Όταν το καλοκαίρι τελειώνει (για τον Χ.Μ.Εντσενσμπέργκερ)

0
704

Της Ξένης Μπαλωτή.

Ο Χ.Μ.Εντσενσμπέργκερ (εις το εξής Χ.Μ.Ε.) δεν είναι άγνωστος στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό. Τουλάχιστον το βιβλίο του «Πολιτική και Πολιτισμός» προσέφερε πολλά στο δημόσιο διάλογο για τις εκφάνσεις του ευρωπαϊκού πολιτισμού στην αρχή του 21ου αι. και έκανε γνωστό το απαράμιλλο ύφος της γραφής του που χαρακτηρίζεται από χιούμορ και διάθεση ανατροπής των στερεότυπων αντιλήψεων ως επακόλουθο πραγματικών γεγονότων και όχι ακαδημαϊκού διδακτικισμού.

Εάν στο προαναφερόμενο βιβλίο, ο συγγραφέας στόχευε να τεκμηριώσει την διαπίστωσή του πως «μολονότι ομνύουμε στην Ευρώπη, γνωρίζουμε πραγματικά λίγα πράγματα ο ένας για τον άλλον», με το νέο του βιβλίο «Αναβρασμός» σαφέστατα στοχεύει να ανατρέψει την αντίληψη πως η ελευθερία της γνώμης, της δράσης και της επικοινωνίας είναι αυτονόητα κεκτημένα.Ο Χ.Μ.Εντσενσμπέργκερ (εις το εξής Χ.Μ.Ε.) δεν είναι άγνωστος στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό. Τουλάχιστον το βιβλίο του «Πολιτική και Πολιτισμός» προσέφερε πολλά στο δημόσιο διάλογο για τις εκφάνσεις του ευρωπαϊκού πολιτισμού στην αρχή του 21ου αι. και έκανε γνωστό το απαράμιλλο ύφος της γραφής του που χαρακτηρίζεται από χιούμορ και διάθεση ανατροπής των στερεότυπων αντιλήψεων ως επακόλουθο πραγματικών γεγονότων και όχι ακαδημαϊκού διδακτικισμού.

Έτυχε το τέλος της ανάγνωσης του βιβλίου «Αναβρασμός», το οποίο στην ελληνική του έκδοση από την ΕΣΤΙΑ έχει στο εξώφυλλο ένα από τα κομμάτια που έχουν απομείνει του Τείχους του Βερολίνου με τον θυρεό της τ.Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας (Λ.Δ.Γ.), να συμπέσει με την ημέρα που απεβίωσε η Margot Honecker (7.5.2016), σύζυγος του τελευταίου ηγέτη της Λ.Δ.Γ.

Η σύμπτωση θέλησε να «συναντηθεί η, κατά τον Der Spiegel, «ξεροκέφαλη σύζυγος» με την «εθελοτυφλία και την άνευ όρων πίστη στα ιδεολογικά δόγματα» ή «την ισχυρογνωμοσύνη που ανακηρύσσεται σε κρατική λογική», τα οποία στιγματίζονται στον «Αναβρασμό» και  αφορούσαν επίσης τη Γερμανία. Πρόκειται για μία «συνάντηση» που ο Χ.Μ.Ε. επιτρέπει καθώς αναγνωρίζει πως «κάθε αναγνώστης καταλαβαίνει ένα κείμενο με τον δικό του τρόπο!»

Τι καταλάβαμε λοιπόν από τον «Αναβρασμό» που κατέλαβε τον κόσμο της περιόδου 1960-1970;

Κατ’αρχήν, ότι ο Χ.Μ.Ε. είναι ένα «σιγανό ποταμάκι» που πάντα σε φέρνει στα νερά του και που όταν σε αφήσει σε κάποια θάλασσα, σε έχει ήδη φορτώσει με σκέψεις που θεωρούσες τελειωμένες. Γιατί με τον Χ.Μ.Ε. δεν ανακαλύπτεται η «Αμερική», εν προκειμένω οι χώρες του τ.υπαρκτού σοσιαλισμού με τις οποίες ασχολείται, αλλά αποκαλύπτονται οι χειραγωγημένες αντιλήψεις που υπήρχαν γι’αυτές τις χώρες, ακόμη και ως μύθος, αποδεικνύεται πως η λαϊκή τυφλή υποταγή είναι προνόμιο κάθε ολοκληρωτισμού και πως η φημολογία καλύπτει την εσκεμμένη έλλειψη πληροφόρησης.

Πώς προέκυψαν αυτές οι διαπιστώσεις; από τις επισκέψεις που ο συγγραφέας έκανε στις σοσιαλιστικές χώρες  τριών ηπείρων, Ευρώπης, Ασίας και Αμερικής. Και παρά το γεγονός πως ήταν πάντα προσκεκλημένος, το εξασκημένο μάτι του και η ευρύτητα της αντίληψής του δεν τον άφησαν στην επιφάνεια των τυπικών ξεναγήσεων. Συνομιλητές του δεν ήταν μόνο οι κρατικοί αξιωματούχοι, αλλά και ο κάθε λογής προλετάριος! Γι’αυτό και ο «Αναβρασμός» διαβάζεται ως τουριστικός οδηγός κάποιων χωρών και μίας εποχής που ισχυριζόταν ότι και επί γης μπορεί να υπάρξει παράδεισος.

Και εδώ συναντάμε ένα από τα χαρακτηριστικά του Χ.Μ.Ε., τις αθώες «φυτιλιές» του όπως όταν γράφει π.χ. πως «από έναν παράδεισο, όπως αυτόν που υποσχέθηκε και ο κομμουνισμός, πρέπει να απαιτεί κανείς τη δυνατότητα να τον εγκαταλείψει όταν τον μπουχτίσει..». Γιατί «φυτιλιά»; Γιατί, ενώ το βιβλίο έχει δομηθεί με την λογική των ερωταπαντήσεων του συγγραφέα με τον εσωτερικό του κόσμο, στην πραγματικότητα ο Χ.Μ.Ε. θέλει να συνδιαλλαγεί με τον αναγνώστη του και τις αντιλήψεις του. Έτσι λοιπόν, τον καλεί να διαπιστώσει μοναχός του, μέσα από τις ζωές των άλλων που του περιγράφει, αν κάποιος μπορούσε πραγματικά να εγκαταλείψει τον «παράδεισο».

Συνεπώς, έγκειται στον αναγνώστη να επιλέξει αν θα αντιμετωπίσει τον «Αναβρασμό» ως διήγημα, οπότε ένα ερωτικό ρομάντζο του συγγραφέα στην Μόσχα αποσπά όλο το ενδιαφέρον του, ή ως μερική αυτοβιογραφία του Χ.Μ.Ε. και συνεπώς σημείο εκκίνησης για να ερευνήσει τον παγκόσμιο αναβρασμό που προκάλεσε ο Ψυχρός Πόλεμος και οι ιδεολογικές αντιπαραθέσεις.

Και αν ο αναγνώστης επιλέξει το «ρομάντζο», τότε σίγουρα θα βρεθεί αντιμέτωπος με το ερώτημα αν η ιδεολογία χαράζει την πορεία ζωής ενός ανθρώπου ή εάν η ατομική ψυχοσύνθεση βρίσκει αποκούμπι σ’αυτήν.

Ωστόσο, η εκδοχή της επιλογής ιστορικών πληροφοριών μέσω της αυτοβιογραφίας δεν είναι λιγότερο επίπονη, καθώς το ερώτημα πού τελειώνει η υποκειμενική αλήθεια του συγγραφέα και από πού αρχίζει η αντικειμενική έρευνα, στην πραγματικότητα μένει αναπάντητο. Σε όλο το βιβλίο, ο συγγραφέας είναι επί της ουσίας δευτεραγωνιστής! Αυτός καταγράφει, οι άλλοι δρουν. Δεν έχουμε να κάνουμε με περιαυτολογίες, αν και η επίσημη βιογραφία του που τον θέλει σημαντική προσωπικότητα της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς της Γερμανίας, θα το επέτρεπε. Συνεπώς, δεν υπάρχει ψόγος υποκειμενισμού στις περιγραφές του. Αν κάτι μπορεί να του προσαφθεί, είναι οι «παγίδες» που στήνει στον αναγνώστη του, αλλά και αυτές με πολύ προσοχή. Τόσο όσο να μπορέσει να τις αρνηθεί!!

Γιατί, τι άλλο είναι εκτός από παγίδα η παράλληλη περιγραφή των αδιεξόδων της καθημερινής ζωής στη Κίνα του Φ.Κάστρο και η δήθεν τυχαία αναφορά σε μία διαδήλωση στο Κρόιτσμπεργκ του Βερολίνου όπου «οι διαδηλωτές πιασμένοι από τα μπράτσα κραύγαζαν ρυθμικά «Για ένα κόκκινο Δυτικό Βερολίνο», λίγες εκατοντάδες μέτρα μακριά απ’το Τείχος…..Λίγα χιλιόμετρα πιο κει ο Κόκκινος Στρατός ήταν πανέτοιμος να δώσει ένα τέλος στο νησιωτικό καθεστώς του Δυτικού Βερολίνου και να εισαγάγει έναν σοσιαλισμό που δεν επρόκειτο να ακούσει αυτούς τους φωνακλάδες.»

Ποιος αναγνώστης θα ξεφύγει από την φάκα του Χ.Μ.Ε ώστε μέσα από συνειρμικές σκέψεις να μην φτάσει στο συμπέρασμα που ο ίδιος τον ωθεί, «πως μπορεί να πάθει κανείς ίλιγγο, όταν αποδειχθεί η αλήθεια μίας βλακώδους πρότασης: Κάντε πρώτα καμιά δουλειά και μετά διαδηλώνετε.»

Ακόμη και ο καλοπροαίρετος αναγνώστης θα έβλεπε τον συγγραφέα σαν έναν αντιδραστικό γέροντα που στα 85 του (το βιβλίο κυκλοφόρησε στη Γερμανία το 2014) συνεχίζει να γράφει βιβλία αρνούμενος το παρελθόν του. Ίσως, αν δεν έβαζε ο Χ.Μ.Ε. τα πράγματα στη θέση τους ισχυριζόμενος πως «ο ορθολογισμός και ο αυθορμητισμός είναι αλληλένδετα»!

Στο Χ.Μ.Ε. χρειάστηκε ο «αυθορμητισμός» για να αποδεχτεί μία πρόσκληση από το πουθενά, τη δεκαετία του 1960, να επισκεφθεί την τ.Σοβιετική Ένωση, σε μία προσπάθεια να γεφυρωθούν τα χάσματα «τουλάχιστον στον χώρο του πολιτισμού, ανάμεσα στα εχθρικά στρατόπεδα», αλλά και η ορθολογική αξιοποίηση του ιστορικού παρελθόντος της Γερμανίας για να μην παραβλέψει ότι «η συχνή αναφορά στον λαό, τα γκουλάγκ , οι πολύωρες πολιτικές ομιλίες σε κατάμεστα ανοικτά στάδια» κά γνωρίσματα ολοκληρωτισμού, τα είχε πρωτοδεί στην πατρίδα του. Μία φορά του ήταν αρκετή, η δεύτερη έπρεπε να γίνει όχι καταγγελτικός λόγος, αλλά παραδείγματα προς αποφυγήν τρίτης επανάληψης!

Το ταξίδι του Χ.Μ.Ε. στον κόσμο του υπαρκτού σοσιαλισμού είναι μεγάλο, αλλά όχι μονότονο καθώς οι σκόπιμες πινελιές της προσωπικής του ζωής, σε συνδυασμό με το χιούμορ του και τα «κουτσομπολιά», χωρίς εμπάθεια, για τους διανοουμένους, όπως π.χ. Sartre, Neruda κά, δίνουν ένα αυτοβιογραφικό ημερολόγιο με αρχή, μέση και τέλος.

Μπορεί ο Χ.Μ.Ε. να αφήνει στον αναγνώστη το δικαίωμα της «παρανόησης», αλλά είναι σίγουρος πως κι εδώ στην παγίδα του θα πέσει. Διαβάζοντας το ακόλουθο : «Από το 1945 η Ιστορία έχει σχολάσει για μας, έχουμε άδεια από το μέτωπο. Ποτέ άλλοτε δεν υπήρξε τόσο ειδυλλιακή περίοδος, ποτέ το καλοκαίρι δεν ήταν τόσο ανέμελο», στο παρά τέταρτο του αιώνα από τότε, ποιος δεν θα σκεφτεί πως το «καλοκαίρι» ίσως και να τελειώνει;

Εδώ έγκειται η αξία αυτού του βιβλίου, σου περιγράφει τον τρόπο ζωής όταν η ειρήνη  και η ελευθερία χάνονται.

Με την άδεια λοιπόν του συγγραφέα ας παρανοήσουμε το δικό του πως «η ανάγκη για θρησκεία μπορεί να δαμάσει κάθε ενδοιασμό» και ας το εξηγήσουμε ως «η ανάγκη για ειρήνη μπορεί να δαμάσει κάθε ενδοιασμό.»

 

 

info: Χανς Μάγκνους Εντσενσμπέργκερ, «Αναβρασμός», μτφρ: Σπύρος Μοσκόβου, Βιβλιοπωλείον της Εστίας

 

Προηγούμενο άρθροJazz+Πράξεις 2016 στην Πάτρα
Επόμενο άρθροΟδύνες και αγωνίες μας γενιάς (Νίκη Αναστασέα)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ