Ο Κων. Παρθένης “ζωγραφίζει” στην περφόρμανς του Γ. Κουτλή (της Όλγας Σελλά)

0
244

 

της Όλγας Σελλά

 

«Το τελειότερο δημιούργημα της φύσης είναι η ψυχή του ανθρώπου. Το καλύτερο υπόδειγμα της φύσης είναι ο νους μας». Είναι δύο από τις φράσεις που ο ζωγράφος Κωνσταντίνος Παρθένης, δια του ηθοποιού Γιάννη Τσορτέκη, μοιράστηκε παθιασμένα με το «κοινό του», στο χώρο όπου εκτίθενται τα έργα του: στην Εθνική Πινακοθήκη. Εκεί φιλοξενήθηκε για 3 μέρες (οι παραστάσεις ολοκληρώθηκαν τη Δευτέρα 6 Μαρτίου) μια διαφορετική περφόρμανς, την οποία σκηνοθέτησε ο Γιώργος Κουτλής με τρυφερότητα, γνώση και πάθος. Sognatta Terra tu m’ appartiens «Κωνσταντίνος Παρθένης – Νικόλαος Γιοκαρίνης. Εξομολόγηση» είναι ο πλήρης τίτλος αυτής της ιδιαίτερης και πρωτότυπης θεατρικής πράξης, σ’ έναν εντελώς ασυνήθιστο χώρο. Τα πραγματολογικά στοιχεία της παράστασης λένε ότι ο Γιώργος Κουτλής βασίστηκε σ’ ένα ιστορικό κείμενο του Νικολάου Γιοκαρίνη που είχε τίτλο «Αι Εξομολογήσεις των: με τον κ. Κωνσταντίνον Παρθένην δια την παλαιάν και την νέαν τέχνην». Ένα κείμενο του 1930 στο οποίο ο Νικ. Γιοκαρίνης εγκαλεί και κρίνει τον Παρθένη για τις καλλιτεχνικές του καινοτομίες. Και ο Παρθένης «απολογείται». Για την ακρίβεια διδάσκει, μοιράζεται, παθιάζεται με όλα εκείνα που διαμορφώνουν το νου και την έμπνευσή του ώστε να οδηγήσουν το χέρι του και να φιλοτεχνήσει τις μορφές του και τις εικόνες του.

Κ. Παρθένης

Ο ζωγράφος (Γ. Τσορτσέκης) έρχεται από το βάθος της αίθουσας όπου εκτίθεται η αναδρομική του έκθεση. Φοράει τα ρούχα της δουλειάς. Η λευκή ποδιά του έχει χρώματα. Στέκεται μπροστά σε διάφορα έργα του, μονολογεί, σκέφτεται φωναχτά, μετράει, μουντζουρώνει… Μετά έρχεται προς το μέρος του κοινού. Ανακατεύεται με τους θεατές, τους κοιτάζει βαθιά στα μάτια. Αναζητεί το βλέμμα τους, το ξεχωριστό φως του καθενός, αφού «οι μορφές δεν διαθέτουν ούτε ομορφιά ούτε ασχήμια. Το φως είναι η ουσιαστική ιδιότητα της κάθε μορφής. Δεν πρέπει να βλέπουμε μόνο με την όραση, ούτε να ζωγραφίζουμε με τα μάτια» θα πει λίγο αργότερα. Και αμέσως μετά μας οδηγεί στο «εργαστήριό» του, αυτό που έστησε εξαιρετικά η Άρτεμις Φλέσσα. Κι εκεί δεν βλέπουμε απλώς τον ζωγράφο. Βλέπουμε τον σκεπτόμενο καλλιτέχνη, βλέπουμε το πάθος του, την έντασή του, την αφοσίωσή του, την πίστη του. Ζωγραφίζει: τις ιδέες του, τις σκέψεις του, την απογοήτευσή του και την πίκρα του. «Η αισθητική δεν είναι μία. Το έργο του  καλλιτέχνη είναι ο μεστωμένος καρπός που βγαίνει από μια βαθιά πίστη. (…)  Μόνο το πνεύμα μας βλέπει το αληθινό χρώμα, ότι το μάτι. Το πνεύμα  υπαγορεύει τη μίξη των χρωμάτων. (…) Η αντίληψις είναι βραδυκίνητη εις τον τόπον μας. (…) Η πείρα είναι έμφυτος, δεν αποκτάται. Η εργατικότητα αποκτάται. (…) Αγαπώ το αττικό φως, σύμβολο της ψυχής της νιότης. (…) Αγαπώ την εμφανή αυθεντικότητα και το έργο που έχει φιλοτεχνηθεί με πάθος», είναι μερικές από τις φράσεις που λέει ο Παρθένης-Τσορτέκης, με ένταση, με φόρτιση, αποκαμωμένος κάποιες στιγμές. Αλλά αμετακίνητος.

Ο Γιώργος Κουτλής είμαι σίγουρη ότι γοητεύτηκε ιδιαίτερα από την προσωπικότητα του Κων. Παρθένη, μπήκε στον κόσμο του, τον πνευματικό και τον καλλιτεχνικό, και μας τον απέδωσε εύστοχα και μοναδικά. Ο Γιάννης Τσορτέκης ενσάρκωσε με βάθος αυτή την ιδιαίτερη προσωπικότητα, που δεν έγινε διόλου αποδεκτή στην εποχή της. Το αντίθετο. Έχοντας δίπλα του τον Παναγιώτη Μανουηλίδη, που με όργανα και μη όργανα, υπογράμμιζε μέσω της μουσικής σύνθεσης (Panu) τις ψυχικές διαθέσεις του ζωγράφου, το πάθος, την ένταση, το όραμά του για την τέχνη. Ένα όραμα διαχρονικό και επίκαιρο. Μια παράσταση που γοήτευε, γαλήνευε, ενέπνεε. Μια βραδιά ξεχωριστή στην Εθνική Πινακοθήκη. Μια πρωτοβουλία που είχε πολλούς αποδέκτες, αφού γέμισαν ασφυκτικά και οι έξι παραστάσεις (προστέθηκαν ακόμα τρεις στον αρχικό προγραμματισμό).

Κι ένα μελανό σημείο που χρεώνεται στους θεατές του σήμερα: γιατί δεν μπορούν να παρακολουθήσουν με το βλέμμα, την ψυχή και το μυαλό τους ό,τι παρουσιάζεται μπροστά τους -εντελώς μπροστά τους, στο 1 ή στα δύο μέτρα ήταν ο Γιάννης Τσορτέκης από τους θεατές, όταν δεν ανακατευόταν αναμεσά τους-, αλλά πρέπει να βγάλουν το κινητό και να φωτογραφίσουν (!) τη στιγμή; Πώς γίνεται να αισθάνονται ό,τι συμβαίνει επί σκηνής με τη διαμεσολάβηση του κινητού τους; Να υποθέσω ότι παρανόησαν τη φράση του Κ. Παρθένη «δεν πρέπει να βλέπουμε μόνο με την όραση»;

Η ταυτότητα της παράστασης

Σκηνοθεσία: Γιώργος Κουτλής , Ηθοποιοί: Γιάννης Τσορτέκης και Παναγιώτης Μανουηλίδης, Βοηθός Σκηνοθέτη: Ελένη Κουτσιούμπα, Δραματουργική επεξεργασία κειμένου: Γιώργος Κουτλής, Σκηνικά – Κοστούμια: Άρτεμις Φλέσσα, Μουσική Σύνθεση: Panu, Επιμέλεια, Φωτισμών: Νίκος Βλασόπουλος
Επιμέλεια παραγωγής: MENTA ART EVENTS – Μαρία Ιωάννου

Καλλιτεχνική Διεύθυνση: Συραγώ Τσιάρα

 

 

Προηγούμενο άρθροΠαγκόσμιο αστυνομικό –  13+1  προτάσεις από τη Σκανδιναβία  (του Μάρκου Κρητικού)
Επόμενο άρθροH ελληνική ποίηση του 21ου αιώνα – από την εξουσία στην παρρησία (τουΒασίλη Λαμπρόπουλου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ