της Κατερίνας Καρατάσου (*)
Σε κείμενο της κεμπεκιανής Élise Gravel και εικονογράφηση της γαλλίδας Magali le Huche, κυκλοφόρησε πρόσφατα η απολαυστική Φυλή των Βρομύλων (Βραβείο The White Ravens 2018, εκδόσεις «Μικρή Σελήνη»).
1938, Γαλλία. Μια ομάδα παιδιών ζει κοινοβιακά στη φύση, έχοντας καθιερώσει μια ολόδική τους οικοτοπία χωρίς ενηλίκους, δίπλα σ’ ένα ποτάμι και κοντά σε ένα κουφάρι αεροπλάνου. Κάπου πιο μακριά υπάρχει ένα χωριό με το ορφανοτροφείο του και η πιο κοντινή πόλη πρέπει να είναι η Τουλούζη. Τι σχέση έχουν με το αεροπλάνο, δεν μαθαίνουμε. Ωστόσο η λεπτομέρεια σε ένα καλό βιβλίο ποτέ δεν στερείται αφηγηματικής αξίας. Μήπως κάποια πτήση πήγε στραβά και τα παιδιά είναι οι μόνοι επιζώντες; Δεν θα είχαν τη λογοτεχνική πρωτιά, ασφαλώς… Πάντως τα παιδιά της φυλής των Βρομύλων ζουν αρμονικά μεταξύ τους, χτίζοντας επιπλέον μια πράσινη ευτοπία. (Εκείνα πάλι που επέζησαν στο διάσημο λογοτεχνικό αεροπορικό ατύχημα του William Golding, η «φυλή των κυνηγών», επιδίδονται σε πράξεις απύθμενης βαρβαρότητας, ενώ ήδη στην αρχή της σκοτεινής ιστορίας τους καταστρέφουν μέρος του δάσους που υπάρχει πάνω στο νησί και μέχρι να τελειώσουν με αυτό δεν έχει μείνει και πολύ πράσινο. Αλλά, βέβαια, η ιδέα μιας «φυλής Βρομύλων» των Élise Gravel και Magali Le Huche προσεγγίζεται από τη σκοπιά του 2021 ενώ η «φυλή των κυνηγών» του Golding διαμορφώνεται με πολύ νωπή τη φρίκη του Β΄ Π. Π. και την απειλή της ατομικής ολοκληρωτικής καταστροφής.)
Το βέβαιο είναι ότι τα παιδιά δεν έχουν γονείς, αποφεύγουν πάση θυσία το ορφανοτροφείο του χωριού και τα καταφέρνουν περίφημα. Τόσο η αφήγηση όσο και η εικονογράφηση δίνουν πολλές λεπτομέρειες για τον τρόπο ζωής τους, στο πρώτο, περιγραφικό μέρος του βιβλίου.
Οι Βρομύλοι (έτσι τους αποκαλούν οι μεγάλοι), μαέστροι ενός κομματάκι σκανδαλώδους στην αντι-παραγωγική λειτουργία του αλλά πάντως ευρηματικού αειφόρου στυλ, έχουν μάθει να βρίσκουν καθαρό νερό και να ανάβουν φωτιά, μεταποιούν τα σκουπίδια και τα άχρηστα αντικείμενα των ενηλίκων, ανακαλύπτουν νέες χρήσεις τους, ψαρεύουν, τρώνε φρούτα, κοιμούνται πάνω στα δέντρα σε κρεβατάκια που μοιάζουν με φωλιές πουλιών ή στο έδαφος σε σκηνές φτιαγμένες από “άχρηστα” υφάσματα, δεν φοβούνται το σκοτάδι ή τη φύση, τα πάνε εξαιρετικά με τα ζώα (το νερόφιδο, σε αυτό τον παραδεισένιο θύλακα, κάνει παρέα με τη Λούσυ, χαδιάρικα τυλιγμένο στον λαιμό της), είναι αγόρια και κορίτσια μαζί, δεν φαίνεται να έχουν πολύ αυστηρές ιεραρχικές σχέσεις (η αρχηγός τους, πάντως, που «δεν της φαίνεται», καθότι λιλιπούτεια είναι μια απίθανη κοκκινομάλλα, η Φανέτ Ντυκού), μαθαίνουν μέσα από το περιβάλλον τους (είναι ενδεικτικό ότι κατακτούν, κλέβουν την ανάγνωση για να «αποκρυπτογραφήσουν» τις ταμπέλες πεταμένων συσκευασιών με πατατάκια), κυκλοφορούν τελείως γυμνά και δεν κάνουν μπάνιο ποτέ μα ποτέ!
Η ξενάγηση στην οικοτοπία των παιδιών ολοκληρώνεται με το μοτίβο της κρίσης που αποσοβήθηκε και περνάμε στο δεύτερο μέρος του βιβλίου που έχει αφηγηματικό χαρακτήρα. Τέσσερα χρόνια πριν, η φυλή των Βρομύλων και ο κοινοβιακός τρόπος ζωής τους είχε απειληθεί με αξιώσεις από την Υβόν Καρέ· τη διευθύντρια του ορφανοτροφείου και ορκισμένη αντίπαλο και διώκτρια των παιδιών που δεν έχουν «άψογη συμπεριφορά» κι ακόμη περισσότερο των βρόμικων παιδιών. Η Υβόν μηχανορραφεί, παγιδεύει τα παιδιά με το δόλωμα ενός πάρτι με μια πανδαισία γλυκών και άλλων λιχουδιών, τα οδηγεί σε μια μηχανή δικής της σύλληψης και κατασκευής για να τα απολυμάνει, να τα αναμορφώσει και να τα επιστρέψει φρόνιμα και τακτικά στους κόλπους της πολιτισμένης και ευπρεπούς κοινωνίας. Η Φανέτ Ντυκού, όμως, σαν σύγχρονη Γκρέτελ, καταστρέφει το φρικαλέο μηχάνημα και παγιδεύει αυτή τη φορά τους ενηλίκους, την Υβόν Καρέ και τους άλλους κατοίκους του χωριού που στάθηκαν απέναντί τους. Η ιστορία κλείνει με ένα σπαρταριστό λαϊκό δικαστήριο (που αποδίδεται αφηγηματικά με τη μορφή κόμικ). Η αρχηγός των Βρομύλων-δικαστίνα πείθει τους πάντες εκτός από την Υβόν για την ορθότητα των παιδικών τρόπων, ενώ μια αστραπιαία συνεδρία ψυχικής θεραπείας της Υβόν από την τετραπέρατη Φανέτ συμφιλιώνει και την ιδιότροπη διευθύντρια με την ιδέα της φυλής των παιδιών και την παιδικότητα μέσα της. Τέλος καλό όλα καλά, μαθαίνοντας ότι οι Βρομύλοι επιτρέπουν πλέον κάποιες επισκέψεις ενηλίκων στο κοινόβιό τους, όταν νοσταλγούν το παιχνίδι κι ένα καλό λασπόλουτρο!
Η εύθυμη, ρυθμική και επικοινωνιακή γλώσσα, ο επιτυχημένος συνδυασμός των περιγραφικών με τα αφηγηματικά και τα διαλογικά μέρη, το πλούσιο σε λεπτομέρειες αφηγηματικό σύμπαν που θα ενθουσιάσει τα παιδιά και θα τους δώσει ένα σωρό λαβές για εκτόνωση και γέλιο με την ψυχή τους (αυτό το θεραπευτικό γέλιο, που τόσο χρειάζονται τα παιδιά μικρής ηλικίας), οι χωνεμένες διακειμενικές αναφορές του λεκτικού και του εικαστικού κειμένου, η πανέμορφη γραμματοσειρά που θυμίζει καλλιγραφικά γράμματα παιδικού τετραδίου, η θεαματική εικονογράφηση με την ποικιλία των πλάνων και τα πανέμορφα χρώματα, την ευγενική και χωρίς δράμα απεικόνιση διαφορετικών γυμνών σωμάτων (αγόρια, κορίτσια, παχουλά παιδιά, κοκκαλιάρικα, ψηλά, κοντά, διαφόρων φυλών κ.λπ.– όλα όμορφα!), τη δυναμική των μορφών με την κίνηση του παιχνιδιού, του χορού, της πόζας, των φυσικών αναγκών, της μέριμνας για την επιβίωση, η ίδια η αισθητική του βιβλίου στην υλικότητά του (μέγεθος και χαρτί) είναι ορισμένες μόνο από τις αρετές της Φυλής των Βρομύλων.
Ένα βιβλίο έξυπνο χωρίς ίχνος λογιοσύνης, πλούσιο και ξεκαρδιστικό. Με λίγα λόγια, ένα βιβλίο “γαλλικό”! Έρχεται να δροσίσει με την παιχνιδιάρα και διαβασμένη ασέβειά του τα ράφια της παιδικής μας βιβλιοθήκης που έχουν αρχίσει να στενάζουν από το βάρος των (ευπρεπών αλλά ενίοτε ανώδυνων) κακών που ανένηψαν.
ΥΓ. Κι αν κάποιος ανησυχήσει μήπως τα παιδιά πάρουν το κακό παράδειγμα κι αρχίσουν να τρέχουν από εδώ κι από εκεί άπλυτα και ξεβράκωτα, ας διαβάσει το πιο κάτω παράθεμα από το καταπληκτικό παιδικό αστυνομικό μυστήριο, Η πιο ωραία ιστορία, της Μιράντας Βατικιώτη, το πρώτο της σειράς «Η συμμορία με τις μπλε κάλτσες», μήπως κι η νεαρή ηρωίδα του βιβλίου έχει ένα δίκιο:
Κλείνετε τα μάτια σας με τρόμο και σκέφτεστε τι θα γινόταν αν λέγαμε πάντα στα παιδιά ναι. Φαντάζεστε τον πλανήτη κατεστραμμένο από μπάλες που θα έχουν σπάσει τα πάντα, όλα λερωμένα, μουτζουρωμένα τα δάση και οι γαλαξίες με ανεξίτηλο μαρκαδόρο, φωνές κάθε μεσημέρι και κανένας να μην κοιμάται, βρόμικα ρούχα, βρόμικα παπούτσια, βρόμικα κασκόλ, δόντια όχι απλώς βρόμικα, αλλά χαλασμένα, όλοι παχύσαρκοι από τα πολλά γλυκά, τα σχολεία καμένα και οι δάσκαλοι φυλακισμένοι σ’ ένα νησί σε άλλο σύμπαν, παντού παιδιά να βλέπουν τηλεόραση, να παίζουν με κινητά και τάμπλετ και βίντεογκέιμς με πολύ βίαια παιχνίδια και μετά να βγαίνουν στον δρόμο και να δέρνουν άλλα παιδιά, γιατί θα έχουν γίνει βίαια, παντού βρόμικα νύχια, κομμένα στραβά. Λοιπόν, εάν φανταστήκατε έτσι τον κόσμο όπου τα παιδιά είναι ελεύθερα να κάνουν ό,τι θέλουν, τότε κλείστε αμέσως αυτό το βιβλίο και μην το ξαναδιαβάσετε, γιατί εδώ, στις ιστορίες μου, υπάρχουν παιδιά που, όταν τους λες ναι, κάνουν σπουδαία πράγματα. (Βατικιώτη, 2019: 10)
(*) Η Κατερίνα Καρατάσου είναι Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Frederick
Βρες τα αναφερόμενα βιβλία παρακάτω:
- Gravel, Élise (2021). Η φυλή των Βρομύλων. Εικον. Magali Le Huche. Μτφρ. Χέντβιγκ-Μαρία Καρακούδα & Σταμάτης Ντογραματζής. Αθήνα: Μικρή Σελήνη
- Golding, William (2016 / 1954). Ο άρχοντας των μυγών. Μτφρ. Ρένα Χατχούτ. Αθήνα: Καστανιώτης
- Βατικιώτη, Μιράντα (2019). Η πιο ωραία ιστορία. Σειρά «Η συμμορία με τις μπλε κάλτσες». Εικον. Δημήτρης Πανταζής. Αθήνα: Αίολος