Κορίτσια: Καμίγ Λοράνς και Ανί Ερνό (της Κωνσταντίνας Κορρυβάντη)

0
331

της Κωνσταντίνας Κορρυβάντη

 

Σ’ αυτό το HerStory θα συζητήσουμε το Κορίτσι της Camille Laurens  που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Μεταίχμιο σε μετάφραση Στέλας Ζουμπουλάκη παράλληλα με τις Αναμνήσεις ενός κοριτσιού της Ανί Ερνό (Νόμπελ Λογοτεχνίας 2022), επίσης από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, σε μετάφραση Ρίτας Κολαΐτη

Καθώς η Ερνό δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις (δείτε και προηγούμενο  HerStory εδώ , όπου η στήλη είχε διαβάσει Το Γεγονός ως μέρος της μεγάλης συζήτησης για τις αμβλώσεις), ας πούμε  πρώτα λίγα λόγια για την Καμίγ Λοράνς, διακεκριμένη Γαλλίδα συγγραφέα του autofiction και κριτή της επιτροπής του φημισμένου βραβείου Goncourt, την οποία γνωρίσαμε με το μυθιστόρημα Dans ces bras-la (Mέσα στην αγκαλιά του, εκδ. Ψυχογιός 2002) και ίσως να θυμόμαστε και την κινηματογραφική μεταφορά του βιβλίου της Who You Think I Am (πρωτότυπος τίτλος Celle que vous croyez), το οποίο τιμήθηκε με Prix du Roman-News 2016 και προβλήθηκε στις αίθουσες το 2019 με πρωταγωνίστρια την Ζιλιέτ Μπινός.

Η  Λοράνς γεννήθηκε το 1957 στη Ντιζόν. Σπούδασε σύγχρονη λογοτεχνία και δίδαξε στη Ρουέν της Νορμανδίας και στη συνέχεια στο Μαρόκο, όπου έζησε για δώδεκα χρόνια. Από το 2011 διδάσκει στο Institut d’etudes politiques στο Παρίσι. Το 2000 κέρδισε τα βραβεία Femina και Renaudot des lyceens για το μυθιστόρημα Dans ces bras-la.

Το Κορίτσι που θα μας απασχολήσει εδώ ήταν το καλύτερο βιβλίο του 2020 σύμφωνα με το λογοτεχνικό περιοδικό Lire, υποψήφιο επίσης για το βραβείο Landerneau des lecteurs και για το Domitys 2021.

Πρόκειται για ένα βιβλίο προσωπικό. Για την ιστορία της Λωράνς Μπαρακέ  ενός νεαρού κοριτσιού που γεννήθηκε το 1959 στη Ρουέν της Γαλλίας, την οποία ακολουθούμε από τη στιγμή της γέννησής της μέχρι την εμπειρία της μητρότητας, από την αρχή του φεμινισμού του δεύτερου κύματος μέχρι και μετά το 2000.

Το ενδιαφέρον στοιχείο αυτού του βιβλίου, στοιχείο που το διαφοροποιεί από την πληθώρα των βιβλίων που εξερευνούν την πορεία ζωής μίας γυναίκας, είναι το ότι αυτό το βιβλίο δεν αφορά ένα κορίτσι, όπως δηλώνει ο τίτλος, αλλά δύο. Tην Λωράνς Μπαρακέ, η οποία είναι η αφηγήτρια και την κόρη της.

Το βιβλίο διαβάζεται κι ως ένα ντοκουμέντο, μία μαρτυρία ικανή να φωτίσει το πως και το κατά πόσο έχει μεταβληθεί  η συζήτηση για το φύλο και τη σεξουαλικότητα. Στο πρώτο μισό της ιστορίας, η Λωράνς  βρίσκεται  στην παιδική της ηλικία. Αφετηριακό γεγονός η αποκάλυψη του φύλου της κατά την γέννα που εξελίσσεται στην πρώτη και καθοριστική απογοήτευση για τους γονείς της.

Στη συνέχεια της ιστορίας, η Λωράνς με οξυδέρκεια και διαύγεια εστιάζει στα μικρά και στα καθημερινά αλλά και στα σημαντικά και συλλογικά που υπονομεύουν την παρουσία ενός κοριτσιού στην οικογένεια, στο εκπαιδευτικό πλαίσιο, στις διαπροσωπικές σχέσεις και την κοινωνία.  Στην αποστασιωποιημένη και σαρκαστική αφήγησή της όλα τίθενται υπό αίρεση και στρέφονται δεξιοτεχνικά προς μία ερώτηση: πως θα διαμορφωθεί αυτή η γυναίκα. Κι έπειτα, τι είδους γυναίκα θα διαμορφώσει εκείνη ως μητέρα.

Αυτός είναι ο πυρήνας στο δεύτερο μέρος της ιστορίας, όπου συμβαίνει ένα χρονικό άλμα και ακολουθούμε την τριαντάχρονη πλέον έγκυο Λωράνς. Η κόρη της  γίνεται το επίκεντρο της αφήγησής της, αλλά τώρα η Λωράνς ως προς το γυναικείο ζήτημα είναι στην άμυνα και όχι στην επίθεση. Καταγράφει τα χρόνια της κοριτσίστικης ηλικίας της κόρης της όπως έκανε με τα δικά της, αλλά αυτή τη φορά δεν εστιάζει στο σεξιστικό περιβάλλον, αλλά στις ανησυχίες της μητέρας Λωράνς για το κορίτσι της που αξιώνει να προσδιορίζεται όπως εκείνο επιθυμεί.

Η αφηγηματική φωνή της μητέρας πια Λωράνς λειαίνεται, ησυχάζει. Αν και πάντα διορατική ή καλύτερα σε διαρκή  επαγρύπνηση,  η Λωράνς εμφανίζεται από ανασφαλής κι απολογητική έως και υποταγμένη στον κανόνα της ανδρικής κυριαρχίας. Πρόκειται για τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Ή όπως το σκέφτομαι τώρα πρόκειται για τις εσωτερικές ραφές του γυναικείου σώματος. Και πιο συγκεκριμένα, για τις εσωτερικές ραφές ενός λαϊκού γυναικείου σώματος που αρχίζουν να φαίνονται μονάχα με το πέρασμα του χρόνου.

Η ψυχική, πνευματική, κοινωνική και συναισθηματική κατάσταση της Λωράνς μεταβάλλεται μέσα στα χρόνια, το σώμα της όμως παραμένει ένα, υφιστάμενο  τις αλλαγές.

Το ένα αυτό λαϊκό σώμα και η σχέση του με την γραφή  βρίσκεται πάντα στην καρδιά των βιβλίων της Ερνό, για να περάσουμε τώρα και στις Αναμνήσεις ενός κοριτσιού, βιβλίο από τα  αγαπημένα στο μεγάλο σύνολο των έργων της Ερνό, μέρος πιστεύω μίας εξαιρετικά ενδιαφέρουσας κι ωστόσο άτυπης τετραλογίας που θα μπορούσε να πει κανείς πως περιλαμβάνει το Πάθος, τον Νεαρό Άνδρα, αλλά και την Εμμονή που κυκλοφόρησε πρόσφατα στα ελληνικά πάντα από τις εκδ. Μεταίχμιο.

Επιστρέφω, όμως, στο λαϊκό σώμα. Διατύπωση που έχει νοηματοδοτηθεί αποκαλυπτικά από την νομπελίστα σε συνέντευξή της που έχει μεταφραστεί και δημοσιευθεί στην LiFO (εδώ ο σχετικός σύνδεσμος).

Λέει η Ερνό:

[..]Το γυναικείο σώμα ήταν πολύ σημαντικό για μένα. Υπήρχαν βιβλία εκείνη την εποχή, το Parole de femme της Annie Leclerc, που δεν μου μιλούσαν. Για μένα, αυτό που δεν παρακάμπτεται ήταν το λαϊκό σώμα, και φυσικά οι πολιτισμικές διαφορές, αυτό το χάσμα που παραμένει.

Συνεχίζει και εξηγεί:

Για μένα, το πραγματικό σώμα είναι το λαϊκό σώμα. Πάει πολύς καιρός που το δικό μου έπαψε να είναι τέτοιο, αλλά δεν μπορώ να κάνω τίποτα γι’ αυτό. Το σώμα με το οποίο έρχεσαι στον κόσμο είναι το ισχυρότερο, ακόμη και αν αλλάζουμε. Δεν είναι μόνο η μητρική γλώσσα, αλλά και οι χειρονομίες και οι αισθήσεις. Αυτή είναι η ιδέα του “πρώτου ανθρώπου” στον Camus, την οποία συναντάμε και στον Bourdieu. Το λαϊκό σώμα βρίσκεται σε αντίθεση με το αστικό σώμα […].

Οι καταβολές τόσο της Καμίγ Λοράνς όσο και της Ανί Ερνό, η παρέκκλιση από τον κοινωνικό τους περίγυρο,  η εξωλογοτεχνική τους επαγγελματική σταδιοδρομία στην εκπαίδευση και τη διδασκαλία, η ενασχόλησή τους με το είδος του autofiction, ακόμα και η σύνδεσή τους με την Νορμανδία και την πόλη της Ρουέν, μας επιτρέπουν να γεωργήσουμε ένα έδαφος γόνιμο και κοινό, γιατί και οι δύο Γαλλίδες συγγραφείς μοιράζονται την ίδια αφοσίωση στην γυναικεία εμπειρία προσμετρώντας πολιτικές και πολιτισμικές συνιστώσες και προεκτάσεις, σε μία μακρά διαδρομή επανεφεύρεσης του εαυτού. Μόνο που στην περίπτωση της Λοράνς ακολουθούμε μία γυναίκα που γεννιέται προ των πυλών της δεκαετίας του 1960, ενώ στο βιβλίο της Ερνό ακολουθούμε μία γυναίκα που γεύεται για πρώτη φορά την ενηλικίωση την ίδια περίοδο.

Για την Ερνό στις Αναμνήσεις ενός κοριτσιού το καλοκαίρι του 1958 και  συγκεκριμένα η νύχτα που περνά με τον ομαδάρχη στην κατασκήνωση που εργάζεται γίνεται το όχημα για μία ανασκόπηση ζωής από τα 50 πλέον της χρόνια. Από το υφάδι της αφήγησή της δεν λείπει τίποτα καίριο κοινωνικά και ιστορικά με τον αριστουργηματικό πάντοτε τρόπο με τον οποίο η Ερνό συνυφαίνει το προσωπικό με το πολιτικό βίωμα και μυθιστορηματοποιεί την μνήμη ή όπως γράφει η ίδια με τον τρόπο που επέλεξε  «να αποδομήσει του κοριτσιού που υπήρξα».

Αν, λοιπόν, η Λοράνς συνθέτει (δύο εικόνες εαυτού πριν και μετά τη γέννηση της κόρης), η Ερνό αποδομεί εκείνον τον εαυτό του 1958 μιλώντας χωρίς περιστροφές για την ντροπή, το στίγμα και την σεξουαλική απελευθέρωση. Γράφει χαρακτηριστικά:

[…]Πάντα υπήρχαν φράσεις στο ημερολόγιο μου, αναφορές στο «κορίτσι του Σ.», στο «κορίτσι του ΄58». Από τα είκοσί μου, σημειώνω «58» στα διάφορα προσχέδια βιβλίων μου. Είναι το κείμενο που λείπει πάντα, που μετατίθεται πάντα γι’ αργότερα. Το άφατο κενό […] 

Κι αλλού στο βιβλίο λέει:

[…] Θα πρέπει να παλινδρομώ διαρκώς μεταξύ της μίας και της άλλης ιστορικής θεώρησης, μεταξύ 1958 και 2014; Ονειρεύομαι μία φράση που θα τις περιλαμβάνει αμφότερες, ανεμπόδιστα, μέσα από μία καινούργια γραφή […]

Με τη διαρκή ανάγκη για μία καινούργια  – αλλά όσο είναι δυνατόν προσωπική και συνάμα οικουμενική, συμπεριληπτική  γραφή-  κλείνει αυτό το HerStory. Θα μπορούσε άραγε αυτή η μία φράση που αναζητά η Ερνό να είναι η εναρκτήρια διαπίστωση στο βιβλίο της Λοράνς; Δηλαδή το απλό κι εκκωφαντικό στις συνδηλώσεις του «Είναι κορίτσι» που θα ακούγεται πάντα στα ιατρεία και τα μαιευτήρια;

 

Camille Laurens,μτφρ. Στελα Ζουμπουλάκη, Μεταίχμιο 

 

 

 

 

Ανί Ερνό, Αναμνήσεις ενός κοριτσιού, μτφρ. Ρίτα Κολαϊτη, Μεταίχμιο

 

Προηγούμενο άρθρο“Αδειος τόπος” (γράφει η Σίτσα Κοτσιφάκη)
Επόμενο άρθροΕρωτήματα για το αστυνομικό μυθιστόρημα (της Χρύσας Σπυροπούλου και του Γιάννη Πανούση)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ