της Μαρίζας Ντεκάστρο
Το γεγονός ότι το Ολοκαύτωμα περιλαμβάνεται τα τελευταία χρόνια στα έργα των Ελλήνων συγγραφέων παιδικής/νεανικής λογοτεχνίας είναι ενθαρρυντικό. Δείχνει την προσπάθεια να αναμετρηθούν τα λογοτεχνικά έργα με το απόλυτο κακό, να περιλάβουν το τρομακτικό χωρίς να τρομάξουν τους αναγνώστες, να βρουν τρόπους οι οποίοι να είναι τόσο δυνατοί ώστε να καταστήσουν τη λογοτεχνία φορέα ερωτημάτων για ζητήματα που είναι δύσκολα στη διαχείρισή τους. Και βεβαίως μαρτυρούν χωρίς αμφιβολία την ευαισθησία και την ηθική ευθύνη των δημιουργών.
Το επεισόδιο του Ολοκαυτώματος των Εβραίων περιλαμβάνονται συνήθως σε υποθέσεις οι οποίες εκτυλίσσονται κατά τη διάρκεια της γερμανικής Κατοχής και διαδραματίζονται σε περιοχές της Ελλάδας όπου συντελέστηκε ο διωγμός τους από τους ναζί. Έτσι, στα πολύ γνωστά νεανικά ιστορικά μυθιστορήματα, Ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου (1971), της Άλκης Ζέη και Ξυπόλυτοι ήρωες (2016), της Αλεξάνδρας Μητσιάλη), συναντάμε στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη εβραιόπουλα, κορίτσια και αγόρια, που είναι φίλοι/φίλες, γειτονάκια, συμμαθητές/τριες με τους πρωταγωνιστές των έργων. Τα μυθιστορήματα τούς συμπεριλαμβάνουν χωρίς να εστιάζουν ιδιαίτερα, καθώς οι ζωές τους είναι επιμέρους επεισόδια στο σύνολο του έργου.
Στα μυθιστορήματα Μια μπαλάντα για τη Ρεβέκκα (2011), της Μαρούλας Κλιάφα, που διαδραματίζεται στα Τρίκαλα, οι Πήλινες μούσες (1988) του Σπύρου Τσίρου στην Αθήνα, ίσως και Τζιοκόντα (1975) του Νίκου Κοκάντζη, για ωριμότερους νεαρούς αναγνώστες, στη Θεσσαλονίκη, τα εβραιόπουλα κρατούν τον πρώτο ρόλο. Το λογοτεχνικό κείμενο χτίζεται πάνω τους και τα αφορά αποκλειστικά επιδιώκοντας να γνωρίσει στους αναγνώστες την ιδιαιτερότητα της κατάστασής τους στα χρόνια του πολέμου. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις οι εβραϊκοί χαρακτήρες είναι συνομήλικοι των νεαρών αναγνωστών.
Στον κατάλογο των νεανικών μυθιστορημάτων με θέμα το Ολοκαύτωμα προστέθηκαν τρία ακόμα βιβλία: Τα μυστικά του πέτρινου γεφυριού (2016) της Μαρίας Δασκαλάκη, Το ξεχασμένο κλειδί (2017) της Εύας Κασιάρου, Η σπηλιά του Δράκου (2019) του Κώστα Στοφόρου. Και τα τρία συμβάλλουν στην προσπάθεια να αρθούν άγνοιες και βεβαιότητες, να επισημανθούν συμπεριφορές, στάσεις και απόψεις αναφορικά με τον «άλλο», ώστε η αποδοχή του να γίνεται συνειδητά, με ό,τι αυτό σημαίνει για τη διαμόρφωση της κοινωνικής ταυτότητας.
Οι τόποι όπου διαδραματίζονται οι υποθέσεις τους είναι η Θεσσαλονίκη για το Ξεχασμένο κλειδί, η Ήπειρος, με αφετηρία της ιστορίας και κατάληξη τη Θεσσαλονίκη για Τα μυστικά του πέτρινου γεφυριού και η Καστοριά για το Η σπηλιά του Δράκου. Η Θεσσαλονίκη είναι η πόλη που έχασε την πλειονότητα σχεδόν του εβραϊκού της πληθυσμού, το ίδιο και η Καστοριά.
Ο χρόνος της ενασχόλησης των ηρώων με το Ολοκαύτωμα, ορίζεται από τις σχολικές διακοπές. Λογικό, γιατί τότε μπορούν να συναντηθούν τα παιδιά. Στο Ξεχασμένο κλειδί όλα συμβαίνουν σε επαναλαμβανόμενα ταξίδια στη Θεσσαλονίκη στις σχολικές διακοπές. Ανάμεσα στις βόλτες, οι οποίες γίνονται (διδακτική) αφορμή ξενάγησης στην πόλη και αναφοράς στην ιστορία της, εμφανίζεται εντελώς τυχαία το μυστήριο που ξεσηκώνει τα παιδιά: ένα κλειδί ραμμένο σ’ ένα παλιό γκρίζο παλτό και η τουρκάλας γιαγιάς που μιλάει για τον Ιάκωβο, την παιδική της αγάπη.
Ομοίως στο Μυστικό του πέτρινου γεφυριού. Σ’ αυτό το μυθιστόρημα οι ήρωες συναντούν, τυχαία και πάλι, στη βόλτα τους στο Ζαγόρι μια ηλικιωμένη γυναίκα, τη Μανιταρού η οποία ζει μόνη κι έρμη στις παρυφές του χωριού. Τα παιδιά μαζεύουν ένα σακούλι που της έπεσε κατά λάθος, βρίσκουν μέσα ένα ξεσκισμένο κίτρινο αστέρι και αποφασίζουν να ανακαλύψουν τι κρύβει. Μέσα στο ειδυλλιακό τοπίο του Ζαγοριού παρεισφρέει η ιστορία της Μανιταρούς/της εβραίας κυρίας Άννας και τα οδηγεί στην έρευνα της δραματικής ιστορίας της εξόντωσης των Εβραίων.
Ο Στοφόρος, στη Σπηλιά του Δράκου επεξεργάζεται μυθοπλαστικά τη φήμη για τον χαμένο θησαυρό των Εβραίων. Η ίδια παρέα που διαλεύκανε τα μυστήρια των προηγούμενων μυθιστορημάτων (όλα στις εκδ. Κέδρος) μπλέκεται και πάλι σε μια αστυνομική υπόθεση στην οποία εμφανίζονται η ανθηρή προπολεμική εβραϊκή κοινότητα της Καστοριάς και απόγονοι των θυμάτων του Ολοκαυτώματος αλλά και των ναζί που ψάχνουν τον θυσαυρό.
Και στα τρία μυθιστορήματα οι νεαροί ντετέκτιβ έρχονται σ’ επαφή είτε με ενήλικες επιζώντες, είτε με συνομήλικους απογόνους των θυμάτων. Οι μνήμες των ανθρώπων που έκρυβαν μυστικά ή είχαν ιστορίες να διηγηθούν, και τους οποίους συνάντησαν οι μυθιστορηματικοί ήρωες, μεταφέρονται από αυτούς και λειτουργούν ως σύνδεσμος με πραγματικότητες που δεν έχουν ζήσει ούτε οι ήρωες ούτε οι αναγνώστες. Για να αποκτήσουν περιεχόμενο οι προσωπικές μνήμες επεκτείνονται και συμπληρώνονται από ντοκουμέντα και περιγραφές γεγονότων- παράδειγμα, η συγκέντρωση των Εβραίων στην πλατεία Ελευθερίας στη Θεσσαλονίκη στις 11 Ιουλίου του 1942, περιγραφές του μουσείου του Άουσβιτς, το ταξίδι με το τρένο, ο αριθμός στο βραχίονα, κ.ά.
Οι συγγραφείς των μυθιστορημάτων τα οποία εξετάζουμε έχουν γνώση των πηγών αλλά δεν τις παραθέτουν, εκτός από τον Κώστα Στοφόρο που το κάνει σε όλα του τα μυθιστορήματα. Στη Σπηλιά του Δράκου αναφέρει και την πρόσφατη επανέκδοση της μαρτυρίας της καστοριανής Μπέρρυς Ναχμίας Κραυγή για το αύριο (εκδ. Αλεξάνδρεια, 2020). Το υπογραμμίζω επειδή η αναφορά στις πηγές είναι ένα σχετικά προσιτό μέσον έρευνας γα τους νέους, κάτι που ανέδειξε σωστά η Δασκαλάκη περιλαμβάνοντας στο μυθιστόρημά της την έρευνα των αρχείων του Άουσβιτς από τους ήρωες.
Τα παραπάνω τρία μυθιστορήματα παρουσιάζονται στους αναγνώστες ως περιπέτειες, μυστικές αποστολές, κλπ. και ταυτόχρονα περικλείουν θέματα Ιστορίας, συγκεκριμένα το Ολοκαύτωμα το οποίο αποτελεί τον πυρήνα γύρω από τον οποίο στήνεται η υπόθεση.
Ανεξάρτητα από την ποιότητα της λογοτεχνικής γραφής, την ευρηματικότητα ή όχι της πλοκής και τον σαφή διδακτικό στόχο τους, διακρίνω συγγραφική αμηχανία. Ενώ οι συγγραφείς αναφέρονται με ακρίβεια στα ιστορικά γεγονότα, τούς χρειάστηκε ένα πρόσχημα για να μιλήσουν για το Ολοκαύτωμα. Το βρήκαν στις αστυνομικού τύπου δραστηριότητες εφηβικών παρεών. Η αναφορά, ενασχόληση και η έρευνα γύρω από το θέμα προκύπτει τυχαία χάρη στην περιέργεια των νεαρών ηρώων οι οποίοι ενθουσιάζονται να λύνουν μυστήρια και να αποκαλύπτουν μυστικά.
Αν κοιτάξει κανείς την μεταφρασμένη στα ελληνικά ανάλογη νεανική βιβλιογραφία, θα διαπιστώσει ότι οι ξένοι συγγραφείς γράφουν ευθέως και χωρίς περιστροφές για αυτό το τραύμα που εξακολουθεί να διαπερνά την κοινωνία. Τα ελληνικά μυθιστορήματα που διάβασα δεν τοποθετούνται στην εποχή που διαδραματίστηκαν τα τραγικά γεγονότα όπως τα μεταφρασμένα (ενδεικτικά: Στιούαρτ Ρος, Τα σπίτια με το αστέρι, Σαββάλας, 2005, Ντανιέλα Παλούμπο, Οι βαλίτσες του Άουσβιτς, Κέδρος, 2017, Λουίτζι Μπαλλερίνι, Η Χάνα δεν κλείνει ποτέ τα μάτια, Πατάκης, 2015, Φρεντιάνο Σέσι, Ένα κορίτσι στο Άουσβιτς, Καλέντης, 2016).
Οι Δασκαλάκη, Κασιάρου και Στοφόρος τοποθετούν την υπόθεση «Ολοκαύτωμα» στο σήμερα και μ’ αυτό τον τρόπο το επικαιροποιούν φέρνοντάς το σε πρώτο πλάνο. Είναι οπωσδήποτε μια θεμιτή συγγραφική επιλογή. Το ζήτημα είναι να φανεί η παγκοσμιότητα του Ολοκαυτώματος και να μην εκληφθεί από τους νεαρούς αναγνώστες ως επεισόδιο τοπικής ιστορίας.
ΥΓ. Για πιο εξειδικευμένη προσέγγιση προτείνω το αφιέρωμα Παιδική λογοτεχνία και Ολοκαύτωμα, του Ηλεκτρονικού περιοδικού Κείμενα, του Πανεπιστήμιου Θεσσαλίας το οποίο επιμελήθηκε η Μένη Κανατσούλη και περιλαμβάνει άρθρα των Δημήτρη Γουλή, Βενετίας Αποστολίδου, Σοφίας Γαβριηλίδου και Μένης Κανατσούλη. http://keimena.ece.uth.gr/main/index.php?option=com_content&view=article&id=291%3Aeditorial-17&catid=25%3Athe-project&Itemid=1
Μαρία Δασκαλάκη, Τα μυστικά του πέτρινου γεφυριού, Εκδ. Μίνωας, 2016.
Αναζητήστε το εδώ
Εύα Κασσιάρου, Το ξεχασμένο κλειδί,Εκδ. Κόκκινη κλωστή δεμένη, 2017.
Αναζητήστε το εδώ
Κώστας Στοφόρος,Η σπηλιά του Δράκου, Εκδ. Κέδρος, 2019.