Ο συγγραφέας και ο χώρος του

0
1351

 

της Λίλας Κονομάρα.

 

Ποια είναι η σχέση του συγγραφέα με το χώρο όπου δημιουργεί; Πώς συνδέονται αυτά τα δυο και σε ποιο βαθμό αλληλοεπηρεάζονται;

Κρίνοντας από τη στάση που υιοθετούν διάφοροι συγγραφείς απέναντι στο χώρο όπου επιλέγουν να εργαστούν, θα έλεγε κανείς ότι η σχέση αυτή είναι πολύπλευρη και ιδιαίτερη.

Ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία τους, άλλοι επιλέγουν τη διαρκή κίνηση και την ποικιλία και άλλοι την ακινησία της μονιμότητας. Για τους δεύτερους, το σπίτι, δηλαδή ο οικείος, ιδιωτικός χώρος είναι κεφαλαιώδους σημασίας. Σπάνια ταξιδεύουν, η διαδικασία της συγγραφής είναι απόλυτα συνδεδεμένη με ένα συγκεκριμένο χώρο του σπιτιού τους που αποτελεί το ησυχαστήριό τους όπου απομονώνονται για να γράψουν. Η συγγραφή συνδέεται με μια ολόκληρη ιεροτελεστία την οποία τηρούν πιστά φροντίζοντας επιμελώς να μην διαταραχτεί από κανέναν εξωτερικό παράγοντα. «Και για ακούστε, τώρα ησυχία. Γράφω.» προειδοποιούσε τους δικούς του ο Καραγάτσης πριν καθίσει στο γραφείο του (Μαρίνα Καραγάτση Το ευχαριστημένο ή οι δικοί μου άνθρωποι, εκδ. Άγρα), ενώ  ο Φλωμπέρ σήκωνε με τις φωνές του το σπίτι στο πόδι καθώς είχε τη συνήθεια να διαβάζει φωναχτά τα έργα του για να ακούει το ρυθμό της πρότασης γι’ αυτό και το γραφείο του το αποκαλούσε ‘ουρλιαχτήριο’.  Γι’ αυτής της κατηγορίας τους συγγραφείς, η σταθερότητα και η επαναληπτικότητα αποτελούν αναγκαία συνθήκη για τη δημιουργία. Μέσα στην ησυχία του γραφείου τους, πολύ νωρίς το πρωί ή αργά τη νύχτα, περιστοιχισμένοι από τα γνώριμα αντικείμενα που είναι τοποθετημένα στις ακριβείς τους θέσεις, άλλοι γράφουν με ένα μολύβι, άλλοι δεν μπορούν να αποχωριστούν την παρωχημένης τεχνολογίας γραφομηχανή τους, άλλοι θεωρούν απαραίτητη την παρουσία της γάτας τους. «Γράφω με κονδυλοφόρο και μαύρο μελάνι», λέει ο Γκράχαμ Σουίφτ κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης. «Οι κονδυλοφόροι είναι για μένα ανεκτίμητοι και δεν τους βγάζω ποτέ από το σπίτι. Με αυτόν που έχω τώρα έχω γράψει τρία μυθιστορήματα, ενώ τα υπόλοιπα γράφτηκαν με έναν άλλο, ο οποίος εξέπνευσε, αλλά τον έχω ακόμη…. Σπάνια βέβαια τα σκέφτομαι όλα αυτά τώρα πια, καθώς έχουν γίνει ρουτίνα… Μα ακόμη και οι ρουτίνες αρχίζουν με το δικό τους τελετουργικό κι ένα είδος μαγγανείας. Αν χάσω τη ρουτίνα μου, η αναστάτωση θα είναι μάλλον μεγάλη. Αν δεν είχα το δωμάτιό μου με τις τέσσερις γωνίες του, τον κονδυλοφόρο μου, το συνηθισμένο σημειωματάριο με τις γραμμές που χρησιμοποιώ, θα αισθανόμουν σαν χαμένος τουλάχιστον για ένα διάστημα. Ξέρω ότι υπάρχουν πολλοί συγγραφείς που μπορούν να γράψουν με οποιονδήποτε τρόπο, οπουδήποτε, ταξιδεύοντας ή χρησιμοποιώντας λάπτοπ – εγώ αυτό δεν το καταλαβαίνω, αλλά είμαστε όλοι τόσο διαφορετικοί.» (Φτιάχνοντας έναν ελάφαντα, μτφρ. Θ. Σκάσσης εκδ. βιβλιοπωλείον της Εστίας)

Σε πολλούς γνωστούς συγγραφείς όπως ο Μονταίνιος, ο Προυστ, ο Κάφκα, η στάση αυτή συνοδεύτηκε από τη σταδιακή απομάκρυνσή τους από την κοινωνική ζωή και την απομόνωσή τους στο σπίτι. Με τα χρόνια, η Έμιλι Ντίκινσον έπαψε να βγαίνει από το σπίτι της και ακόμη και όταν την επισκεπτόταν κάποιος προτιμούσε να συνομιλεί μαζί του πίσω από την πόρτα της κάμαράς της.

unnamed (6)
το Γραφείο του Τζακ Λόντον. Στην αρχική φωτό ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν στο γραφείο του

Στον αντίποδα αυτών των συγγραφέων βρίσκονται εκείνοι – οι περισσότεροι – οι οποίοι διακατέχονται συχνά από την επιθυμία αλλαγής περιβάλλοντος, εξερεύνησης και εγκατάστασης σε νέους τόπους, συνδέοντας αυτήν την αλλαγή χώρου με την έμπνευσή τους, θεωρώντας την δηλαδή πολύ αναζωογονητική. Οι συχνές αυτές αλλαγές που τροφοδοτούν το συγγραφέα με νέες ιδέες και εμπειρίες προϋποθέτουν βέβαια μια οικονομική άνεση. «Πρέπει να διαθέτει κανείς χρήματα κι ένα δικό του δωμάτιο εάν θέλει να γράψει μυθιστόρημα» έλεγε η Βιρτζίνια Γουλφ. Τέτοιες περιπτώσεις ήταν της Μαργκερίτ Γιουρσενάρ, μεγαλοαστικής καταγωγής η οποία απομονωνόταν για μεγάλα χρονικά διαστήματα στο σπίτι της στο Μάουντ Ντέζερτ αλλά συγχρόνως ταξίδευε πολύ σε Ευρώπη και Ασία, περνώντας μήνες στην Ελλάδα με το Δημαρά ή στο Λονδίνο μαζί με τη Βιρτζίνια Γουλφ μεταφράζοντας το βιβλίο της τελευταίας Τα κύματα (μτφρ. Άρης Μπερλής, εκδ. Ύψιλον). Μεγάλοι ταξιδευτές υπήρξαν ο Στίβενσον, ο Ντάρελ, ο Σκοτ Φιτζέραλντ, ο Χέμινγουαίη. Στην περίπτωση του τελευταίου αλλά και πολλών άλλων, η αλλαγή χώρου ήταν και η έκφραση μιας περιπετειώδους διάθεσης, μιας πληθωρικής προσωπικότητας, μιας επιθυμίας να γευτεί κάθε είδους απολαύσεις, να έρθει αντιμέτωπος με το άγνωστο και να περάσει από διάφορες αποκαλυπτικές δοκιμασίες.

Το να διάγει ένας συγγραφέας βίο πλάνητα και τυχοδιωκτικό αποτελούσε στις αρχές του 20 αιώνα μια πρακτική ευρέως διαδεδομένη ανάμεσα στους αμερικανούς συγγραφείς οι οποίοι, αναγνωρίζοντας το Παρίσι ως κέντρο των γραμμάτων και των τεχνών, άρχισαν να συρρέουν, όπως και άλλοι καλλιτέχνες, στην πόλη του Φωτός και να περνούν εκεί μια περίοδο της ζωής τους. Στα έργα τους αποτυπώνεται σαφώς ο εκκεντρικός και ξέφρενος χαρακτήρας της περιόδου του μεσοπολέμου. Κοινωνικό χαρακτήρα προσλαμβάνει και στη δεκαετία του ’50 και του ’60 η περιπλάνηση των μπήτνικς οι οποίοι μάλιστα την χρησιμοποιούν, όπως ο Κέρουακ στο Στο δρόμο (μτφρ. Δήμητρα Νικολοπούλου, εκδ. Πλέθρον), ως υλικό για τα βιβλία τους. Ο δρόμος γίνεται το πλαίσιο της γραφής και ταυτόχρονα ο χώρος του μυθιστορήματος.

Συγγραφείς αυτής της κατηγορίας μπορούν να γράφουν κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες: σ’ ένα δωμάτιο ξενοδοχείου, μέσα στην οχλαγωγία ενός καφέ, όπως η Τζ. Κ. Ρόουλινγκ, ανάσκελα στον καναπέ, πίνοντας ένα ποτό, όπως ο Τρούμαν Καπότε ή ακόμη και όρθιοι όπως ο Β. Ουγκώ και ο Χέμινγουαίη. Ο Παπαδιαμάντης έγραψε πολλά διηγήματά του στην μπακαλοταβέρνα του Καχριμάνη, στου Ψυρρή, εμπνεόμενος από το «κοινωνικό αυτό σπουδαστήριο», όπως την αποκαλούσε.

Εντελώς διαφορετικό ήταν και είναι το πλαίσιο που κινήθηκαν πολλοί άλλοι συγγραφείς. Αναγκασμένοι να αντιμετωπίσουν μεγάλες οικονομικές δυσκολίες, έζησαν και έγραψαν μέσα σε μια φοβερή στενότητα χώρου. Ο Ρέιμοντ Κάρβερ, εργάτης με γυναίκα και δυο παιδιά στα είκοσί του χρόνια, ήταν υποχρεωμένος να γράφει τις νύχτες στη στενόχωρη κουζίνα του διαμερίσματός του.

Ο περιβάλλων χώρος είναι επίσης μια άλλη σημαντική παράμετρος. Για πολλούς συγγραφείς η πόλη είναι το απαραίτητο πλαίσιο της ζωής και του έργου τους. Μοιάζουν να αποζητούν και να εμπνέονται από την πολυκοσμία, τους θορύβους των αυτοκινήτων και κάθε είδους μηχανών, τον υπόγειο παλμό της πόλης. Άλλοι αντίθετα, όπως ο Χέρμαν Μέλβιλ, αποφεύγουν την πολυκοσμία και αναζητούν την απομόνωση της εξοχής, τους ήχους της φύσης, τη δυνατότητα να συνδυάσουν το γράψιμο μ’ έναν περίπατο στο κοντινό δάσος. Υπάρχει και μια άλλη κατηγορία η οποία επέλεξε ως μόνιμο σχεδόν πλαίσιο τη θάλασσα, όπως ο Κόνραντ ή ο Καββαδίας, επιλογή που σημάδεψε όλο τους το έργο.

Αντίθετα με όλους εκείνους που είχαν τη δυνατότητα να επιλέξουν το χώρο διαμονής και εργασίας τους υπάρχει τέλος και μια κατηγορία συγγραφέων οι οποίοι, για πολιτικούς λόγους αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την χώρα και την οικογενειακή εστία. Ο Μπένγιαμιν, ο Ναμπόκοφ, ο Σολτζενίτσιν, ο Στέφαν Τσβάιχ, ο Τόμας Μαν, ο Κόχουτ, ο Κούντερα είναι κάποιοι απ’ αυτούς, στην περίπτωση μάλιστα του τελευταίου, αλλά και του Ναμπόκοφ, η εγκατάλειψη της χώρας θα οδηγήσει και στη σταδιακή εγκατάλειψη της μητρικής τους γλώσσας. Η ταυτότητα του εξόριστου θα σημαδέψει το έργο τους. «Εγώ κι ο εαυτός μου γίναμε δύο διαφορετικά πράγματα μέσα σε όλους τους παραλογισμούς που μας φορτώνει η εποχή μας. Νιώθω αποκομμένος από όλα όσα ήταν για μένα πατρίδα», γράφει ο Τσβάιχ λίγο πριν αυτοκτονήσει.

Το σπίτι φέρει το αποτύπωμα του συγγραφέα; Το έργο φέρει το αποτύπωμα του σπιτιού; Σύμφωνα με τον Γκράχαμ Σουίφτ «γράφει κανείς μυθοπλασία γιατί δεν θέλει να γράψει για γεγονότα», οι χώροι δε όπου εκτυλίσσονται κάποια μυθιστορήματά του του ήταν παντελώς άγνωστοι, όπως ομολογεί. Τις περισσότερες φορές, ο συγγραφέας μεταπλάθει την πραγματικότητα, ψήγματα της οποίας εμφανίζονται εδώ κι εκεί στο έργο του. Ωστόσο, άμεσα ή έμμεσα ο χώρος δεν αφήνει τους περισσότερους συγγραφείς ανεπηρέαστους. Ο Αλαίν Φουρνιέ έζησε στο οίκημα το παρακείμενο στο σχολείο όπου δίδασκε ο πατέρας του και αυτό επέλεξε ως πλαίσιο για το μυθιστόρημά του Ο Μεγάλος Μωλν. Μερικές από τις ωραιότερες και διασημότερες σελίδες του Προυστ αφορούν το σπίτι της θείας Λεονί που συνδέεται με τα παιδικά του χρόνια. Από την άλλη, ο Ζολά επένδυε όλα τα χρήματα από τα συγγραφικά του δικαιώματα στην επισκευή του σπιτιού που είχε αγοράσει. Η Γεωργία Σάνδη, η οποία έφτιαχνε όλες της τις μαρμελάδες μόνη της θεωρώντας αυτή την ασχολία εξίσου σημαντική με το γράψιμο, ομολόγησε πως το σπίτι της στο Νοάν της ενέπνευσε το Ο βάλτος του διαβόλου (εκδ. Χατζηνικολή). Εξόριστος στο νησί του Γκέρνσεϊ, ο Ουγκώ αφιέρωνε μεγάλο μέρος του χρόνου του στη διακόσμηση του σπιτιού όπου διέμενε. Παρατηρώντας τα γραφεία των συγγραφέων, βλέπει κανείς πόσο διαφορετικά είναι μεταξύ τους: κομψά, ακατάστατα, λιτά ή πληθωρικά αντανακλούν την προσωπικότητα του κατόχου τους.

Ο Αλέξανδρος Δουμάς έγραφε στον πύργο του, τον πύργο Μόντε Κρίστο, η Τζέιν Ώστεν στο διάδρομο του σπιτιού της, σ’ ένα μικρό τραπεζάκι, ο Φλωμπέρ δεν δούλεψε ποτέ, ο Μπαλζάκ ήταν μονίμως  βουτηγμένος στα χρέη. Πολλές φορές ετέθη το ερώτημα σε ποιο βαθμό ο χώρος έπαιξε ρόλο αν όχι διαμόρφωσε το έργο ενός συγγραφέα. Σίγουρα η συγγραφή απαιτεί κάποια διαθεσιμότητα όσον αφορά το χρόνο, μια εξαντλητική καθημερινότητα λειτουργεί πάντα αποτρεπτικά. Ήταν όμως  προνομιούχοι και γι’ αυτό καλύτεροι συγγραφείς εκείνοι οι οποίοι, έχοντας λύσει το βιοποριστικό, μπορούσαν να περιδιαβαίνουν τις ηπείρους, να επιλέγουν τους ωραιότερους χώρους και να επιδίδονται απερίσπαστοι στη γραφή; Ή μήπως αντίθετα, η οικονομική ένδεια, η πείνα, η έλλειψη θέρμανσης, η στενότητα του χώρου και εν γένει η έλλειψη των ανέσεων ή των παραστάσεων όξυναν την ευαισθησία και την παρατηρητικότητα και ενέτειναν την επιθυμία; Mήπως οι κάθε λογής δοκιμασίες και η καθημερινή τριβή με τα ευτελή και τα γνώριμα, η επαφή με το μεγαλείο αλλά και την εξαθλίωση και την ποταπότητα δεν κατέστησαν τη ματιά πιο διεισδυτική  και το έργο πιο πλούσιο; Θα ήταν ο Ντοστογιέφσκι αυτός που ήταν ούτως ή άλλως; Ακόμη και αν δεν είχε χρέη ή δεν έμενε άφραγκος από τη χαρτοπαιξία, θα έγραφε τα έργα του σε επιφυλλίδες ώστε να μπορεί να βιοπορίζεται;

Ελεφάντινοι πύργοι, ταπεινά δωμάτια ξενοδοχείου, εξοχικές επαύλεις ή διαμερίσματα, τα σπίτια έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη ζωή  πολλών συγγραφέων και επηρέασαν άμεσα το έργο τους τροφοδοτώντας τη φαντασία τους και μεταφέροντας ανά τους αιώνες ίχνη του πνεύματος και της ιδιοφυίας τους.

Προηγούμενο άρθροΣτα σκοτεινά νερά της Διέππης
Επόμενο άρθροΝ. Βαλαωρίτης: Το μόνο που μας απειλεί είναι το αίσθημα ότι δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι άλλο.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ