Μίλτος Σαχτούρης, από το ποίημα στη μουσική (της Κατερίνας Σχινά)

0
677

της Κατερίνας Σχινά

 

Ανακάλυψα τον Μίλτο Σαχτούρη μέσα από τη μουσική του Μάνου Χατζιδάκι. Δεκαπέντε χρονών το 1972, μέσα στη δικτατορία, άκουσα τα “Δύο ναυτικά τραγούδια” του πάνω σε δυο ποιήματα από τη συλλογή “Παραλογαίς” του ποιητή. Πιάνο και φωνή – η φωνή του Σπύρου Σακκά. Ένας ναύτης τρέχει μες στο φεγγάρι, μια κοπέλα με κόκκινα μάτια λέει ένα τραγούδι για να φτάσει ως το ναύτη, μα δεν το μπορεί. Ένας βαρκάρης γυρίζει από ακτή σ’ ακτή και δεν θέλει ν’ αράξει πουθενά. Αδρές εικόνες μοναξιάς, τονισμένες από μια μουσική που δεν θέλει να ντύσει τους στίχους “αλλά να εισχωρήσει μουσικά ανάμεσά τους” – τα λόγια είναι του Μάνου Χατζιδάκι. Πολυρρυθμία. Συχνές αποκλίσεις προς τονικότητες άλλες από τη βασική. Ελλειπτικότητα. Μια αμφίσημη σχέση της φωνής με το όργανο. Τα “Δύο ναυτικά τραγούδια” δεν έμοιαζαν με τα τραγούδια του Χατζιδάκι που ήξερα* ήταν πιο αινιγματικά* και στο βάθος τους πίστευα πως άκουγα να αντηχεί κάτι από τα ληντ του Σούμαν, που είχα ήδη αγαπήσει.

Έκτοτε διάβασα πολύ τον Σαχτούρη, άκουσα κι άλλα μελοποιημένα ποιήματά του, από τον Σταύρο Κουγιουμτζή, τον Γιάννη Σπανό, τραγούδια πολύ δημοφιλή στο ραδιόφωνο τότε. Ομολογώ πως με άφηναν κάπως αμήχανη. Σαν να την στένευε την υποβλητική, διαβρωτική ποίηση του Σαχτούρη το λαϊκότροπο μουσικό της ένδυμα.

Υπήρξαν όμως και άλλοι.

Ο Αργύρης Κουνάδης, που αγαπούσε πολύ τους ποιητές και πίστευε στη λειτουργικότητα του μελοποιημένου λόγου, καθώς έλεγε, μου έφερε το 1986 ν’ ακούσω στο μαγνητόφωνο Εννέα ποιήματα του Μίλτου Σαχτούρη για βαρύτονο, μικτή χορωδία, κιθάρα, πιάνο, 3 τσέλλα, 2 κοντραμπάσσα και κρουστά, έργο του 1979. Έργο πυκνό, δύσκολο, αμείωτης έντασης και συνοχής. Δεν άκουσα , ωστόσο, ποτέ τον Επίλογο Α που έγραψε δέκα χρόνια αργότερα, πάνω σε μεταφρασμένα στα γερμανικά ποιήματα του Σαχτούρη για εκτελεστή-αφηγητή, κοντραμπάσο, μεικτή χορωδία και μαγνητοταινία, έργο που συνεπήρε την κριτική.  Το 1985, ο Κυριάκος Σφέτσας έγραψε πέντε τραγούδια για μέτζο σοπράνο και πιάνο πάνω στον “Τρελό λαγό”, τη “Στάχτη”, το “Τοπίο,” τον “Κρυμμένο” και τον “Θρήνο”. Ο ίδιος περιγράφει το εγχείρημά του ως εξής: “Η μελωδική γλώσσα ακολουθεί πιστά, ενίοτε και με ορισμένες παρεκτροπές, την ποιητική φόρμα, ενώ η πιανιστική υπόκρουση ως υποκατάστατο μεγάλης ορχήστρας σχολιάζει την αφήγηση των στίχων, νοήματα και υπαινιγμούς, επιζητώντας επίμονα να αναδείξει, φορτίσει και προεκτείνει τις πλέον μύχιες ροές και διαδρομές τους”.

Κι ύστερα ήρθαν οι νεότεροι: Ο “Κτίρια στη Νύχτα” δεν μελοποιεί τα ποιήματα, αλλά τα διαβάζει τραγουδιστά, με συνοδεία ακουστική και κλασική κιθάρα, μεταφέροντάς τα σ’ ένα εντελώς ιδιωτικό ηχητικό σύμπαν που διευρύνει τον ποιητικό χώρο του Σαχτούρη.

Ο Μιχάλης Σιγανίδης μετατρέπει “το ελκυστικό  sprechgesang του Σαχτούρη σε τραγούδι” – μια ωδή σ’ ένα παρηγορητικό τρανζίστορ που συνοδεύει τον ποιητή καθώς μετράει τους αμέτρητους θανάτους του, με τη φωνή της Σαββίνας Γιαννάτου. Αλλού – στο ‘Κύριε’, τον “Τρελό λαγό”, το “Πρωί και το βράδυ”, για να αναφέρω ενδεικτικά μερικά από τα γοητευτικά κομμάτια του Σιγανίδη, κάποια γραμμένα σε συνεργασία με τον Θοδωρή Ρέλλο– η μουσική του, τζαζ, φολκ, δημώδης φιούζιον και κλασικότροπη αβανγκάρντ, συνδιαλέγεται με τα ποιήματα, αλλά κυρίως με τη φωνή του ποιητή. Είναι μια φωνή “οξεία και διάτορος”, όπως θα έλεγε ο Παπαδιαμάντης, που δεσπόζει στη σύνθεση. Αλλά η συνομιλία μουσικής και ποίησης είναι ισότιμη. Μουσικό εργοστάσιο και στιχοποιητικό εργαστήρι συγχωνεύονται.

Όπως συγχωνεύεται, εξάλλου η φωνή του Νίκου Ξυδάκη με το ποιητικό όραμα του Μίλτου Σαχτούρη, με την κατακερματισμένη εικονοποιία του. Καθώς διαβάζει την “Εισβολή της Μαύρης Πεταλούδας του Πόρου” από το ιδιαίτερα προσωπικό του έργο του “Ημερολόγιο δεύτερο”, τα μουσικά σπαράγματα με τα οποία περιβάλλει την ανάγνωση, τα λίγα μέτρα από γνώριμες συνθέσεις (του Μπετόβεν, του Σοπέν, του Νίνο Ρότα) οι ποικίλες ηχητικές παρεμβολές, συνθέτουν ένα υπόβαθρο θραυσμάτων, διασταυρώσεων, ονειρικών αντανακλάσεων, εν είδει σύστοιχης συμμετοχής στην ποιητική πράξη.

 

ΥΓ του Αναγνώστη : Στην Ύδρα ακούσαμε μελοποιημένα από τον Νίκο Ξυδάκη σπαράγματα στίχων από τα ποιήματα: Ο τρελός λαγός, Οικογένεια Στουπάθη, Ο άρχοντας, Η πηγή, Η μητέρα, Πόνος και τρόμος, Ο δρόμος, Το ρολόι. Ο συνθέτης μας είπε ότι για χρόνια πάλευε με αυτά και τώρα αισθάνθηκε ότι ήρθε η ώρα να παρουσιαστούν δημόσια.

Προηγούμενο άρθροΜικροί Ροβινσόνες στη ζούγκλα (της Ελένης Σβορώνου)
Επόμενο άρθροΜario Vitti: ένας κοσμοπολίτης γεφυροποιός δύο λογοτεχνιών (του Ευριπίδη Γαραντούδη)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ