Του Γιάννη Ν. Μπασκόζου.
Το τελευταίο μυθιστόρημα του δολοφονημένου συγγραφέα μιλάει για τις πολλαπλές ερωτικές αναζητήσεις των ηρώων του και θυμίζει την περιπέτεια του ιδίου με την τραγική της κατάληξη.
Όταν διαβάζεις ένα μυθιστόρημα με πολλές αυτοβιογραφικές αναφορές πιάνεις τον εαυτό σου να ψάχνει τις ομοιότητες με τη ζωή του συγγραφέα. Ο Μένης Κουμανταρέας στο τελευταίο μυθιστόρημα του « Η Σειρήνα της ερήμου» (εκδ.Πατάκη)- βρέθηκε τελειωμένο πάνω στη γραφομηχανή του, την ημέρα της δολοφονίας του – «κρύβει» αλλά και φανερώνει τα πολλαπλά προσωπεία της ταυτότητάς του. Στο προηγούμενο του βιβλίο «Ο θησαυρός του χρόνου» ο ήρωας- αφηγητής έχει ένα alter ego, σε αυτό έχει παραπάνω προσωπεία που κάποια στιγμή ταυτίζονται.
Η ιστορία έχει ως κεντρικό ήρωα, έναν δημοσιογράφο που αναζητά τη σεξουαλική του ταυτότητα αλλά και τη δυνατότητα να γράψει το πρώτο του μυθιστόρημα. Ο ίδιος είναι και reader – σύμβουλος αναγνώστης στον εκδοτικό οίκο «Πρεβεζάνος». Μια μέρα θα λάβει ένα φάκελο με ένα ημιτελές μυθιστόρημα με χαρακτηριστικά θρίλερ, ερωτικής περιπέτειας και υπαρξιακής αναζήτησης. Ο ήρωας του μυθιστορήματος, ονόματι Σήνεμ ( αναγραμματισμός του Μένης)μοιάζει με τον δημοσιογράφο σε πολλά σημεία ενώ στη συνέχεια τα δύο πρόσωπα θα ταυτιστούν. Στο μυθιστόρημα κυλούν δύο παράλληλες ιστορίες, αυτή του χειρογράφου κι αυτή του δημοσιογράφου και του φίλου του Θανασούλη, με τον οποίον διαβάζουν επί ώρες το χειρόγραφο για να αποφασίσουν για την αξία του. Τα σχόλια των δύο ανδρών θίγουν ζητήματα της συγγραφικής τεχνικής, της κρίσης αλλά και της ερωτικής ζωής τους.
Οι δύο κεντρικοί ήρωες, ο αφηγητής –δημοσιογράφος και ο Σήνεμ – δηλώνουν ότι δεν έχουν ερωτευτεί ποτέ. Εντούτοις πολύ συχνά νομίζουν ότι ερωτεύονται, κυρίως άνδρες ή νεαρά αγόρια. Οι περιπέτειες και των δυο σε ορισμένα σημεία ταυτίζονται: τους κοροϊδεύουν, τους δέρνουν, τους στέλνουν στο νοσοκομείο. Οι ιστορίες των δύο ανδρών μοιάζουν σα να καθρεφτίζονται η μία στην άλλη. Τα ερωτήματα στην αναζήτηση της ερωτικής ταυτότητας περνούν από τον έναν στον άλλο και τελικώς γίνονται κοινά. Το μυθιστόρημα «Η Σειρήνα της ερήμου» είναι γραμμένο με τον απαράμιλλο ύφος του Μένη Κουμανταρέα, την πλαστικότητα της φράσης, την υποβλητικότητα των καταστάσεων, τον θλιμμένο σχεδιασμό των χαρακτήρων.
Και κάτι τελευταίο. Ό αναγνώστης έχει την αίσθηση ότι ο Μένης Κουμανταρέας είχε προβλέψει το φριχτό του θάνατο, περιγράφοντας επικίνδυνες ερωτικές αποδράσεις. Η υπογραφή του στο τέλος του μυθιστορήματος ως Σηνέμ Σαέρανταμουκ (Μένης Κουμανταρέας) διευρύνει το «παιχνίδι» αφού ταυτίζει συγγραφέα, αφηγητή και ήρωα του εγκιβωτισμένου μυθιστορήματος για να αναρωτηθεί τελικά τι είναι «φυσιολογικό» στη ζωή και στη λογοτεχνία;
Δύο χαρακτηριστικά αποσπάσματα από το βιβλίο
Ο δημοσιογράφος αναζητώντας την ερωτική του ταυτότητα
«Χαζεύοντας τους συνεπιβάτες μου σκεφτόμουν ότι στο κάτω κάτω είχα κάποιες ομοιότητες με τον πρωταγωνιστή της νουβέλας. Ήμουν κι εγώ εύπιστος, ευάλωτος στο πρώτο όμορφο πλάσμα που τύχαινε στον δρόμο μου, είχα κι εγώ αρχαίο όνομα και με φώναζαν κι εμένα συγκεκομμένα, όπως υπήρχε μια μικρή νύξη στο κείμενο. Δεν είχα πάει βεβαίως ποτέ στην Αίγυπτο ούτε σκόπευα μετά τον μηνίσκο να πάω, μου αρκούσαν οι φωτογραφίες της Σφίγγας και των πυραμίδων. Όσο για το περίφημο Μουσείο του Καΐρου, εμείς είχαμε της Ακρόπολης και το Αρχαιολογικό. Τουλάχιστον έτσι βαυκαλιζόμουν.
Εκείνη τη στιγμή φτάναμε σ’ έναν σταθμό και μ’ ένα απότομο τράνταγμα του βαγονιού δέχτηκα στην αγκαλιά μου έναν νεαρούλη με κασκέτο και μια τσάντα στο χέρι που είχε χάσει την ισορροπία του. Κοκκίνισε και μου ζήτησε χίλια συγγνώμη, μα εγώ είχα προλάβει να νιώσω το άρωμα της νεότητας που ανέδιδε το κορμί του. Λίγο ακόμα και θα του έλεγα «αχ, μείνετε λίγο ακόμα στα γόνατά μου!» Χάθηκε μες στον κόσμο που στριμωχνόταν στην πόρτα του βαγονιού κι εγώ έμεινα με κλειστά μάτια να φαντάζομαι πως είχαμε γνωριστεί, ήταν λέει φοιτητής φιλολογίας κι έγραφε ποιήματα κι επειδή βιαζόταν να προλάβει το μάθημά του είχαμε δώσει ραντεβού το βράδυ έξω από το Μέγαρο Μουσικής. Μήπως ήμουν παιδόφιλος και δεν το ήξερα; Από την ταραχή μου ξέχασα να κατέβω στη δική μου στάση”.
Είναι πορνογράφημα;
Η ανάγνωση με είχε παρασύρει σε σημείο που είχα χάσει το αίσθημα του χρόνου. Απέναντί μου είχα τρία ποτήρια του ουίσκι άδεια και το πιατάκι με τους ξηρούς καρπούς άθικτο. Το βλέμμα του Θανασούλη περιίπτατο στα πέριξ, ερευνητικό μαζί και ειρωνικό.
«Μου φαίνεται ότι το μυθιστόρημα από περιπέτεια θα καταλήξει πορνογράφημα».
«Γιατί το λες αυτό, Θανασούλη;» είπα σχεδόν με παράπονο σαν να ήταν ένα μυθιστόρημα δικό μου.
«Ξέρω γω; Δε βρίσκει κανείς άκρη με όλους εσάς που γράφετε. Ένα δεν καταλαβαίνω: αυτός ο ήρωας από τη μια ερωτεύεται και τη γάτα του κι απ’ την άλλη διατείνεται ότι δεν έχει νιώσει έρωτα».
«Ακριβώς γι’ αυτό, Θανασούλη μου. Nομίζεις ότι ο δον Ζουάν είχε ποτέ του ερωτευθεί;»
«Μόνο την κόλαση!» είπε ο επιστήθιος φίλος μου.
(*)Η πρώτη παρουσίαση της «Σειρήνας της ερήμου» (εκδ. Πατάκη) θα πραγματοποιηθεί στον Ιανό την Πέμπτη 12 Νοεμβρίου στις 8.30 μ.μ. Ομιλητές, ο Τίτος Πατρίκιος, ο Χρήστος Χωμενίδης, η ψυχίατρος και στενή φίλη του συγγραφέα Χλόη Κολλύρη και η ανιψιά του και διαχειρίστρια του πνευματικού του έργου, Αλεξάνδρα Τράντα.
(**)Σημ: Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην εφ. Επένδυση 7 Νοεμβρίου 2015