Πατ Μπόραν: Η πρόκληση της ποίησης, να σκεφτόμαστε παγκόσμια και να ενεργούμε τοπικά (συνέντευξη στην Αγγελική Δημοπούλου)

0
346

 

                                                                     Συνέντευξη στην Αγγελική Δημοπούλου

Τα παιδιά των αλκοολικών
γίνονται εξαιρετικοί ηθοποιοί
σε διαλυμένα σπίτια, πληγωμένα σπίτια
μαθαίνουν από μικρή ηλικία
να εξαπατούν, να αποφεύγουν
την προσοχή, και όταν όλα τα άλλα αποτυχαίνουν
να δείχνουν θάρρος.

Η ποιητική συλλογή Από την άλλη του Ιρλανδού ποιητή Πατ Μπόραν κυκλοφορεί εδώ και λίγες ημέρες από τις εκδόσεις Βακχικόν.  Πρόκειται για ένα ποιητικό ταξίδι, όπου αφετηρία και προορισμός ταυτίζονται: είναι η ίδια η ποίηση. Ο Πατ Μπόραν ασχολείται με την ποίηση με κάθε τρόπο. Δυο φορές βραβευμένος (βραβείο ποίησης Patrick Kavanagh, βραβείο ιρλανδικής ποίησης Lawrence O’ Shaughnessy )έχει εκδώσει εννέα ποιητικές συλλογές καθώς επίσης και μια συλλογή διηγημάτων, ένα παιδικό βιβλίο, τη μελέτη Σύντομη Ιστορία του Δουβλίνου και μια χιουμοριστική αυτοβιογραφία. Έργα του έχουν μεταφραστεί στα Ιταλικά, τα Πορτογαλικά, τα Ουγγρικά και τα Μακεδονικά.

Έχει συντονίσει εργαστήρια συγγραφής σε όλη την Ιρλανδία, έχει εκπροσωπήσει τη χώρα του σε ευρωπαϊκά φεστιβάλ ποίησης και λογοτεχνίας, ενώ υπήρξε διευθυντής του ετήσιου Writer’s Festival του Δουβλίνου. Έχει κάνει ραδιοφωνική εκπομπή για την ποίηση, ενώ ασχολείται και με την κινηματογραφική ποίηση. Εκτός από ποιητής είναι και εκδότης. Ο εκδοτικός του οίκος Dedalus Press ειδικεύεται στην σύγχρονη Ιρλανδική ποίηση και παράλληλα εκδίδει ποιητές ποιητές απ’ όλο τον κόσμο σε αγγλική μετάφραση. Στη συνέντευξη που ακολουθεί, λοιπόν ο Πατ Μπόραν μιλά για την ελληνική έκδοση της συλλογής του Από την άλλη, κι… από την άλλη μιλά για ποίηση με κάθε τρόπο.

***

 

Η ποιητική συλλογή με τίτλο Then Again (Από την άλλη) είναι τώρα διαθέσιμη στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό. Θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας μερικές σκέψεις για το ταξίδι της δημιουργίας της;

Στα αγγλικά, η φράση Then Again υπαινίσσεται δεύτερες σκέψεις, επανεκτίμηση, αλλαγή άποψης. Αλλά υποδηλώνει επίσης ότι κάτι που συνέβη, ακόμη και πολύ καιρό πριν, τώρα συμβαίνει ξανά. Η ιστορία μπορεί να μην επαναλαμβάνεται ακριβώς, αλλά τα μοτίβα της εμφανίζονται συχνά αν ξέρουμε πώς να τα αναζητήσουμε. Αν και τα ποιήματα στην συλλογή Από την άλλη καλύπτουν ένα φάσμα από την Ιρλανδία έως την Ιταλία και την Ισλανδία, από προσωπικές αναμνήσεις έως παρατηρήσεις για έργα τέχνης σε μουσεία, είναι η αίσθηση μιας άμεσης γραμμής επικοινωνίας μεταξύ του παρελθόντος και του παρόντος, των εκπλήξεων και των αντηχήσεων της μνήμης, που ενώνει τα ποιήματα μαζί σε ένα βιβλίο.

Εάν έπρεπε να διαλέξετε ένα μόνο ποίημα από τη συλλογή σας, ποιο θα διαλέγατε και γιατί;

Το Από την άλλη ξεκίνησε με ένα ποίημα που γράφτηκε ως απόκριση σε δυο ελληνικά μικροσκοπικά ειδώλια που βρίσκονται στη συλλογή του Λεβέντειου Δημοτικού Μουσείου Λευκωσίας στην Κύπρο. Αυτό το ποίημα, το Stillness (Ακινησία) διερευνά το πώς η ιστορία δεν είναι μόνο κάτι το οποίο αναπολούμε, αλλά κάτι που μας βοηθά να κατανοήσουμε την παρούσα στιγμή. Στο ποίημα, δύο γυναικεία ειδώλια περιμένουν στη γη, στην πραγματικότητα για αιώνες, έως ότου περάσει η απειλή και μπορέσουν να επανέλθουν στο φως. Μικροσκοπικά και εύθραυστα, αλλά και εκπληκτικά ανθεκτικά, μου φάνηκαν άμεσα συνδεδεμένα με το πρόσφατο κίνημα #MeToo, με την ισχυρή αντίσταση εκείνων των οποίων την ευαλωτότητα εκμεταλλεύτηκαν άλλοι. Το ποίημα δεν αφορά τόσο πολύ το κίνημα #MeToo, αλλά έγινε εφικτό εξαιτίας του, προωθούμενο από αυτό.

Τα ποιήματά σας έχουν αφηγηματική και κινηματογραφική διάθεση. Επίσης, ο τόπος και η εικόνα παίζουν σημαντικό ρόλο στην γραφή σας. Θα ήταν ενδιαφέρον να μας πείτε μερικά πράγματα σχετικά με το πώς εμπνέεστε και πώς εργάζεστε πάνω σε ένα ποίημα…

Με λίγες εξαιρέσεις, με ελκύουν ποιήματα που είναι όσο το δυνατόν ακριβέστερα αναφορικά με τον φυσικό κόσμο, ποιήματα που μοιάζουν με χάρτες ή ντοκιμαντέρ για τα γεγονότα και τα μέρη που περιγράφουν. Πιστεύω ότι δεν υπάρχει κανένας καλός λόγος για να προσθέτουμε ασάφεια στον κόσμο, με την ελπίδα να βρούμε εκεί «ποίηση». Αντίθετα, πιστεύω ότι κάθε φορά που κάνουμε την προσπάθεια να απεικονίσουμε κάτι με ακριβή τρόπο, αντιπροσωπεύουμε επίσης την ιστορία του καθώς και την ιστορία εκείνων που έχουν έρθει σε επαφή μαζί του. Ο Πάμπλο Νερούδα έγραψε για «ακάθαρτα πράγματα», που σημαίνει πράγματα (εργαλεία, έπιπλα, αγαπημένα αντικείμενα) που αποκαλύπτουν κάτι για την ιστορία εκείνων που έχουν δουλέψει με αυτά. Τα αυλάκια σε ένα παλιό γραφείο μιλούν στην ανθρωπιά μας, τις ψυχές μας, με έναν τρόπο που ένα όμορφο καινούργιο γραφείο δεν κάνει ποτέ. Γι’ αυτό είναι σημαντικό να προσπαθούμε να συλλάβουμε τον κόσμο, κι όχι μόνο τις ιδέες, στα ποιήματα. Υπάρχει μια δεύτερη πτυχή σε αυτό: Εστιάζοντας όσο το δυνατόν σαφέστερα στις λεπτομέρειες μίας πόρτας, για παράδειγμα, έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε την πόρτα πραγματική και για τους άλλους (μια ηχώ των θυρών που έχουν γνωρίσει στη δική τους ζωή). Κάνοντας αυτή τη σημαντική σύνδεση, διευρύνουμε τις δυνατότητες του ποιήματος αντί να τις περιορίσουμε στην αυτοβιογραφία του συγγραφέα.

Για κάποιο λόγο δεν συνδέουμε πάντα την ποίηση με την ακρίβεια αλλά με το συναίσθημα. Φυσικά δεν υπάρχει κανένας λόγος που δεν μπορούμε να κάνουμε και τα δύο. Ούτε η ακρίβεια είναι ο εχθρός του συναισθήματος. Σκεφτείτε το έτσι: όταν αισθάνεστε κάποια συναισθηματική οδύνη και θέλετε να μιλήσετε σε κάποιον, δεν βοηθά όταν μπορείτε να περιγράψετε τα συναισθήματά σας με λεπτομέρεια; Αρχικά αγωνίζεστε να βάλετε λέξεις στο συναίσθημα, χρησιμοποιείτε γενική ή κοινή γλώσσα, ακόμη και διφορούμενη γλώσσα. Αλλά όταν λέτε επιτέλους κάτι συγκεκριμένο και ακριβές (και συχνά εκπλήσσετε τον εαυτό σας!), το σώμα σας, σας ενημερώνει για τη μικρή επιτυχία σας (με τρόμο, βήχα, δάκρυ) και ενθαρρύνεστε να προσπαθήσετε ξανά, για να προχωρήσετε περαιτέρω. Συχνά δεν ξέρουμε τι αισθανόμαστε, φυσικά, επειδή δεν μπορούμε να ακούσουμε τις σκέψεις μας καθαρά απέναντι στον θόρυβο του κόσμου. Στην ποίηση, επομένως, έχουμε τη δυνατότητα αυτοεξερεύνησης και πραγματικής διαπροσωπικής επικοινωνίας. Ποιος θα μπορούσε να αντισταθεί στον πειρασμό να προσπαθήσει να γράψει έστω κι ένα καλό ποίημα;

Ποιους ποιητές σας αρέσει να διαβάζετε; Θα λέγατε ότι έχετε συγκεκριμένες επιρροές είτε από τον χώρο της ποίησης, είτε από άλλες μορφές τέχνης;

Ενηλικιώθηκα ως ποιητής διαβάζοντας ανθρώπους όπως ο Μίροσλαβ Χόλουμπ, ο Μαρίν Σορέσκου και άλλους ποιητές της Ανατολικής Ευρώπης που (συχνά για πολιτικούς λόγους) είχαν αναπτύξει έναν πολύ διαφορετικό, έμμεσο τρόπο γραφής από αυτόν που συνηθιζόταν στην Ιρλανδία. Ο συμβολισμός, η μυθολογία, οι παράλληλες έννοιες και οι αντηχήσεις ήταν σε μεγάλο βαθμό μέρος της δουλειάς τους όπου η άμεση έκφραση ήταν πολιτικά επικίνδυνη. Η ιδέα ότι τα ποιήματα θα μπορούσαν να αντλήσουν τουλάχιστον μέρος της δύναμης τους από υπονοούμενη παρά περιγραφική γλώσσα ήταν μια αποκάλυψη για μένα. Στην εφηβεία και την δεκαετία των ’20 έπαιζα πολύ μουσική και με ενδιέφεραν ιδιαίτερα οι στίχοι των τραγουδιών, και πάλι για τον τρόπο που εξισορροπούν την πληροφορία με το συμπέρασμα. Νομίζω ότι το μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα αυτού του ενδιαφέροντος κατέληξε σε μία πεποίθηση ότι μεγάλο μέρος της δύναμης των ποιημάτων προέρχεται από τους ήχους τους, από τον τρόπο με τον οποίο οι ρυθμοί τους αναδιατάσσουν τις λέξεις και τις ιδέες για να τις κάνουν αξιομνημόνευτες. Διαβάζοντας ποιητές σε μετάφραση (Καβάφη, Νερούδα, για παράδειγμα) όταν ο αρχικός ήχος και ρυθμός έχει σχεδόν τελείως χαθεί, ή διαβάζοντας ποιητές όπως η Έμιλι Ντίκινσον για την οποία ο ήχος και ο ρυθμός είναι σχεδόν τα πάντα, είναι συναρπαστικό και διδακτικό. Και, φυσικά, μου θυμίζει ότι, στο τέλος, είναι ο αναγνώστης, ο ακροατής, που κάνει το ποίημα να συμβεί, που δίνει σε αυτούς τους ήχους και ρυθμούς το χώρο να ακουστούν ή να φαντασιωθούν.

Έχετε δημιουργήσει κινηματογραφική ποίηση (film poetry). Τι σας παρακίνησε να εργαστείτε με αυτόν τον τρόπο απόδοσης της ποίησης;

Νομίζω ότι η ποίηση και το φιλμ έχουν πολλά κοινά. Η εικόνα είναι κεντρική και για τα δυο φυσικά και, πολύ συχνά, ο ήχος. Αλλά πάνω απ ‘όλα και τα δυο προσκαλούν το κοινό σε ένα χρονικό ταξίδι στο οποίο όχι μόνο η εικόνα και ο ήχος, αλλά και η αλληλουχία της εικόνας και του ήχου, είναι θεμελιώδες στοιχείο. Για πολλούς ποιητές, συμπεριλαμβανομένου του εαυτού μου, τα αυτοβιογραφικά στοιχεία είναι συχνά ένα σημείο εκκίνησης για τα ποιήματα: κάποιος βιώνει κάτι ή βλέπει κάτι και σκέφτεται ότι αυτό οδηγεί στις απαρχές ενός ποιήματος. Αλλά ένα ποίημα, όπως μια ταινία, ζωντανεύει πραγματικά μόνο όταν ξεπερνά τις αρχικές πληροφορίες που επιδιώκει να μεταφέρει. Ένα έργο τέχνης πρέπει να εκπλήξει τον δημιουργό του. Επομένως, προσπαθώντας να κάνω κινηματογραφική ποίηση, δεν ψάχνω απλώς να παρουσιάσω τα ποιήματα σε άλλη μορφή, αλλά να φτιάξω κάτι νέο που περιλαμβάνει τις λέξεις του αρχικού ποιήματος. Και, βρίσκω, ότι αυτό που με προσελκύει περισσότερο είναι ο ρυθμός, το να είμαι σε θέση να παίζω με την εικόνα, τις λέξεις και την μουσική, όλα ταυτόχρονα και να τα κάνω να αναπτύξουν τον δικό τους διάλογο γύρω από το αρχικό θέμα του ποιήματος. Αυτό ήταν μια αποκάλυψη για μένα. Είναι αλήθεια επίσης ότι, στον 21ο αιώνα, οι περισσότεροι από εμάς είδαμε πολύ περισσότερες ταινίες και τηλεοπτικές εκπομπές από ό, τι έχουμε διαβάσει βιβλία ποίησης. Νομίζω ότι πολλοί από εμάς έχουμε απορροφήσει την κινηματογραφική γλώσσα και, στην πραγματικότητα, νιώθουμε πιο άνετα να πειραματιστούμε κινηματογραφώντας από ότι γράφοντας μόνο. Υπάρχουν λοιπόν νέες δυνατότητες, να πάρεις ένα ποίημα και να φανταστείς ποιες εικόνες θα δούλευαν με αυτό, ή (όπως μου αρέσει ακόμη περισσότερο) να δημιουργήσεις ένα ποίημα και μία ταινία ταυτόχρονα, έτσι ώστε και τα δυο να εμφανίζονται μαζί,  «in situ» (επί τόπου). Εκτός από όλα τα άλλα, αυτός είναι ένας πολύ πιο συναρπαστικός τρόπος γραφής από το να γράφεις σε ένα γραφείο!

Εκτός από ποιητής, είστε επίσης εκδότης που ειδικεύεται στην ιρλανδική ποίηση. Θα λέγατε ότι τα μεγάλα κοινωνικοπολιτικά ζητήματα της εποχής και η πανδημία επηρεάζουν τη σύγχρονη ιρλανδική ποίηση; Και σε ποιο βαθμό επηρέασαν τη δική σας γραφή;

Νομίζω ότι η δύναμη της ποίησης είναι συχνά να βλέπει τα πράγματα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο και όχι, όπως κάνει η δημοσιογραφία, να περιγράφει τα πράγματα  άμεσα. Ήδη έχουν γίνει πολλές δημοσιεύσεις, στην Ιρλανδία και αλλού, για αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «πανδημική ποίηση». Πολλές από αυτές μοιάζουν με κακές απομιμήσεις τηλεοπτικών και διαδικτυακών αναφορών, κόβοντας και επικολλώντας τις ατελείωτες ροές πληροφοριών που όλοι μας πρέπει κάπως να αντιμετωπίσουμε τώρα. Τα πιο επιτυχημένα ποιήματα, νομίζω, αγωνίζονται να διατηρήσουν μια προσωπική προοπτική εν μέσω τόσων οικουμενικών κακών ειδήσεων. Τεκμηριώνουν όχι μόνο τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα (την πανδημία, την κλιματική αλλαγή, τις διεθνείς συγκρούσεις…), αλλά και τις πολύ πιο μικρές και πιεστικές ανησυχίες που αντιμετωπίζουμε όλοι κάθε μέρα (εύρεση τροφής, αγάπης, ησυχίας, ύπνου). Η πρόκληση για την ποίηση, όπως ίσως για όλη την τέχνη, είναι να ασχολείται με τον κόσμο, αλλά να μην καταναλώνεται από τα ρεύματα και τις παλίρροιες καθώς ξεβράζονται. Και πάλι αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους είναι συχνά χρήσιμο και διδακτικό να κοιτάζουμε πίσω σε άλλες εποχές, προκειμένου να ρίξουμε μια ματιά στην αληθινή φύση των δυνάμεων που επηρεάζουν τη δική μας.

Η πρόσφατη δουλειά μου, αρκετή σε κινηματογραφικά και ακουστικά πρότζεκτ, αφορά κυρίως στο άμεσο περιβάλλον μου, μέρη που επισκεπτόμουν συχνά ή επίσης συχνά παρέβλεπα, και τα οποία εξερευνώ τώρα ξανά σα να είναι η πρώτη φορά. Εκτός από το είδος της «πανδημικής ποίησης», νομίζω ότι υπάρχει μια άλλη ισχυρή εκδοχή που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «τοπικό» ποίημα. Με αυτό εννοώ ένα ποίημα που προκαλείται από μία συνάντηση με κάτι κοντινό και ίσως οικείο. Στα χειρότερά του, το τοπικό ποίημα μπορεί να είναι μία πλήρης οπισθοχώρηση από τον κόσμο, ένας απλός διάκοσμος ή περιέργεια. Αλλά στα καλύτερά του, το τοπικό ποίημα επικεντρώνεται σε κάτι που αποδεικνύεται ότι έχει καθολική σημασία και συνάφεια. Αυτό που ο Γουίλιαμ Μπλέικ ονόμασε «Παράδεισο σε έναν κόκκο άμμου». Αυτή ήταν πάντα η πρόκληση της ποίησης, όπως τώρα είναι η οικολογική συνειδητοποίηση και δράση και πολλά άλλα. Να σκεφτόμαστε παγκόσμια και να ενεργούμε τοπικά.

Πατ Μπόραν, Από την άλλη, μτφρ. Στέργια Κάββαλου, Βακχικόν

Βρες το εδώ

Προηγούμενο άρθροΔυσφορεί η νύχτα – διπλή κριτική (γράφουν οι Δήμητρα Ρουμπούλα, Δέσποινα Παπαστάθη)
Επόμενο άρθροΗ λογοτεχνία στο σχολείο: ένα ακόμα “μάθημα”; (του Αλέξιου Μάινα)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ