Μαρία Στασινοπούλου : O κριτικός μπορεί να αποκαταστήσει μια άστοχη κριτική του (συνέντευξη στην Στέλλα Αλεξίου)

0
571

συνέντευξη στην Στέλλα Αλεξίου (*)

Αγαπητή κ. Στασινοπούλου, θα ήθελα καταρχήν να σας ευχαριστήσω για τον χρόνο σας και για τη φιλοξενία. Με αφορμή τη συνάντησή μας λόγω του Βίου και του έργου του Κ.Π. Καβάφη, έναν τόμο που με ακολουθεί πολλά χρόνια, αφού τον παρέλαβα ανά χείρας σε ένα αμφιθέατρο του Πανεπιστημίου Κρήτης στο Ρέθυμνο τον Μάρτιο του 2006 και υπήρξε στην πορεία της φιλολογικής μου διαδρομής πολυαγαπημένος, ξεχωριστός μα και πολύ χρήσιμος, θα ήθελα να σας θέσω ορισμένα ερωτήματα σχετικά με την εργογραφία σας αλλά και γενικότερα για τα λογοτεχνικά μας δρώμενα.

 

 Το βιβλίο Ο βίος και το έργο του Κ.Π. Καβάφη συγγράψατε με τον Δημήτρη Δασκαλόπουλο, αν και ο ίδιος ανέφερε σε συνέντευξή του πως πρόκειται για δικό σας βιβλίο, αφού όπως επισήμανε εκείνος μονάχα κάλυψε τη βιβλιογραφική υποδομή. Πως αισθανθήκατε τη γοητευτική αυτή περιπέτεια, ειδικότερα ως προς την ανάδυση μέσω των αρχειακών στοιχείων μιας ολόκληρης λογοτεχνικής εποχής (Απρίλιος 1863-Απρίλιος 1933);

Είναι ευγενής παραχώρηση να πούμε ότι το βιβλίο είναι δικό μου. Αν δεν υπήρχε το τεράστιο υλικό της μοναδικής σε μόχθο και αποτέλεσμα Βιβλιογραφίας Κ. Π. Καβάφη που επί 25 χρόνια ετοίμαζε ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος, δεν θα  μπορούσα να βρω και να συνδέσω τα τόσα στοιχεία που χρειαζόμουν. Ήταν πράγματι γοητευτικό το ταξίδι και η περιπέτεια της αναζήτησης όλα αυτά τα χρόνια. Γνωρίσαμε ανθρώπους σπουδαίους και συνδεθήκαμε με βαθιά φιλία μαζί τους (Μαρώ Σεφέρη, Ζήσιμο Λορεντζάτο, Άννα Λόντου, Γιώργο και Λένα Σαββίδη, Έντμουντ και Μαίρη Κίλι κ.ά) κάναμε ταξίδια (στην Αίγυπτο, στην Αμερική, στην Αγγλία, στην Ιταλία), ανασκαλέψαμε αρχεία και διασταυρώσαμε υλικά. Μάθαμε από τις πηγές και ασκηθήκαμε στην επιλογή. Συχνά το ίδιο το υλικό μάς οδηγούσε.

Δική σας επίσης μελέτη και το χρονολόγιο-εργογραφία για τον Σεφέρη. Τι είναι αυτό που ενώνει τον Σεφέρη με τον Καβάφη κατά τη δική σας άποψη;

Πρόκειται πρώτα πρώτα για δύο μεγάλους ποιητές, απ’ αυτούς που χωρίς καμία επιφύλαξη θα ονομάζαμε κλασικούς. Ύστερα είναι δύο ποιητές που αγαπώ πολύ και με έχουν διαμορφώσει αισθητικά. Στους προλόγους και των δύο βιβλίων θα βρείτε αρκετές πληροφορίες για τα μέτρα και τα κριτήρια τα οποία ακολούθησα στην επιλογή του υλικού που συνοδεύει τις ημερολογιακές καταγραφές και κάνει τα συγκεκριμένα χρονολόγια ευχάριστα αναγνώσματα, όπως έχει επισημάνει η κριτική.

 Αν σας δινόταν σήμερα η ευκαιρία, ποιανής ποιητικής φυσιογνωμίας θα θέλατε να καταγράψετε τον βίο και το έργο κατ’ ανάλογο τρόπο με τον οποίο πράξατε για τον Αλεξανδρινό και τον Νομπελίστα, και για ποιον λόγο;

Του Μανόλη Αναγνωστάκη, που βρίσκεται ήδη στον δρόμο, γιατί ήταν τρυφερός ποιητής και άνθρωπος αγαπημένος. Με ζωή πλούσια σε εμπειρίες και συναισθήματα και σκέψη διαυγή.

 Eπί χρόνια κριτικός λογοτεχνίας. Στις σελίδες κριτικής του 2005 με τον τίτλο Πίσω από τις γραμμές συγκεντρώσατε τα κείμενα εκείνα τα οποία, όπως αναφέρετε στον Πρόλογο, «χωρίς επιφύλαξη θα προσυπέγραφα και σήμερα». Από τη δική σας εμπειρία μπορεί ένας κριτικός να αποκαταστήσει μια κριτική του για την οποία ίσως να αστόχησε και με ποιον τρόπο;

Και βέβαια μπορεί και επιβάλλεται. Είτε με μία καινούργια επανεκτίμηση είτε αναφέροντας, ευκαιρίας δοθείσης, τα εσφαλμένα. Θα σας θυμίσω την περίπτωση του Στρατή Τσίρκα, ο οποίος το 1971, όταν έκανε τη δεύτερη έκδοση του βιβλίου του Ο Καβάφης και η εποχή του (1958), με εντιμότητα, αφού είχε εντωμεταξύ συμβουλευτεί τα πρώτα συγκεντρωμένα δείγματα από το Αρχείο Καβάφη, προέβη σε αναθεωρήσεις και διορθώσεις.

 Κυρία με θυμάστε; (2013), Χαμηλή βλάστηση (2018), Ασκήσεις αντοχής στον χρόνο (2021). Ποιο το απόσταγμα από την πένα αυτηνής της συγγραφικής τριλογίας;

Είναι τρία βιβλία που δημιουργήθηκαν χωρίς καλά καλά να το καταλάβω. Δεν ένιωσα ποτέ συγγραφέας, παρά το γεγονός ότι γράφω από τα μαθητικά μου χρόνια. Το Κυρία, με θυμάστε;, προέκυψε από την παρότρυνση του Μανόλη και της Νόρας Αναγνωστάκη να καταγράψω τις ιστορίες που τους διηγούμουν στα υπέροχα δείπνα που γίνονταν στο σπίτι τους, στην Πεύκη. Και για το πρώτο και για τα άλλα δύο σημαντική ήταν η στήριξη από την εκδότριά μου Γιώτα Κριτσέλη, στην επιμονή της οποίας οφείλεται ο εμπλουτισμός του υλικού με καινούργια κείμενα. Οφείλω ακόμη χάριτας στους δύο σημαντικούς πεζογράφους Στρατή Χαβιαρά και  Γιώργο Συμπάρδη που είχαν διαβάσει τα αφηγήματα, μου είχαν κάνει τις υποδείξεις τους και είχαν τονώσει την αυτοεκτίμησή μου.

Ως προς την απολαβή, από την έκδοση και μετά, οι χαρές ήταν πολλές. Παρουσιάσεις με συρροή κόσμου, κριτικές εγκωμιαστικές από σπουδαίους κριτικούς που εκτιμώ, συνεντεύξεις, ραδιοφωνικές εκπομπές και όλα αυτά τα ανθρώπινα που μας στηρίζουν και δεν είναι μόνο ματαιοδοξία.

 Αγαπημένη σας φίλη υπήρξε η Άλκη Ζέη. Θεωρείτε πως αυτό το είδος λογοτεχνίας που κατόρθωσε να δημιουργήσει η Ζέη μπορεί να επηρεάσει το παιδικό-εφηβικό μυαλό σ’ αυτό το ‘‘ριψοκίνδυνο’’ τεχνολογικό σύμπαν όπου μεγαλώνουν τα παιδιά-έφηβοι σήμερα;

Πιστεύω ότι το διάβασμα είναι εθισμός που ξεκινά από το σπίτι. Όταν τα παιδιά, παράλληλα με το τεχνολογικό σύμπαν που τα κατακλύζει, έχουν μάθει να διαβάζουν, θα διαβάσουν και θα αποκομίσουν αυτά που πρέπει. Και δεν το λέω με διάθεση διδακτική. Τα βιβλία της Άλκης αποτελούν μοναδικό παράδειγμα, για μικρούς και μεγάλους, και οι διαρκείς επανεκδόσεις τους επιβεβαιώνουν την αξία και την επιδραστική τους δύναμη.

 Και για τον Δημήτρη Δασκαλόπουλο, με τον οποίο είστε εδώ και αρκετές δεκαετίες συνοδοιπόροι στη ζωή μα και στο έργο. Ποιο ποίημά του έχετε κλειδώσει στην καρδιά σας και ποιοι είναι οι λόγοι που λαμβάνει αν μπορούσαμε να πούμε την «πρωτιά»;

Δεν μου είναι εύκολο να απαντήσω γιατί μου αρέσουν πολλά. Θεωρώ ότι η τελευταία σε σειρά συλλογή του Με δίχτυ τον άνεμο είναι πολύ δυνατή. Αν όμως πρέπει να μιλήσω πιο ενδόμυχα, θα έλεγα ότι στην «καρδιά μου έχω κλειδώσει», όπως λέτε, την ενότητα «Τρία απογεύματα στον Κεραμεικό», γιατί αναφέρονται στην προσωπική μας μυθολογία, από τη συλλογή Επιστροφέςκαι από την ίδια συλλογή, το πρώτο ποίημα που έγραψε για μένα, στην αρχή της γνωριμίας μας, το 1967 και έχει τίτλο «1977».

          Σας ευχαριστώ πολύ, γι’ αυτήν την ζωογόνο αναδρομή.

 

 

(*)Η Στέλλα Αλεξίου είναι διδάκτωρ Νεοελληνικής Φιλολογίας.

 

 

Προηγούμενο άρθροΑφιέρωμα: μικρού μήκους ταινίες εμπνευσμένες από διηγήματα του Αντώνη Σαμαράκη
Επόμενο άρθροΘερινά αναγνώσματα (της Έφης Κατσουρού)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ