της Όλγας Σελλά
Αμηχανία. Δυσάρεστη έκπληξη. Μικρές ερμηνευτικές οάσεις. Συμβατικά γέλια. Ξανά αμηχανία. Μικρές ερμηνευτικές οάσεις. Απογοήτευση. Ερωτηματικά. Πολλά ερωτηματικά…
Κάπως έτσι μπορώ να περιγράψω με λίγα λόγια την παράσταση «Μια νύχτα στην Επίδαυρο», το κείμενο της οποίας υπογράφει η Λένα Κιτσοπούλου και ο Γιάννης Αστερής και τη σκηνοθεσία ο Νίκος Καραθάνος και παρουσιάζεται στη σκηνή «Μαρίκα Κοτοπούλη» του REX στο Εθνικό Θέατρο, μ’ έναν εκλεκτό θίασο. Μια ιστορία θεατρική και μεταθεατρική, αλλά όχι σ’ ένα οποιοδήποτε θέατρο. Μια ιστορία μετά από μια παράσταση στην Επίδαυρο, με τη φόρτιση του χώρου, με την τελετουργία, την πριν και τη μετά, των παραστάσεων, με τα στοιχήματα των καλλιτεχνών, τις φιλοδοξίες τους, τις αγωνίες τους, τη χαλάρωσή τους «μετά», στην ταβέρνα –κι όχι σε οποιαδήποτε ταβέρνα, φωτογραφήθηκε, και δικαίως, η ιστορική ταβέρνα του «Λεωνίδα» στο Λυγουριό, όπου καταλήγουν όλοι οι θίασοι μετά τις επιδαύριες παραστάσεις. Μια ιστορία που θα μπορούσε να έχει πολύ ενδιαφέρον, γιατί ήταν μια έξοχη ιδέα να μιλήσουν οι ίδιοι οι καλλιτέχνες για το σύμπαν τους έπειτα από μια παράσταση, για τις αγωνίες του, για τη συνύπαρξή τους στη σκηνή, για τις σχέσεις τους, για τις αντιζηλίες τους, για το εκτός σκηνής σύμπαν που τους επηρεάζει (δημοσιότητα, δημοσιογράφοι, επόμενη δουλειά). Αυτή ήταν σε γενικές γραμμές η ιδέα των συγγραφέων. Και όλοι ελπίζαμε ότι στα χέρια του Νίκου Καραθάνου αυτό θα γινόταν κάτι ιδιαίτερο, ξεχωριστό. Αλλά…
Η Εύα Μανιδάκη έχει στήσει ένα ωραίο σκηνικό, μια μικρή Επίδαυρο πάνω στη σκηνή «Μαρίκα Κοτοπούλη». Στην αρχή, σε μια πολύ τρυφερή καραθάνεια αρχή, πάνω στις «πέτρες» αυτού του θεάτρου προβάλλονται βίντεο, με κυρίαρχη τη φωνή της Κατίνας Παξινού, που μιλάει για τη δουλειά του ηθοποιού και την ικανοποίηση που δίνει (έδινε) σ’ εκείνην τουλάχιστον: «…είναι η ζεστασιά που δίνεις [από τη σκηνή] και κάτι έχεις πετύχει», λέει ανάμεσα σε άλλα. Αλλά η ζεστασιά τελείωσε κάπου εκεί. Κι όταν τελειώνει η βιντεοπροβολή από την κορυφή του «θεάτρου» που έστησε η Εύα Μανιδάκη, γλιστρούν ένας-ένας οι ηθοποιοί, αλλά και οι θεατές, φίλοι και συνάδελφοί τους. Ένα γλίστρημα κατάδυσης, ένα γλίστρημα ανακούφισης, ένα γλίστρημα εκτόνωσης ή και ο τρόπος που οι θεατές αποχωρούν από το θέατρο της Επιδαύρου. Κι αρχίζουν τις φιλοφρονήσεις στην πρωταγωνίστρια (Έμιλυ Κολιανδρή): «Εσύ ήσουν!», «Δεν υπάρχεις!», «Μόνο εσύ!». Ατάκες που επαναλαμβάνονται για να υπογραμμίσουν την ένδεια και την επανάληψη των φιλοφρονήσεων, κάποιες από τις οποίες είναι συγκαταβατικές. Όλο αυτό το κλίμα, με την είσοδο κι άλλων ηθοποιών της παράστασης και της εν θεάτρω παράστασης, συνεχίζεται με την ίδια υπερβολή για αρκετή ώρα. Εμφανίζεται η πρωτοεμφανιζόμενη αλλά λαμπερή ηθοποιός (Ζέτα Μακρυπούλια), την οποία βλέπει με μισό μάτι η πρωταγωνίστρια, ο πρωταγωνιστής με τη στυφή έκφραση, που τα βλέπει όλα με ειρωνεία, σνομπισμό και μαγκιά, (Χρήστος Λούλης), και μετά φτάνουν και οι θεατρόφιλοι: Ιωάννα Μαυρέα, Κώστας Μπερικόπουλος, Γιάννης Κότσιφας, ο οποίος, επαναλαμβάνοντας ότι «ήθελε μισή ώρα κόψιμο η παράσταση», από την απελπισία του κρεμιέται από την οροφή της… ταβέρνας! Στο μεταξύ εμφανίζεται ένας πάγκος ψαραγοράς, γίνεται ένα ακατανόητο παιχνίδι με τα ψάρια, οι συζητήσεις εντείνονται και ο ένας διακόπτει τον άλλον, και όλοι κάτι σχολιάζουν. Σχολιάζουν συναδέλφους και το τι θα πουν την επομένη τα media: «βγαίνει από το medium γιατί όλοι είναι μέτριοι» ακούγεται. Η διευθύντρια του Φεστιβάλ δεν θα μπορούσε να λείπει από την ταβέρνα μετά την πρεμιέρα και η Γαλήνη Χατζηπασχάλη την υποδύεται σε μια απολαυστική ερμηνεία, με πολλούς αυτοσχεδιασμούς και απέραντο ταλέντο. Ούτε ο σκηνογράφος (Θανάσης Αλευράς), που ευθέως παραπέμπει στον Άγγελο Μέντη (υπογράφει τα κοστούμια της παράστασης στο REX). Και τα τραπέζια στήνονται στην ταβέρνα. Και όλοι φωνάζουν τον Νίκο (Λιακόπουλο) και τη Βούλα. Και η ταβερνιάρισσα εμφανίζεται, η Βούλα, στο πρόσωπο της Χαρούλας Αλεξίου, που για άλλη μια φορά μας εντυπωσιάζει στη σκηνή. Και ένας άσχετος θεατής εμφανίζεται στο πρόσωπο του Πάνου Παπαδόπουλου (ασφαλώς το alter ego της Λένας Κιτσοπούλου), αφού αναγνωρίζουμε στον μονόλογό όλα όσα εκείνη θα σχολίαζε, τις ματαιώσεις, τις απογοητεύσεις και τους αυτοσαρκασμούς που πάντα φέρνει στα έργα της: «Κάνε Θε μου αυτή η χώρα να σταματήσει ν’ ασχολείται με το θέατρο. Εδώ πας θέατρο και κατεβαίνεις…».
Κάπως έτσι συνεχίζεται αυτή η «Νύχτα στην Επίδαυρο», με επαναλήψεις, με φωνές, με χορικά, με τραγούδια και μουσική, με σαρκασμούς, αυτοσαρκασμούς και αποδομήσεις των πάντων και μ’ έναν Ινδιάνο που εμφανίζεται στο τέλος και τους πυροβολεί (Νίκος Καραθάνος). Κλασικό κιτσοπούλειο ύφος. Μόνο που στην προκειμένη περίπτωση κάτι μπερδεύτηκε. Έμοιαζε σαν ο Νίκος Καραθάνος να επηρέασε τη γραφή της Λένας Κιτσοπούλου και η Λένα Κιτσοπούλου να επηρέασε τη σκηνοθετική ματιά του Νίκου Καραθάνου. Και κάπου όλα ανακατεύτηκαν, αλληλοϋπονομεύτηκαν και αυτοακυρώθηκαν. Και μόνο στο τέλος ξαναείδαμε τον λυρισμό του Νίκου Καραθάνου, σ’ εκείνον τον μονόλογο της Χαρούλας Αλεξίου, που παρότι στο κείμενο υπερτερούσε η επανάληψη και η παρήχηση της λέξης «τίποτα», ήταν μια πικρή διαπίστωση ματαίωσης και η Χάρις Αλεξίου το βάθυνε ακόμα περισσότερο.
«Και μετά;» λένε στην παράσταση οι ηθοποιοί. «Πού θα πάμε μετά;», «Τι θα κάνουμε μετά;» «Τι θα κάνουμε του χρόνου;». Κάτι τέτοιο αναρωτηθήκαμε και όταν βγήκαμε από την παράσταση: Και μετά; Τι κρατάμε από αυτή την παράσταση, που εντέλει έμοιαζε με ένα υπερβολικό inside joke; Κρατάμε μερικές σπαρταριστές ερμηνείες, παρότι όλοι ήταν θαυμάσιοι: της Γαλήνης Χατζηπασχάλη, του Χρήστου Λούλη, του Πάνου Παπαδόπουλου, της Έμιλυς Κολιανδρή, του Θανάση Αλευρά. Της Χαρούλας Αλεξίου που ξέρει να γοητεύει και στην πρόζα, αλλά και της Έλλης Πασπαλά που δεν γνωρίζαμε αυτή την πτυχή της. Της Ζέτας Μακρυπούλια που ανταποκρίθηκε και εντάχθηκε με θαυμαστό επαγγελματισμό στο σύμπαν του Καραθάνου και της Κιτσοπούλου. Δυστυχώς δεν είδαμε τον Βασίλη Παπαβασιλείου, που πάντα είναι ένα χάδι οι εμφανίσεις του. Κρατάμε τη μεγάλη μας απορία: γιατί οι πολύ καλοί ηθοποιοί Γιάννης Κότσιφας, Ιωάννα Μαυρέα έχουν τυποποιηθεί σε ερμηνείες υστερικών χαρακτήρων; Και τίποτα άλλο. Οι εύστοχοι, ενδιαφέροντες, έξυπνοι σπόροι που υπήρχαν –και στο κείμενο και στην παράσταση- δεν κατάφεραν να γονιμοποιηθούν.
Η ταυτότητα παράστασης
Σύλληψη-Σκηνοθεσία: Νίκος Καραθάνος, Κείμενο: Λένα Κιτσοπούλου, Γιάννης Αστερής, Δραματουργική επεξεργασία: Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου, Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη, Κοστούμια: Άγγελος Μέντης, Κίνηση: Αμάλια Μπένετ, Μουσική: Άγγελος Τριανταφύλλου
Φωτισμοί: Φελίς Ρος, Σχεδιασμός ήχου: Γιώργος Πούλιος, Βίντεο-βοηθός σκηνοθέτη: Ορέστης Σταυρόπουλος, Βίντεο-βοηθός σκηνοθέτη: Δημήτρης Σταυρόπουλος, Βοηθός φωτίστριας: Χάρης Δάλλας, Δραματολόγος παράστασης: Εύα Σαραγά
Διανομή με αλφαβητική σειρά
Χάρις Αλεξίου, Θανάσης Αλευράς, Βασιλική Δρίβα, Γιώργος Ζιάκας, Νίκος Καραθάνος, Έμιλυ Κολιανδρή, Γιάννης Κότσιφας, Ιώ Λατουσάκη, Χρήστος Λούλης, Ζέτα Μακρυπούλια, Ιωάννα Μαυρέα, Ηλέκτρα-Αποστολία Μπαρούτα, Κώστας Μπερικόπουλος, Ιωάννα Μπιτούνη, Βασίλης Παπαβασιλείου, Πάνος Παπαδόπουλος, Έλλη Πασπαλά, Άγγελος Τριανταφύλλου, Γιώργος Φασουλάς, Δανάη-Αρσενία Φιλίδου, Γαλήνη Χατζηπασχάλη
Μουσικοί επί σκηνής: Σοφία Ευκλείδου, Βασίλης Μαντζούκης, Κώστας Νικολόπουλος
Δημήτρης Τίγκας, Ελευθερία Τόγια
Φωτογραφίες παράστασης: Γιώργος Καπλανίδης