Νεοελληνική αθυροστομία (του Φίλιππου Φιλίππου)

0
1612

του Φίλιππου Φιλίππου

 

 

 

Το τρίτομο έργο της Μαίρης Κουκουλέ (Αθήνα, 1939) Νεοελληνική αθυροστομία εκδόθηκε πριν από χρόνια, συγκεκριμένα ο πρώτος τόμος το 1984, ο δεύτερος το 1986 και ο τρίτος το 1988. Η συγγραφέας που σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στην Αθήνα και συνέχισε τις σπουδές της στο Παρίσι, στη Σορβόννη, κάτοικος Γαλλίας από το 1960, άρχισε να συλλέγει το λαογραφικό υλικό που περιλαμβάνεται στο έργο της το 1981, ενθαρρυμένη από τον σπουδαίο αμερικανό λαογράφο Gershon Legman. Σημειώνει η Κουκουλέ στον πρόλογό της:

«Η αθυροστομία είναι στην Ελλάδα απαγορευμένος καρπός. Η λογοτεχνία μας –αν εξαιρέσεις τα βιβλία του Ηλία Πετρόπουλου– είναι ελάχιστα τολμηρή. Στα εγκυκλοπαιδικά μας λεξικά δεν υπάρχουν λήμματα για τις πιο κοινές λαϊκές κακές λέξεις και εκφράσεις∙ γίνονται ακόμη κατασχέσεις βιβλίων και οι συγγραφείς ασέμνων μπαίνουν φυλακή∙ οι μανάδες απειλούν τα παιδιά τους να τους βάλουν πιπέρι στην γλώσσα αν ξεστομίσουν κακά λόγια∙  η Σαπφώ, οι Αρχαίοι Λυρικοί, ο Αριστοφάνης, ο Αρχίλοχος, είναι πια πολύ μακριά…

Ξαφνικά, το 1868, ο Μιχαήλ Λελέκος δημοσιεύει , στις τελευταίες σελίδες της ανθολογίας του, μια συλλογή από ερωτικά δημοτικά τραγούδια που τα τιτλοφορεί Πριάπεια. Έκτοτε, δεν έγινε καμιά προσπάθεια συγκεντρώσεως παρόμοιου υλικού. Ωστόσο, το 1974 παρουσιάστηκε μια χωριστή ασχολίαστη επανέκδοση των Πριαπείων, ενώ το 1981 κυκλοφόρησαν τα Γαμοτράγουδα –που δεν είναι παρά τα Πριάπεια μαζί με κάτι λίγες προσθήκες από τοπικά λαογραφικά δημοσιεύματα που μόνον δύο ανέκδοτα ερωτικά  τραγούδια».

Η προσπάθεια της συγγραφέως να συλλέξει αθυρόστομους στίχους και εκφράσεις, δηλαδή αισχρολογίες, δεν ήταν απλή. Ήξερε πολύ καλά τις δυσκολίες του εγχειρήματος, οπότε πλησίασε τους κατάλληλους ανθρώπους με προσοχή, αφού άρχισε από τα παιδιά της, την Κάκια και τον Φαίδωνα, καθώς και τους φίλους τους. Μετά έπιασε ανθρώπους από το σόι της, μακρινούς θείους, παλιούς φίλους της από τα παιδικά και τα φοιτητικά της χρόνια, καλλιτέχνες και άλλους που γνώριζαν αισχρά και άσεμνα ποιήματα. Τέλος, έκανε ένα μεγάλο ταξίδι στην Κρήτη, όπου ανθεί η κρητική αθυρόστομη μαντινάδα. Ωστόσο, γράφει η ίδια, συχνά αντιμετώπισε αρνήσεις και ενίοτε βρίστηκε, εκδιώχθηκε κακήν κακώς, μάλιστα μερικοί φίλο της ή συνάδελφοι της έκοψαν την καλημέρα.

Η Μαίρη Κουκουλέ υποστηρίζει πως τα στιχάκια και οι εκφράσεις που έχει καταγράψει καθρεφτίζουν το χοντροκομμένο και κακότεχνο γκελ του προφορικού λόγου ενάντια στην καταπίεση. Αξίζει να αναφέρουμε μερικούς από τους ανθρώπους της λογοτεχνίας και της τέχνης γενικότερα που βοήθησαν την συγγραφέα στη συλλογή των αθυρόστομων στίχων και εκφράσεων. Είναι, μεταξύ άλλων, οι Ηλίας Πετρόπουλος, Δημήτρης Γιακουμάκης, Δημήτρης Δειλινός, Μανόλης Ξεξάκης, Ηλίας Παπαδημητρακόπουλος, Κώστας Τσόκλης, Αλέκος Φασιανός, Θανάσης Βαλτινός, Θοδωρής Καλλιφατίδης, Περικλής Κοροβέσης, Δημοσθένης Κούρτοβικ.

Ιδού μερικά από τα λιγότερο τολμηρά παραθέματα ή λήμματα από αυτό το θαυμάσιο πόνημα που προκαλεί ευφροσύνη και δεν έχει το ταίρι του στην ελληνική βιβλιογραφία.

 

Αρ. 102:

«Επιστολή

      Αγαπημένε  μου,

      Σε θυμάμαι και κλαίω.  Είναι ξαπλωμένη και το μου-

ντό μου κλάμα δε λέει να σταματήσει. Μ’ ένα τρέμουλο η φω-

νή μου ψιθυρίζει νοσταλγικά το υπέροχο όνομά σου. Έχω καυ-

τές αναμνήσεις από τοπ παρελθόν που με τριγυρίζει , ό-

λες βασανιστικές και δεν μπορώ να τις διώξω. Ίσως είναι μα-

κριά σου γιατί δεν σου φέρθηκα καλά. Τώρα αισθάνομαι σαν φυ-

λακισμένη, μα σ’ αγαπώ πάντα. Ήσουν για μένα ο μοναδικός γα-

λήνιος τόνος της ψυχής μου…»

 

Αρ. 108:

«Γιατί μικρή μου , σαν με δεις, ευθύς τα κατεβάζεις

τα όμορφα τα μάτια σου κι εμένα δεν κοιτάζεις;

Μήπως τον έχω εγώ μικρό τον πόνο στην καρδιά μου,

μήπως δεν μου σηκώνεται η τρίχα απ’ τα μαλλιά μου;

 

Αρ. 195:

«Πάτερ ημών

     (το βρακί του Σολομόν!)

      ο εν τοις ουρανοίς

      (το βρακί της μαμής!)

      αγιασθήτω το όνομά σου

     (το βρακί της μαμάς σου!)

      ελθέτω η βασιλεία σου

       (το βρακί της θείας σου!)….»

 

Αρ.275β:

«Η ζωή είναι ένα αγγούρι

        άλλος το τρώει και δροσίζεται

        άλλος το τρώει και ζορίζεται!»

 

Αρ. 492:

«Δεν μπορώ άγαμος να ζήσω,

απωλέσθη για με η χαρά∙

θέλω άνδρα –ω, ναι– ν’ αποκτήσω

άνδρα νέον, καλόν ψωλαρά!»

 

Αρ. 573:

«Τι εστί έρως;

-Το κρεβάτι τρίζει,

η γυναίκα μουγκρίζει,

το σεντόνι κοκκινίζει,

και σε εννέα μήνες,

το μωρό κλαψουρίζει!»

 

Αρ. 623:

«Όμηρος ψάλλει την οργήν του ήρωος ηρώων,

Βιργίλιος τον πλάνητα Αινείαν , μετά Τρώων,

την Λάουραν την τρυφεράν Πετράρχης άδων πάλλει,

την μυροβόλον στρατιάν  ο Τορκουάτος ψάλλει,

άλλοι υμνούν τα καλλονάς ανθέων μυροβόλων,

κι εγώ υμνώ τον εύτορνον της Καρολίνας κώλον!»

Αρ. 892

«Αφρόπλαστη μικρούλα μου, θέλω να σου την μπάσω-

τη φλογερή αγάπη μου στα στήθια σου βαθιά.

Θέλω με το χεράκι μου λιγάκι να σ’ το πιάσω-

Τα’ όμορφο κεφαλάκι σου με τα σγουρά μαλλιά.

Έλα και γείρε δίπλα μου για να σ’ το πιπιλήσω-

Αυτό σου το κουτό μυαλό που όλο με τυραννά».

 

Αρ. 1089β

« Με τη θειά μου τη Θοδώρα

επηγαίναμε στη χώρα

και τη ρίχνω στο χαντάκι

και της βγάζω το βρακάκι.

Και κρατώντας μια μαχαίρα

να, κι ο μπάρμπας από πέρα…»

 

Δεν είναι φρόνιμο να παραλείψουμε την αναφορά σε ένα, κλασικό θα λέγαμε, εκτενές, τολμηρό και ευφυές έμμετρο ποίημα που αφορά την Ιλιάδα που το συναντάμε εδώ σε ποικίλες παραλλαγές.

 

Αρ. 303.

«Ο τρωικός  πόλεμος είχ’ αφορμή τον κώλο,

κι αυτά που λέει ο Όμηρος είν’ όλα για το μόλο.

Ο κώλος κι όχι το μουνί υπήρξεν η αιτία∙

Ιδού, λοιπόν ,η αληθής της Τροίας ιστορία…»

 

Κλείνοντας τούτη την σύντομη περιήγηση στην τρίτομη Νεοελληνική αθυροστομία, που ο Κώστας Σταματίου έχει χαρακτηρίσει «γλωσσολογικό μνημείο», παραθέτουμε λίγα λόγια από την Εισαγωγή του G. Legman, o οποίος εκφράζει την άποψη ότι η χιουμοριστή ποίηση αυτού του είδους στην Ελλάδα είναι ουσιαστικά ωμή. Την τραγουδούν και την απαγγέλλουν στρατιώτες, ναυτικοί, φοιτητές, καλόγεροι, εργαζόμενοι, χωρικοί και παιδιά, σαν «ένα τεράστιο γέλιο ή κραυγή πρόκλησης και διακωμώδησης. Διακωμώδησης της εξουσίας και του πατριωτισμού∙ επίσης της ιστορίας και της θρησκείας, της επίσημης αισθητικής, της ηθικής και της ευαισθησίας».

 

info:Μαίρη Κουκουλέ, Νεοελληνική αθυροστομία 1, 2,3 , Εισαγωγή G. Legman, Εκδόσεις Νεφέλη 2019

Προηγούμενο άρθροΟ χλωμός θάνατος κι ο ποιητής, «ο Ήταν, ο Είναι και ο Ερχόμενος» (του Ευριπίδη Γαραντούδη)
Επόμενο άρθροΤα εξ αποστάσεως …(δύο ποιήματα της Άννας Αφεντουλίδου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ