της Ελένης Σβορώνου
Είναι ίσως το πιο σημαντικό ζήτημα στη ζωή ενός παιδιού: οι φίλοι. Και μάλιστα στη ζωή των κοριτσιών.
«Δυο, δυο, πέρασαν να ‘τα τα κορίτσια.» τραγουδούσε ο Διονύσης Σαββόπουλος στο θρυλικό Φορτηγό αποδίδοντας αυτόν τον ιδιαίτερο τρόπο που έχουν τα κορίτσια να συνάπτουν φιλίες, να τα λένε «με την κολλητή τους», να μοιράζονται μυστικά, να ορκίζονται πίστη η μία στην άλλη, να μοιράζονται ένα κοσμηματάκι-καρδιά κομμένο στη μέση που λέει «best friends» και να το ’χουνε πολύτιμο σα φυλαχτό να λάμπει στο λαιμό τους, μισή καρδιά η μία, μισή η άλλη. Να τις ενώνει όπου και να βρίσκονται.
Είναι οι καρδούλες αυτές που γίνονται μαχαιριές όταν έρθει η στιγμή της προδοσίας.
Κι αν πια τα κορίτσια δεν είναι καταδικασμένα «κάποια μέρα σαν χαμένα να σταθούν στην εκκλησιά», όπως κατέληγε πικρά το τραγούδι –αντίθετα μάλλον θα σταθούν με το πτυχίο στο χέρι για μια φωτογραφία που η μαμά τους θα κοινοποιήσει με καμάρι στο facebook— έχουν πάντα την ίδια ανάγκη: μια δυνατή φιλία.
Αλλά η φιλία θέλει κότσια. Θέλει να προσφέρεις, να εμπιστευτείς, να κρατήσεις μυστικό, να πονέσεις, να υπερβείς τον εαυτό σου, να συγχωρέσεις, να ξεπεράσεις τη διεκδίκηση της αποκλειστικότητας, να καθοδηγήσεις και να καθοδηγηθείς, να αφήσεις χώρο να ανασάνει ο άλλος, να μην καταπιέσεις ούτε να καταπιεστείς, να διαχειριστείς τη ζήλια, να γίνεις δυσάρεστος, να σιωπήσεις, όταν πρέπει, να ανεχτείς, να θυμώσεις και να δεχτείς την αλλαγή στον άλλον, την εξέλιξη της σχέσης. Η φιλία είναι πρόβα ζωής.
Κι από την άλλη είναι κι η φιλία παιδί της εποχής της. Ο κόσμος των ενηλίκων, η εποχή, διαμορφώνει τις αντιλήψεις και τις αξίες για τις ανθρώπινες σχέσεις.
Η κλασική παραίνεση «να είσαι καλός φίλος» περνάει με έναν πρωτότυπο και τρυφερό τρόπο στο Κάτι δεν πάει καλά, το παιδικό εικονογραφημένο βιβλίο των J. John, και E.Kraan. Το αρκουδάκι είναι ο κατεξοχήν ήρωας της προσχολικής ζωής. Το αφηρημένο αρκουδάκι λοιπόν βγαίνει στο δάσος βόλτα φορώντας ένα βρακί, ένα χαζό δώρο της γιαγιάς του. Μα που ακούστηκε ζώο με βρακί; Όλοι βλέπουν αλλά κανείς δεν του λέει τίποτα. Μόνο ο φίλος του, το λαγουδάκι, του λέει αυτό που σκέφτονται όλοι αλλά σιωπούν. Κι όχι μόνο του μιλάει για το παράξενο της εμφάνισής του, αλλά βγαίνει μπροστά και φέρνει τα πάνω κάτω για να νιώσει καλά το αρκούδι. Σε λίγο το βρακάκι θα είναι η μόδα στο δάσος!
Αλλά πόσες φορές δε βλέπεις κάποιον με ένα φερμουάρ ανοιχτό ή μια μάσκαρα πασαλειμμένη στο πρόσωπο και από τακτ δε μιλάς; Ενώ θυμάσαι με ευγνωμοσύνη τον φίλο που σου είπε την αλήθεια και δε σε άφησε να γελοιοποιηθείς. Και πόσες φορές δεν παινεύουμε ο ένας τον άλλον αποσιωπώντας την αλήθεια και απολαμβάνοντας την ανωτερότητά μας; Πράγματι «κάτι δεν πάει καλά», κι αυτό δεν είναι το βρακί του αρκούδου αλλά η υπερβολική ευγένεια που καταντά υποκρισία. Αυτή που περισσεύει στα like και στις χαμογελαστές φατσούλες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Ποια είναι άραγε τα όρια ανάμεσα στην ευγένεια και την υποκρισία; Προέρχεται η ευγένεια από την ανάγκη να βοηθήσεις τον άλλον ή από τη δική σου ανάγκη να γίνεις αποδεκτός και να κάνεις φίλους; Στο νεανικό βιβλίο αυτοβοήθειας Οδηγός για σούπερ κορίτσια των Ο. Μεγέρ, Μ.Τουρνεφέιγ και Αμαντίν, ένα κεφάλαιο έχει τον χαρακτηριστικό τίτλο «Πώς να κάνω φίλες;». Αυτό το ερωτηματικό απηχεί τη διαχρονική ανάγκη των παιδιών να κάνουν φίλους. Η απάντηση όμως μοιάζει να μην έρχεται τόσο φυσικά όσο άλλοτε. Θέλει να κατέχεις την τέχνη. Ας δούμε τι συμβουλεύει το βιβλίο:
«Να είσαι ο εαυτός σου.
Ποιος θέλει να έχει για φίλη ένα κορίτσι συνέχεια μουτρωμένο; Μ’ ένα γλυκό χαμόγελο στο προσωπάκι σου όλα διορθώνονται. Αν είσαι κοινωνική και χαρούμενη, όλες θα θέλουν να γίνουν φίλες σου. Πρόσεξε όμως! Δεν χρειάζεται να παριστάνεις πως είσαι κάποια άλλη. Η προσωπικότητά σου μετράει.»
Και παρακάτω:
«Σκόρπισε το γέλιο.
Αν το δυνατό σου σημείο είναι το χιούμορ, βρες τρόπο για να διασκεδάσεις τους γύρω σου με ανέκδοτα –καλαμπούρια, μιμήσεις, ακόμη και οι χαζομάρες είναι καλές. Έχεις όλα τα προσόντα να είσαι το επίκεντρο της παρέας.»
Λογικές, λογικότατες οι συμβουλές, μα φαίνεται πως το διαβατήριο φιλίας που προτείνεται είναι η χαμογελαστή φατσούλα, η ικανότητα να σκορπάς γέλιο. Κάπου ανάμεσα σε αυτά τα χαμόγελα μπορεί να χαθεί η ικανότητα να πεις στη φίλη μια αλήθεια που θα τη βοηθήσει, αλλά ίσως δεν είναι τόσο ευχάριστη.
«Καλή χρονιά είναι εκείνη που προσπαθούμε να λάμψουμε στο σχολείο, στο σπίτι, στις παρέες και να γίνουμε πρώτες σε όλα!», γράφει το βιβλίο. Και είναι μια ωραία συμβουλή αν συμπεριλάβει και τη βοήθεια που μπορείς να προσφέρεις για να λάμψει και η φίλη σου.
Η Ιωάννα Μπαμπέτα με το Φίλες χωρίς αρχή και τέλος και η Μαρία Ρουσάκη, με Το μυστικό της κολλητής μου, απευθύνονται επίσης στα κορίτσια 9+ και θέτουν το θέμα της φιλίας. Η Μπαμπέτα γράφει την ιστορία μίας φιλίας που εξελίσσεται, μετασχηματίζεται, ωριμάζει και βαθαίνει αφού περάσει από τα δύσκολα. Ποια είναι τα δύσκολα; Αυτά για τα οποία σπάνια μιλάμε: για τα ανάμεικτα συναισθήματα θαυμασμού και ζήλιας που μπορεί να τρέφει το πιο εσωστρεφές μέλος του διδύμου φιλίας έναντι του πιο εξωστρεφούς, του πιο δημοφιλούς μέλους. Για την υφέρπουσα αντιζηλία που μπορεί να προκύψει όταν μπει στη ζωή των κοριτσιών ο έρωτας.
Για το σημείο εκείνο καμπής όπου μια σχέση λιμνάζει, παγιώνει ρόλους στους οποίους βολεύτηκαν και οι δυο, αλλά πια πρέπει να αλλάξουν. Για την ανάγκη να εμπιστευτείς την αντοχή της φιλίας και να μιλήσεις γι’ αυτά που ίσως δε λέγονται με χαμογελαστή φατσούλα. Είναι στο χέρι σου να προχωρήσεις και να εξελίξεις τη φιλία σου ή να την κάψεις. Αυτό τονίζει η συγγραφέας βάζοντας την αφηγήτρια να αναρωτιέται διαρκώς για την αρχή και το τέλος αυτής της ιστορίας. Όλα μπορεί να είναι σημεία εκκίνησης ή τερματισμού μιας φιλίας. Τα «σούπερ κορίτσια» της Μπαμπέτα ξέρουν και να τσαλακώνονται και να τσακώνονται. Μαθαίνουν να έρχονται αντιμέτωπες με τα αντιφατικά τους συναισθήματα. Γιατί έτσι είναι ο άνθρωπος. Αντιφατικός κάτω από τη λάμψη του.
Ο τίτλος της ιστορίας της Ρουσάκη περιέχει την πεμπτουσία της κοριτσίστικης φιλίας: κολλητή και μυστικό! Τα μυστικά ενώνουν. Και πρέπει να κρατηθούν. Η εχεμύθεια είναι μέτρο εμπιστοσύνης και αληθινής φιλίας. Όταν η Μέλια στο Καπλάνι της βιτρίνας καλείται να κρατήσει μυστικό από την αδελφή και καλύτερή της φίλη, τη Μυρτώ, τρελαίνεται. Διαρρηγνύεται η εμπιστοσύνη. Καλά να κρατάς μυστικά από τους μεγάλους, επιβάλλεται, λέει. Αλλά από τα άλλα παιδιά, από τους φίλους σου; Δύσκολο. Ακολουθώντας το παράδειγμα του κουρέα του Μίδα, έσκαβε λάκκους στην άμμο και φώναζε το μυστικό που έπρεπε να κρατήσει γιατί θα έσκαγε. Και ήταν αυτή η αρχή της αποξένωσης από την αδερφή της. Η δε Πιπίτσα, ο «μεγάλος μπελάς» της παρέας γίνεται αντιπαθητική γιατί, ανάμεσα στα άλλα, «μαντατεύει» τα μυστικά των παιδιών στους μεγάλους.
Υπάρχουν όμως περιπτώσεις που το μυστικό γίνεται βαρίδι ασήκωτο και πρέπει να βγει στο φως; Η ηρωίδα της Ρουσάκη που φέρει το βάρος αυτό αντιδρά άγαρμπα στην αρχή. Αποφασίζει να ξεφουρνίσει σε όλη την τάξη το μυστικό της κολλητής της. Πιστεύει πως έτσι θα της κάνει καλό. Ούτε κι ο αναγνώστης ξέρει το μυστικό αυτό ώσπου να αποφασίσει η ίδια η κάτοχός του να το αποκαλύψει. Καμιά φορά τα μυστικά λέγονται γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο. Για να αποκαλυφθούν και να έρθει η κάθαρση. Αλλά θέλει μεγάλη τέχνη ο χειρισμός μιας τέτοιας κατάστασης. Ιδιαίτερα όταν το μυστικά αφορά «ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα» και θέματα ταυτότητας, θέματα άκρως επίκαιρα.
Αν σκεφτεί όμως κανείς ένα βιβλίο που απηχεί την κοριτσίστικη φιλία της εποχής μας, ο νους ίσως πρέπει να πάει στο μυθιστόρημα της Κέιτ ΝτιΚαμίλο Το σχέδιο της Ρέιμι. Τρία κορίτσια συναντιούνται υπό συνθήκες που κάθε άλλο παρά τη φιλία ευνοούν: σε ένα μάθημα περιστροφής ραβδιού για να κερδίσουν το βραβείο σε έναν τοπικό διαγωνισμό με αξιόλογο χρηματικό έπαθλο. Η κάθε μία έχει τον δικό της λόγο να επιθυμεί διακαώς τη νίκη (ή το σαμποτάζ του ίδιου του διαγωνισμού). Είναι κορίτσια μιας διαλυμένης οικογενειακής ζωής. Ολομόναχα. Η αρχή του μυθιστορήματος είναι χαρακτηριστική:
«Ήταν τρεις, τρία κορίτσια.
Στέκονταν πλάι πλάι.
Στέκονταν προσοχή.
Και τότε το κορίτσι με το ροζ φόρεμα, που στεκόταν δίπλα στη Ρέιμι, άφησε έναν λυγμό και είπε: «Όσο το σκέφτομαι, τόσο τρομάζω. Φοβάμαι πολύ να προχωρήσω!».
Το κορίτσι έσφιξε το ραβδί στο στήθος της και σωριάστηκε στα γόνατά της.
Η Ρέιμι την κοίταξε με θαυμασμό και απορία.
Συχνά ένιωθε και η ίδια τρομοκρατημένη και φοβόταν να προχωρήσει, μα ποτέ δεν το ξεστόμισε.»
Βρισκόμαστε πολύ μακριά από τη λάμψη των σούπερ κοριτσιών. Οι ηρωίδες βρίσκονται ένα βήμα πριν την κατάρρευση και την παραίτηση ή τον απόλυτο κυνισμό που οδηγεί σε μια συναισθηματικά αποστεωμένη ζωή. Πατεράδες που έφυγαν μια νύχτα με παπούτσια στο χέρι χωρίς να πούνε ένα αντίο, γονείς που χάθηκαν, κανείς δεν μπορεί να πει ποια είναι η αληθινή αιτία του χαμού τους, και χέρι βοηθείας από πουθενά. Ο θάνατος παραμονεύει σε όλες του τις μορφές. Στην όψη της γειτόνισσας της Ρέιμι, της σοφής αλλά όλο σαρκασμό γιαγιάς που κλείνει τον κύκλο της ζωής της με ένα «πφφφ», ένα επιφώνημα περιφρόνησης, διατράνωσης της έλλειψης νοήματος. Στον οίκο ευγηρίας όπου μια τρόφιμος διαρκώς ουρλιάζει «πιάσε το χέρι μου». Στο τοπικό κέντρο περίθαλψης ζώων που τελικά μοιάζει με στρατόπεδο συγκέντρωσης για ζώα. Στη λίμνη, που πήρε το όνομά της από ένα κορίτσι που πνίγηκε εκεί. Ο θάνατος, φυσικός και ψυχικός, παραμονεύει παντού. Κι όμως τα τρία κορίτσια θα αντέξουν. Θα πιάσουν το νεκρικό χέρι εκείνης της γυναίκας, θα σώσουν ζώα, θα σώσουν η μία την άλλη τελικά από τον πιο φοβερό θάνατο: της ψυχής.
Αυτή είναι μια φιλία που ξεκινά με ένα παγωμένο θαρρείς φως νεκροτομείου για να λάμψει τελικά στο φως ενός κατακόκκινου ήλιου. Αυτό είναι ένα μυθιστόρημα που δε χαρίζεται στους νεαρούς αναγνώστες. Η σκληρότητα τους σύγχρονου κόσμου είναι όλη εδώ. Εδώ είναι όμως και η δύναμη της φιλίας που μπορεί να μετακινήσει βουνά.
Info
Με τη σειρά που αναφέρονται στο κείμενο.
Παιδικό εικονογραφημένο.
J. John, εικ., E.Kraan, μτφρ. Γ.Τσακινάς, Κάτι δεν πάει καλά!, Παπαδόπουλος, 2021.
Οδηγός για κορίτσια 9
Ο. Μεγέρ, εικ. Μ.Τουρνεφέιγ – Αμαντίν, μτφρ. Μ. Ντεκάστρο, Οδηγός για σούπερ κορίτσια, Καστανιώτης, 2020.
Μικρές ιστορίες
Ι.Μπαμπέτα, εικ. Ρ.Βαρβάκη, Φίλες χωρίς αρχή και τέλος. Μεταίχμιο, 2020.
Μ.Ρουσάκη, εικ. Π.Χριστούλιας, Το μυστικό της κολλητής μου, Κέδρος, 2020.
Μυθιστορήματα
Α. Ζέη, Το καπλάνι της βιτρίνας, Μεταίχμιο, επετειακή έκδοση, 2013.
Κ. ΝτιΚαμίλο, Το σχέδιο της Ρέιμι, Μεταίχμιο, 2017.
Βρες τα όλα στα βιβλιοπωλεία Ευριπίδης πατώντας πάνω στον τίτλο