Καταιγισμός συναισθημάτων

0
394

 

 

Του  Νίκου Κουρμουλή.

Το ταξίδι στην Ινδία, μύθοι το έχουν ζώσει. Υπερβατικοί συνεργοί μιας αβίωτης εμπειρίας και μιας ουσιοκρατικής κυρίως πίστης του εαυτού, όπως αναφέρει προς το τέλος του βιβλίου, ο Χρήστος Χρυσόπουλος. Γι αυτούς τους λόγους αρκετοί,  συνδέουν την Ινδία με εκφράσεις όπως «εκεί θα βρεις την εαυτό σου». Αλλά όπως γράφει και πάλι ο Χρυσόπουλος, «Είναι απλώς και μόνο το γεγονός ότι κάθε βήμα παράγει μια νέα και ενδιαφέρουσα ασάφεια».

Ομολογώ ότι δεν γνώριζα τι είναι ή ποιος είναι ο Τιρθανκάρα. Ο συγγραφέας παραθέτει την εξήγηση στις σημειώσεις του. Ίσως να έχει τόση σημασία όσο και τα διττά νεύματα των Ινδών που συνάντησε στο δρόμο του. Από κοντά και οι ιεροφάντες του δρόμου και του έρωτα, της αφής και των εσωτερικών στροβίλων, που ο Χρυσόπουλος είχε τη τύχη να συναπαντήσει. Αλλά στην Ινδία, η τύχη είναι κάτι που έρχεται σαν αλληγορία πάνω στην επιθυμία.

Το παρόν βιβλίο «Το σώμα του Τιρθανκάρα», είναι μια κατ’επίφαση ταξιδιωτική μαρτυρία. Που σαφώς εμπεριέχει στοιχεία του είδους. Μα δεν είναι «οδικός χάρτης». Περισσότερο ακροβατεί μεταξύ του πραγματολογικού δοκιμίου και ελεύθερης πρόζας μιας εσώτερης αφήγησης. Ο συγγραφέας σμιλεύει τη παρατήρηση του, εκεί που οδηγούν οι εκφάνσεις μιας ανεπιτίδευτης ενσυναίσθησης. Το παρθένο βλέμμα ενός Δυτικού, οπωσδήποτε δεν είναι και το ευκολότερο εγχείρημα του κόσμου.

Από τις πρώτες σελίδες, φαίνεται πως ο Χρυσόπουλος έχει μελετήσει πριν μεταβεί. Κι όμως αφήνει τη θεωρία και τα σχεδιαγράμματα πίσω και γίνεται πλάνης. Ένας «εισβολέας» μεγάλων αποστάσεων, με ακόρεστη περιέργεια. Που αποφεύγει το τουριστικό ξόδεμα, με τα δόλια αναπαραστατικά παίγνια του. Μια ακόμη συνθήκη που διαρρηγνύεται το κείμενο, είναι εκείνη της μεταμοντέρνας αποστασιοποίησης. Ο συγγραφέας λαμβάνει μέρος, τα σανδάλια του γεμίζουν χώμα, ανασαίνει το άρωμα της συκιάς στα πάρκα, τα διασκορπισμένα σκουπίδια και τα αγιάσματα. Η παρατήρηση κατεβαίνει στο ύψος της υπόρρητης διακειμενικότητας.  Το υψηλό και το ταπεινό συμφύρονται ακόμη και στους πλέον ιερούς-μιαρούς τόπους.

Η αισθητική επιστρέφει. Σαν συγκίνηση αυτεξούσια, όχι σαν υποκειμενική πρόσληψη. Μυστηριακή, μα πάντοτε δρώσσα. Τίποτε το πρωτόγωνο ή το υπερβατικό. Παρά, μια κατάνυξη προς τις περιπλοκές του ανθρωπίνου πνεύματος. Των εθιμικών κωδiκών και των συμπεριφορών, που μας κάνουν να διαφέρουμε εντός ουμανιστικού πλαισίου. Η έρευνα του οιωνεί περιπατητή, που αποποιείται έστω και πρόσκαιρα την ιδιότητα του γραφιά, αφού καθ’όλη τη διάρκεια του ταξιδιού το υποκείμενο συγγραφέας, δεν κοτσάρισε τη παραμικρή λέξη στο χαρτί.

Η Ινδία δεν είναι μια ενιαία χώρα. Δεν συγγενεύει με τις μονοθεϊστικές κοινωνίες. Όπως τις αντιλαμβανόμαστε στην Ευρώπη τουλάχιστον.  Είναι μια πολυπρισματική οντότητα με αφετηρίες που χάνονται στο χρόνο. Η μονάδα δεν είναι ένας στεγνός αριθμός, αλλά ο συγκερασμός του σύμπαντος κατά κάποιον τρόπο. Τέχνη της, ο χορός όπως ομολογεί ο Χρυσόπουλος. Η διαλεκτική σχέση νόησης και σώματος. Το πνεύμα που σωματοποιείται. Η αρχή της αφής. Λόγω της πολυανθρωπίας και της εγγύτητας των κορμιών, ο ιδρώτας και η υγρασία, δεν αφήνουν το βλέμμα να περιηγηθεί και να συντονιστεί εξ’αποστάσεως όπως στη Δύση. Η επαφή διαθέτει μια αμεσότητα. Μια ειλικρίνια πρωτόγνωρη για τους νεοφώτιστους.

Σημαντική παράμετρος του βιβλίου, η εγχάραξη της μνήμης. Η γραφή, απέχει από την νοσταλγία. Το θάμπωμα, από τις εκρίσσεις των εικόνων. Είναι βιωματική και πάσχουσα. Εξερευνά τις ορατές πτυχώσεις των ειδώλων, αν υπάρχουν. Και των δαιδάλων της Ινδικής ενδοχώρας. Εκτός από το Δελχί, το βιβλίο μας πηγαίνει στις συνοριακές πόλεις, στα βόρεια της χώρας. Στο Βαρανάσι και αλλού. Εκεί που η μυσταγωγία παίρνει μορφή καθημερινού άχθους. Η διαφορετικότητα, μια χιλιομασημένη έννοια στη χώρα μας, όπως και στην Ευρώπη γενικότερα, παίρνει τη μορφή ενός προπλάσματος. Που το σχήμα του παραμένει ημιτελές. Σημαίνον όριο πραγματισμού και υπέρβασης.

Καθ’όλη τη διάρκεια της διαδρομής, ο συγγραφέας δεν εισέρχεται στον πειρασμό της εντυπωσιοθηρίας. Εξάλλου το μέγεθος της Ινδίας, φτάνει και περισσεύει από μόνο του. Ο αναγνώστης είναι έτοιμος να θαυμάσει. Και ο συγγραφέας του προσφέρει τις κρύπτες, τα μυστικά περάσματα της αρχαίας σκουριάς της Ινδίας. Σε καμία περίπτωση την επιφανειακή  μεγαλοπρέπεια, αλλά την μεγαλοσύνη καθημερινών συμβάντων από την μεριά του ανέμελου, μα προσηλωμένου στην ανακάλυψη διαβάτη. Το κείμενο του Χρυσόπουλου, δεν είναι ανοιχτό για ερμηνείες όπως συνηθίζεται να λέγεται τελευταία.  Είναι ακριβές και πυκνό. Γοητευτικά συγκεκριμένο, με γεωμετρικές διαστάσεις και απτότητα.  Αν και μορφοποιείται μέσα στο χάος. Χωρίς να αποχωρίζεται τους χυμούς της δεξιοτεχνίας τόσο στη πρόζα όσο και στην ενδοσκόπιση. Διότι βιβλία σαν και αυτό μπορεί να είναι το ζενίθ μιας καριέρας, μπορεί και να δημιουργήσουν όμως προϋποθέσεις καταβαράθρωσης.

Ευτυχώς που ο Χρήστος Χρυσόπουλος, περνά μέσα από την Ινδία αλώβητος. Έχοντας βέβαια αποκτήσεις κάμποσες αμυχές. Αλλιώς αδύνατον να συμβεί το οτιδήποτε. Σε αυτό τον καταιγισμό συναισθημάτων, τι μένει; Μα τίποτε περισσότερο από ένα διαρκές ξάφνιασμα. Ο χρόνος που κυλά ή πηγαίνει πίσω. Η ιερατικότητα του ακατανόητου. Που ριζώνει και μεταμορφώνεται σε ένα περίτεχνο γλυπτό. «Το σώμα του Τιρθανκάρα» συνθέτει τον καμβά των ψυχικών μετατοπίσεων, όταν τα σύννεφα σπάνε σε χίλια κομμάτια. Από μυθιστοριακής πλευράς αποτελεί επίτευγμα, το πως ο συγγραφέας ξέφυγε από τα δόκανα του εξεζητημένου. Μια Ινδία που είναι Κιβωτός και αλάνα ελαφροπάτητων όντων ταυτόχρονα.

 

INFO: Χρήστος Χρυσόπουλος

«Το σώμα του Τιρθανκάρα»

εκδ Νεφέλη

σελ: 263

 

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΤριάντα «Ιστορικά» χρόνια…
Επόμενο άρθροΗ πρωτοπορία του Νίκου Μπακόλα

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ