Οι καταραμένοι ΚΑΔ: Βιβλιοθήκες, θέατρα, μουσεία (του Σπύρου Κακουριώτη)

1
1199

 

του Σπύρου Κακουριώτη

Το αναμενόμενο δεύτερο κύμα της πανδημίας έφερε μαζί του ένα όχι και τόσο αναμενόμενο δεύτερο κύμα καραντίνας. Περιορισμοί που συνάντησαν σχετική συναίνεση τον Μάρτιο, κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος και του γενικευμένου lockdown, αντιμετωπίζονται τώρα με δυσφορία και σχετική αντίδραση.

Αυτό δεν συμβαίνει, φυσικά, επειδή οι συμπολίτες μας που αντιδρούν είναι «ψεκασμένοι».  Αλλά επειδή η αρχική συναίνεση είχε την έννοια της πίστωσης χρόνου, προς την κυβέρνηση, και δινόταν υπό την προϋπόθεση της ισότητας στην κατανομή των βαρών.

Σήμερα, με τη μισή χώρα στο «κόκκινο» και τη Θεσσαλονίκη με τις Σέρρες σε καθολικό lockdown, οι πολίτες διαπιστώνουν, αφενός, ότι ο χρόνος που παραχωρήθηκε στην κυβέρνηση σπαταλήθηκε χωρίς βελτίωση του οπλοστασίου της δημόσιας υγείας και, αφετέρου, ότι αυτοί που καλούνται να επωμιστούν το κόστος των «εκτάκτων μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας» δεν είναι άλλοι από τους πλέον αδύναμους.

Πρόκειται για τους «καταραμένους κωδικούς», τους ΚΑΔ των θεάτρων, των μουσείων, των βιβλιοθηκών, σχεδόν όλων των πολιτιστικών δραστηριοτήτων –και όχι μόνο, βέβαια, αλλά ας μιλήσουμε λίγο γι’ αυτές τις δραστηριότητες που κάποια σκοτεινά μυαλά θεώρησαν εστίες υπερμετάδοσης (χωρίς να προσκομίσουν, όμως, το παραμικρό στοιχείο για να τεκμηριώσουν τον ισχυρισμό τους αυτό). Αμφιλεγόμενη είναι και η απόφαση για να κλείσουν τα ωδεία ή τουλάχιστον κάποιες από τις δραστηρότητες τους.

Εμπειρικά στοιχεία δείχνουν ότι στα θέατρα, στους κινηματογράφους, στα μουσεία, στις βιβλιοθήκες και τα αρχεία, τα πρωτόκολλα ασφαλείας τηρούνταν αυστηρότατα, ίσως και καθ’ υπερβολήν –όποιος πήγε θέατρο, επισκέφθηκε βιβλιοθήκη ή δούλεψε σε αρχείο καταλαβαίνει πολύ καλά τι εννοώ– ενώ και τα επιτρεπόμενα ποσοστά πληρότητας ήταν από τα πλέον χαμηλά.

Προς τι, λοιπόν, η συμπερίληψη των ΚΑΔ 91.01 (δραστηριότητες βιβλιοθηκών και αρχειοφυλακείων), 91.02 (δραστηριότητες μουσείων), 90.04 (εκμετάλλευση αιθουσών θεαμάτων και συναφείς δραστηριότητες) και άλλων ανάλογων σε όσους υποχρεούνται να αναστείλουν τη δραστηριότητά τους; Σε τι η καταστροφή ενός επαγγελματικού κλάδου (ηθοποιών και μουσικών) προστατεύει από την πανδημία; Σε τι η παρεμπόδιση της έρευνας μπορεί να καθυστερήσει τη μετάδοση του ιού;

Σε τίποτα, είναι η απάντηση. Το μόνο αποτέλεσμα είναι να δημιουργεί τεράστια προβλήματα σε ερευνητές, ιδιαίτερα όσους υπόκεινται σε αυστηρές προθεσμίες λόγω συμμετοχής τους σε χρηματοδοτούμενα προγράμματα ή βρίσκονται στο τελικό στάδιο εκπόνησης διπλωματικών εργασιών και διδακτορικών διατριβών τους.

Στο τεράστιο «γιατί;» που εγείρεται, απάντηση δίνουν, κατά τη γνώμη μου, οι εικόνες ντροπής στα μέσα μαζικής μεταφοράς, αλλά και στις εκκλησίες. Όπως και σε άλλες περιπτώσεις, η επιδεικνυόμενη «αυστηρότητα» απέναντι στους αδύναμους δεν έχει παρά επικοινωνιακούς στόχους, προκειμένου να καλύψει την χαλαρότητα που επιδεικνύεται σε άλλους, πιο κρίσιμους, τομείς.

Γιατί οι κυβερνώντες είναι βέβαιοι πως κανείς δεν θα διαμαρτυρηθεί γι’ αυτή τους την απόφαση. Μπορεί οι ηθοποιοί και τα σωματεία τους, το κίνημα Support Art Workers, να κινητοποιήθηκαν την άνοιξη, όμως ούτε το υπουργείο Πολιτισμού ενοχλήθηκε ούτε και κανένας άλλος στην κυβέρνηση. Αν είχαν ενοχληθεί, άλλωστε, δεν θα οδηγούσαν έναν ολόκληρο κλάδο στην εξόντωση σφυρίζοντας αδιάφορα.

Στη Γαλλία, με την οποία εσχάτως θυμηθήκαμε την πάλαι ποτέ «συμμαχία» για άλλους λόγους, η απόφαση της κυβέρνησης να περιλάβει τα βιβλιοπωλεία στον κατάλογο των επαγγελματικών δραστηριοτήτων που η λειτουργία τους αναστέλλεται προκάλεσε θύελλα διαμαρτυριών, καθώς ορθά αναγνώστηκε ως πριμοδότηση των μεγάλων διαδικτυακών αλυσίδων πώλησης. Με ανοιχτή επιστολή τους προς τον πρόεδρο Μακρόν, 250 συγγραφείς, εκδότες και βιβλιοπώλες, ανάμεσα στους οποίους οι Ζακ Αταλί, Ταχάρ Μπεν Ζελούν, Ενκί Μπιλάλ, Καρίλ Φερί, Λυκ Φερύ, Μαρσέλ Γκοσέ, Πιερ Νορά, Μισέλ Ονφρέ, Γιασμινά Ρεζά κ.ά., τον καλούν να επιτρέψει άμεσα τη λειτουργία όλων των βιβλιοπωλείων και όλων των βιβλιοθηκών, να επιλέξει να στηρίξει τον πολιτισμό και τον πολίτη. Το ίδιο ζητά, με δική της επιστολή, η δήμαρχος του Παρισιού Αν Ινταλγκό.

Η κινητοποίηση των γάλλων διανοούμενων δεν έμεινε χωρίς καρπούς. Ήδη από τις 3 Νοεμβρίου, το γαλλικό υπουργείο Πολιτισμού έδωσε σε βιβλιοθήκες και αρχεία τη δυνατότητα να υιοθετήσουν, κατά τη διάρκεια της καραντίνας, ένα σύστημα δανεισμού, το οποίο θα επιτρέπει τη στοιχειώδη πρόσβαση των αναγνωστών στις υπηρεσίες τους.

Εμείς εδώ, αναγνώστες ή ερευνητές, είμαστε τόσο λίγοι και η φωνή μας τόσο αδύναμη; Η διαμαρτυρία μας είναι καταδικασμένη να μην ακούγεται; Ο θυμός μας να εξαερώνεται στις μεταξύ μας συζητήσεις; Ας ελπίσουμε πως όχι…

Προηγούμενο άρθροΗ ιστορία των εικόνων  (της Μαρίζας Ντεκάστρο)
Επόμενο άρθροΚωστής Παλαμάς- οι μούσες που αγάπησα (της Δέσποινας Δούκα)

1 ΣΧΟΛΙΟ

  1. Συμφωνώ απολύτως με τον κ. Κακουριώτη. Τι πρέπει να κάνουμε; Περιμένουμε ιδέες και οδηγίες.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ