του Χάρη Οταμπάση (*)
Η επανέκδοση του έργου του ποιητή και συγγραφέα Σπύρου Καρυδάκη Καυτό μέλι, το οποίο συγκεντρώνει και παρουσιάζει το σύνολο σχεδόν της σωζόμενης αρχαιοελληνικής ποίησης για τον έρωτα μεταξύ ανδρών, έρχεται να μας υπενθυμίσει τη σπουδαιότητα και τη μοναδικότητα ενός ερευνητικού πονήματος στην ελληνική βιβλιογραφία, που ανάλογό του δεν υπάρχει. Την εξαντλημένη και δυσεύρετη έκδοση του 2013 ανέλαβε να αντικαταστήσει η σειρά Studiolo των εκδόσεων Στιγμός, της οποίας το Καυτό μέλι αποτελεί και το εναρκτήριο εκδοτικό εγχείρημα. Πρόκειται για μια σειρά βιβλίων αφιερωμένη σε μελέτες και δοκίμια, η οποία χαρακτηρίζεται για τη λιτή και υψηλά καλαίσθητη εμφάνισή της.
Το βιβλίο του Καρυδάκη χωρίζεται σε δύο μέρη, ενώ τα αρχαία ελληνικά ερωτικά ποιήματα από άντρες για άντρες και τον ερωτολογικό σχολιασμό τους από τον μελετητή συνοδεύουν σκίτσα του Κωνσταντίνου Μιχαήλ, δίνοντας έμφαση στο ανδρικό γυμνό ρωμαλέο σώμα. Στο πρώτο μέρος μεταφράζονται 419 ποιήματα 95 αρχαίων ποιητών, τα οποία, όπως διαβάζουμε στην πίσω σελίδα του εξωφύλλου, «αναφέρονται στον έρωτα μεταξύ ανδρών, με υψηλό ύφος ή απλότητα, με χιούμορ ή ερωτισμό, με τρυφερότητα ή σαρκική λαχτάρα που συγκλονίζει». Πρόκειται για κείμενα «ομοφυλοφιλικής θεματολογίας που διασώθηκαν ως τις μέρες μας» (σ. 15), μεγάλων δημιουργών όπως του Πίνδαρου, του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Αλκαίου, του Θεόκριτου, καθώς και ανώνυμων. Να σημειωθεί ότι κείμενα παρατίθενται τόσο στην πρωτότυπη γλώσσα όσο και τη σύγχρονη απόδοσή τους. Στο δεύτερο μέρος παρουσιάζονται σχόλια, βασισμένα αποκλειστικά σε αρχαίες πηγές (Ελλήνων, Βυζαντινών), «για κάθε είδους ερώτημα σχετιζόμενο με την αρχαιοελληνική αντίληψη περί ανδρικών ερώτων, που θα μπορούσε να θέσει ένας σύγχρονος άνθρωπος». Αναμφίβολα, τα ερωτήματα που προκύπτουν είναι πολλά και σχετίζονται άμεσα με τη δική μας πραγματικότητα, τα δικά μας ήθη και την αντίληψη που έχουμε για τον ομοφυλόφιλο έρωτα και την ομοφυλόφιλη επιθυμία και έκφραση. Αναλυτικότερα, στο ερώτημα αν η «αρχαία ελληνική ομοφυλοφιλία και παιδεραστία είναι ό,τι κι η σύγχρονη» (σ. 24), ο μελετητής Καρυδάκης είναι συγκεκριμένος. Η παιδεραστία, δηλαδή η μυητική και παιδαγωγική διαδικασία ενηλικίωσης του εφήβου (παῖς) από ενήλικους έως 40 χρόνων άντρες, με ή χωρίς σαρκική επαφή (διαμηρισμός κατά βάση), ανάλογα με τα ήθη της κάθε περιοχής, αποτέλεσε σημαντικό θεσμό για τη στρατιωτική ζωή και τη λειτουργία της πόλεως (σ. 25, 234). Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να συγχέουμε τις αρχαίες λέξεις παιδεραστής – παιδεραστία με τους σύγχρονους όρους παιδοφιλία (pedofilia) και παιδεραστία (pederasty), που αποτελούν εγκληματικές σεξουαλικές δραστηριότητες ενηλίκων αντρών και γυναικών επί κοριτσιών ή αγοριών, υπογραμμίζει στην εισαγωγή του ο μελετητής. Ακολούθως, «μόνο για ευκολία» χρησιμοποιούνται στα σχόλια και στο ερωτολογικό λεξιλόγιο οι σύγχρονες εκφράσεις ομοφυλόφιλος, ομοφυλοφιλία, παθητικός ομοφυλόφιλος, ενεργητικός, κλπ, καθώς η εννοιολογική, θρησκευτική, ηθική και γενικά πολιτισμική επιβάρυνση αυτών των εκφράσεων τις καθιστά αδόκιμες για χαρακτηρισμό ερωτικών πρακτικών και ηθών στο πλαίσιο ενός πολιτισμού όπου η θεσμικά, θρησκευτικά και ηθικά επιτρεπόμενη ή απαγορευμένη επιθυμία δεν καθοριζόταν από την κατεύθυνση της προς το ένα ή και τα δύο φύλα, μα από αξίες και απαξίες ξένες προς τις δικές μας αξιακές κλίμακες (σ. 24).
Με την παραπάνω λογική κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι τα κείμενα της ανθολογίας του Καρυδάκη αποκτούν εύκολα μουσειακό χαρακτήρα και αρχαιολογικό ενδιαφέρον, χωρίς να συνομιλούν άμεσα με το παρόν. Όμως, για μια ακόμη φορά ο μελετητής επισημαίνει τη στενή σχέση που αναπτύσσουν τα εν λόγω έργα με τη σύγχρονη πραγματικότητα, κάνοντας λόγο για σαφή πολιτική στόχευση του βιβλίου του (σ. 16), με τον ίδιον να δίνει ιδιαίτερο βάρος στον νεαρό αναγνώστη των κειμένων αυτών: «κάθε νεαρός αναγνώστης της αρχαίας ελληνικής ποίησης διαισθάνεται με το ένστικτο του ευαίσθητου κορμιού του, αν όχι με το ενδεχομένως ανυποψίαστο μυαλό του, τι μπορεί πραγματικά να σημαίνει αυτός ο πολύχρωμος κόσμος. Πολλά από τα ποιήματα που μεταφράζουμε ο αναγνώστης ίσως τα αισθανθεί με το κάτω μέρος του σώματός του, πράγμα που σίγουρα θα άρεσε πολύ στους αρχαίους ποιητές μας» (σ. 19).
Πρόκειται, λοιπόν, για κείμενα τα οποία συνεχίζουν να επιζούν και να πάλλονται σαν άλλα σώματα, ενώ το περιεχόμενο τους αποκτά διαχρονική αξία. Μεταξύ άλλων, σημαντικές είναι οι πληροφορίες που αντλούμε για τις ερωτικές πρακτικές της εποχής και την αντίληψη γύρω από αυτές, όπως την πεολειχία (λαικάζειν, λεσβιεῖν), τον αυνανισμό, την πρωκτική συνουσία (βινεῖσθαι), αλλά και τον διαμηρισμό, το ενδιαφέρον των αρχαίων Ελλήνων για τους μηρούς των νέων και τη σεξουαλική πρακτική κατά την οποία ο εραστής αγκάλιαζε τον ερώμενο από εμπρός, πρόσωπο με πρόσωπο, διολίσθαινε το πέος του ανάμεσα στους μηρούς του νέου και εκτελούσε συνουσία χωρίς διείσδυση στον πρωκτό. Η πράξη αυτή οφείλεται στην ανάγκη διατήρησης της πρωκτικής παρθενίας των εφήβων, αποτρέποντας έτσι την ύβρη του αγοριού από τη χρήση αυτής της εύθικτης, σε σχέση με τις ιστορικές αρχές προσδιορισμού της ανδρικότητας, περιοχής του κορμιού του. Ο διαμηριζόμενος παρέμενε ένας ερωτικός έφηβος, που θα γινόταν σύντομα τέλειος άνδρας˙ μα αυτός που παραδινόταν πρωκτικά, ήταν πια ένας υποψήφιος κίναιδος σημειώνει ο Καρυδάκης (σ. 234-235). Όσον αφορά τους κίναιδους, τους άνδρες άνω των 22 χρόνων περίπου, που παραδίνονταν σε άλλους άνδρες σε παθητική συνουσία και που η σεξουαλικότητά τους ήταν αποδεσμευμένη από μυητικές, παιδαγωγικές και στρατιωτικές θεσμικές αιτιολογήσεις, οι αρχαίες πηγές και τα κείμενα που ανθολογούνται είναι ενδεικτικά της αντίληψης για παθητικό έρωτα μεταξύ των ανδρών (σ. 266). Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να ξεχνάμε την πατριαρχική δομή των αρχαίων ελληνικών κοινωνιών, καθώς και τους αυστηρούς κώδικες επικοινωνίας και συμπεριφοράς που χαρακτήριζαν τις διαπροσωπικές σχέσεις ανδρών και γυναικών. Εντυπωσιακά είναι και τα κείμενα που περιγράφουν τα ήθη και τα πρότυπα για τα μαλλιά των νέων, το ξύρισμα, την αποτρίχωση, κατ’ επέκταση τις έννοιες θηλυκότητα και αρρενωπότητα. Ακόμα, δεν λείπουν κείμενα που μιλούν για τον έρωτα χωρίς ανταπόκριση, καθώς και για την αδυναμία ανάπτυξης ουσιαστικής σχέσης και επικοινωνίας με τον ερώμενο:
«Όσοι αγαπάτε τα’ αγόρια, πάψτε τον άσκοπον αγώνα, άμυαλοι,/ ησυχάστε από τους μόχθους˙ μας τρελαίνουν ανέφικτες ελπίδες./ Σαν ν’ αντλείς νερό από στεγνή αμμουδιά ή στην έρημο/ της Αφρικής να θέλεις να συνάξεις μια σταγόνα,/ έτσι είναι το να παραδίνεσαι στον πόθο των αγοριών,/ που η κενόδοξη ομορφιά τους είναι γλυκιά σε θνητούς/ κι Αθάνατους. Κοιτάχτε εμένα: μάταια ως τώρα/ ο μόχθος μου ξεχύθηκε σε ολόξερα ακρογιάλια» (Ελλ. ανθ. 12, 145).
Το παραπάνω κείμενο, το οποίο σύμφωνα με τα σχόλια του μελετητή Καρυδάκη υπονοεί ότι ο ομοφυλόφιλος έρωτας είναι στη βάση του άκαρπος – μόχθος = σπέρμα σε ολόξερα ακρογιάλια = ανδρικούς κόλπους (σ. 232), καθώς δεν προκύπτει νέα ζωή όπως συμβαίνει με τον ετεροφυλόφιλο έρωτα, έχει σαφώς σημαντικό πολιτισμικό αντίκτυπο μέχρι τις μέρες μας. Κατά την περίοδο της νεωτερικότητας γνωρίζουμε ότι αναπτύχθηκε η άποψη ότι η πρακτική του ομοφυλόφιλου έρωτα δεν υποστηρίζει και εξυπηρετεί την ευγονία, με αποτέλεσμα οι ομοφυλόφιλοι άνδρες και γυναίκες να υποστούν διακρίσεις, να κατηγορηθούν ως νοσούντες και να εκδιωχθούν με ποικίλους τρόπους. Μετά την κρίση του AIDS τα queer άτομα ανέπτυξαν μια άρνηση στον αναπαραγωγικό μελλοντισμό της ετεροκανονικότητας (queer negativity), σε μια βαθιά στιγμή συνειδητοποίησης της αδυναμίας τους να αποκτήσουν απογόνους. Εάν, δηλαδή, για τους δυνητικά αναπαραγωγικούς ετεροφυλόφιλους υπάρχει ένα τέλος, που συνεχώς ανανεώνεται φαντασιακά μέσα από τη σεξουαλική πράξη, με αποτέλεσμα την αναπαραγωγή, τότε για τους στείρους queer δεν υπάρχει μέλλον γιατί απουσιάζει αυτή η ετεροφυλόφιλη φαντασιακή διαμεσολάβηση, που σπεύδει ψευδεπίγραφα να γεμίσει το νοηματικό κενό της σεξουαλικής δράσης. Αντιλαμβανόμαστε, λοιπόν, τα διαχρονικά ζητήματα που εγείρονται μέσα από την ανάγνωση των κειμένων της ανθολογίας του Καρυδάκη.
Τέλος, το Καυτό μέλι ανανεώνει το φιλολογικό ενδιαφέρον και στις νεοελληνικές σπουδές, με τον ίδιο να εντοπίζει και να αναδεικνύει τις όποιες διακειμενικές σχέσεις αναπτύσσονται ανάμεσα στα κείμενα της ανθολογίας με τα ποιήματα του Κωνσταντίνου Καβάφη. Η έμφαση που δίνεται στον Αλεξανδρινό ποιητή δικαιολογείται αφενός λόγω του διεθνούς αναγνωρισμένου έργου του, αφετέρου ο Καρυδάκης αντιλαμβάνεται τον Καβάφη ως έναν από τους σημαντικότερους και επιδραστικότερους ομοφυλόφιλους ποιητές της σύγχρονης εποχής, συνεχιστή της ομοφυλόφιλης ποιητικής παράδοσης. Και εδώ ανοίγει ένας μεγάλος κύκλος συζητήσεων σχετικά με τη μελέτη του παρελθόντος ως μνημειακού τόπου κατανόησης της ομοερωτικής επιθυμίας και της ομοφυλόφιλης έκφρασης από τους σύγχρονους ποιητές που μιλούν για τον ανδρικό ομοφυλόφιλο έρωτα. Η μελέτη αυτή για την αρχαιότητα οργανώνεται γύρω από μια βασική αρχή εργαλειοποίησης του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, που πάει χέρι-χέρι με την κριτική του σύγχρονου πολιτισμού. Η έμφαση στις ιδιαιτερότητες του πρώτου υπονοεί συχνά τις ελλείψεις του τελευταίου, ακόμη και όταν αυτό δεν δηλώνεται ρητά.
Εκτός από τον Καβάφη, από την έρευνα προκύπτει πως και ο ποιητής Μίμης Λιμπεράκης (1880-1967) αξιοποίησε σε μεγάλο βαθμό την αρχαία ελληνική γραμματεία. Συγκεκριμένα, στη μοναδική συλλογή του Παιδικοί ύμνοι (1934) το ομοερωτικό στοιχείο και η ομοφυλοφιλία ενεργοποιούνται μέσα από τη δημιουργική πρόσληψη της παραδοσιακής ερωτικής της παιδεραστίας, με τον ποιητή να (επαν)εδραιώνει το δίπολο εραστής και ερώμενος. Πρόκειται για ποιήματα σεξουαλικής ενηλικίωσης, με την ερωτική πράξη να απουσιάζει, ωστόσο, από τα συμφραζόμενα όλων των κειμένων, και τον ποιητή να αντλεί θεματολογία από κλασικά παραδείγματα ομοφυλόφιλου έρωτα: Δίας και Γανυμήδης, Ποσειδώνας και Πέλοπας, Απόλλων και Υάκινθος, Ηρακλής και Ύλας, Αχιλλέας και Πάτροκλος, Αδριανός και Αντίνοος. Αλλά και στα έργα των Σταύρου Βαβούρη (1925-2008), Λουκά Θεοδωρακόπουλου (1925-2013), Δημήτρη Ποταμίτη (1945-2003), και πολλών άλλων, συναντάμε ποικίλες μυθολογικές αναζητήσεις, οι οποίες εξυπηρετούν την έκφραση του ομοερωτισμού στην ποίηση.
Με αφορμή, λοιπόν, το βιβλίο του Σπύρου Καρυδάκη Καυτό μέλι ευελπιστούμε να ανοίξει ένας νέος κύκλος συζητήσεων και έρευνας σχετικά με τη διασταύρωση της σύγχρονης ομοερωτικής επιθυμίας και έκφρασης στην ποίηση με κείμενα, λόγους, μύθους και πρότυπα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Να δοθεί, εν τέλει, το έναυσμα και για τη δημιουργία μιας σύγχρονης ανθολογίας ποιημάτων ομοερωτικού ενδιαφέροντος.
(*) Ο Χάρης Οταμπάσης είναι υποψήφιος διδάκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας, Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης
Σπύρος Καρυδάκης, Καυτό μέλι. Αρχαία ελληνικά ερωτικά ποιήματα από άντρες για άντρες και ερωτολογικός σχολιασμός στιγμός 2021
Βρες το εδώ