του Γιώργου Μαραγκού.
Με την ευκαιρία της κυκλοφορίας του τελευταίου βιβλίου του Τόμας Πίντσον με τίτλο “Υπεραιχμή” από τις εκδόσεις Ψυχογιός αναδημοσιεύουμε μια συνέντευξη του μεταφραστή του Πίντσον, Γιώργου Κυριαζή, που την έδωσε στον συνεργάτη μας Γιώργο Μαραγκό και την οποία μπορείτε να βρείτε ολόκληρη μαζί και με άλλα στοιχεία στο τεύχος του Αναγνώστη που κυκλοφορεί.
Ο Thomas Pynchon , γεννημένος στις 8 Μαΐου 1937, αποτελεί ιδιάζουσα περίπτωση συγγραφέα· διαβόητος όχι μόνο για τους λεκτικούς λαβυρίνθους που χτίζει, αλλά και την προτίμησή του για απόλυτη απομόνωση από τα μέσα επικοινωνίας πέρα από προσεκτικά επιλεγμένες κατ’ ευφημισμόν εμφανίσεις –αφού δεν έχει δείξει ποτέ το πρόσωπό του–, έχει υπάρξει κεντρική μορφή των αμερικανικών γραμμάτων από την εμφάνισή του στα εκδοτικά δρώμενα με το V. το 1963 μέχρι και σήμερα που οι φήμες για το τελευταίο του μυθιστόρημα –που θα τιτλοφορείται Bleeding Edge και θα λαμβάνει χώρα στη Νέα Υόρκη πριν την επίθεση στους δίδυμους πύργους– αποτέλεσαν μία από τις σημαντικότερες ειδήσεις των τελευταίων μηνών στον παγκόσμιο λογοτεχνικό χώρο. Μετά το V. έχει εκδώσει έξι ακόμα μυθιστορήματα και μία συλλογή διηγημάτων: Η Συλλογή των 49 στο Σφυρί, Το Ουράνιο Τόξο της Βαρύτητας, Βραδείας Καύσεως (διηγήματα), Vineland, Mason &Dixon, Ενάντια στη Μέρα και Έμφυτο Ελάττωμα.
Το λογοτεχνικό έργο του Thomas Pynchon έχει μεταφραστεί εξ ολοκλήρου στη γλώσσα μας. Και αυτό δεν είναι η μόνη ένδειξη ότι το αναγνωστικό κοινό έχει ιδιαίτερη σχέση με τον Αμερικανό συγγραφέα. Ο Pynchon στην Ελλάδα έχει αφιερωμένη σε αυτόν μία εξαιρετικά ενεργή ομάδα συζήτησης στο πανταχού παρόν facebook, ένα ηλεκτρονικό περιοδικό, το The Zone (www.thezone.gr ), το οποίο ασχολείται με το έργο του, αλλά και με θέματα που αγγίζουν ευρύτερα τη σύγχρονη αμερικανική λογοτεχνία, ενώ οργανώνονται κατά καιρούς και δρώμενα, όπως καλλιτεχνικές εκθέσεις και μαραθώνιοι ανάγνωσης, τα οποία χρησιμοποιούν ως εφαλτήριο το πυντσονικό σύμπαν. Η σχέση του με τον Έλληνα αναγνώστη είναι ασφαλώς ισχυρή και σίγουρα δεν οφείλεται μόνο στον πιθανό θαυμασμό του συγγραφέα για τη Ρόζα Εσκενάζυ (την οποία αναφέρει και στο Έμφυτο Ελάττωμα, αλλά και στο Ενάντια στη Μέρα, όπου και γράφει σε άψογα Greeklish μερικούς στίχους από το τραγούδι “Θα σπάσω κούπες”).
Ο Γιώργος Κυριαζής έχει μεταφράσει πέντε από τα μυθιστορήματα, μεταξύ των οποίων και το opus magnum, Ουράνιο Τόξο της Βαρύτητας, αλλά και το Ενάντια στη Μέρα, για το οποίο πήρε το 2010 το βραβείο μετάφρασης από το (δυστυχώς καταργημένο πλέον) ΕΚΕΜΕΛ. Ο Γιώργος Κυριαζής εκπροσωπεί σήμερα μια γενιά μεταφραστών, με βαθιά γνώση για την ξένη λογοτεχνία, αλλά και με άποψη για το τι αξίζει να μεταφερθεί στα ελληνικά.
ΑΝ: Πώς προέκυψε η ενασχόλησή σας με τον Pynchon;
Γιώργος Κυριαζής: Τον Pynchon τον «γνώρισα» το 1987 στο πανεπιστήμιο Αθηνών, σε ένα σεμινάριο για το μεταμοντέρνο μυθιστόρημα με καθηγητή τον Γιάννη Τσιώλη. Εκεί διαβάσαμε το Gravity’s Rainbow και γράψαμε από μια εργασία. Κάποιες από τις εργασίες, μάλιστα, μαζί με άλλο, πρωτότυπο, υλικό, εκδόθηκαν σε ένα βραχύβιο φοιτητικό περιοδικό (βγάλαμε μόνο ένα τεύχος). Δεν είναι τυχαίο ότι από εκείνο το σεμινάριο βγήκαν τρεις μεταφραστές του Pynchon: η Βίκυ Χατζοπούλου, που μετάφρασε τα διηγήματα στο Βραδείας Καύσεως (εκτός από την «Εντροπία»), ο Προκόπης Προκοπίδης, που μετέφρασε την «Εντροπία» και το V., κι εγώ. Αρκετά χρόνια αργότερα (το 1993, νομίζω), διάβασα σε μια εφημερίδα ότι ο εκδοτικός οίκος Χατζηνικολή είχε μόλις αγοράσει τα δικαιώματα για τα βιβλία του Pynchon. Πήγα λοιπόν στο γραφείο της κυρίας Ιωάννας Χατζηνικολή και με όλο μου το νεανικό θράσος τής ζήτησα το Ουράνιο Τόξο της Βαρύτητας. Εκείνη μου είπε να διαλέξω ένα κομμάτι και να το μεταφράσω. Όταν της το πήγα, το κοίταξε, μου είπε ότι της άρεσε πολύ (παρότι είχα κάνει και ένα λάθος), και μου έδωσε το βιβλίο, κάτι για το οποίο θα την ευγνωμονώ αιώνια. Όταν βγήκε το Μέισον & Ντίξον, μου το έδωσε κι αυτό. Μετά, τα δικαιώματα τα πήραν οι Εκδόσεις Καστανιώτη, και μου έδωσαν να μεταφράσω τα επόμενα δύο βιβλία του Pynchon, το Ενάντια στη Μέρα και το Έμφυτο Ελάττωμα.
ΑΝ: Γιατί νομίζετε ότι ο Pynchon έχει μεταφραστεί εξ ολοκλήρου στην Ελλάδα, ενώ άλλοι σύγχρονοί του συγγραφείς εκπροσωπούνται μόνο από επιλογή των έργων τους;
Γ.Κ.: Νομίζω πως ο βασικός λόγος είναι το μεράκι της Ιωάννας Χατζηνικολή. Πριν πάρει εκείνη τα δικαιώματα, είχε κυκλοφορήσει μόνο η Συλλογή των 49 στο Σφυρί, από τις Εκδόσεις Ύψιλον, σε μετάφραση Δημήτρη και Χαράς Δημηρούλη. Οι Εκδόσεις Χατζηνικολή έβγαλαν άλλα 5 βιβλία, ό,τι δηλαδή είχε κυκλοφορήσει ως τότε ο Pynchon, προφανώς γιατί πίστευαν στην αξία του συγγραφέα, και όχι γιατί προσδοκούσαν μεγάλες πωλήσεις, και το 2007 τα δικαιώματα τα πήραν οι Εκδόσεις Καστανιώτη, με το ίδιο σκεπτικό. Δυστυχώς, μετά ήρθε η κρίση. (Σ.Σ. τα δικαιώματα σήμερα έχει αναλάβει ο εκδοτικός οίκος Ψυχογιός).
Είναι αλήθεια ότι υπάρχουν αρκετοί Αμερικανοί συγγραφείς, της ίδιας περίπου γενιάς, πολύ αξιόλογοι, που δεν έχουν μεταφραστεί πλήρως, ή και καθόλου. Αυτό που λείπει είναι, νομίζω, ένας εκδότης που θα πιστέψει στο έργο τους και δεν θα νοιάζεται αν τα βιβλία τους θα μπουν ή όχι στις λίστες με τα «ευπώλητα»· πράγμα που, στην τωρινή οικονομική συγκυρία, είναι κάτι που μάλλον θα μείνει στη σφαίρα της φαντασίας.
ΑΝ: Ποιες είναι οι μεγαλύτερες μεταφραστικές προκλήσεις που παρουσιάζει το έργο του;
Γ.Κ.: Δύο πράγματα: η γλώσσα, και τα πραγματολογικά στοιχεία. Σφιχτοδεμένη αλλά λαβυρινθώδης σύνταξη, συνεχείς αλλαγές ύφους, ιδίως στους διαλόγους, χρήση αργκό που ποικίλλει ανάλογα με τον τόπο και το χρόνο στον οποίο εκτυλίσσεται η πλοκή, αναφορές σε πρόσωπα και πράγματα πραγματικά και φανταστικά, ιδιαίτερη προσοχή στην ιστορική και γεωγραφική λεπτομέρεια, ξένες λέξεις και φράσεις, πολλά τοπωνύμια, και μια αφήγηση που σου αλλάζει αμετάκλητα τον τρόπο που σκέφτεσαι.