Μαρία Φίλη: “δεν μπορείς να σώσεις κανέναν”

0
2874

 

 

(επιμέλεια : Γιούλη Αναστασοπούλου). Μια σύντομη συζήτηση με την βραβευμένη και πολύ νεαρή αν και συνειδητοποιημένη ποιήτρια.

Τι πρέπει να γνωρίζουν οι αναγνώστες σου για σένα και τους ήρωές σου;

Δεν πιστεύω ότι υπάρχει κάτι που οι αναγνώστες θα έπρεπε να γνωρίζουν για μένα. Κρυφή μου ευχή είναι να τους είναι μάλλον αδιάφορο οποιοδήποτε στοιχείο. Είμαι μάλλον αρκετά νέα και ούτε η ίδια δεν μπορώ να καταλάβω συνήθως τι μου συμβαίνει και σίγουρα δεν μπορώ να κρίνω τον βαθμό συνειδητότητας της γραφής μου. Και αυτοί που γράφουν τυχαίοι άνθρωποι είναι και συνήθως ο κόσμος δε νοιάζεται πραγματικά να μάθει οτιδήποτε για τους ανθρώπους που συναντά τυχαία στη  ζωή του. Τους ήρωές μου, από την άλλη, αν υπάρχουν, τους περιλαμβάνω εγώ, όχι το βιβλίο. Στα ποιήματα είναι απόντες, όπως απούσα είμαι κι εγώ μάλλον, αρκετές φορές.

Τι σε κινητοποίησε να γράψεις «το πιο παράξενο απόκτημα των εντόμων»;

Θα ήθελα ν’ αποκλείσω εξ αρχής και στον βαθμό που μου επιτρέπεται την πρόθεση, με την έννοια ότι η έκδοση του βιβλίου δεν ήταν ο σκοπός, αλλά το επακόλουθο μιας διαδικασίας, κατά την οποία, όπως συμβαίνει συνήθως, η ίδια η ποίηση γίνεται σκοπός του εαυτού της. Αν βέβαια μπορώ να πω ότι κάτι με παρακίνησε να γράψω ποιήματα, είναι νομίζω η φύση που με κατοικεί και με περιβάλλει. Είναι, μου φαίνεται, σαν οι λέξεις απλώς να υπάρχουν σαν κάτι εντελώς φυσικό μέσα μας και ίσως γύρω μας πριν ακόμα εμφανιστεί η ανάγκη να κοινωνηθούν νοήματα, πριν την περιγραφική τους λειτουργία. Έτσι, οι λέξεις είναι δίπλα στα πράγματα , στέκουν σαν φύση παράλληλη, σαν καθρέπτες που τ’ αντανακλούν προς πολλές κατευθύνσεις με το φως της ουσιαστικότερης αλήθειας τους. Κάθε γράμμα και συνδυασμός γραμμάτων, κάθε ήχος που προκύπτει φέρουν τη γοητεία της διαδικασίας. Στην ουσία, αισθάνομαι, ότι δεν υπήρχε τίποτα να με κινητοποιήσει, παρά μόνο η τρομερή αυτή γοητεία, η αφοσίωση, το μυστήριο, η ίδια η ποίηση εν τέλει.

Με ποιο άλλο κείμενο ή ποίημα συνομιλεί η συλλογή σου;

 

Αυτή είναι μία δύσκολη ερώτηση. Θα μπορούσα να παγιδευτώ και να αραδιάσω τίτλους και ονόματα που ελάχιστη συγγένεια εν τέλει θα έχουν με  αυτά που γράφω, διότι ίσως με άλλα πράγματα συνομιλώ εγώ και με άλλα η γραφή μου. Θ’ απλουστεύσω λοιπόν το ζητούμενο της ερώτησης και θα πω ότι είναι αρκετά πιθανό να εντοπίσει κανείς επιρροές απ’ ό, τι ποιητικό και όχι μόνο έχω καταναλώσει μέχρι τώρα ως αναγνώστρια.

Με το ποιητικό σου έργο, κέρδισες το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου στην ποίηση από τον Αναγνώστη. Τι σημαίνει για σένα αυτή η διάκριση;

Σίγουρα, είναι για μένα μια πολύ σημαντική διάκριση, αλίμονο, αν δεν ήταν.    Πιστεύω πως  ιδιαίτερα για έναν πρωτοεμφανιζόμενο, που εκτίθεται για πρώτη φορά και αυτή η έκθεση τον κάνει να αγωνιά, είναι ένα υπέροχο γεγονός, είναι ένα ιδιαίτερα ευχάριστο χτύπημα στην πλάτη για να συνεχίσει.

Πώς γράφεις και πού;

Δε γράφω οπουδήποτε, γράφω σχεδόν πάντα στο γραφείο μου. Ίσως επιζητώ σκοπίμως το οπτικό μου πεδίο να είναι περιορισμένο και αρκετά συγκεκριμένο, μ’ ένα σημείο φυγής μονάχα, ένα μικρό κομμάτι ουρανού, πάνω και δεξιά, έξω από το παράθυρο. Είναι μάλλον αυτή η θέση βολική για να συγκεντρώνομαι και να φτάνω χωρίς να σηκωθώ από την καρέκλα κάποια από τα αγαπημένα μου βιβλία, τα οποία έχω τοποθετήσει επίτηδες στο κοντινότερο σε μένα ράφι της βιβλιοθήκης. Γράφω οποτεδήποτε, συχνότερα τη νύχτα. Δεν τα καταφέρνω πάντα, αλλά όταν αρχίζω και συμβαίνει, ολόκληρη βρίσκομαι γοητευμένη ανάμεσα στην επιφάνεια του πράγματος και στο βάθος της λέξης.

Αισθάνεσαι ότι ανήκεις σε μια συγκεκριμένη γενιά δημιουργών;

Δεν ξέρω ακόμα. Συχνά αισθάνομαι ότι ανήκω σε μια πολύ όμορφη παρέα.

Αν μπορούσες ν’ αλλάξεις ένα αγαπημένο σου έργο, ποια θα ήταν η παρέμβασή σου;

Τίποτα, τίποτα. Αλίμονο.

Γράφεις κάτι τώρα;

Κάτι συγκεκριμένο, όχι. Συμβαίνει, λένε, για κάποιον καιρό μετά την έκδοση ενός βιβλίου, ένα είδος μικρής  παύσης. Είναι πολύ άχαρος δημιουργικά αυτός ο καιρός.  Δεν αγνοώ όμως τις ημέρες που δε γράφω. Τις παρατηρώ σαν σημαντικές ημέρες. Όπως και να ‘χει, τα καταφέρνω σπανιότερα, ικανοποιούμαι δυσκολότερα, αλλά γράφω.

Τι σου λείπει από το λογοτεχνικό τοπίο σήμερα;

Αναγνώστες-αναγνώστριες που δεν είναι και οι ίδιοι συγγραφείς, υποθέτω.

Απάντησε σε μια ερώτηση που δε σου έχουν κάνει ακόμα.

Κάποιες φορές, ναι, στο μπαλκόνι ας πούμε, κι εννοώ φωναχτά, χωρίς ν’ αποσιωπώ τίποτα. Αν είχα ένα χελωνάκι, πιστεύω, θα το φρόντιζα επαρκώς, γιατί, όπως όλος ο κόσμος ξέρει, οι χελώνες κάθονται οριζοντίως σε σχέση με τη γη αλλά κάποιες φορές, οριζοντίως πάντα ανατρέπονται και αν δε βρεθεί κάποιος άνθρωπος να τις βάλει, με τα χέρια του δηλαδή, πίσω, στην κανονική τους θέση, πεθαίνουν από έναν  αργό θάνατο, από τη δίψα μάλλον ή από τη ζέστη το καλοκαίρι. Ετσι, θα έσπευδα να σώσω τη χελώνα μου αν της συνέβαινε κάτι τέτοιο, τυχαία ας πούμε αν έπεφτε από ένα ύψωμα, όχι επαρκές για να τη σκοτώσει, αλλά ικανό για να την τρομοκρατήσει. Θα όφειλα να τη σώσω λόγω των συνθηκών , αλλά στην πραγματικότητα κι εντελώς υποθετικά, απ’ όλους τους άλλους, δεν μπορείς να σώσεις κανέναν.

 

 

Μικρό βιογραφικό:

Η Μαρία Φίλη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1993. Είναι φοιτήτρια στο τμήμα Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης, της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών. Το “Πιο παράξενο απόκτημα των εντόμων'(Μελάνι) είναι το πρώτο της βιβλίο. Βραβεύτηκε με το Λογοτεχνικό Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενοης Ποιήτριας από τον Αναγνώστη.

Προηγούμενο άρθροΟι ρωγμές των λέξεων
Επόμενο άρθροΜαρία Τζίκα: ελαττωματικό χώμα

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ