Ο άνθρωπος που έσωσε την παλιά Γαλλία: η περίπτωση Προσπέρ Μεριμέ (της Κωνσταντίνας Κορρυβάντη)

0
262
prosper-merimee, ο ανδράντας του στις Κάννες

 

της Κωνσταντίνας Κορρυβάντη

 

Δανείζομαι το πρώτο μισό του τίτλου από ένα ομώνυμο δοκίμιο του σύγχρονού μας βρετανού συγγραφέα Τζούλιαν Μπαρνς. Ο Μπαρνς στην συλλογή δοκιμίων του υπό τον τίτλο Through the Window, αφιερώνει ένα κείμενο στην περίπτωση του Προσπέρ Μεριμέ. Σε όσα γράφει δεν επιβεβαιώνει απλώς την γνωστή γαλλοφιλία του. Αλλά υποκλίνεται και εγκωμιάζει τον μεγάλο Γάλλο ρομαντικό, που χρωστά τη διαρκή ακτινοβολία του ονόματος του στο λογοτεχνικό στερέωμα στην νουβέλα του Κάρμεν (μετέπειτα κείμενο στο οποίο βασίστηκε το λιμπρέτο της όπερας του Μπιζέ), αλλά όπως θα δούμε δεν περιορίζεται εκεί.

Ο Μπαρνς, λοιπόν, με διάθεση και τόνο σχεδόν λατρευτικό μιλά για τον Μεριμέ, αναγνωρίζοντας τον ως μία προσωπικότητα με ίχνος δημόσιο κι ιστορικό, καθώς στέκεται και φωτίζει σημαντικές στιγμές της βιογραφίας και της δημόσιας παρουσίας και υπηρεσίας του Γάλλου συγγραφέα.  Κι αυτό γιατί ο Μεριμέ διέσωσε τη μνημειακή και αρχιτεκτονική κληρονομιά της Γαλλίας από μια συνθήκη οριακής κατάρρευσης λόγω των βανδαλιστικών πρακτικών κατά τον 19ο αιώνα ως  Γενικός Επιθεωρητής Ιστορικών Μνημείων από το 1834 έως και το 1860.

Ο Μπαρνς σημειώνει πως σύμφωνα με Γάλλο κριτικό του μεσοπολέμου, ο Μεριμέ ήταν «ένας νεαρός άνδρας που ενώ είχε συγκεντρώσει όλες του τις δυνάμεις στο να γράψει σαν το Βολταίρο και να ντυθεί σαν τον Μπο Μπρουμέλ, έγινε  ο πιο επιμελής γραφειοκράτης  αφιερώνοντας τη ζωή του  στην υπηρεσία των ιστορικών μνημείων της χώρας του. «Οι τουρίστες σήμερα, λέει ο Μπαρνς, θα πρέπει να σταματούν και να ευχαριστούν τον Μεριμέ,  τον άνθρωπο χωρίς τον οποίο η μια γαλλική πόλη μετά την άλλη θα μπορούσε να είχε καταλήξει να μοιάζει με το Καρπαντρά.

Ως αναγνώστες, τώρα, της λογοτεχνίας του Μεριμέ, θα θυμόμαστε μονάχα την Κάρμεν του, ως πρωτοδύναμη πηγή της εμβληματικής οπερατικής ηρωίδας; Απαντώ πως όχι. Από την πλειάδα των έργων του, οι εκδόσεις Sestina παρουσιάζουν με αυτήν την έκδοση  δύο ιστορίες διαμάντια  που επιτρέπουν και το μεταξύ τους καθρέφτισμα, αλλά και την πάντοτε επιθυμητή τριγωνική σχέση με τον αναγνώστη και την αναγνώστρια.

Κυρίως θα έλεγα την αναγνώστρια, υπογραμμίζοντας πως ερωτικά και ψευδό-ερωτικά τρίγωνα σχηματίζονται και στις δύο προς συζήτηση ιστορίες. Στοιχείο που μας επιτρέπει μία σύντομη αναφορά στην πλοκή, μέσα από μία σύντομη εισαγωγή στην αισθηματική γεωμετρία του Μεριμέ.

Στην Αρσεν Γκιγιό, υπάρχει η δύστυχη και μετανοημένη Αρσέν, η φιλεύσπλαχνη και γοητευτική Μαντάμ ντε Πιέν και ο άστατος νεαρός κύριος Ντε Σαλινύ. Ενώ στο Δρομάκι της Λουκρητίας, που διαδραματίζεται στην Ιταλία έχουμε τον ξένο εκ Γαλλίας, τον γιό της Μαρκησίας Αλντομπράντι, Δον Οττάβιο και μία μυστηριώδη γυναικεία παρουσία.

Και τα δύο έργα που φιλοξενεί η έκδοση στην φροντισμένη μετάφραση της Ελένης Γύζη, τοποθετούνται ως προς τον χρόνο συγγραφής τους στο 1844 και το 1846 αντιστοίχως, αν και το μεταγενέστερο Δρομάκι της Λουκρητίας δέχτηκε διορθώσεις το 1869 και κυκλοφόρησε μετά τον θάνατο του Μεριμέ. Ωστόσο, η συγγραφική τους γέννηση απέχει λίγα μόλις χρόνια πριν το πολιτικό και ιστορικό ορόσημο της Επανάστασης του Φεβρουαρίου του 1848 που οδήγησε στη Δεύτερη Γαλλική Δημοκρατία.

Στο σημείο αυτό να πούμε πως οι κριτικοί θεωρούν το έργο του φιλελεύθερου Μεριμέ πρότυπο της ρομαντικής λογοτεχνίας, της λογοτεχνίας του φανταστικού, αλλά και μία καινοτόμο προσθήκη στο είδος της νουβέλας.  Ενώ, όμως, ο Μεριμέ έχει καθιερωθεί ως οξύνους παρατηρητής του εξωτικού Άλλου, τα πολιτικά και πολιτιστικά λεπτά σχόλια της πρόζας του έχουν σε μεγάλο βαθμό αγνοηθεί. Μια προσεκτική ανάγνωση της Colomba (1840), για παράδειγμα, αποκαλύπτει σε ποιο βαθμό η πολιτική  της εποχής διαπερνά τα έργα του Μεριμέ.

Στις ιστορίες της παρούσας έκδοσης, στην Αρσέν Γκιγιό και στο Δρομάκι της Λουκρητίας, η εκδότρια Ευαγγελία Κουλιζάκη στην εισαγωγή της επιλέγει να τιτλοφορήσει την τοποθέτηση της για το έργο Αρσέν Γκιγιό, με τον εξής πληθωρικό τίτλο ακριβείας: Περί της θηλυκότητας της Εκκλησίας ως αιτίας της Παντοδυναμίας της ή η εταίρα ως “μυθολογημένη” αμαρτωλή.

Η θηλυκότητα της εκκλησίας, σκέφτομαι, που πολύ σωστά επισημαίνει η Κουλιζάκη είναι ένα ευφυές και διεισδυτικό  σχόλιο για την κοινωνική υπόσταση και τη δύναμη της γυναίκας μέσα από τη δράση της  στην εκκλησία, τις αγαθοεργίες, την φιλανθρωπία, τις σχέσεις της με τον κλήρο, μέχρι την ελεημοσύνη που ζητά με μία λαμπάδα-τάμα στον Άγιο Ρόκκο, αν δεν πρόκειται για κάποια ευυπόληπτη κυρία με οικονομική επιφάνεια, αλλά για κάποια γκριζέτα, κάποιο κορίτσι της όπερας ή στην περίπτωση της  Αρσέν Γκιγιό μίας μεταμελημένης εταίρας.

Αντιλαμβανόμαστε, πως το ταξικό στοιχείο είναι έντονο. Η Αρσέν Γκιγιό θα πει πως είναι εύκολο για τους πλούσιους να είναι ενάρετοι. Και η Μαντάμ ντε Πιέν με την σειρά της θα σκεφτεί πως η δική της προσφορά στην Εκκλησία είναι ελάσσονος σημασίας, συγκρινόμενη με την προσφορά της Αρσέν, γιατί η δική της προέρχεται από το πλεόνασμά της κι όχι από το υστέρημά της. Η εκκλησιά, λοιπόν, είναι υπό αυτή την έννοια θηλυκή, αλλά όχι φυσικά και ισότιμη στο κοινωνικό της τουλάχιστον αποτύπωμα. Θηλυκή παραμένει η Εκκλησία και  στο Δρομάκι της Λουκρητίας μέσα από την ισχυρή στάση και θέση της Μαρκησίας, που περιμένει να δει, άραγε εις μάτην  (;) την χειροτόνηση του γιού της.

Κλείνοντας, η γραφή του Μεριμέ είναι απολαυστική. Καυστική, αλλά και απροσδόκητα τρυφερή λειτουργεί ως ένας καλός αγωγός του αισθήματος. Είτε μας συγκινεί η κομμένη και φυλαγμένη καμέλια στο μικρό βάζο ενός εργένη, είτε η μία και μοναδική δερμάτινη πολυθρόνα ως στοιχείο επίπλωσης μίας ερειπωμένης έπαυλης, που θα ικανοποιούσε μονάχα όσους και όσες έχουν τον διάολο στο κορμί τους, όπως σημειώνει ο Μεριμέ.

Ό,τι κι αν επιλέξουμε τελικά αυτό που μένει από τον γαλλικό ρομαντισμό του Μεριμέ, είναι η μία ερώτηση. Την μεταφέρω αυτούσια από την πρόζα του. «Να μου γράψεις μου είπε ο πατέρας μου, αν η Μαρκησία είναι ακόμα όμορφη».

 

Προσπέρ Μεριμέ,Αρσέν Γκιγιό, εκδ. Σεστίνα

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΣύγκριση: τρία βιβλία για την Ταξιαρχία Αόπλων Ρούμελης (του Δημήτρη Φύσσα)
Επόμενο άρθροΟ γεωμετρικός τόπος της μνήμης μας (της Αλεξάνδρας Χαΐνη)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ