του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου
Η πρώτη έκδοση ποιημάτων του Τάκη Παπατσώνη ήταν το 1934 με την Εκλογή Α.΄ Προηγήθηκε η δημοσίευση της πρώτης ελληνικής μετάφρασης της Έρημης Χώρας του Έλιοτ στο περιοδικό Κύκλος με τίτλο Ερημότοπος. Το 1944 ο Παπατσώνης δημοσίευσε την ποιητική συλλογή Ursa Minor. Ακολούθησε η Εκλογή Β΄ (1962), κι εκεί τέλειωσαν τα ποιητικά του βιβλία. Περιορίστηκε, όμως, μόνο σε αυτά η ποίησή του;
Ο Βασίλης Μακρυδήμας ανήκει στους ερευνητές που προκάλεσαν το σύγχρονο ενδιαφέρον για τον Παπατσώνη με το βιβλίο του Στον αστερισμό των αντιθέσεων. Ο κριτικός και δοκιμιογράφος Τ.Κ. Παπατσώνης (Gutenberg, 2021), βγάζοντας από την αφάνεια (ας την ομολογήσουμε) έναν ποιητή ο οποίος διακρίθηκε στον καιρό του αναλόγως και στο πεδίο της κριτικής και της δοκιμιογραφίας. Εμπλουτίζοντας με πρωτοφανείς πόρους το αραιό ακόμη τοπίο των αρτιγέννητων παπατσωνικών σπουδών, ο Μακρυδήμας έρχεται τώρα να συνεχίσει τις ανασκαφές του με τα Άπαντα τα ευρεθέντα (Librofilo, 2022). Η δουλειά του δεν εκπροσωπεί παρά την κοπιώδη συγκέντρωση των ποιημάτων τα οποία άφησε εκτός των ποιητικών του βιβλίων ο Παπατσώνης. Ο ερευνητής έχει ανασκαλέψει πλήθος από περιοδικά και εφημερίδες του 20ου αιώνα, όπου ο Παπατσώνης πρωτοστάτησε ως ποιητής, κριτικός, δοκιμιογράφος και μεταφραστής, με μια ποιητική σοδιά η οποία, αν πρόκειται να τη μετρήσουμε με αριθμούς, μεταφράζεται σε εξήντα επτά ποιήματα. Ας προσθέσουμε εδώ άλλα είκοσι οκτώ, προερχόμενα μεταθανάτιες δημοσιεύσεις του, καταχωρημένες στο αρχείο του.
Με τη φιλολογική επιμέλεια, την πυκνή και διεισδυτική εισαγωγή και τον εξαντλητικό σχολιασμό των ποιημάτων στο επίμετρό του, ο Μακρυδήμας δείχνει την ποιητική τροχιά την οποία θα διαγράψει ο Παπατσώνης από την πρώτη του δημοσίευση, το 1911, όταν βρισκόταν ακόμη σε εφηβική ηλικία, μέχρι την ωριμότητα και την καθιέρωσή του, όσο πρόλαβε να καθιερωθεί. Να σημειώσω πως ο επιμελητής συσχετίζει πάντοτε τα εκτός συλλογών ποιήματα με τα εντός, καταλήγοντας σε διαφωτιστικά συμπεράσματα και να υπογραμμίσω πως το σημαντικότερο χαρακτηριστικό της συγκομιδής είναι το ότι τα ποιήματα που έμειναν έξω από τις συλλογές του Παπατσώνη δεν αποτελούν περιφερειακά στοιχεία της ποιητικής του τέχνης, περιστασιακές δοκιμές ή άτυχα και αδιάφορα στιγμιότυπα της διαδρομής της, αλλά παραμέτρους που δείχνουν, με την άρθρωση και την πορεία τους μέσα στον χρόνο, έναν τεχνίτη υψηλών προδιαγραφών, ακόμα κι αν ο ίδιος αποφάσισε (δεν θα μάθουμε ποτέ το γιατί) να μην τα εντάξει στα εγκεκριμένα βιβλία του. Και εδώ δεν πρόκειται μόνο για τον πρώιμο μοντερνισμό και την ελευθερόστιχη περπατησιά του, αλλά για μια σειρά πολλαπλών παραγόντων: εφαρμογή όχι μόνο του ελεύθερου στίχου, αλλά και αναμέτρηση (τουλάχιστον για ένα διάστημα) και με την προσωδία μέσω τροχαίων και ιάμβων` πολύστιχα ποιήματα με συχνά εμφανή τον αφηγηματικό τους χαρακτήρα, δίχως παρόλα αυτά κενά στην οικονομία της αφήγησης ή παραχωρήσεις στον παρατακτικό λόγο` πληθώρα λογοτεχνικών πηγών, από Σαίξπηρ, Πόε, Έλιοτ και καθαρή ποίηση ή γαλλικό συμβολισμό μέχρι την αρχαιοελληνική και τη λατινική γραμματεία`, πληθώρα επίσης φυσικών εικόνων και μουσικών ακουσμάτων (ξεχωρίζουμε εύκολα τη σπασμένη ή και διαμελισμένη προσωδία ακόμα και εντός του πλέον ριζοσπαστικού ελευθερόστιχου φρονήματος)` πάμπολλες –εννοείται- θρησκευτικές επικλήσεις και ισόποσες αναγωγές στο πλέγμα των χριστιανικών τελετουργιών (Πεντηκοστή, Θεοφάνια, Ανάσταση, Χριστούγεννα), όπου εκείνο το οποίο επικρατεί, μαζί με τη διατράνωση (καλύτερα να πω την έκσταση) της πίστης, είναι η έγνοια για την καλλιτεχνική έκφραση` τέλος, μίξη λαϊκής και λόγιας γλώσσας, όπου ο Παπατσώνης αποφεύγει να εγκλωβιστεί στη μια πλευρά ή στην άλλη, όπως δεν συναινεί και στο να παγιδευτεί μεταξύ παράδοσης και νεωτερικότητας.
Αν παρακολουθήσουμε τα ίδια ποιήματα με κριτήριο την υπό την ευρεία έννοια πολιτική τους τροχιά, τότε θα βρούμε έναν Παπατσώνη ο οποίος δεν ανεβάζει ποτέ τους εθνικούς τόνους – απλώς συντάσσεται με το πάνδημο αίσθημα κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους και πριν από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ή ανακαλύπτει το βάρος του γενέθλιου τόπου όταν μιλάει για την άγνωστή του Μεσσηνία. Προσπαθεί επιπροσθέτως ο ποιητής να μην καταπλακωθεί από τις δύο παρατάξεις κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου ενώ επικρίνει τους δικτάτορες μεσούσης της χούντας, καταφεύγοντας στα χριστιανικά σύμβολα.
Δοκιμάζοντας στις αρχές του 21ου αιώνα να μελετήσω την Ursa Minor χρησιμοποίησα τον όρο «ποιητική ουτοπία» και χαίρομαι που τα εξαγόμενα του Μακρυδήμα από τη μελέτη των «εκτός» ποιημάτων του Παπατσώνη, πολλώ δε μάλλον που τα τελευταία καλύπτουν το σύνολο του ποιητικού του βίου, καταλήγουν σε παρόμοιο σημείο. Ο Παπατσώνης δεν είναι μόνο ο θρησκευτικός ποιητής που ξέρουμε ή μάλλον δεν είναι θρησκευτικός μα μεταφυσικός ποιητής. Η λατρεία του για τη φύση, ένα είδος παγανιστικών συγκοινωνούντων δοχείων, όπου τα πάντα επικοινωνούν μυστηριακά με τα πάντα (το θείο και το κοσμικό η το επουράνιο και το γήινο σε μια διαρκή εναλλαγή φωτός και σκότους), οι υπαρξιακές δονήσεις της πίστης του και ο διάχυτος, βιταλιστικά ακατάβλητος λυρισμός του (από τέτοιες ενδείξεις είχα συναγάγει από τη μεριά μου την «ποιητική ουτοπία») οδηγούν, για να το διατυπώσω με τους όρους του Μακρυδήμα, σε «μια ποίηση που δεν γονιμοποιείται μόνο από τη χριστιανική πίστη αλλά και από έναν φυσιοκρατικό λυρισμό και έναν αισθησιακό μυστικισμό». Ας το κρατήσουμε αυτό το τελευταίο ως κεφάλαιο και υποθήκη για όσες συζητήσεις εικάζω και ελπίζω ότι θα εγείρουν τα Άπαντα τα ευρεθέντα.
Τ.Κ. Παπατσώνης, άπαντα τα μη ευρεθέντα, Βασίλης Μακρυδήμας (επιμ), librofilo &co