«Μπερλίν Αλεξάντερπλατς»: το φως και το σκοτάδι μιας εποχής (της Όλγας Σελλά)

0
1858

 

της Όλγας Σελλά

 

Μιζέρια, γκρεμίδια, εγκατάλειψη…  Σαν βομβαρδισμένο τοπίο είναι το σκηνικό που έστησε η Ελένη Μανωλοπούλου (που την εμπνέουν ιδιαίτερα οι μικρές σκηνές) στο Θέατρο της οδού Κυκλάδων: ένα σιδερένιο κρεβάτι, ένα ξεδοντιασμένο πιάνο, μερικές κουτσές καρέκλες. Και σκόνη, πολλή σκόνη. Όπως όταν όλα καταρρέουν…

Σ’ αυτό το μέρος θα κινηθούν, για τις επόμενες 2,5 ώρες οι ήρωες του γιατρού, διανοητή και συγγραφέα Άλφρεντ Ντέμπλιν στο μυθιστόρημά του «Berlin Alexanderplatz», έτσι όπως τους καθοδήγησε ο σκηνοθέτης Στάθης Λιβαθινός. Που αυτή τη φορά στράφηκε σ’ ένα μυθιστόρημα το οποίο γράφτηκε στην καρδιά του Μεσοπολέμου, το 1929, και αποτυπώνει με τον τρόπο της λογοτεχνίας το κλίμα και την ατμόσφαιρα της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, λίγο πριν το ναζιστικό κόμμα του Χίτλερ δεκαπλασιάσει(!) τις έδρες του στο Ράιχσταγκ και από 12 που είχε το 1928, θα καταλάμβανε 102 το 1930! Ήταν μια περίοδος που «τα πρώτα τέσσερα χρόνια της ύπαρξής της καταναλώθηκαν μέσα στο πολιτικό και οικονομικό χάος που ακολούθησαν τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και τα τελευταία τρία χαρακτηρίστηκαν από μια προσωρινή δικτατορία, μισοκαλυμμένη από  νομιμότητα, που υποβίβαζε τη δημοκρατία σε απάτη, πολύ πριν την τελική ήττα της», έγραφε ο Έντεν Φον Χόρβατ στο «Κάζιμιρ και Καρολίνα».

Σ’ αυτό το περιβάλλον τοποθετεί τους ήρωές του ο Άλφρεντ Ντέμπλιν, και συγκεκριμένα στο Βερολίνο και πιο συγκεκριμένα στην Αλεξάντερπλατς, μια πλατεία που έχει συνδεθεί με πολλές και σημαντικές στιγμές της ιστορίας της σύγχρονης Γερμανίας. Κι εκεί βρίσκεται ο Φραντς Μπίμπερκοπφ (Γιώργος Δάμπασης), πρώην εργάτης τσιμέντου και μεταφορών, που μόλις απολύθηκε από τη φυλακή και που πλέον θέλει, πάση θυσία, να παραμείνει τίμιος. Προσπαθεί να βρει δουλειά, βρίσκει μόνο κάτι περιστασιακές μεταπρατικές δουλειές, και ανήκει σ’ εκείνη την κατηγορία των ανθρώπων του Βερολίνου εκείνης της εποχής που «οι περισσότεροι, και μάλιστα οι πιο συμπαθητικοί, τη βγάζουν με δουλειές του ποδαριού. Το βράδυ συναντιούνται στις τρύπες τους και, πότε μελαγχολικοί πότε ευδιάθετοι, συνεχίζουν να υφαίνουν όλοι μαζί τα όνειρα της νιότης τους» (Franz Hessel, «Απόκρυφο Βερολίνο», εκδ. Κριτική). Και στην αρχή το πετυχαίνει ο Φραντς το στοίχημά του να παραμείνει τίμιος. Αλλά όλα γύρω του τον καλούν, σαν σειρήνες, προς άλλη κατεύθυνση. Κι αυτές οι σειρήνες δεν είναι άλλες από αυτό που κυριαρχεί στο Βερολίνο του Μεσοπολέμου, στην Αλεξάντερπλατς του Μεσοπολέμου: «ραγδαία άνθηση της μαύρης αγοράς, ακράτητος πληθωρισμός και ανεργία, πείνα και αρρώστιες, απάτη, εκπόρνευση και βία…» (Έντεν Φον Χόρβατ «Κάζιμιρ και Καρολίνα»). Στοιχεία που φέρουν άνθρωποι που κινούνται σ’ αυτή την πόλη, σ’ αυτή την πλατεία, αυτοί που περιβάλλουν τον Φραντς, σαν σειρήνες του κακού. Κι ο Άλφρεντ Ντέμπλιν είχε τη δυνατότητα να παρακολουθεί αυτές τις συμπεριφορές ως ψυχίατρος: «Μπόρεσα να παρατηρήσω αυτόν τον ανθρώπινο τύπο τις πιο διαφορετικές εποχές και κάτω απ’ τις πιο διαφορετικές συνθήκες –μάλιστα μπόρεσα να τον παρατηρήσω μ’ έναν τρόπο που είναι ο μόνος αληθινός, δηλαδή ζώντας μαζί, δρώντας μαζί, συμπάσχοντας. Εδώ έζησα την ειρήνη, στον πόλεμο τους έβλεπα ευκαιριακά όταν ερχόμουν με άδεια, κι ύστερα ήμουν πάλι ανάμεσά τους το 1919 με την εξέγερση του Σπάρτακου, κι αργότερα την εποχή του πληθωρισμού και στην περίοδο που ακολούθησε».

Αυτή τη διαδρομή του παρακολουθούμε, μια διαδρομή όλο εμπόδια και παγίδες, που λαξεύουν συναρπαστικά στο μυθιστόρημα του Ντέμπλιν  το κοινωνικό, πολιτικό, οικονομικό, ηθικό και πολιτισμικό περιβάλλον στο Βερολίνο του Μεσοπολέμου.

Μια συνθήκη περίπλοκη, μπερδεμένη, πολυπρόσωπη, οδυνηρή, ανάλαφρη, βίαιη και απελπισμένα ερωτική, με πολύ πυκνή δράση που διαρκώς αλλάζει είναι μεγάλη πρόσκληση για έναν σκηνοθέτη. Ο Στάθης Λιβαθινός σε μία από τις πιο πλήρεις, συγκινητικές και ουσιαστικές παραστάσεις του κατάφερε να μεταφέρει το μυθιστόρημα του Ντέμπλιν μ’ έναν άκρως θεατρικό τρόπο. Και παραλλήλως μετέφερε τη διαχρονική επικαιρότητα αυτού του μυθιστορήματος, περιγράφοντας μια κοινωνία όπου «το γοητευτικό χιούμορ έχει εξαφανιστεί», όπου υπάρχουν άνθρωποι με την «ψυχή τους στην κατώτατη βαθμίδα»,  αλλά και κάποιοι που επιμένουν να λένε: «Δεν θα σκληρύνω την καρδιά μου», σαν τον Φραντς. Που παρά τα χτυπήματα, παρά τις διαρκείς τρικλοποδιές, καταφέρνει να δει με σοφία και ταπεινότητα τι δεν θέλει και τι θέλει. Και ο Φραντς θέλει απ’ τη ζωή του «κάτι περισσότερο από ένα κομμάτι ψωμί».

 

Όλο αυτό το σύμπαν της Γερμανίας του Μεσοπολέμου, των συμπεριφορών και των ιδεών, του λαϊκισμού, της ευτέλειας, της ημιμάθειας και της βίας, μεταφέρθηκε εύγλωττα και εύστοχα στη σκηνή του Θεάτρου της οδού Κυκλάδων: με την έξοχη μουσική του Μιχάλη Λατουσάκη, που παίρνει ισότιμα μέρος στην παράσταση, με διαρκή εγρήγορση στο ρυθμό που δεν είναι εις βάρος της αφήγησης όμως, με τα σκηνικά και τα κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου να υπογραμμίζουν εύστοχα χαρακτήρες και συμπεριφορές, με τον Αλέκο Αναστασίου να φωτίζει τον κόσμο της διάλυσης και τον κόσμο της δημιουργίας, αυτό το δίπολο που περιγράφει στο βιβλίο του ο Ντέμπλιν. Και βεβαίως είχε στη διάθεσή του μια ομάδα ηθοποιών, που τους γνωρίζει καλά, συνεργάζονται χρόνια και ξέρει να τους κάνει να ξεπερνούν τον εαυτό τους. Ο Γιώργος Δάμπασης μετέφερε συγκινητικά και σωματικά τις αλλαγές και τις εσωτερικές μάχες του Φραντς. Και γύρω του όλοι οι ανθρωπότυποι αυτού του σύμπαντος, οι καλοί και οι κακοί, οι πονηροί και οι αφελείς, οι φοβισμένοι και οι θρασείς. Ο Βασίλης Ανδρέου σ’ έναν συναρπαστικό δίδυμο με τον Νίκο Καρδώνη (με σπουδαίες φωνητικές ερμηνείες και οι δύο). Ο Δημήτρης Παπανικολάου και η ήρεμη σκηνική του δύναμη.  Η Μαρία Σαββίδου σε μια από τις καλύτερες ερμηνείες της. Η Λίλλυ Μελεμέ πληθωρική, έμπειρη, γήινη. Ο Άρης Τρουπάκης ενσαρκώνει ανατριχιαστικά τον κακό και το κακό. Ο Δημήτρης Φιλιππίδης αεικίνητος και στιβαρός. Η Πολυξένη Παπακωνσταντίνου σα να βγήκε από καρτ ποστάλ του Μεσοπολέμου. Ο Στάθης Κόικας και η Θεόβη Στύλλου αποτύπωσαν εύστοχα χαρακτήρες και συμπεριφορές αυτού του κόσμου.

Εξαιρετικό και πλούσιο σε υλικό και πληροφορίες το πρόγραμμα της παράστασης, που επιμελήθηκε η Έλενα Καρακούλη.

 

Η ταυτότητα της παράστασης

Σκηνοθεσία: Στάθης Λιβαθινός, Διασκευή: Έλσα Ανδριανού, Στάθης Λιβαθινός με τη συμβολή των ηθοποιών της παράστασης, Στίχοι τραγουδιών: Άρης Τρουπάκης, Σκηνικά / Κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου, Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου, Μουσική: Μιχάλης Λατουσάκης, Βοηθός Σκηνοθέτη: Θωμαΐς  Τριανταφυλλίδου, Βοηθός Σκηνογράφου / Ενδυματολόγου: Έμιλυ Κουκουτσάκη, B’ Βοηθός Σκηνογράφου / Ενδυματολόγου: Μαρία Ντάρμου, Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή, Video Trailer: Χρήστος Δήμας, Διεύθυνση Παραγωγής: Κατερίνα Μπερδέκα

 

Παίζουν: Βασίλης Ανδρέου, Γιώργος Δάμπασης, Νίκος Καρδώνης,  Στάθης Κόικας, Λίλλυ Μελεμέ, Πολυξένη Παπακωνσταντίνου, Δημήτρης Παπανικολάου, Μαρία Σαββίδου,  Θεόβη Στύλλου, Άρης Τρουπάκης, Δημήτρης Φιλιππίδης.

 

Θέατρο της οδού Κυκλάδων – Λευτέρης Βογιατζής (Κυκλάδων 11 και Κεφαλληνίας). Τετάρτη και Κυριακή στις 7μ.μ., Πέμπτη και Παρασκευή στις 8.30μ.μ., Σάββατο στις 9μ.μ.

 

Προηγούμενο άρθρο50 Παιδικά/νεανικά μυθιστορήματα της χρονιάς που φεύγει…  (της Μαρίζας Ντεκάστρο)
Επόμενο άρθροΤα ελληνικά περιοδικά του 19ου αι. (της Αθηνάς Βογιατζόγλου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ