Πατέρες και γιοί

0
631

 

 

Της Νίκης Κώτσιου.

Ο Πολ  Όστερ καταλογίζει στον πατέρα του Σαμ Όστερ ότι υπήρξε απόμακρος  και συναισθηματικά  απών. Η «Επινόηση της Μοναξιάς»(σε ωραία μετάφρασης της Σταυρούλας Αργυροπούλου, από τις εκδόσεις Μεταίχμιο) είναι  το πορτραίτο ενός μάλλον ψυχρού και ελάχιστα εκδηλωτικού πατέρα, που μετά δυσκολίας συμμετέχει στο βίο της οικογένειας και έχει τη δική του εσωτερική ζωή, που την κρατά μόνο για τον εαυτό του. Ωστόσο, ο αιφνίδιος θάνατος του Σαμ  Όστερ ωθεί τον Πολ να αναλάβει δράση για να διασώσει τον πατέρα του από τη λήθη, μολονότι ο Σαμ έζησε χωρίς σχεδόν ν’ αφήσει ίχνη πίσω του. Βιογραφώντας τον Σαμ Όστερ και ανασύροντας επώδυνες αναμνήσεις από το παρελθόν, ο Πολ ακτινογραφεί συγχρόνως και τον ίδιο τον εαυτό του μέσα από αισθήματα και συμπεριφορές, που, ώριμος πια, μπορεί να αποτιμήσει και να διυλίσει μέσα  από την  απόσταση που του εξασφαλίζει ο χρόνος.

Η «Επινόηση της Μοναξιάς»(1982) ,πρώτο πεζογραφικό βιβλίο του Πολ Όστερ, είναι μια καταβύθιση στον τόπο της μνήμης και της μοναξιάς, απ’όπου ο  συγγραφέας αντλεί υλικό για να φιλοτεχνήσει το πορτραίτο ενός αμφιλεγόμενου πατέρα. Όμως, μέσα απ΄αυτό το υλικό αποκτά και ο ίδιος συνείδηση όχι μόνο ως γιος αλλά και ως συγγραφέας. Το βιβλίο βιογραφεί τον πατέρα αλλά η βιογραφία αυτή γίνεται το προνομιακό μέσα για να αυτοβιογραφηθεί ο γιος και συγχρόνως να πολιτογραφηθεί συγγραφέας. Στο πρώτο μέρος (Πορτρέτο ενός αόρατου ανθρώπου), που είναι στενά (αυτο)βιογραφικό, κωδικοποιείται η συναισθηματική απουσία του πατέρα, μέσα από  την καθημερινότητα της οικογένειας  και τη διάδραση μεταξύ των μελών της. Στο δεύτερο μέρος(Το βιβλίο της μνήμης), ο Πολ Όστερ στοχάζεται και «συνομιλεί» με τους πνευματικούς μέντορές του, που ήρθαν να υποκαταστήσουν και να γεμίσουν με το έργο τους  το κενό που αναπόφευκτα  άφηνε ο δικός του πατέρας.

Από το πρώτο στο δεύτερο μέρος, παρατηρούμε ότι  η αφήγηση υφίσταται μια κρίσιμη μεταβολή. Αίφνης  μετατρέπεται από πρωτοπρόσωπη σε τριτοπρόσωπη αντανακλώντας την επιθυμία του συγγραφέα να δημιουργήσει απόσταση ανάμεσα στο συγγραφικό εγώ και τον εαυτό του έτσι ώστε να διερευνήσει καλύτερα την προσωπική του ιστορία συγχρόνως ως παρατηρητής και παρατηρούμενος. Αυτή η αντικειμενοποίηση του εγώ μέσα από την καθιέρωση του τρίτου προσώπου σε μια αφήγηση αυτοβιογραφική, επιτρέπει στο συγγραφέα μια καλύτερη και εποπτικότερη θέαση όχι μόνο του εαυτού αλλά και της ευρύτερης οικογενειακής ιστορίας που προσπαθεί να συναρμολογήσει και να ανασυνθέσει.

Στο κέντρο  της ιστορίας βρίσκεται ένα καλά κρυμμένο μυστικό, που ο Όστερ δε διστάζει να αποκαλύψει με λεπτομέρειες  σπάζοντας τον οικογενειακό κώδικα σιωπής. Μπροστά σ’ αυτό το αιματοβαμμένο μυστικό, δηλαδή τη δολοφονία του παππού του από τη γιαγιά του, ο Όστερ αποφασίζει να σπάσει την οικογενειακή παράδοση της επιμελούς αποσιώπησης και απώθησης και επιλέγει να το επαναφέρει στο προσκήνιο και να το μνημειώσει κάνοντάς το μέρος ενός βιβλίου. H αφηγηματοποίηση δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την υπέρβαση του τραύματος  και τη συμφιλίωση με την απώλεια. Το τραύμα, αφού γίνει αντικείμενο επεξεργασίας και ερμηνείας (κάθε αφήγηση δεν είναι παρά μία απόπειρα ερμηνείας ή επανερμηνείας), τοποθετείται οριστικά στο παρελθόν και αυτό αποτελεί ανακούφιση  αλλά και λύτρωση. Η «Επινόηση της Μοναξιάς» είναι ένα βιβλίο πάνω στην πατρότητα, που εκκινεί από το δολοφονημένο παππού, περνάει από τον συναισθηματικά απόντα πατέρα Σαμ Όστερ  και φτάνει μέχρι τον Πολ , που ανησυχεί μήπως η σχέση με το γιο του κλονιστεί ανεπανόρθωτα από τα όσα συνεπάγεται το διαζύγιο με τη γυναίκα του, νωπό ακόμα και επώδυνο  την εποχή που γραφόταν  το βιβλίο.

Η έννοια της πατρότητας στοιχειώνει το οστερικό σύμπαν και είναι μία από τις πάγιες εμμονές των πρωταγωνιστών του. Στην Τριλογία της Νέας Υόρκης ,σήμα κατατεθέν του οστερικού έργου, θα συναντήσουμε -καθόλου τυχαία- πολλά μοντέλα πατρότητας, που, καθώς ξετυλίγονται και αναπτύσσονται στις λεπτομέρειές τους, δίνουν ώθηση στην πλοκή και αποκαλύπτουν την ψυχοσύνθεση των ηρώων.   Στη Γυάλινη Πόλη, π.χ., πρωταγωνιστεί ο Κουίν, ένας συντετριμμένος πατέρας που έχει χάσει το μικρό του γιο και  μάταια προσπαθεί να συμφιλιωθεί με το χαμό. Περιδιαβάζει την πόλη και φτιάχνει σενάρια με το μυαλό του, σε μια προσπάθεια να ανακουφιστεί από τον πόνο που του προκαλεί η απώλεια.  Στη Γυάλινη Πόλη και πάλι, η εμβληματική ιστορία του Στίλμαν-γιου και του Στίλμαν-πατέρα εικονογραφεί  μια δυσλειτουργική, καταστροφική σχέση με τραγικά αποτελέσματα. Στα Φαντάσματα, γίνεται λόγος για έναν Γάλλο σκιέρ, που, μετά από χρόνια, ανακαλύπτει διατηρημένο μέσα στον πάγο το πτώμα του πατέρα του.

Στην  Επινόηση της Μοναξιάς, ένας ανομολόγητος φόβος στοιχειώνει τα αρσενικά της ιστορίας, φόβος απέναντι στη μητέρα, τη γυναίκα που δίνει ζωή αλλά και την καταλύει, που διαταράσσει και διαλύει σχέσεις και δεσμούς φέρνοντας τα πάνω κάτω. Η δολοφονική γιαγιά και στη συνέχεια η πρώην σύζυγος του συγγραφέα αναπαριστούν ένα ψυχρό και καταστροφικό θηλυκό, ικανό να φέρει ανά πάσα στιγμή τη διάλυση. Ο  Όστερ αναφέρεται στο παραμύθι του Πινόκιο, του ξύλινου αγοριού που γεννήθηκε κατευθείαν από τον πατέρα του και ανατράφηκε αποκλειστικά από αυτόν, χωρίς να λάβει τις φροντίδες και περιποιήσεις κάποιας μητέρας. Κάποια στιγμή ο Πινόκιο σώζει τον πατέρα του Τζεπέτο  αναλαμβάνοντας αυτός το ρόλο του προστάτη. Από γιός μεταβάλλεται σε σωτήρα , ένας καινούριος Αινείας που κουβαλά στους ώμους τον καταπονημένο Αγχίση. Κάπως έτσι αρθρώνεται το όραμα του συγγραφέα μέσα από  τη γενεαλογία  που επιχειρεί να γράψει. Διασώζοντας  τον πατέρα από τη λήθη, όπως ο Πινόκιο διασώζει τον Τζεπέτο από  το σκυλόψαρο, τον καθιστά αθάνατο και προετοιμάζει και τον εαυτό του να καταστεί αθάνατος δείχνοντας με τον τρόπο του τον ενδεδειγμένο δρόμο και στο δικό του γιο, τον Ντάνιελ. Δε χωρά αμφιβολία πως η Επινόηση της Μοναξιάς είναι ένα βιβλίο για την πατρότητα και για την πολύπλοκη σχέση πατέρα και γιου. Δεν είναι όμως μόνο αυτό.

Είναι συγχρόνως  κι ένα βιβλίο για την καλλιτεχνική δημιουργία και τη λειτουργία του συγγραφέα. Ο Πολ Όστερ διαρκώς επανέρχεται σε μια συνηθισμένη εμμονή του, στην εικόνα του δωμάτιου που περικλείει εντός του τον άνθρωπο που γράφει. Το σκοτεινό δωμάτιο σχεδόν καταπίνει τον ένοικό του, όπως το κήτος κατάπιε τον Ιωνά. Ωστόσο, η ιδιότυπη αυτή αιχμαλωσία είναι αναγκαία ώστε ο εγκλωβισμένος να απελευθερωθεί και να αναγεννηθεί πνευματικά  εξερευνώντας εντατικά τον εαυτό του μέσα στη μοναξιά. Το δωμάτιο, η κοιλιά του κήτους είναι η «μήτρα» που θα φέρει στον κόσμο έναν καινούριο άνθρωπο λυτρωμένο από τις αυταπάτες και τα κάθε λογής ψεύδη. Το σκοτεινό δωμάτιο θα γεννήσει τον συγγραφέα.  Ας θυμηθούμε τον Μπλου από την Τριλογία της Νέας Υόρκης. Βρίσκεται κλεισμένος μέσα σ’ένα δωμάτιο και προσπαθεί να  συντάξει τις αναφορές, που του έχει αναθέσει ο Μπλακ. Όταν απαλλαγεί από το ιδιόμορφο καθεστώς που τον υποχρεώνει να μένει στο δωμάτιο, έχει πια αποκτήσει πρόσβαση στην αλήθεια.

Ο Πολ Όστερ σημειώνει: «Η Επινόηση της Μοναξιάς είναι ένα βιβλίο για έναν άνδρα μόνο σ’ ένα δωμάτιο, και συγκεκριμένα για εμένα. Αυτό που συμβαίνει όταν είσαι μόνος είναι ότι καταλαβαίνεις πως εντός σου κατοικούν κι άλλοι. Εντός σου κατοικούν κι άλλοι, και εσύ υπάρχεις ως άτομο μόνο σε συσχετισμό με τους άλλους».

 

INFO: Paul Auster: Η επινόηση της μοναξιάς, μτφρ. Σταυρούλα Αργυροπούλου,σελ.304,                  εκδ.Μεταίχμιο

 

Προηγούμενο άρθροΜικρά κείμενα, μεγάλοι συγγραφείς
Επόμενο άρθροΣτην Ειρήνη Μαργαρίτη το Βραβείο Γιάννη Βαρβέρη

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ