η κηδεία του θα γίνει την Πέμπτη το πρωί στα Κοιμητήρια Αναστάσεως του Κυρίου.


Τα τελευταία του χρόνια  ήταν δύσκολα, κατάκοιτος , με δυσκολία επικοινωνούσε με τους φίλους του. Ένα βιβλίο με συνομιλίες του, που βγήκε εν αγνοία του δημιούργησε αντιπαραθέσεις και στενοχώρησε φίλους και εχθρούς. Ήταν μια ιδιαίτερη περσόνα, σκληρός (και άδικος ορισμένες φορές) κριτής αλλά και αγαπησιάρης. Όπως λέει ο φίλος του Θωμάς Κοροβίνης “ο Ντίνος έπρεπε να σε δαγκώσει για να σ΄αγαπήσει”.

Στην προσωπικότητά του θα ταίριαζε αυτό το δικό του ωραίο ποίημα

Ἐκεῖνοι ποὺ μᾶς παίδεψαν

Ἐκεῖνοι ποὺ μᾶς παίδεψαν βαραίνουν μέσα μας πιὸ πολύ,
ὅμως ἡ δική σου τρυφερότητα πόσο καιρὸ ἀκόμα θὰ βαστάξει;
Ὅ,τι μᾶς γλύκανε, τὸ ξέπλυνε ὁ χρόνος κι ἡ συναλλαγή,
ἐκεῖνοι ποὺ μᾶς χαμογέλασαν βουλιάξαν σὲ βαθιὰ πηγάδια
καὶ μείναν μόνο κεῖνοι ποὺ μᾶς πλήγωσαν,
ἐκεῖνοι ποὺ ἀρνήθηκαν νὰ τοὺς ὑποταχτοῦμε.
Ἐκεῖνοι ποὺ μᾶς παίδεψαν βαραίνουν πιὸ πολύ…

Ο Χριστιανόπουλος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, γιος προσφύγων από την Ανατολική Θράκη. Πέρασε δύσκολα χρόνια. Ο ίδιος διηγήθηκε σε ένα σχολικό περιοδικό ότι “το ’41-’42, ήμασταν απ’ τις πρώτες οικογένειες που χτυπήθηκαν από την Κατοχή. Πεινούσαμε -κάθε τρεις μέρες έτρωγα μισή φέτα ψωμί. Και ήμουν ευτυχής αν ήταν πραγματικό ψωμί, γιατί συνήθως ήταν κιούσπα (ένα φριχτό πράγμα από αλεσμένα χαρούπια που το δίνανε στα γουρούνια). Εννοείται βέβαια ότι, με τέτοιες συνθήκες, κινδύνευα να πεθάνω. Σώθηκα χάρη στα συσσίτια του κατηχητικού”. Από το κατηχητικό εκδιώχθηκε όταν έβγαλε την πρώτη του ποιητική συλλογή χωρίς να την υποβάλλει για έγκριση.

Φοίτησε στο τμήμα Φιλολογίας του ΑΠΘ  και πήρε πτυχίο του Τομέα Κλασικών Σπουδών. Κατόπιν, εργάστηκε ως βιβλιοθηκάριος στη Δημοτική Βιβλιοθήκη της πόλης από το 1958 ως το 1965. Έπειτα εργάστηκε ως επιμελητής εκδόσεων. Το 1958 ίδρυσε και ανέλαβε υπό τη διεύθυνσή του το περιοδικό Διαγώνιος, που κυκλοφόρησε ως το 1983 με ολιγόχρονες παύσεις και τον εκδοτικό οίκο Εκδόσεις Διαγωνίου Εκείνη την περίοδο αναπτύχθηκε ο λεγόμενος “κύκλος των λογοτεχνών της Διαγωνίου”. (Κάρολος Τσίζεκ με τον οποίον συνεργάστηκαν στενά για το περιοδικό, Γ. Ιωάννου, Η.Πετρόπουλος, Ν.Α.Ασλάνογλου, Ν. Καχτίτσης, Τ. Κόρφης, Σ.Παπαδημητρίου, Τ.Καζαντζής, Κ. Ριτσώνης, Χανελόρε Όξ, Καραβίτης, Κύρου, Π.Σφυρίδης…) Από το πρώτο κιόλας τεύχος της του 1958 η Διαγώνιος είχε μια σαφέστατη τυπογραφική φυσιογνωμία, μιάν αναμφισβήτητη καλαισθησία, …. Υπήρξε το μοναδικό περιοδικό που αγνόησε επιδεικτικά τη φωτοσύνθεση. Κι ακόμη: δεν στηρίχτηκε στα δεκανίκια των διαφημίσεων ή των κρατικών ενισχύσεων για να προχωρήσει. (Δημήτρης Δασκαλόπουλος)

Η πρώτη ποιητική συλλογή του Εποχή των ισχνών αγελάδων (1950) διακρίνεται για το προσωπικό ύφος της και για τις δημιουργικές επιρροές από τον Καβάφη και τον Έλιοτ, ενώ στις επόμενες εμφανίσεις του εκφράζεται καθαρά το κυρίαρχο θέμα της ποίησής του, η εφήμερη ομοφυλοφιλική σχέση και το ερωτικό πάθος , «η επιθυμία που δεν τολμά να πει τ’ όνομά της», που οδηγεί στην ταπείνωση και στη μοναξιά. Πολλά  ποιήματα όπως της σειράς Ο αλλήθωρος έχουν και το στοιχείο μιας κοινωνικής οπτικής. Κάποτε κόντεψε να συλληφθεί από τη χούντα λόγω της άρνησης του να παραλάβει σχετικό βραβείο για ένα πεζό του έργο τον “Χιλιαστή”.

Εκτός από ποιητής και εκδότης, ο Ντίνος Χριστιανόπουλος υπήρξε διηγηματογράφος, δοκιμιογράφος, μεταφραστής, ερευνητής, λαογράφος, επιμελητής εκδόσεων, βιβλιοκριτικός, συλλέκτης. Είχε μελετήσει το έργο πολλών ποιητών και πεζογράφων ενώ αγαπούσε ιδιαίτερα τον Τσιτσάνη, εξέδωσε μελέτες για το ρεμπέτικο τραγούδι και παράλληλα τραγουδούσε ο ίδιος με μια μικρή ορχήστρα.

Το 2011 τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων για το σύνολο του έργου του. Αρνήθηκε όμως να το παραλάβει παραπέμποντας στο κείμενό του “Εναντίον” από το 1979 όπου αναφέρει χαρακτηριστικά: «Είμαι εναντίον της κάθε τιμητικής διάκρισης απ’ όπου και αν προέρχεται. Δεν υπάρχει πιο χυδαία φιλοδοξία από το να θέλουμε να ξεχωρίζουμε. Αυτό το απαίσιο “ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων”, που μας άφησαν οι αρχαίοι.». Τον Ιούνιο του 2011 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης από το  τμήμα Φιλολογίας.

Προηγούμενο άρθροΡευστότητα, κινητικότητα, αυταπάτη (της Δήμητρας Ρουμπούλα)
Επόμενο άρθροΗ ιστορία ως μυθιστόρημα και το αντίθετο(της Βαρβάρας Ρούσσου) 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ