Παγκόσμιο αστυνομικό – 18 προτάσεις από την Ιταλία (του Μάρκου Κρητικού)

0
1924

 

του Μάρκου Κρητικού

 

«Όχι! Η Μαφία σκοτώνει δημοσιογράφους, όχι μυθιστοριογράφους!».                              Αντρέα Καμιλλέρι (Όταν ρωτήθηκε αν φοβήθηκε ποτέ την αντίδραση των μαφιόζων σε όσα τους καταμαρτυρεί στα βιβλία του).

 

Συνεχίζουμε την παρουσίαση του Παγκόσμιου Αστυνομικού Μυθιστορήματος με την εισαγωγή 18 εξαιρετικών Ιταλών πεζογράφων.

 

Μετάφραση: Δήμητρα Δότση

Οκτάνα (2021)

σελ. 240

Ο Αουγκούστο ντε Άντζελις, Ιταλός συγγραφέας αστυνομικών ιστοριών και δημοσιογράφος με αντιφασιστική δράση –για την οποία και φυλακίστηκε–, θεωρείται σήμερα ο πατέρας της ιταλικής αστυνομικής λογοτεχνίας και ένας από τους πρωτεργάτες του μεσογειακού νουάρ. Η δολοφονία του τραπεζίτη είναι το πρώτο μυθιστόρημα, από τα δεκαπέντε περίπου της σειράς που έγραψε τις δεκαετίες του ’30 και του ’40, με πρωταγωνιστή τον επιθεωρητή Ντε Βιντσέντζι, της Αστυνομικής Διεύθυνσης του Μιλάνου. Ο ευαίσθητος και ανθρώπινος ντετέκτιβ, που διαβάζει Πόε και Φρόυντ και όνειρό του ήταν να γίνει ποιητής, δεν βασίζει την αστυνομική έρευνα σε κάποια ευφυή συλλογιστική μέθοδο ή στην ενδελεχή εμπειρική έρευνα αλλά στην ψυχολογική διαίσθηση και την αναζήτηση των κινήτρων της εγκληματικής πράξης μέσα από την εις βάθος κατανόηση της ψυχοσύνθεσης των υπόπτων, στοιχεία που του έδωσαν το προσωνύμιο «Ιταλός Μαιγκρέ» για τις ομοιότητες της μεθόδου του με αυτή του θρυλικού ήρωα του Ζορζ Σιμενόν.

Στη διάρκεια της νυχτερινής βάρδιας, ο Ντε Βιτσέντζι δέχεται στο γραφείο του την απρόσμενη επίσκεψη του Τζανέτο Αουρίτζι, παλιού συμμαθητή του στο κολέγιο. Ενώ προσπαθεί να ανιχνεύσει τους λόγους της νυχτερινής επίσκεψης και την αινιγματική συμπεριφορά του φίλου του, ενημερώνεται τηλεφωνικά ότι στο σπίτι του Αουρίτζι, βρίσκεται δολοφονημένος ο τραπεζίτης Γκαρλίνι. Την έρευνα αναλαμβάνει ο Ντε Βιτσέντζι και όλα τα στοιχεία οδηγούν στην αδιαμφισβήτητη ενοχή του Αουρίτζι. Ο έμπειρος αστυνομικός όμως αντιλαμβάνεται ότι τα φαινόμενα απατούν, γιατί «θα ήταν η πρώτη φορά που ένας εγκληματίας θα επιστράτευε όλα τα χαρίσματα της ευφυΐας και της πονηριάς του προκειμένου να καταστήσει απολύτως προφανή την ενοχή του». Ένα απολαυστικό whodunit, με έξυπνη πλοκή, θεατρική ατμόσφαιρα και σαφείς επιρροές από τα αγγλοσαξονικά αστυνομικά της εποχής, χωρίς όμως να χάνει την ιταλική του ταυτότητα. Εξαιρετικά κατατοπιστικός ο πρόλογος του Κάρλο Λουκαρέλι που συνοδεύει την έκδοση.

 

Μετάφραση: Ανταίος Χρυσοστομίδης

Εκδόσεις Καστανιώτη (1999)

σελ. 163

O Λεονάρντο Σάσα, πολιτικός, συγγραφέας, δημοσιογράφος, ποιητής και σκηνοθέτης, θεωρείται μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του 20ού αιώνα στην Ιταλία. Με τα μυθιστορήματά του τη δεκαετία του ’60 ανέδειξε ένα νέο πολιτικό λογοτεχνικό είδος με αστυνομική πλοκή και θέματα εμπνευσμένα από τη δράση της τοπικής μαφίας, εγκαινιάζοντας τη νέα εποχή του σύγχρονου ιταλικού αστυνομικού αφηγήματος. Με το έργο του δε, επηρέασε πολλούς μεταγενέστερους συγγραφείς του μεσογειακού νουάρ· ο σπουδαίος Γάλλος Ζαν Κλωντ Ιζζό θεωρούσε τον εαυτό του μαθητή του Λεονάρντο Σάσα. Η ιστορία του βιβλίου διαδραματίζεται σε ένα σικελικό χωριό. Ο φαρμακοποιός Μάννο λαμβάνει ένα απειλητικό ανώνυμο γράμμα και λίγες μέρες μετά βρίσκεται δολοφονημένος μαζί με τον φίλο του γιατρό Ροσίο, με τον οποίο πήγε για κυνήγι. Ο προσηνής νεαρός καθηγητής Λαουράνα, ορμώμενος από τον ανομολόγητο ερωτά του για τη Λουΐζα, τη χήρα του γιατρού, προσπαθεί να εξιχνιάσει το έγκλημα και με την άγνοια του κινδύνου που πυροδοτεί η αφέλειά του, συζητά με υψηλά ιστάμενα πρόσωπα της τοπικής κοινωνίας για την πορεία των ερευνών του. Ένα πολιτικο-κοινωνικό νουάρ αστυνομικής αφορμής, με έξυπνη πλοκή και υποδόριο χιούμορ, όπου ο συγγραφέας είναι ο πρώτος που τολμά να μιλήσει ανοιχτά για τη διαπλοκή κράτους, Εκκλησίας και μαφίας. «Διάβασα το αστυνομικό σου μυθιστόρημα, που δεν είναι αστυνομικό, με το ίδιο πάθος που διαβάζονται τα αστυνομικά και διασκέδασα βλέποντας πώς αποδομείς το αστυνομικό μυθιστόρημα…» θα γράψει ο σπουδαίος Ιταλός συγγραφέας Ίταλο Καλβίνο στον Λεονάρντο Σάσα, τον κατεξοχήν συγγραφέα της sicilitudine («σικελικότητας»), ο οποίος απέδωσε καλύτερα από κάθε άλλον τις ιδιομορφίες της μικρής, κλειστής κοινωνίας του ιταλικού νότου. Το μυθιστόρημα Στον καθένα αυτό που του αξίζει μεταφέρθηκε την επόμενη χρονιά στον κινηματογράφο σε σκηνοθεσία του Έλιο Πέτρι με τον Τζιαν Μαρία Βολοντέ στον ρόλο του καθηγητή Λαουράνα και την Ειρήνη Παπά σε αυτόν της αισθησιακής χήρας του γιατρού Ροσίο. Η ταινία, με τον ελληνικό τίτλο Στον καθένα το δικό του, τιμήθηκε με το βραβείο καλύτερου σεναρίου στο Φεστιβάλ Καννών.

 

Άλλη μια πρόταση από το έργο του Λεονάρντο Σάσα:

  • Η μέρα της κουκουβάγιας, μτφρ. Αντωνία Τσίτσοβιτς-Ραντίν, Κέδρος.

Η μέρα της κουκουβάγιας είναι μια εμβληματική αστυνομική νουβέλα. Θεωρείται το πρώτο λογοτεχνικό κείμενο που ασχολήθηκε με το θέμα της μαφίας και προκάλεσε σάλο στην ιταλική κοινωνία, όταν κυκλοφόρησε το 1961. Ένας εργολάβος δολοφονείται στην κεντρική πλατεία, μιας μικρής πόλης της Σικελίας. Ο αστυνομικός επιθεωρητής, λοχαγός Μπελόντι αναλαμβάνει να διαλευκάνει την υπόθεση και οι έρευνες τον οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η περιοχή ελέγχεται από μια παράνομη οργάνωση στην οποία εμπλέκονται υψηλά ιστάμενα πρόσωπα της τοπικής κοινωνίας αλλά κανείς δεν είναι διατεθειμένος να μιλήσει.

 

Μετάφραση: Έφη Καλλιφατίδη

Ψυχογιός (2011)

σελ. 724

Ο Ουμπέρτο Έκο, σπουδαία φυσιογνωμία των ιταλικών γραμμάτων, ακαδημαϊκός, στοχαστής και δοκιμιογράφος, πραγματοποιεί στις αρχές της δεκαετίας του ’80 δυναμική είσοδο στον χώρο της μυθοπλασίας με το μυθιστόρημα, Το όνομα του ρόδου. Σήμερα θεωρείται κλασικό έργο της παγκόσμιας λογοτεχνίας και ένα από τα μεγαλύτερα long sellers των τελευταίων σαράντα ετών, με πωλήσεις άνω των πενήντα εκατομμυρίων αντιτύπων σε όλο τον κόσμο, ενώ η γαλλική εφημερίδα Le Monde το συμπεριέλαβε στη λίστα με τα εκατό καλύτερα μυθιστορήματα του 20ού αιώνα. Ο φραγκισκανός Γουλιέλμος της Μπάσκερβιλ, ο βασικός ήρωας του βιβλίου, σε ρόλο μεσαιωνικού μοναχού-ντετέκτιβ, με βοηθό και αφηγητή της ιστορίας τον δόκιμο Βενεδικτίνο Άντσο της Μελκ, προσπαθεί να εξιχνιάσει μια σειρά φόνων σε ένα μοναστήρι της βόρειας Ιταλίας, με τη λύση του μυστηρίου να βρίσκεται στους λαβυρινθώδεις και αφιλόξενους διαδρόμους της βιβλιοθήκης του. Ένα εμβληματικό ιστορικο-φιλοσοφικό μυθιστόρημα σπουδαίας σύλληψης και αγωνιώδους αστυνομικής πλοκής που εκτυλίσσεται σε επτά κεφάλαια-ημέρες, δίνοντας την αίσθηση μιας κοσμογονικής αφήγησης με φόντο ένα εντυπωσιακό μεσαιωνικό-γοτθικό πανόραμα. Το Όνομα του ρόδου, μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη το 1986 σε ιταλο-γαλλογερμανική παραγωγή, από τον σκηνοθέτη Ζαν-Ζακ Ανό, με τον Σον Κόνερι στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Σημείωσε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία στην Ευρώπη, ενώ δεν έτυχε ανάλογης ανταπόκρισης από το κοινό στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Ο Ουμπέρτο Έκο θα χαρακτηρίσει την ταινία «καλή εν γένει», αλλά θα σημειώσει ότι «επικεντρώθηκε μόνο σε κάποια στοιχεία του βιβλίου του, αγνοώντας κάποιες άλλες περισσότερο θεολογικές και πολιτικές πτυχές».

 

Εν λευκώ (1990) – Ένα μουντό καλοκαίρι (1991) – Το μπουρδέλο της οδού Όκε (1996)

Μετάφραση: Μαρία Σπυριδοπούλου, Αντωνία Τσίτσοβιτς-Ραντίν

Κέδρος (2012)

σελ. 448

O Κάρλο Λουκαρέλλι, πολυβραβευμένος συγγραφέας, δημοσιογράφος, σκηνοθέτης και τηλεοπτικός παρουσιαστής είναι από τους πιο σημαντικές προσωπικότητες της σύγχρονής ιταλικής αστυνομικής λογοτεχνίας, με τα βιβλία του να έχουν μεταφραστεί σε πολλές χώρες του κόσμου. Η τριλογία του φασισμού, περιλαμβάνει τις τρεις πρώτες από τις έξι μέχρι σήμερα περιπέτειες  του επιθεωρητή Ντε Λούκα, «του πιο έξυπνου επιθεωρητή της ιταλικής αστυνομίας» που διαδραματίζονται στην Βόρεια Ιταλία, την  περίοδο μετά την απελευθέρωση  από τα συμμαχικά στρατεύματα και τον θάνατο του δικτάτορα Μουσολίνι. Τον Απρίλιο του 1945, και ενώ το τέλος  της Δημοκρατίας του Σαλό πλησιάζει, ο επιθεωρητής Ντε Λούκα ερευνά την υπόθεση της δολοφονίας ενός νεαρού, μέλους του φασιστικού κόμματος που ήταν μπλεγμένος σε σκοτεινά κυκλώματα και διατηρούσε στενές σχέσεις με υψηλά ιστάμενους φασίστες και ερωτικό δεσμό με την κόρη ενός κόμη (Εν λευκώ). Τον Μάιο της ίδιας χρονιάς, μετά την απελευθέρωση από τους Γερμανούς και τον θάνατο του Μουσολίνι και ενώ η Βόρεια Ιταλία είναι υπό τον έλεγχο των ανταρτών ο επικηρυγμένος –μαζί με άλλους φασίστες της Δημοκρατίας του Σαλό– επιθεωρητής Ντε Λούκα, υποχρεώνεται από έναν αρχιφύλακα της αντιστασιακής αστυνομίας να συνεργαστεί μαζί του για την εξιχνίαση της άγριας δολοφονίας μιας οικογένειας αγροτών (Ένα μουντό καλοκαίρι). Τρία χρόνια αργότερα τον Μάιο του 1948, ο Ντε Λούκα θα αναλάβει την υπόθεση της δολοφονίας ενός νεαρού κομμουνιστή σε έναν οίκο ανοχής στην Μπολόνια, ενώ επικρατεί πολιτική αναταραχή λόγω των επικείμενων δεύτερων βουλευτικών εκλογών (Το μπουρδέλο της οδού Όκε). Τρία εξαιρετικά ιστορικά νουάρ όπου ο συγγραφέας συνυφαίνει περίτεχνα το σασπένς του αστυνομικής πλοκής με την ρεαλιστική  αποτύπωση της τοιχογραφίας μιας ανομοιογενούς,  αποπροσανατολισμένης και εξαθλιωμένης  κοινωνίας μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο,  όπου κυριαρχεί η διαφθορά η βία και η δυσπιστία,  σε μια σκοτεινή και ταραχώδη μεταβατική περίοδο της ιταλικής ιστορίας.

 

 Μετάφραση: Ρόζα-Μαρία Τραϊκόγλου

Εκδόσεις Πατάκη (1999)

σελ. 249

O Σικελός Αντρέα Καμιλλέρι είναι ο πιο πολυδιαβασμένος συγγραφέας της Ιταλίας και ένας από τους πιο εμβληματικούς εκπροσώπους του μεσογειακού νουάρ. Έχει γράψει περισσότερα από εκατό μυθιστορήματα, συλλογές διηγημάτων και δοκίμια που έχουν μεταφραστεί σε τριάντα επτά γλώσσες και έχουν πουλήσει σχεδόν είκοσι πέντε εκατομμύρια αντίτυπα στην Ιταλία και περισσότερα από δεκαπέντε εκατομμύρια στο εξωτερικό. Οι είκοσι οκτώ περιπέτειες της σειράς, με πρωταγωνιστή τον επιθεωρητή Σάλβο Μονταλμπάνο –ο συγγραφέας έδωσε αυτό το όνομα στον ήρωά του για να τιμήσει τον σπουδαίο Ισπανό ομότεχνό του Μανουέλ Βάσκεθ Μονταλμπάν–, που εκτυλίσσονται στη φανταστική πόλη Βιγκάτα της Σικελίας, τον έκαναν διάσημο σε όλο τον κόσμο. Η τηλεοπτική σειρά της RAI που βασίστηκε στις ιστορίες του Μονταλμπάνο έχει προβληθεί σε περισσότερες από εξήντα πέντε χώρες. Ο συμπαθής επιθεωρητής έκανε την παρθενική του εμφάνιση στο μυθιστόρημα Το σχήμα του νερού (1994), όταν ο Καμιλλέρι ήταν ήδη εξήντα εννέα ετών!  Σε μια υποβαθμισμένη περιοχή που συχνάζουν πόρνες, δυο οδοκαθαριστές θα ανακαλύψουν νεκρό από καρδιακή προσβολή μέσα στο αυτοκίνητό του τον μηχανικό και ανερχόμενο πολιτικό Σίλβιο Λουπαρέλλο. Μια τσάντα στο αυτοκίνητο και ένα μενταγιόν που αρχικά απέκρυψε ότι βρήκε στην περιοχή ο ένας οδοκαθαριστής, θα οδηγήσουν στα ίχνη μιας γυναίκας από τη Σουηδία. Ο Μονταλμπάνο πεπεισμένος ότι πρόκειται για μια πλεκτάνη με σκοπό να ενοχοποιηθεί η όμορφη αλλοδαπή, θα αναλάβει να ξεδιαλύνει την περίπλοκη υπόθεση. Ένα μεγάλο ιταλικό μπεστ σέλερ,  ιδιαίτερης ιστορικής σημασίας που σηματοδότησε την έναρξη της πιο διάσημης σειράς στην ιστορία της ιταλικής αστυνομικής λογοτεχνίας και σύστησε στο αναγνωστικό κοινό ένα θρυλικό μυθιστορηματικό ήρωα ο οποίος εξελίχθηκε σε κάτι πολύ ευρύτερο, «σε ένα πρόσωπο οικείο και πολυδιάστατο: στην ενσάρκωση της “σικελικότητας” που είναι μια γλώσσα, μια κουλτούρα». Είκοσι έξι χρόνια αργότερα η σειρά ολοκληρώθηκε με το μυθιστόρημα Ρικκαρντίνο(2020) το οποίο ο συγγραφέας είχε παραδώσει στον εκδότη του, με ανοιχτή ημερομηνία με σκοπό μετά τον θάνατό του, να αποτελέσει την τελευταία περιπέτεια  του επιθεωρητή Μονταλμπάνο.

 

Άλλη μια πρόταση από το έργο του Αντρέα Καμιλλέρι:

  • Υποχρεωτική πορεία, μτφρ. Φωτεινή Ζερβού, Εκδόσεις Πατάκη.

Ένα ιδιαίτερα επίκαιρο μυθιστόρημα που εξελίσσεται σε περίοδο κοινωνικών ταραχών και έξαρσης του μεταναστευτικού. Ο Μονταλμπάνο, προδομένος και απογοητευμένος από την κακή εικόνα της αστυνομίας, αποφασίζει να παραιτηθεί. Τα σχέδιά του όμως αναβάλλονται όταν, ενώ κάνει το μπάνιο του στα ήσυχα νερά της Μαρινέλα, ανακαλύπτει ένα πτώμα που κρύβει μια σκοτεινή ιστορία. Κατά τα άλλα, η συνταγή της επιτυχίας είναι γνωστή. Σιτσιλιάνικος ήλιος, θαλασσινά εδέσματα στην ταβέρνα του Έντσο, οικείοι χαρακτήρες, γραφειοκρατία, κρατική διαφθορά και ιταλική μαφία πανταχού παρούσα. Πρόκειται για την έβδομη περιπέτεια και μία από τις καλύτερες της σειράς με τον επιθεωρητή Μονταλμπάνο,

 

Μετάφραση: Χρίστος Ρομποτής

Εκδόσεις Καστανιώτη (2002)

σελ. 242

O Μάσιμο Καρλότο, πολυβραβευμένος συγγραφέας, δημοσιογράφος, δοκιμιογράφος, και στέλεχος της μαχητικής αριστερής οργάνωσης Lotta Continua, θεωρείται από τους σπουδαιότερους εκπροσώπους της μεσογειακής αστυνομικής λογοτεχνίας, ενώ τα βιβλία του, που χαρακτηρίζονται από έντονο κοινωνικοπολιτικό σχόλιο, έχουν μεταφραστεί σε πολλές χώρες. Βρέθηκε στο επίκεντρο, μιας από τις πλέον αμφιλεγόμενες νομικές υποθέσεις στην ιστορία της σύγχρονης Ιταλίας, όταν σε ηλικία μόλις δεκαεννέα ετών, κατηγορήθηκε για την άγρια δολοφονία μιας φοιτήτριας και καταδικάστηκε σε πολυετή φυλάκιση. Διέφυγε  στην Γαλλία και από κει στη Κεντρική Αμερική και στη συνέχεια επέστρεψε στην Ιταλία όπου  μετά από συνεχείς δίκες, πήρε τελικά χάρη από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Η αλήθεια του αλιγάτορα είναι η πρώτη περιπέτεια από τις εννέα μέχρι σήμερα της σειράς που τον έκανε διάσημο,  με πρωταγωνιστή τον παράνομο ντετέκτιβ Μάρκο Μπουράτι, γνωστό ως «Αλιγάτορα». Μια νεαρή δικηγόρος θα του αναθέσει τη διερεύνηση της υπόθεσης ενός κατάδικου πελάτη της, ο οποίος ένα απόγευμα, δεν επέστρεψε στη φυλακή με το πέρας της κοινωνικής εργασίας του, μια αδικαιολόγητη ενέργεια, αφού είχε σχεδόν εκτίσει την ποινή του για έναν φόνο που ποτέ δεν είχε παραδεχτεί ότι διέπραξε. Η έρευνα θα τον οδηγήσει στα ίχνη μιας αινιγματικής καθηγήτριας που τον συναντούσε, την οποία θα ανακαλύψει άγρια δολοφονημένη μέσα στο σπίτι της. Ο δραπέτης θα θεωρηθεί  βασικός ύποπτος του νέου φόνου αφού έχει διαπραχτεί με τον ίδιο ακριβώς τρόπο με αυτόν για τον οποίο έχει καταδικαστεί. Όταν όμως ο Μπουζάτι εντοπίσει την κρυψώνα του, η υπόθεση θα πάρει αναπάντεχη τροπή. Μια σκοτεινή αστυνομική περιπέτεια, με έξυπνη πλοκή που περιστρέφεται γύρω από τις ιδιαίτερες σχέσεις των ανθρώπων του υπόκοσμου, υποδειγματική νουάρ ατμόσφαιρα, πολλές αναφορές σε τραγούδια της μπλουζ, και  πρωταγωνιστή ίσως τον πιο αντισυμβατικό ντετέκτιβ της ιταλικής αστυνομικής λογοτεχνίας.

 

Άλλη μια πρόταση από το έργο του Μάσιμο Καρλόττο:

  • Η συμμορία των εραστών, μτφρ. Δήμητρα Δότση, Μεταίχμιο.

Στην Συμμορία των εραστών -την έβδομη περιπέτεια της σειράς- ο ντετέκτιβ  με το σκοτεινό παρελθόν και οι ιδιόρρυθμοι  συνεργάτες του, ο πρώην αριστεριστής Μαξ και ο ηλικιωμένος γκάνγκστερ Μπενιαμίνο Ροσίνι, μπλέκονται στη αινιγματική υπόθεση εξαφάνισης ενός πανεπιστημιακού καθηγητή που τους οδηγεί στα ίχνη του διεστραμμένου και άκρως επικίνδυνου Τζόρτζιο Πελεγκρίνι. Ένα μελαγχολικό νουάρ, με μπλουζ ατμόσφαιρα και πολυφωνική αφήγηση, με την περίτεχνη πλοκή του αστυνομικού μύθου να αποτυπώνει πειστικά άγνωστες πτυχές του διεθνούς εγκλήματος και να λειτουργεί ως αφορμή, για καυστική κριτική της πολιτικής και κοινωνικής διαφθοράς στη σύγχρονη Ιταλία.

 

Μετάφραση: Ανταίος Χρυσοστομίδης

Ψυχογιός (1998)

σελ. 242

Ο Αντόνιο Ταμπούκι ήταν ακαδημαϊκός, συγγραφέας και δημοσιογράφος, μελετητής κριτικός και μεταφραστής του έργου του Φερνάντο Πεσσόα. Τιμήθηκε με το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας για το μυθιστόρημα, Έτσι ισχυρίζεται ο Περέιρα (Άγρα) ενώ τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από είκοσι γλώσσες. Η χαμένη κεφαλή του Νταμασένου Μοντέιρου, είναι το μοναδικό αστυνομικό του μυθιστόρημα και βασίζεται σε αληθινά γεγονότα. Η ανεύρεση ενός ακέφαλου πτώματος με εμφανή σημάδια βασανισμού σε ένα πάρκο στα περίχωρα του Πόρτο, έδωσε το έναυσμα στον συγγραφέα να γράψει μια φανταστική ιστορία βγαλμένη μέσα από το αστυνομικό ρεπορτάζ των πορτογαλικών εφημερίδων. Πρωταγωνιστής της ιστορίας ο νεαρός δημοσιογράφος  Φιρμίνου.  Θα του ανατεθεί από τον διευθυντή της σκανδαλοθηρικής εφημερίδας στην οποία εργάζεται στη Λισαβόνα, να μεταβεί στο Πόρτο και να συναντήσει τον τσιγγάνο που ανακάλυψε το ακέφαλό πτώμα και να του αποσπάσει λεπτομέρειες για την υπόθεση που βρίσκεται στο επίκεντρο της δημοσιότητας.  Ο νεαρός δημοσιογράφος σε ρόλο ντετέκτιβ θα προσπαθήσει να διαλευκάνει το αστυνομικό μυστήριο και όλα όσα κρύβονται πίσω απ’ αυτό. Ο συγγραφέας έγραψε το μυθιστόρημα ενώ συνεχίζονταν οι ανακρίσεις οι οποίες τελικά οδήγησαν στην ενοχή ενός στελέχους της πορτογαλικής αστυνομίας που προσπάθησε να παρουσιάσει τον φόνο σαν ατύχημα, στοιχείο που μετατόπισε το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης στο αν η Δικαιοσύνη είχε τη δύναμη να καταδικάσει ένα κρατικό λειτουργό για το ειδεχθές έγκλημά του. Τελικά όταν ο αστυνομικός ομολόγησε και καταδικάστηκε σε δεκαεπτά χρόνια φυλάκιση, το μυθιστόρημα  είχε ήδη εκδοθεί και η πραγματικότητα επιβεβαίωσε τη διαίσθηση του συγγραφέα για την έκβαση της υπόθεσης.  Ένα ιδιαίτερο αστυνομικό μυθιστόρημα για την συγχρονική σχέση του με την πραγματικότητα, με μινιμαλιστικό  ύφος που προσδίδει στην αφήγηση τη ζωντάνια του καθημερινού προφορικού λόγου,  καίριο κοινωνικό σχόλιο με λεπτό χιούμορ και εξαιρετική αποτύπωση του ανθρώπινου μωσαϊκού και των παθογενειών του συστήματος  μιας οργανωμένης κοινωνίας  από έναν σπουδαίο στυλίστα της γραφής που τίμησε την αστυνομική λογοτεχνία. Εξαιρετικό το σημείωμα του μεταφραστή που συνοδεύει την έκδοση.

 

Μετάφραση: Παναγιώτης Καλαμαράς

Ελευθεριακή Κουλτούρα (2012)

σελ. 196

Ο Τσέζαρε Μπατίστι, επιτυχημένος συγγραφέας δεκαπέντε νουάρ μυθιστορημάτων και ιδρυτικό μέλος της παράνομης ιταλικής ακροαριστερής οργάνωσης «Ένοπλοι προλετάριοι για τον κομμουνισμό», φυλακίστηκε για τρομοκρατική δράση. Κατάφερε να δραπετεύσει και να ζήσει πολλά χρόνια με πολιτικό άσυλο στη Γαλλία –τα περισσότερα βιβλία του εκδόθηκαν στη γαλλική γλώσσα– και στη Βραζιλία. Το 2019 συνελήφθη από την Ιντερπόλ στη Βολιβία και οδηγήθηκε πίσω στην Ιταλία όπου εκτίει ποινή ισόβιας κάθειρξης. Στο μυθιστόρημα Ο τελευταίος πυροβολισμός, η αφήγηση ξεκινάει με την καταδίωξη από την αστυνομία τριών νεαρών μετά την αποτυχημένη ληστεία τους σε ένα ταχυδρομικό όχημα. Ο ένας εκ των επίδοξων ληστών και πρωταγωνιστής της ιστορίας –alter ego του συγγραφέα– καταφέρνει να διαφύγει στο Μιλάνο. Εκεί, ψάχνοντας τον Ενρίκο που καταζητείται από την αστυνομία «για τις παράξενες ιδέες του», θα εισχωρήσει σε μια επαναστατική ομάδα με τη βοήθεια παλιών γνωστών. Ένα σκληρό νουάρ με καταιγιστική δράση, πρωτοπρόσωπη, αιχμηρή αφήγηση και αυτοβιογραφικά στοιχεία, το οποίο υπερτονίζει χωρίς απαλλακτικούς ιδεολογισμούς τα μη διακριτά όρια της τρομοκρατίας και του κοινού εγκλήματος. Περιγράφει δε, με ρεαλιστικό τρόπο και ειρωνική διάθεση τον μικρόκοσμο των επαναστατικών οργανώσεων στα «μολυβένια» χρόνια των δεκαετιών ’70 και ’80, κατά τις οποίες μέρος της ιταλικής νεολαίας κατέφυγε στον ένοπλο αγώνα, διαχωρίζοντας τη θέση της από εκείνη «των διανοούμενων που θέλουν να κάνουν την επανάσταση ψάχνοντας τις σφαίρες στα λεξικά». Ένας αγώνας που γνώριζαν από την αρχή ότι ήταν χαμένος, αλλά πίστευαν ότι άξιζε να τον ζήσουν.

 

Μετάφραση: Άννα Παπασταύρου

Gutenberg – Γιώργος & Κώστας Δαρδανός (2018)

σελ. 275

Ο Τζανρίκο Καροφίλιο, συγγραφέας-καρατέκα (!), πρώην ανώτερος δικαστικός με πολύχρονη δράση κατά της μαφίας και πρώην γερουσιαστής στο Δημοκρατικό Κόμμα, άνοιξε τον δρόμο του σύγχρονου δικαστικού νουάρ στην Ιταλία. Τα μυθιστορήματά του με πρωταγωνιστή τον δικηγόρο Γκουίντο Γκουεριέρι απέσπασαν πολλά βραβεία στην Ιταλία και μεταφράστηκαν στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης. Στο βιβλίο, Με τα μάτια κλειστά, το δεύτερο της σειράς από τα έξι συνολικά μέχρι σήμερα, ο συμπαθής και μελαγχολικός Γκουίντο «με τη μεγάλη ανεκπλήρωτη επιθυμία να καταφέρει να γίνει, έστω λίγο, πιο κάθαρμα» αναλαμβάνει μια δύσκολη υπόθεση. Είναι ο μόνος από τους συναδέλφους του που δέχεται να υπερασπιστεί τη Μαρτίνα, μια γυναίκα που έχει πέσει θύμα κακοποίησης από τον πρώην σύντροφό της, ο οποίος είναι γιος ενός περιώνυμου δικαστή. Την προστασία και φιλοξενία του θύματος έχει αναλάβει η αδερφή Κλαούντια, μια μυστηριώδης καλόγρια «με μαλλιά πιασμένα αλογοουρά, ξεβαμμένο τζιν και μαύρο δερμάτινο μπουφάν φθαρμένο», που o ρόλος της θα είναι καταλυτικός στην εξέλιξη της ιστορίας, στην οποία παρεμβάλλεται αποσπασματικά η φωνή μιας άγνωστης που αφηγείται το προσωπικό της δράμα. Ένα νομικό θρίλερ που πραγματεύεται το ευαίσθητο θέμα της γυναικείας κακοποίησης. Αν και η δράση του δεν είναι καταιγιστική, η «οδυνηρή ακρίβεια» της ψυχοσύστασης των τραγικών ηρώων, η απόλυτα ρεαλιστική ατμόσφαιρα των ιταλικών δικαστηρίων και των ύποπτων κυκλωμάτων τους –είναι εμφανής εδώ η προσωπική εμπειρία του συγγραφέα– αλλά και η αναμονή της σύνδεσης των δύο παράλληλων ιστοριών διατηρούν αμείωτο το ενδιαφέρον μέχρι το τέλος. Το μυθιστόρημα Με τα μάτια κλειστά τιμήθηκε το 2007 στη Γερμανία με το βραβείο του καλύτερου διεθνούς νουάρ της χρονιάς.

 

Μετάφραση: Αχιλλέας Καλαμάρας

Βιβλιοπέλαγος (2016)

σελ. 186

O ποιητής και συγγραφέας Νάνι Μπαλεστρίνι, ένας από τους σπουδαιότερους διανοητές της ιταλικής εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς και θιασώτης του πρωτοποριακού καλλιτεχνικού κινήματος «Gruppo 63», κατηγορήθηκε μαζί με άλλα μέλη της οργάνωσης «Εργατική Αυτονομία» για τρομοκρατική δράση και διέφυγε στη Γαλλία, όπου παρέμεινε μέχρι την οριστική απαλλαγή του από τις κατηγορίες. Στο Σάντοκαν, ο συγγραφέας συνδυάζει τη μυθοπλασία με τη συγκλονιστική μαρτυρία ενηλικίωσης ενός παιδιού που διέμενε σε κάποιο χωρίο του ιταλικού νότου υπό την κυριαρχία της Καμόρα τις δεκαετίες του ’80 και ’90. «Μου αφηγήθηκε την ιστορία της Καμόρα που μέσα σε λίγα χρόνια έθεσε υπό την εξουσία της ολόκληρη την περιοχή ελέγχοντας όλες τις δραστηριότητες σε αυτήν μέχρι να γίνει μια διεθνής οικονομική δύναμη. Εντυπωσιασμένος από την ιστορία του, αποφάσισα ότι έπρεπε να γράψω ένα βιβλίο βασισμένο σε αυτή», θα πει ο Νάνι Μπαλεστρίνι για τον ανώνυμο πρωταγωνιστή του βιβλίου. Η αφήγηση ξεκινά με την κινηματογραφική σύλληψη του Σάντοκαν, διαβόητου νονού της Καμόρα, ενώ στη συνέχεια και σε προγενέστερο χρόνο παρακολουθούμε την αιματηρή διαδοχή των φατριών στην εξουσία της Καμόρα με επίκεντρο την «οικογένεια» Μπαρντελίνο. Η χειμαρρώδης γραφή, χωρίς σημεία στίξης –το συνηθίζει ο συγγραφέας σε όλα του τα μυθιστορήματα–, αποκαθαρμένη από κάθε ψυχολογικό βάθος και ηθοπλαστική θεώρηση, δίνει την εντύπωση της παράθεσης αυτούσιων γεγονότων και επιτείνει την αίσθηση μιας αδιάψευστης προφορικής μαρτυρίας. Θα πρέπει να τονίσουμε ότι το Σάντοκαν είναι ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα που, μέσα από πραγματικά γεγονότα, περιγράφει γλαφυρά και απολύτως ρεαλιστικά το νοσηρό κλίμα την εποχή της παντοδυναμίας της μαφίας, αλλά η μη τήρηση βασικών συμβάσεων του αστυνομικού μυθιστορήματος (αστυνομική έρευνα – εξιχνίαση εγκλημάτων – απόδοση δικαιοσύνης) και η μοντέρνα λογοτεχνική έκφραση του συγγραφέα δεν το καθιστούν ιδανική επιλογή για τους λάτρεις των main stream αστυνομικών αναγνωσμάτων.

 

Μετάφραση: Φωτεινή Ζερβού

Εκδόσεις Πατάκη (2018)

σελ. 319

«Νομίζω ότι το “μαύρο” μυθιστόρημα αντιπροσωπεύει τον καλύτερο τρόπο διερεύνησης της κοινωνίας. Σε αντίθεση με το κλασικό θρίλερ, το οποίο έχει στο κέντρο ένα αίνιγμα για λύση, το νουάρ είναι ένα κοινωνικό μυθιστόρημα. […] Ο στόχος, ή τουλάχιστον η προσπάθεια των βιβλίων μου, είναι να κατανοήσουμε τον λόγο για κάθε έγκλημα. Και το νουάρ είναι ο καλύτερος τρόπος για να εισέλθουμε στην ψυχολογία του θύτη, ο οποίος είναι συχνά καλύτερος άνθρωπος από το θύμα», θα πει σε συνέντευξή του ο βραβευμένος συγγραφέας Μαουρίτσιο ντε Τζιοβάννι, ο οποίος έγινε γνωστός πέρα από τα σύνορα της χώρας του για τη σειρά των μυθιστορημάτων του –δώδεκα μέχρι σήμερα– με πρωταγωνιστή τον Λουίτζι Αλφρέντο Ριτσιάρντι, αστυνόμο στη Διεύθυνση Ασφαλείας της Νάπολης. Ένας μοναχικός και μελαγχολικός ήρωας που έχει το χάρισμα και την κατάρα να «βλέπει» τις τελευταίες στιγμές των ανθρώπων που έχουν βίαιο θάνατο, ενώ πιστεύει «ότι η πείνα και ο έρωτας, οι διαστροφές που τα δύο αυτά πάθη προκαλούν, ευθύνονται για τα περισσότερα εγκλήματα». Στο βιβλίο Η καταδίκη του αίματος –το δεύτερο της σειράς– καλείται να εξιχνιάσει την άγρια δολοφονία της Καρμέλα Καλίζε, γνωστής χαρτορίχτρας και τοκογλύφου που στους πελάτες της συγκαταλέγονταν κάποιοι πλούσιοι και ισχυροί της Νάπολης. Ένα πρωτότυπο, ατμοσφαιρικό whodunit, με μεταφυσικά στοιχεία, λυρική γραφή, κλιμακούμενη αγωνία όσο πλησιάζουμε στη λύση του μυστηρίου και εξαιρετική αναπαράσταση της ναπολιτάνικης τοιχογραφίας κατά τη δεκαετία του ’30, υπό τη σκιά της δικτατορίας του Μουσολίνι, όπου πίσω από μεγαλοπρεπή κτίρια και πλατείες της Αναγέννησης κρυβόταν «η μυρμηγκοφωλιά, οι Ισπανικές Συνοικίες, στενά δρομάκια χωρίς όνομα που μέσα τους έβραζαν εγκλήματα και πάθη».

 

Μετάφραση: Έφη Καλλιφατίδη

Ωκεανίδα (2009)

σελ. 633

«Ανάμεσα στις πηγές που χρησιμοποιήθηκαν για αυτό το μυθιστόρημα, πέραν από τα εγχειρίδια εγκληματολογίας και ψυχιατρικής καθώς και κείμενα ιατροδικαστικής, υπάρχουν και οι μελέτες του FBI, οι οποίες αποτέλεσαν τη μεγαλύτερη βάση δεδομένων στο ζήτημα των κατά συρροή δολοφόνων και των βίαιων εγκλημάτων», θα πει ο Ντονάτο Καρίζι, νομικός με ειδικότητα στην εγκληματολογία, συγγραφέας, σεναριογράφος και δημοσιογράφος στην Corriere della Sera για αυτό το μυθιστόρημα. Ο Υποβολέας έκανε μεγάλη αίσθηση, απέσπασε βραβεία και διθυραμβικές κριτικές και τον ανέδειξε ως έναν από τους σπεσιαλίστες του ευπώλητου αστυνομικού θρίλερ, με εκατομμύρια πωλήσεις σε όλο τον κόσμο και φανατικούς αναγνώστες στην Ελλάδα. Είναι το πρώτο βιβλίο –από τα τέσσερα– της σειράς, με πρωταγωνίστρια την ειδική στις εξαφανίσεις αστυνόμο Μίλα Βάσκες που, μαζί με τον εγκληματολόγο Γκόραν Γκάβιλα και την ομάδα του, καλείται να εξιχνιάσει μια σειρά στυγερών δολοφονιών. Ένα σκοτεινό και μυστηριώδες ψυχολογικό θρίλερ που πραγματεύεται την «υποκίνηση εγκληματικής δράσης σε ένα υποσυνείδητο επίπεδο επικοινωνίας» συνδυάζοντας περίτεχνα τα κλισέ του είδους: τελετουργικοί φόνοι που πρέπει να αποκρυπτογραφηθούν σε ένα σκληρό mind game δολοφόνου-ντετέκτιβ (αναγνώστη-συγγραφέα), σκληρές εικόνες και υπερβολές στην πλοκή που απογειώνουν το σασπένς και γρήγορη κινηματογραφική αφήγηση. Η καταιγιστική δράση και οι συνεχείς ανατροπές το καθιστούν ιδανικό page turner μυθιστόρημα υψηλής έντασης, χωρίς ιδιαίτερες αναγνωστικές απαιτήσεις.

 

Μετάφραση: Έφη Καλλιφατίδη

Βιβλιοπωλείον της Εστίας (2017)

σελ. 556

O Κάρλο Μπονίνι, βραβευμένος συγγραφέας και δημοσιογράφος στην εφημερίδα La Repubblica και ο ανώτατος δικαστικός Τζιανκάρλο Ντε Κατάλντο, ενώνουν τις δυνάμεις τους για να γράψουν το μυθιστόρημα Suburra που πραγματεύεται τη δράση της μαφίας, στην «αιώνια πόλη», τους τελευταίους μήνες της διακυβέρνησης του Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Πρωταγωνιστές της υπόθεσης, ένας ακροδεξιός αρχιμαφιόζος, γνωστός με το όνομα «Σαμουράι» και ο αξιωματικός της αστυνομίας Μάρκο Μαλατέστα, με σκοτεινό παρελθόν στις τάξεις του υπόκοσμου. Με αφορμή την ανάπλαση της Όστια, μιας παραθαλάσσιας περιοχής έξω απ’ τη Ρώμη και τα αντικρουόμενα συμφέροντα που δημιουργεί το φιλόδοξο σχέδιο, αδίστακτοι μαφιόζοι, διαπλεκόμενοι πολιτικοί, διεφθαρμένοι καρδινάλιοι, επίορκοι αστυνομικοί, κατευθυνόμενοι δημοσιογράφοι, έμποροι ναρκωτικών, βαποράκια πόρνες και τζογαδόροι παρελαύνουν στην ιστορία. Ένα σκληρό πολιτικό θρίλερ, με βίαιες σκηνές και καταιγιστική δράση που καταδεικνύει τη γενικευμένη διαφθορά της  κοινωνίας και την στενή σχέση ανάμεσα στο έγκλημα και την εξουσία. Το Suburra αποδείχτηκε προφητικό, αφού μόλις ένα χρόνο μετά την έκδοση του βιβλίου, ένα παρόμοιο σκάνδαλο γνωστό ως Mafia Capitale, συγκλόνισε την Ιταλία. Το 2015 μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Στέφανο Σολίμα –σκηνοθέτη της τηλεοπτικής σειράς Γόμορρα– ενώ την ίδια χρονιά, κυκλοφόρησε το σίκουελ του βιβλίου με τον τίτλο La note di Roma. Δυο χρόνια αργότερα, το Suburra έγινε τηλεοπτική σειρά από το Netflix, και ήταν η πρώτη παραγωγή της εταιρείας, που γυρίστηκε εκτός Αμερικής.

 

 

Μετάφραση: Φωτεινή Ζερβού

Εκδόσεις Πατάκη (2019)

σελ. 392

Ο Αντόνιο Μαντσίνι, ηθοποιός, σκηνοθέτης, συγγραφέας και σεναριογράφος θεωρείται από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του σύγχρονου ιταλικού αστυνομικού. Το μυθιστόρημά του, Τι εποχή κι αυτή, το τρίτο από τα εννέα της σειράς, με πρωταγωνιστή τον αστυνόμο Ρόκκο Σκιαβόνε, διαδραματίζεται στην γραφική Αόστα, στις ιταλικές Άλπεις. Ο δύστροπος, με αντιδεοντολογικές μεθόδους και κακές συνήθειες αστυνόμος -ξεκινάει την μέρα με ένα τσιγαριλίκι στο χώρο εργασίας(!)- φτάνει ως υποδιοικητής στο αστυνομικό τμήμα της μικρής πόλης, με δυσμενή μετάθεση απ’ την Ρώμη. Καλείται να εξερευνήσει την εξαφάνιση της κόρης μιας οικογένειας βιομηχάνων της περιοχής, η οποία μυστηριωδώς δεν έχει καταγγελθεί στην αστυνομία, ενώ παράλληλα, ένα φαινομενικά άσχετο τροχαίο ατύχημα, με νεκρούς και τους δύο επιβαίνοντες, παίζει σημαντικό ρόλο στην υπόθεση. Ένα ατμοσφαιρικό νουάρ στην ορεινή ιταλική επαρχία, με γρήγορο αφηγηματικό ρυθμό, έμφαση στη δράση και δυνατή ρεαλιστική πλοκή που καθηλώνει τον αναγνώστη και τον οδηγεί σ’ ένα απρόσμενο τέλος που αφήνει  ανοιχτούς λογαριασμούς. Να αναφερθούμε τέλος στις εμφανείς επιρροές του συγγραφέα από τον μεγάλο δάσκαλο του είδους Αντρέα Καμιλλέρι, ειδικά στη σκιαγράφηση των  συνεργατών του κεντρικού ήρωα, αλλά και στα κοινωνικά χαρακτηριστικά που ενυπάρχουν στις αστυνομικές ιστορίες του.

 

Μετάφραση: Πιέτρο Ραντίν

Angelus Novus (2019)

σελ. 224

«Το βιβλίο αυτό αφηγείται το θάνατο ενός Πακιστανού άνδρα, ονόματι Σαχζάντ. Όσα θα διαβάσετε παρακάτω είναι βασισμένα σε αληθινά γεγονότα. Ήμουν παρών και τα είδα να εκτυλίσσονται μπροστά στα μάτια μου. Ή τα περισυνέλεξα από μάρτυρες αξιόπιστους, από κόσμο που είδε, που ήταν εκεί. Ή τα διάβασα σε βιβλία, τα συνάντησα σε φωτογραφίες, τα ξετρύπωσα σε βίντεο και σε άρθρα τα οποία ανέτρεξα» αναφέρει ο Τζουλιάνο Σαντόρο, στον εξαιρετικό πρόλογο της ελληνικής έκδοσης. Στην κολόνα του θανάτου, ο γνωστός συγγραφέας και δημοσιογράφος, ορμώμενος από  την αληθινή ιστορία της ρατσιστικής δολοφονίας ενός Πακιστανού μετανάστη σε μία φτωχή συνοικία της Ρώμης, τον Σεπτέμβριο του 2014, που «πέρασε στα ψιλά» των  εφημερίδων, συνθέτει μια τοιχογραφία της σύγχρονης Ιταλίας, με σκοπό να φωτίσει  τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες που «προετοίμασαν»  την έξαρση της ακροδεξιάς. Ένα πολιτικό docu-novel, που αν και διαβάζεται σαν  νουάρ μυθιστόρημα, κινείται στα όρια της λογοτεχνίας και της ιστορικής έρευνας. «Πρόκειται για μια πολιτική υπόθεση που απαιτεί μια πολιτική απάντηση. Δεν θα έρθει κανένας αστυνομικός να συλλάβει τους κακούς, δεν θα υπάρξει τελική δίκη» μας προϊδεάζει ο Τζουλιάνο Σαντόρο, για την μη τήρηση των βασικών συμβάσεων της αστυνομικής ιστορίας και διευκρινίζει: «Πρόθεσή μου ήταν να ερευνήσω μια δολοφονία, ίσως το κατεξοχήν έγκλημα αφαιρώντας τους φακούς του ποινικού κώδικα […] να πραγματευτώ ένα έγκλημα ανεξάρτητα απ’ την τιμωρία που επέσυρε πηγαίνοντας πέρα απ’ την ατομική ευθύνη  […] Προφανώς δεν με ενδιαφέρει να σπείρω γενικά συμπλέγματα ενοχής αλλά να ξεφύγω απ’ την καθησυχαστική ποινική καταδίκη για να ανασυστήσω τις κοινωνικές ευθύνες». Ένα εξαιρετικό ανάγνωσμα, παγκόσμια επίκαιρο που διευρύνει τα όρια της νουάρ λογοτεχνίας.

 

Μετάφραση: Δήμητρα Δότση

Ίκαρος (2018)

σελ. 272

Ο Σικελός συγγραφέας Φάμπιο Στάσι, υπεύθυνος ιταλικής λογοτεχνίας σε γνωστό εκδοτικό οίκο της Ιταλίας, το 2013 με το πολυβραβευμένο μυθιστόρημά του  Ο τελευταίος χορός του Σαρλό,  γνωρίζει και εκτός Ιταλίας μεγάλη επιτυχία. Στο βιβλίο του, Η χαμένη αναγνώστρια, ο άνεργος καθηγητής φιλολογίας Βίντσε Κόρσο, στην πρώτη του περιπέτεια, έχοντας παρακολουθήσει σεμινάρια συμβουλευτικής ψυχολογίας αποφασίζει να ανοίξει στη Ρώμη ένα γραφείο βιβλιοθεραπείας. Αφού ακούει τα προβλήματα των πελατών του, προτείνει ως θεραπεία το κατάλληλο βιβλίο, «γιατί η λογοτεχνία μπορεί να δώσει λύση σε κάθε υπαρξιακό αδιέξοδο». Και ενώ το εγχείρημά του δεν βρίσκει ιδιαίτερη ανταπόκριση μία ένοικος της πολυκατοικίας στο δώμα της οποίας βρίσκεται το γραφείο του, -η χαμένη αναγνώστρια του τίτλου-, εξαφανίζεται, χωρίς να αφήσει πίσω της κανένα ίχνος, πάρα μόνο  μια λίστα με βιβλία που έπρεπε να επιστρέψει στον βιβλιοπώλη της γειτονιάς και φίλο του πρωταγωνιστή. Ο Κόρσο σε ρόλο ντετέκτιβ, θα προσπαθήσει να αποκωδικοποιήσει τη λίστα για να μάθει τι κρύβεται πίσω απ’ την μυστηριώδη εξαφάνιση. Ένα  πρωτότυπο, βιβλιοφιλικό νουάρ, με ζωντανή πρωτοπρόσωπη γραφή, ευφυείς διαλόγους και πλήθος διακειμενικών αναφορών που θα συναρπάσουν τον υποψιασμένο αναγνώστη. Η αστυνομική ιστορία, αν και μοιάζει αρχικά να λειτουργεί ως  πρόσχημα του συγγραφέα για να αναφερθεί στην αγάπη του για τη λογοτεχνία, στη συνέχεια με κλιμακούμενη ένταση οδηγείται σε ένα εξαιρετικό, απροσδόκητο τέλος. Η χαμένη αναγνώστρια το 2016 κέρδισε το βραβείο Scerbanenco, για το καλύτερο νουάρ μυθιστόρημα της χρονιάς.

 

Μετάφραση: Μαρία Οικονομίδου

Εκδόσεις Πατάκη  (2019)

σελ. 453

O βραβευμένος συγγραφέας και δημοσιογράφος Ρομπέρτο Σαβιάνο, έγινε γνωστός σε όλο τον κόσμο με το βιβλίο του Γόμορρα (Πατάκης), που αποκάλυψε και κατήγγειλε με ντοκουμέντα μετά από πολύχρονη δημοσιογραφική έρευνα την εγκληματική δράση της Ναπολιτάνικης Καμόρα. Μεταφράστηκε σε σαράντα γλώσσες και  πούλησε πάνω από δέκα εκατομμύρια αντίτυπα σ’ όλο τον κόσμο. Ο συγγραφέας επικηρύχθηκε από την μαφία και εδώ και δέκα χρόνια ζει υπό αστυνομική προστασία μετά από εντολή του Ιταλού Προέδρου της Δημοκρατίας. Η τράτα των παιδιών, είναι η πρώτη του μυθοπλαστική απόπειρα. Ένα οδοιπορικό στις κακόφημες συνοικίες της Νάπολης, μέσα από την ενηλικίωση μιας συμμορίας νεαρών που θαμπωμένοι απ’ τη ζωή των τοπικών μαφιόζων, παγιδεύονται σ’ έναν αναπόδραστο κύκλο απληστίας, προδοσίας και αίματος. Αν και ο συγγραφέας δηλώνει ότι «οι πρωταγωνιστές αυτού του βιβλίου είναι φανταστικοί, όπως και οι προσωπικές ιστορίες τους» περιγράφει την οδυνηρή πραγματικότητα που ανέκαθεν ερευνούσε και μας βυθίζει στην αυθεντικότητα των φανταστικών ιστοριών, με ένα σπουδαίο μυθιστόρημα αθωότητας και καταπίεσης. Το 2019, Η τράτα των παιδιών μεταφέρθηκε στην μεγάλη οθόνη από τον σκηνοθέτη Κλαούντιο Τζιοβανέζι –Η μεγάλη νύχτα της Νάπολης, ο ελληνικός τίτλος- και απέσπασε την αργυρή άρκτο καλύτερου σεναρίου, στο διεθνές φεστιβάλ κινηματογράφου του Βερολίνου.

 

Μετάφραση: Γιάννα Σκαρβέλη

Ελληνικά Γράμματα (2019)

σελ. 288

Ο Αντόνιο Φούσκο, υψηλόβαθμο στέλεχος της ιταλικής αστυνομίας και δικαστικός εγκληματολόγος, έκανε δυναμική είσοδο στον χώρο της αστυνομικής λογοτεχνίας το 2014, με το πρώτο του μυθιστόρημα, Πέντε μικρές αδικίες (Ελληνικά Γράμματα). Η μέθοδος του φοίνικα είναι το τρίτο βιβλίο της σειράς, -από τα πέντε μέχρι σήμερα-  με πρωταγωνιστή τον αστυνόμο Τομάζο Καζαμπόνα, στην φανταστική πόλη Βαλντέντσα της Τοσκάνης. (ανάλογη περίπτωση με την φανταστική Βιγκάτα της Σικελίας, του  Αντρέα Καμιλλέρι). Όταν το πτώμα μιας Ουκρανής στριπτιζέζ βρίσκεται κάτω από μια γέφυρα κοντά στο δάσος, η ομάδα του Καζαμπόνα αναλαμβάνει δράση και όλα τα στοιχεία οδηγούν στην ενοχή ενός γνωστού πορνοστάρ της περιοχής, που  όμως θα βρεθεί πνιγμένος στον βυθό μιας λίμνης, μετά απ’ ένα τροχαίο ατύχημα. Ο αστυνόμος υποψιασμένος ότι υπόθεση δεν μπορεί να είναι τόσο απλή όσο φαίνεται, συνεχίζει τις έρευνες, οι οποίες θα πάρουν απροσδόκητη τροπή και θα οδηγήσουν σε μια ζοφερή ιστορία που έχει τις ρίζες της στο μακρινό παρελθόν.  Ένα ρεαλιστικό μυθιστόρημα με στοιχεία θρίλερ και  δυνατή  πλοκή,  έντονη νουάρ ατμόσφαιρα και  έμφαση στην συλλογική αστυνομική έρευνα (police procedural),  της οποίας η ακριβής και ιδιαίτερα πειστική περιγραφή  λόγω της επαγγελματικής ιδιότητας του συγγραφέα, καθώς και η περίτεχνη διαδοχή και αλληλουχία των αποδεικτικών στοιχειών, κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη μέχρι την τελική λύση.

 

Παγκόσμιος οδηγός αστυνομικού – επόμενα τεύχη:

 

Γερμανία

Μ. Βρετανία (1ο μέρος)

Μ. Βρετανία (2ο μέρος)

Σκανδιναβικές χώρες

Βαλκάνια -Τουρκία

Ελλάδα

Υπόλοιπος κόσμος

 

Αναζητήστε αστυνομικά μυθιστορήματα εδώ 

 

Προηγούμενο άρθροΠοίηση και εικόνα στην Μαρία Καντ (της Βαρβάρας Ρούσσσου)
Επόμενο άρθρο10 χρόνια “Α”: Δυσλεξία «ακατάληπτος» (του Γιάννη Πάσχου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ