Αγαπητέ Αναγνώστη,
Ενώ ετοιμαζόμουν να σου στείλω «γράμμα και γραφή», αναφερόμενος στα όσα με ενόχλησαν έντονα, καθώς διέτρεξα την πρόσφατη ανακοίνωση των «βραχειών λιστών» (οποία στραμπουληγμένη γλωσσική συνύπαρξη!) της νυν επιτροπής Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας, του Υπ. Πολιτισμού, έπεσα ηλεκτρονικά περιπλανώμενος σε μια ανάλογη διαμαρτυρία, για το ίδιο ακριβώς θέμα, που ανάρτησε στο fb το άλλοτε στέλεχος του ΕΚΕΒΙ, Σωκράτης Καμπουρόπουλος. Ο Σ.Κ. στην εκτενή ανάρτησή του απορούσε -και νομίζω δικαίως- πώς έγινε και από μια χρονιά υπερπλούσια σε παραγωγή άξιων βιβλίων ποίησης, όπως ήταν το 2021, κατέληξε η επιτροπή στη δυσκοίλια απόφαση να προκρίνει μόλις τέσσερα. Και λέω, «πώς κατέληξε;» διότι το σύνηθες τα τελευταία χρόνια ήταν να προκρίνονται 7, 8 ή και 9 βιβλία και μάλιστα σε χρονιές αξιακά πιο πενιχρές. Αλλά κοντά σ΄ αυτά, δευτερολογώντας κάτω από την ίδια ανάρτηση, είδα και τα λεγόμενα του αναμφίβολα καλού ποιητή Κώστα Καναβούρη (καίτοι αψίθυμου κάπου κάπου). Ο Καναβούρης λοιπόν είπε κάτι που μου φάνηκε τόσο εύστοχο και ορθό ώστε το προσυπογράφω με τα δυο χέρια: ότι λαμβανομένης υπ΄ όψιν της παραγωγής πολλών (και καλών) ποιητικών συλλογών το 2021, το μίζερο ξεδιάλεγμα που επιτελέστηκε υποβαθμίζει τόσο τα επιλεγέντα τέσσερα βιβλία όσο και το επί θύραις βραβευθέν και μη εισέτι ανακοινωθέν. Ας προσέξουμε το σχόλιό του: πρόκειται για μια παρατήρηση με βαρύτητα πολιτικού και ποιητικού ήθους.
Επανέρχομαι, ωστόσο. Τι λοιπόν συνέβη; Διαπίστωσαν οι κριτές τους προηγούμενους μήνες ότι απουσιάζουν άξια λόγου βιβλία ποίησης από την παραγωγή του 2021; Μήπως, έκριναν ότι είναι τόσο χαμηλό το επίπεδό τους ώστε μετά βίας «διασώζονται» αυτά τα τέσσερα; Το γιατί τα μέλη της επιτροπής τσιγκουνεύτηκαν και ενώ μπορούσαν να βάλουν στον κλήδονά τους τουλάχιστον άλλες 4-5 συλλογές το απέφυγαν, δεν το γνωρίζω-περιμένω να διαβάσω, αν και όχι με πολλές ελπίδες, την αιτιολόγηση του πράγματος- μπορώ όμως να υποθέσω την απάντηση, κρίνοντας το αποτέλεσμα από τις συνθήκες που το ρύθμισαν. Και οι συνθήκες αυτές δεν είναι άλλες από τη σύσταση της εν λόγω επιτροπής (όπως και άλλων επιτροπών στο παρελθόν) αλλά και από την συστηματική αβελτηρία αρκετών (όχι όλων) στελεχών του αρμόδιου υπουργείου. Η προχειρότητα ή και η σκοπιμότητα στη σύνθεση των επιτροπών (ας μην κρυβόμαστε) είναι μια ανοιχτή πληγή που ουσιαστικά έχει διαλύσει τον θεσμό των βραβείων. Υπεύθυνοι όμως γι΄ αυτή την κατάσταση, που έφτασε στο αποκορύφωμά της με προσχεδιασμένες βραβεύσεις στην τετραετία 2018-2022, είναι πολλοί και από διάφορες πλευρές.
Στην Ελλάδα συνήθως τις ερωτήσεις τις απευθύνουν οι αφελείς. Ερωτώ λοιπόν αφελώς: 1) Πόσες και πόσοι από τα εννέα μέλη παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς την παραγωγή του βιβλίου; 2) Πόσες και πόσοι ασχολούνται με την κριτική της ποίησης και την αξιολόγησή της, εν γένει; 3) `Αραγε, έχουν καταλάβει οι εντός επιτροπής όσο και εκείνες ή εκείνοι που τους όρισαν ότι σε τέσσερα (4) από τα βραβεία που την απονομή τους προβλέπει ο σχετικός νόμος, ήτοι α) Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων, β) Ειδικό Θεματικό Βραβείο, γ) Πρωτοεμφανιζόμενου λογοτέχνη και δ) Ποίησης, θα πρέπει να υπολογίζεται κυρίως ή να συνυπολογίζεται στην υποψηφιότητα της βράβευσης η αξία ενός ποιητή ή μιας ποιήτριας όπως και του αντίστοιχου βιβλίου; `Εχουν λοιπόν στην συντριπτική τους πλειοψηφία τα μέλη της δεδομένης επιτροπής τη δυνατότητα να αποφανθούν τεκμηριωμένα και πέρα από αοριστολογίες για την αξιοσύνη ενός ποιητικού βιβλίου και του ή της δημιουργού του; `Η (όπως είναι κοινό μυστικό) δηλώνουν εξαρχής την αδυναμία τους, αποστρεφόμενα «το ποτήριον τούτο» και υποβαθμίζοντας έτσι ενσυνειδήτως (εν ταυτώ και ασυνειδήτως) ένα ολόκληρο λογοτεχνικό είδος, που, σημειωτέον, εξακολουθεί να κατέχει το μεγαλύτερο μέρος της εδώδιμης λογοτεχνικής παραγωγής;
Και κλείνω με δυο συναφείς και (ενδεχομένως) άκρως ενοχλητικές απορίες. Θα μπορούσαμε επιτέλους να μάθουμε βάσει ποιων κριτηρίων γίνεται κάθε διετία η στελέχωση της προκείμενης επιτροπής, των Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας; Και επίσης, με ποια κριτήρια οι Πανεπιστημιακές Σχολές, στις οποίες αποτείνεται βάσει του νόμου η διεύθυνση Γραμμάτων του ΥΠΠΟ, προκειμένου να στείλουν εκπροσώπους τους για μέλη της επιτροπής, τους επιλέγουν; `Όταν είναι τοις πάσι γνωστό ότι τα Πανεπιστήμια είναι αποκομμένα (και είναι εύλογο και κατανοητό αυτό) από το γίγνεσθαι της πρόσφατης λογοτεχνικής παραγωγής. Και τούτο απλούστατα διότι οι δάσκαλοι πρωτίστως διδάσκουν.
Αγαπητέ μου Αναγνώστη, αυτά τα ολίγα περί ποιήσεως. Χωρίς να ισχυρίζομαι ότι το θέμα καλύφθηκε επαρκώς, έστω και ελάχιστα. Θα ζητήσω όμως τη φιλοξενία σου για μια δεύτερη επιστολή, με θέμα τη φορά αυτή και πάλι τα κρατικά βραβεία λογοτεχνίας και ειδικότερα την ταλαίπωρη κατηγορία του Δοκιμίου-Κριτικής.
Μεθ΄ υπολήψεως,
Ο παλαιός των συνεργατών σου, Αλέξ. Σ. Ζήρας.