Οι καθημερινοί Τζεπέτο (του Κώστα Κυριακόπουλου)

0
443

 

 

του Κώστα Κυριακόπουλου (*)

 

Τα παραμύθια, λένε, παίρνουν στα χέρια τους την πραγματικότητα και την μετατρέπουν σε ό,τι θέλουν. ‘Ή φτιάχνουν μια άλλη, δική τους. Την απογειώνουν, την κάνουν να πετάει εκεί όπου δεν μπορεί να πάει κανένας νους περπατώντας σε γνωστά μονοπάτια, την τυλίγουν σε πολύχρωμες κορδέλες και την κρύβουν κάτω από μαξιλάρια, την εκτοξεύουν στα σύννεφα, την κάνουν βροχή που χτυπάει στα παράθυρα της μνήμης, ξυπνάει παιδικές και εφηβικές θαμμένες αναμνήσεις και τις κάνουν να ξανάρχονται ντυμένες με τα ρούχα των μεγάλων. Και οι μεγάλοι έχουν πολλούς ανοιχτούς λογαριασμούς να κλείσουν από εκείνες τις ηλικίες. Φαντάσου τώρα, ένα τέτοιο παραμύθι, όπως ο «Πινόκιο» να δίνει την έμπνευση για να γραφτεί μια άλλη ιστορία, με άλλους συμβολισμούς, άλλες παραβολές. Μια ιστορία που όχι μόνο δεν είναι παραμύθι αλλά είναι μία από τις σκληρές και σκοτεινές, όσο αγνά και αν είναι τα υλικά της.

Ο «Μαστρο-Τζεπέτο» του Fabio Stassi, λοιπόν, δεν είναι παραμύθι. Είναι ένα μυθιστόρημα με αφορμή ένα παραμύθι. Ένα μετα-παραμύθι με την πρώτη ύλη, σαν γενετικό υλικό, παρμένη από τον κλασικό ιταλικό αριστούργημα του Collodi το οποίο  ο Stassi  χρησιμοποίησε για να φτιάξει τον δικό του Πινόκιο, τη δική του ξύλινη μαριονέτα που δεν έχει τον κεντρικό πρωταγωνιστικό ρόλο, κάτι που ανήκει στον  ξυλουργό – δημιουργό της. Ο Τζεπέτο του Stassi κουβαλά στους ταλαιπωρημένους ώμους του το βαρύ φορτίο της τραυματισμένης ανθρωπινότητας. ‘Όλοι γνωρίζουμε έναν τέτοιον «Τζεπέτο».

Η απομόνωση, η κοινωνική, κανονικοποιημένη βία, φτιάχνει ένα σύνολο συμπεριφορών που μοιάζουν με ρουτίνα διασκέδασης στο περίκλειστο επαρχιακό μικροπεριβάλλον. Η αδικία, το ασήκωτο βάρος της κακίας. Οι συγχωριανοί του χαρίζουν στον Τζεπέτο ένα κούτσουρο για να φτιάξει ένα παιδί που τόσο ήθελε και μετά να τον γελοιοποιήσουν, να χλευάσουν το βιολογικό και συναισθηματικό περιθώριο στο οποίο βολοδέρνει η γέρικη φιγούρα του. Το πιο βαθύ τους κίνητρο είναι, όμως, να βιώσουν και να επιβεβαιώσουν οι ίδιοι την ασφαλή ευδαιμονία τους αφού δεν βρίσκονται στη θέση του. «Τον αποκαλούν μάστορα, χλευάζοντάς τον, και Τζεπέτο βλασφημώντας ακόμα και το όνομα του Ιωσήφ: Τζουζέπε, Τζουζεπέτο, Τζεπέτο̇ είναι ο Ιωσήφ της χλεύης, και αυτό είναι το τροπάρι που συνοδεύει όλους τους ανθρώπους που ζουν μονάχοι. Η αλήθεια είναι ότι η Ναζαρέτ του είναι ένα κακόψυχο χωριό στην κορυφή ενός από τα Απέννινα, που έχει για αγαπημένο του παιχνίδι να λιθοβολεί τους κουτσούς, τους μαγκούφηδες, τους φουκαράδες».

Ο Μάστρο Τζεπέτο είναι ένας ηλικιωμένος άνθρωπος, μοναχικός και απομονωμένος, φτωχός, λιανοντυμένος με όλα τα χαρακτηριστικά του παρία. Ο παραδοσιακός μύθος της ξύλινης μαριονέτας γίνεται μοχλός για να βγει από την άμμο της αφήγησης μια νέα του εκδοχή, γεμάτη από μεταφορικό λόγο, παραβολές και αναγωγές στο σήμερα. Και αυτό είναι το εύρημα του Fabio Stassi: «Καλύτερα να είχε γεννηθεί σκύλος, σκέφτεται ο Τζεπέτο, αν και κάπως πιο συγκεχυμένα. Αν μη τι άλλο, θα είχε πάντα ένα πιάτο φαΐ. Από περιέργεια μετράει μέχρι που φτάνει η αλυσίδα. Από τη μια μεριά μετά βίας φτάνει στο αποχωρητήριο, από την άλλη, σε ένα σπιτάκι, σαν αυτά των σκύλων, φτιαγμένο με δυο τρία ξύλα και μια πέτρα. Σε ένα μπολ έχει μείνει ακόμα λίγο νερό, βρώμικο, μουχλιασμένο».

Το αναποδογυρισμένο παραμύθι που τελικά, όπως είπαμε, δεν είναι παραμύθι, σαν μανίκι από σακάκι που γυρίζεις το μέσα έξω και βλέπεις ότι κρύβει κάτι  άλλο.  Είναι ένα μυθιστόρημα για την αγνότητα των σκοπών, την αφοσίωση, την πατρότητα, τη γενναιοδωρία των συναισθημάτων, την αυτοθυσία και το βάθος του δύσληπτου ή και ακατανόητου πόνου που σαν σεισμοί αφήνουν ρωγμές σε όλους μας. Ρωγμές που δεν κλείνουν ποτέ. Ένα μυθιστόρημα για τη μοναξιά, τα γηρατειά, τη ζωή των ανθρώπων όταν γέρνει η ζυγαριά και αυτά που θυμούνται είναι πολλά περισσότερα από όσα μπορούν να ελπίζουν. Και στην περίπτωση του «Μαστρο – Τζεπέτο», η μνήμη είναι χαμένη πολυτέλεια, πολύτιμο λάφυρο της άνοιας που καταβροχθίζει λαίμαργα ό,τι ο Τζεπέτο έχει αποθηκεύσει με κόπο στο κελάρι της μνήμης.

Μια ιστορία ξαναγραμμένη αλλιώς, μέσα σε μια ζοφερή πραγματικότητα απώλειας, βίας μα και αγάπης. Το σίγουρο είναι ότι πρόκειται για ένα βιβλίο που δεν θα σταματήσει να σε ακολουθεί με το κλείσιμο της τελευταίας σελίδας αλλά και της έκπληξης που επιφυλάσσει ο συγγραφέας στον ίδιον τον Τζεπέτο. Έναν ήρωα που «παραήταν φτωχός ακόμα και για να πεθάνει…».

(*) Ο Κώστας Κυριακόπουλος είναι δημοσιογράφος

 

 

Fabio Stassi, «ΜΑΣΤΡΟ-ΤΖΕΠΕΤΟ», μετάφραση Δήμητρα Δότση, Ίκαρος

Προηγούμενο άρθροΗ «Μήδεια» του Κάστορφ θέλει να «σπάσει στα δύο την ανθρωπότητα» (της Όλγας Σελλά)
Επόμενο άρθροΗ βοή του βάθους (του Χρίστου Κυθρεώτη)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ