της Όλγας Σελλά
Παρότι δεν επιτρέπεται σ’ ένα ρεπορτάζ ο ενθουσιασμός και η όποια συναισθηματική προσέγγιση, στην προκειμένη περίπτωση δεν μπορώ παρά να «παρακούσω» αυτή τη βασική αρχή της δημοσιογραφίας. Γιατί όλο και πιο σπάνια μας δίνεται η χαρά να συναντούμε ανθρώπους που σκέφτονται, συνδυάζουν, αναρωτιούνται, προβληματίζονται, συνδέουν, έχουν χιούμορ και γνώση, αφουγκράζονται την ιστορία και τη σύγχρονη πραγματικότητα, και όλα αυτά τα εντάσσουν στην τέχνη τους.
Το μεσημέρι της Τετάρτης, συναντήσαμε μια τέτοια περίπτωση, μια από τις ελάχιστες φοβάμαι. Συναντήσαμε τον Γερμανό σκηνοθέτη Φρανκ Κάστορφ, τον ιστορικό καλλιτεχνικό διευθυντή της Volksbühne, ο οποίος το ερχόμενο καλοκαίρι, και συγκεκριμένα στις 21 και 22 Ιουλίου, θα παρουσιάσει στο αρχαίο θέατρο Επιδαύρου τη δική του «Μήδεια», εμπνευσμένη από τον μύθο του Ευριπίδη. Είναι μια παραγωγή του Φεστιβάλ Αθηνών – Επιδαύρου, που συνεχίζει την ανάθεση αρχαίων έργων σε κορυφαίους Ευρωπαίους σκηνοθέτες, αφού «επιδιώκουμε να ξανασκεφτούμε πάνω στους κλασικούς», προλόγισε η καλλιτεχνική διευθύντρια του Φεστιβάλ, Κατερίνα Ευαγγελάτου. Και τόνισε με έμφαση: «Δεν θα δείτε ένα συμβατικό κείμενο με τους στίχους του Ευριπίδη, αλλά μια νέα δραματουργία. Είναι η Μήδεια του Κάστορφ, όχι του Ευριπίδη».
Μια «Μήδεια», με Έλληνες καλλιτέχνες –κι αυτό νέο στοιχείο στο πλαίσιο των αναθέσεων- και με όχι μία, αλλά πέντε Μήδειες: Στεφανία Γουλιώτη, Σοφία Κόκκαλη, Μαρία Ναυπλιώτου, Αγγελική Παπούλια, Ευδοκία Ρουμελιώτη, «γιατί σε κάθε γυναίκα υπάρχει η δυνατότητα μιας Μήδειας, όμως καθεμιά θα φέρει κάτι διαφορετικό», θα πει αργότερα ο Φρανκ Κάστορφ. Δίπλα στις πέντε ηθοποιούς παίζουν οι Αινείας Τσαμάτης, Νικόλας Χανακούλας και Νίκος Ψαρράς, ο μόνος από τους Έλληνες ηθοποιούς που δεν ήταν παρών, λόγω ασθενείας.
Παρ’ όλα αυτά ο Φρανκ Κάστορφ με μια δική τους συνομιλία ξεκίνησε τη συζήτηση. «Ο Νίκος Ψαρράς με ενημέρωσε ότι πριν από χρόνια η ‘Μήδεια’ που σκηνοθέτησε ο Ανατόλι Βασίλιεφ γιουχαΐστηκε από το κοινό και πέταγαν κέρματα στην ορχήστρα. Πιστεύω ότι μετά τη δική μας παράσταση, θα πουν: ‘Αχ, τι ωραία που ήταν η ‘Μήδεια’ του Βασίλιεφ’! Και όταν με προσκάλεσε η Κατερίνα Ευαγγελάτου να σκηνοθετήσω της είπα: ‘Γιατί θέλεις να καταστρέψεις τη φήμη σου;’»
Ο πάγος –ο πάγος του δέους και της επαγγελματικής διαδικασίας- είχε μόλις γίνει χίλια κομμάτια. Και ήταν τα διαπιστευτήρια του Φρανκ Κάστορφ, αλλά -όπως διαπιστώσαμε στην πορεία- και επιλογή και στήριγμα. Κι έτσι, με μεγάλες δόσεις σαρκασμού, λεπτής ειρωνείας και χιούμορ, με αφηγηματικότητα ζηλευτή, με μια ξεχωριστή και αξιοθαύμαστη διαδικασία συνειρμών, μας πήρε απ’ το χέρι και μας «ξενάγησε» στον τρόπο σκέψης του, στον τρόπο που οι συνειρμοί τον οδηγούν στην τέχνη του, στις «συνομιλίες» του με άλλους δημιουργούς, παλαιότερους που τον καθόρισαν, με ειλικρίνεια και καθαρότητα σπάνια, γι’ αυτό ακριβή. Όπως: «Ο Γκαίτε λέει ότι δεν πρέπει να καλλωπίζουμε τα σάπια ψάρια, πρέπει να τα αφήνουμε όπως είναι. Κι αυτό κάνει ο Ευριπίδης». Και αναφέρθηκε στον κυνισμό του Ιάσονα στο κείμενο του Ευριπίδη –τρολάροντας τον τρόπο που σκεφτόταν και φερόταν-, που «ήταν τόσο έντονος ώστε επιβίωσε για 2.000 χρόνια, για να εμφανιστεί πάλι στον Στρίνμπεργκ». Αναφέρθηκε στη σύνδεση της αρχαίας τραγωδίας με τη δημοκρατία, μίλησε για τη Γαλλική Επανάσταση, το καθεστώς της Γερμανίας τον 18ο αιώνα, αλλά και τη Γερμανία που γεννήθηκε και μεγάλωσε, την τότε Ανατολική –«εκεί η δημοκρατία βρισκόταν στο όνομα της χώρας» είπε δηκτικά, στη «δημοκρατία του Πούτιν», αλλά και στη σύγχρονη Ευρώπη, «μια δημοκρατία που την διαχειρίζεται μια ολιγαρχία και παντού ακούς την οδηγία ‘αγόραζε, αγόραζε’».
Όχι, δεν μας μίλησε για το πώς θα κάνει την παράσταση που θα δούμε στην Επίδαυρο. Επιδίωξε να μας συστήσει τον τρόπο που σκέφτεται και δουλεύει. Άλλωστε, «μέσα από τις πρόβες βλέπω τη διαδικασία της δραματουργίας. Πρώτα διαλύω το κείμενο κι από τα ερείπιά του φτιάχνω κάτι καινούργιο», ενσωματώνοντας σ’ αυτό το καινούργιο κι εκείνους που τον διαμόρφωσαν. Όπως τον Χάινερ Μύλλερ, του οποίου τρία κείμενα –«Μήδειας υλικό», «Ρημαγμένη όχθη» και «Τοπίο για Αργοναύτες»- εντάσσονται στην παράσταση του Κάστορφ στην Επίδαυρο.
«Ο Χάινερ Μύλλερ έχει σίγουρα μια γλώσσα αποξένωσης μέσα σ’ έναν κόσμο που οι συνειρμοί έρχονται σαν κεραυνοί κι αυτό μοιάζει με τη λογοτεχνία του Ρεμπώ. Ίσως ν’ αξίζει αυτή η δουλειά. Ίσως και να πάει χαμένη», είπε, υπερθεματίζοντας στη διάθεσή του για ρίσκο και ελευθερία. Και τελείωσε την ομιλία του με μια φράση του Μπέρτολτ Μπρεχτ: «Δουλεύω πάνω στις επόμενες πλάνες μου. Σας έχω προειδοποιήσει».
Μια συνέντευξη Τύπου από εκείνες που σε κάνουν όχι απλώς να χαίρεσαι, αλλά να μαθαίνεις, να εκπλήσσεσαι, να πλουτίζεις. Το ίδιο φαίνεται να αισθάνονται και οι Έλληνες ηθοποιοί που δουλεύουν μαζί. Δηλώνουν γοητευμένοι από τη διαδικασία των προβών, χαρούμενοι, ανακουφισμένοι όσο και έκπληκτοι, και στ’ αλήθεια δεν ήταν από εκείνες τις επιβεβλημένες δηλώσεις που ακούγονται πριν από κάθε πρεμιέρα.
« Ο τρόπος της δουλειάς του είναι βαθύς, διεισδυτικός, μαγνητικός. Θέλει να φτιάξει μια πραγματική ζωή επί σκηνής, σε μια παράσταση που θα συνομιλεί με την πολιτική, την ιστορία, την κοινωνία, τις ανθρώπινες σχέσεις». «Κάνει τους ηθοποιούς συμμέτοχους στη δραματουργία της παράστασης». «΄Εχει συνθετική σκέψη, που μοιάζει σαν πίνακας του Ιερώνυμο Μπος, όπου όλα είναι παρόντα. Είναι ένας δημιουργός που εμπιστεύεται τους συνειρμούς του».