Γιώργος Βέης.
Η ενότητα, η φαινομένη σύμπνοια του χώρου και του μη χρόνου. Η ατέρμονη προσπάθεια σύγκλισης των εναντιωματικών τάσεων. Το μέλλον συναρτάται απλώς μ΄ ένα χώρο, έστω ως εκ των πραγμάτων ελάχιστο. Να το χωνέψω καλά αυτό: όπως ακριβώς εκείνη η αλφαδιασμένη, παραλληλεπίπεδη πέτρα καταλαμβάνει τελεσίδικα το δικό της διάστημα, έτσι ακριβώς κατοχυρώνεται η διάρκειά μου μακροπρόθεσμα. Δεν είμαι άλλωστε κι εγώ υπόθεση πέτρας; Τι πιο ξεκάθαρο; Συλλογίζομαι τελείως αναλογικά τώρα. Ένα από τα συμπτώματα των περιηγήσεών μου στην Οσάκα.
*
Οι συμπαγείς προβολές από τον κάτω κόσμο. Οι τάφοι, ενσωματωμένοι πλήρως στο οπτικό πεδίο, όπως συμβαίνει με τις ντάλιες στον κήπο, με τα επεκτατικά νούφαρα στη λιμνούλα καθρέφτη, με τις κερασιές θωπείες στη μέση του ματιού. Τα ιδεογράμματα ζωντανεύουν συμπεριφορές. Κινούνται. Σαν περίπατος. Δεν μελετώ επιγραφές. Δεν το έχω δοκιμάσει ποτέ πριν. Ισχυρίζομαι βεβαίως ότι μελετώ, πάντα πρόθυμος κι έτοιμος σε γενικές γραμμές, τους ζωντανούς των προγραμματισμένων ή και των απρόοπτων συναντήσεων στους ευρύτερους χώρους των κοινωνικών συναναστροφών. Όποτε όμως επιστρέφω στο συναφές φωτογραφικό υλικό, ξαναμπαίνω στην ατμόσφαιρα εκείνων των πολυσημιών. Εκεί διασώζεται η γεωμετρική σαφήνεια, η αποφασιστικότητα της παράταξης των μηνυμάτων, εν είδει στρατιωτικού προτάγματος, πάνω στα υλικά του κοιμητηρίου. Το εγχείρημα της επιβολής του παρελθόντος στη ροή του σήμερα, η ενάργεια, ο συναγερμός του εγώ να ξεπεράσει τη Μοίρα. Καρφιά, πρόκες στο νου, η σμίλη του μάστορα.
*
Πόσο κοντά άραγε περνάμε από τις αναμνηστικές πλάκες; Πόσα εκατοστά του μέτρου ακριβώς; Η πόλη μας πιέζει, μας σπρώχνει. Θέλει ν΄ ακουμπάμε τους τάφους, είναι ολοφάνερο. Πόσο κοντά όμως κατά βάθος θέλουμε; Πόσο αντέχουμε να βρισκόμαστε κάθε φορά σε απόσταση αναπνοής από το χθες των βίων; Να σημειώσω εδώ: τόσο πολύ κοντά στο μηδέν έφτασα λοιπόν, έτοιμος να χαλαρώσω τελείως μετά από το κοπιαστικό ταξίδι. Νοιώθω να κλείνουν τα μάτια μου…
*
Παράλληλα επίπεδα, καμία καμπή, καμία διαφυγή του νοήματος: το παρελθόν επιμένει να υπάρχει, έστω ταριχευμένο με το ζόρι στα σωθικά της πόλης. Το πρόβλημα της συνύπαρξης, μου λένε είναι τόσο παλιό, όσο και το πρόβλημα της ίδιας της πόλης να οικοδομηθεί και να διαχειρισθεί στη συνέχεια την επαύξησή της. Ποτέ δηλαδή δεν της αρκούσαν τα πολεοδομικά της πέρατα. Έχοντας μάλιστα φτάσει προ πολλού στο αδιαχώρητο, δείχνει ότι είναι μια φασκιωμένη, υπερτροφική εστία ζωής. Μια υπερύπαρξη. Συνοψίζω: η θεμελιώδης προοπτική του μηνύματος του Ναού Shitennojiji αφορά σε επίτευξη συναίνεσης, εφ΄ όσον οι επικράτειες ζώντων και νεκρών δεν διαφοροποιούνται καθόλου σε μια μακροπρόθεσμη ακτίνα θέασης.
*
Οι σχεδόν καμπάνες. Γειωμένες στα ελάχιστα τετραγωνικά μέτρα, τα οποία τους ανήκουν δικαιωματικά. Οι τρούλοι τους, με τα όρθια δόρατα στο κέντρο, παραπέμπουν σε στροφές παμπάλαιων προσευχών, σε δημοφιλείς συνθήκες λατρείας. Είναι οι στερεότυποι θύλακες των ικεσιών και των ελπίδων για τη μεγάλη προσφορά της Ανάπαυσης. Πρόκειται για τις στούπες, για τις καταστατικές φωλεές του Ιερού. Υψώνονται, εποπτεύουν σύνεση γαλήνης. Κάτι περισσότερο: ευαγγελίζονται αιώνες γαλήνης. Ακένωτη ώρα. Δώρο του τοπίου.
*
Υφέρπει άραγε η επιθυμία της κατάργησης, έστω στο απώτερο μέλλον, του συγκεκριμένου νεκροταφείου; Μπορώ να υποθέσω ότι εκδηλώνεται αραιά και που ένα είδος καλυμμένης απαρέσκειας από την πλευρά κάποιων μεμονωμένων ή και ατύπως συνασπισμένων κατοίκων; Ή μήπως όλοι τους θέλουν να πιστεύουν ότι είναι οι πιστοί παραστάτες των εκδημησάντων;
*
Ούτε υπερπολυτελείς σαρκοφάγοι, ούτε το βαθύσκιο φλοίσβισμα των ατέρμονων ύμνων. Η σιωπή και το απέριττο σκήνωμα δηλώνει πεποίθηση ανύψωσης σε κάποιο στερέωμα άδολων ουσιών. Στους αντίποδες του πάλλευκου μαρμάρου και των αλαβάστρινων ληκύθων κάποιων άλλων ταφικών εθίμων, λίγο πολύ γνωστών μας στη Δύση, η πέτρα, η σκεβρωμένη πέτρα της Οσάκα υποδεικνύει λιτότητα προσεγγίσεων. Ο σύνθετος χαρακτήρας αυτής της οπτικής γωνίας: η έκδηλη λεπτότητα φρονήματος, η παρηγορία μέσα από το ιδεόγραμμα της άτμητης, της ηθελημένης εγκράτειας. Φωτογραφίζω λίγα αντιπροσωπευτικά σημεία, από τα όσα έχουν επιδαψιλεύσει κατά καιρούς στις σκληρές επιφάνειες των λίθων τα χέρια των έμπειρων καλλιγράφων. Είναι τ΄ αποσπάσματα ενός ημερολογίου κάθαρσης (ή μάλλον απόγνωσης).
Γιώργος Βέης