Πειραιώς 260-4: Ένας πρώτος κύκλος και μια αστοχία (της Όλγας Σελλά)

0
436

 

της Όλγας Σελλά

 

Με τη λήξη, χθες το βράδυ στην Πειραιώς 260, της παράστασης του ανερχόμενου σκηνοθέτη του βρετανικού θεάτρου, Αλεξάντερ Ζέλντιν «Οι εξομολογήσεις», θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο πρώτος κύκλος, σ’ ό,τι αφορά το θέατρο τουλάχιστον, ολοκληρώθηκε. Στο διάστημα αυτό είδαμε κυρίως παραστάσεις ξένων σκηνοθετών, αρκετοί από τους οποίους πρώτοι φορά παρουσιάζουν δουλειά τους στην Ελλάδα –όπως ο Αργεντίνος Μαριάνο Πενσότι και ο Βρετανός Αλεξάντερ Ζέλντιν-, και μόλις δύο ελληνικές: του Στάθη Λιβαθινού και της Νατάσας Τριανταφύλλη.

Ο κύριος όγκος των ελληνικών παραστάσεων θα παρουσιαστεί σ’ αυτό τον άτυπο δεύτερο κύκλο του Φεστιβάλ Αθηνών στην Πειραιώς 260,  που ξεκινάει την ερχόμενη Παρασκευή 30/6, όπου και θα δούμε πολλές παραστάσεις που εντάσσονται στο πλαίσιο της πλατφόρμας Grape (Greek Agora of Performance). Παραστάσεις που έχουν κληθεί να δουν και αρκετοί διευθυντές ξένων φεστιβάλ, δημοσιογράφοι, κριτικοί, curators, με στόχο να ταξιδέψουν όσο περισσότερες από αυτές γίνεται στο εξωτερικό.

Ποιος ήταν ο άξονας των παραστάσεων αυτού του πρώτου κύκλου; Έντονη η παρουσία της σύγχρονης ιστορίας, των βιωματικών αφηγήσεων και μέσω αυτών του σχολιασμού κοινωνικών συμπεριφορών, της γυναικείας χειραφέτισης, των διαπροσωπικών σχέσεων, με τη μορφή θεατροποιημένου ντοκουμέντου εν πολλοίς. Οι ξένες παραστάσεις («Βίι» του Κιρίλ Σερεμπρένικοφ, «La obra» του Μαριάνο Πενσότι, «Τυφλός δρομέας» του Αμίρ Ρεζά Κουεστανί, «Οι εξομολογήσεις» του Αλεξάντερ Ζέλντιν, αλλά και το «Σχέδιο Μάρσαλ» της Νατάσας Τριανταφύλλη) πατούν σ’ αυτούς τους δρόμους, σχολιάζοντας λιγότερο ή περισσότερο επιτυχημένα σημαντικά σημεία της σύγχρονης ιστορίας. Ο Κρίστοφ Μαρτάλερ είχε έναν δικό του τρόπο και μια δική του γλώσσα να σχολιάσει τις παθογένειες των σύγχρονων κοινωνιών με ατόφιο θέατρο, ενώ ο Στάθης Λιβαθινός βάδισε σε εντελώς άλλον δρόμο, θεατροποιώντας δύο μεγάλα ποιητικά έργα, του Λόρδου Μπάιρον και της Μαρίνας Τσβετάγιεβα, για τον «Δον Ζουάν» και τον «Καζανόβα» αντίστοχα.

Ποιος φάνηκε να κέρδισε την ολόθερμη αποδοχή του ελληνικού κοινού; Ο Αργεντίνος Μαριάνο Πενσότι, που κατάφερε μ’ έναν τρόπο λιτό, έξυπνο και κυρίως θεατρικό να συμπυκνώσει μια τεράστια διαδρομή πολλών προσώπων και στιγμές της ιστορίας πολλών τόπων. Οι συναντήσεις με τους ξένους σκηνοθέτες στην Πειραιώς 260 θα ολοκληρωθεί με την παράσταση «Η λίμνη» σε σκηνοθεσία Ζιζέλ Βιεν, βασισμένη στο έργο του Ρόμπερτ Βάλζερ (19-20/7).

 

Αλεξάντερ Ζέλντιν: «Οι εξομολογήσεις» της μητέρας του

Κάναμε μερικά λεπτά μέχρι να  καταλάβουμε ότι η ώριμη κυρία που κατέβαινε αργά τα σκαλιά του Χώρου Δ στην Πειραιώς 260, την περασμένη Παρασκευή, ήταν ηθοποιός της παράστασης. Μπροστά μας η σκηνή ένας σχολικού θεάτρου, όπου μερικές έφηβες ετοιμάζονται για τη σχολική τους παράσταση και το χορό αποφοίτησης. Ανάμεσά τους η Άλις (που υποδύεται τη μητέρα του σκηνοθέτη), της οποίας τη ζωή αρχίζουμε να ξεφυλλίζουμε από τη δεκαετία του ’50 κα μετά. Η Άλις δεν περνάει στο πανεπιστήμιο, οι μικροαστοί γονείς της την πιέζουν να παντρευτεί τον Ναυτικό Δόκιμο που βρέθηκε στο διάβα της, κι εκείνη δεη μπορεί να αντιδράσει. Πάντα όμως ονειρεύεται και προσπαθεί να διεκδικήσει τις πανεπιστημιακές της σπουδές και την αγάπη της για την τέχνη. Ένας σύζυγος που της ψαλιδίζει τα όνειρα και τη χρησιμοποιεί ως αντικείμενο πόθου, ένας γάμος που δεν ευδοκιμεί, ένα προαναγγελθέν, σχεδόν, διαζύγιο και μια ευκαιρία για την Άλις να σπουδάσει και να βρει τον δρόμο της, ερχόμενη σε μετωπική σύγκρουση με τη μητέρα της.

Είμαστε πια στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, η Άλις γνωρίζει και την ποίηση που αγαπά και τη ζωή. Όπως γνωρίζει και τον βιασμό από ένα περιβάλλον που θαύμαζε και στο οποίο επιθυμούσε πάντα να είναι μέρος του. Οι σκηνές αλλάζουν, σαν να λιώνουν η μία μέσα στην άλλη, κι αυτή ήταν μία από τις σκηνοθετικές αρετές του Αλεξάντερ Ζέλντιν. Όχι όμως και ο ρυθμός της παράστασής του, που ήταν απελπιστικά αργός, σχεδόν σε real time και με ατέλειωτες σιωπές. Παρά τους εξαιρετικούς Βρετανούς ηθοποιούς, που έχουν μια ξεχωριστή υποκριτική παιδεία, παρότι είχε αρκετές δυνατές σκηνές, ο ρυθμός της παράστασης ήταν το μεγαλύτερο αγκάθι, και έδιωξε πολλούς από την αίθουσα, τουλάχιστον την ημέρα που την είδα. Παρότι η ιστορία της ΄Αλις συνεχίζεται, κι εκείνη συνεχίζει να προχωρά, να αλλάζει, να αναζητά, να διεκδικεί. Και ο κύκλος της ιστορίας της τελειώνει στο σχολικό θέατρο απ’ όπου ξεκίνησε, με τα παιδιά της πλέον δίπλα της, ανάμεσά τους και ο ηθοποιός που υποδύεται τον μελλοντικό σκηνοθέτη, με τα οποία κατάφερε να φτιάξει τη σχέση που δεν είχε εκείνη με τη μητέρα της. Μια προσωπική ιστορία, που είναι η ιστορία πολλών γυναικών, που εγκλωβίζονται παρά τη θέλησή τους σε πλαίσια που ακυρώνουν τις επιθυμίες τους… Παρά τις αδυναμίες της παράστασης, κι αυτό είναι το στοίχημα ενός Φεστιβάλ, δόθηκε η δυνατότητα στο ελληνικό κοινό να γνωρίσει έναν ακόμη νέο και επιτυχημένο σκηνοθέτη, τα θέματα που τον απασχολούν και τη σκηνική του γλώσσα.

 

Άστοχες επιλογές

Κι ενώ το Φεστιβάλ συνεχίζεται κανονικά, τις τελευταίες ημέρες παρατηρείται μια δυσλειτουργία (τουλάχιστον) σε ό,τι αφορά τους δημοσιογράφους ή τους κριτικούς που το παρακολουθούν. Γιατί από την παράσταση του Κρίστοφ Μαρτάλερ και μετά, αρκετοί ήταν εκείνοι που έλαβαν –την προηγούμενη μέρα ή ανήμερα της πρεμιέρας- e-mail το οποίο τους ενημέρωνε ότι το αίτημά τους για να παρακολουθήσουν την παράσταση δεν είχε γίνει δεκτό ή ενημερώνονταν προφορικά ότι η δυνατότητα δημοσιογραφικών προσκλήσεων ήταν μικρή και άρα κάποιοι έπρεπε να κοπούν. Το ίδιο συνέβη και με την παράσταση του Κουεστανί και το ίδιο ακούμε ότι πρόκειται να συμβεί και με την παράσταση του Παντελή Δεντάκη «Το ρόδο είναι ρόδο» (30/6-2/7). Παύει να είναι τυχαίο.

Μια κατάσταση που δεν φέρνει σε δύσκολη θέση μόνο τους ανθρώπους του Γραφείου Τύπου, που παγίως συνεργάζονται με δημοσιογράφους και κριτικούς, αλλά και τους ίδιους τους δημοσιογράφους ή κριτικούς, που αυτή η πρακτική τους εμποδίζει από το βασικό υλικό της δουλειάς τους, ενώ ανατρέπει και τον προγραμματισμό της δουλειάς τους, που ειδικά το καλοκαίρι, με τις μικρές διάρκειες των παραστάσεων, απαιτούνται γνώσεις μαθηματικών εξισώσεων για να συγκροτηθεί.  Αντιλαμβάνομαι ότι κάποιες αίθουσες μπορεί να αποδείχθηκαν μικρές για την ανταπόκριση του κοινού, αλλά οπωσδήποτε θα πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος ώστε να μην «κόβονται» άνθρωποι που για χρόνια κάνουν αυτή τη δουλειά. Τις επόμενες μέρες θα ξεκινήσει το Grape. Η παρουσία ξένων δημοσιογράφων, καλλιτεχνικών διευθυντών ή curators, θα εμποδίσει τους Έλληνες δημοσιογράφους να δουν κάποιες παραστάσεις; Πρέπει να βρεθεί μια λύση. Ίσως σε κάποιες περιπτώσεις που υπάρχει μεγάλη ζήτηση, να βλέπουν οι δημοσιογράφοι τη γενική δοκιμή.

Η εικόνα ενός φεστιβάλ είναι το σύνολο των παραγωγών που παρουσιάζει. Η συνολική εικόνα προσλαμβάνεται από την όσο δυνατόν πληρέστερη παρακολούθησή τους. Η αποσπασματικότητα στη θέαση, εκτός από άδικη καταλήγει να είναι και αντιεπαγγελματική για ανθρώπους που εδώ και πάρα πολλά χρόνια στηρίζουν και είναι παρόντες και παρούσες στο Φεστιβάλ Αθηνών.

Προηγούμενο άρθροΆιρις Μέρντοχ, «Τούτο το δαιμονοποιημένο προσκύνημα που λέγεται ζωή» (του Ηλία Καφάογλου)
Επόμενο άρθροΜάκης Θεοφυλακτόπουλος: Συνεχώς εν κινήσει  05.10.1939-24.06.2023

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ