της Αλεξάνδρας Σαμοθράκη
Σε πρόσφατο άρθρο της η βρετανική Guardian παρουσιάζει το μικρό θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου που εδώ και σχεδόν δυο χιλιάδες χρόνια βρισκόταν θαμμένο κάτω από τον ελαιώνα του αγρότη Χρήστου Ζαφείρη. «Αν τα γουρούνια δεν έσκαβαν στις λάσπες, λένε πως το θέατρο δεν θα είχε βρεθεί ποτέ» εξηγεί ο καθηγητής Β. Λαμπρινουδάκης «Μέχρι να επαναεμφανιστούν οι πέτρες του τη δεκαετία του 1970, το θέατρο ήταν έναν καλά κρυμμένο μυστικό εδώ και 18 αιώνες. Πρόκειται για ένα από «τα δέκα σημαντικότερα αρχαιολογικά ευρήματα του 20ου αιώνα, που περιέχει ένα μήνυμα για τη ζωή, ένα μήνυμα για το οποίο η σύγχρονη κοινωνία διψά».
Αν το μικρό θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου είχε φωνή, ίσως, μετά από τις συνεχείς συγκρίσεις με «τη νεότερη και διασημότερη αδελφή του, μερικά χιλιόμετρα πιο πέρα να μας έλεγε πως ένιωσε να το καταλαβαίνουν το περασμένο καλοκαίρι, όταν φιλοξένησε την Φαίδρα, όχι του Ρακίνα, αλλά της Αμάντας Μιχαλοπούλου. Το έργο, με τίτλο «Η Φαίδρα καίγεται» αποτελεί επανερμηνεία του γνωστού μύθου, αναχωρεί όμως από το πλαίσιο του Ιππόλυτου του Ευριπίδη όπου η Φαίδρα μας συστήνεται ως δύστυχη («δύστηνος») και τιμωρείται σκληρά για τον ανόσιο έρωτα της με το γιο του άνδρα της, τον Ιππόλυτο. Από τον «Ιππόλυτο Στεφανηφόρο» του Ευριπίδη μέχρι τον «Έρωτα της Φαίδρας» της Σάρα Κέην, και από τη «χριστιανή» Φαίδρα του Ρακίνα μέχρι τον μαζικής κατανάλωσης απαγορευμένο έρωτα της Βίρνας Δράκου με το γιο του συζύγου της, Αλέξη, στην κλασσική παλαιότερη καθημερινή ελληνική σαπουνόπερα «Η Λάμψη», θα έλεγε κανείς πως όσα ήταν να ειπωθούν για το ατελέσφορο πάθος μιας μητριάς για το θετό της γιο θα είχαν ήδη ειπωθεί.
Αίτημα των καιρών μας είναι να ανατρέπουμε τα παραγγέλματα της πατριαρχίας και να βλέπουμε με νέο βλέμμα τους ρόλους όπως έχουν καθοριστεί από αυτήν. Η Αμάντα Μιχαλοπούλου δονκιχωτικά αναλαμβάνει να προασπιστεί τη Φαίδρα που, όπως το μικρό θέατρο της Επιδαύρου, μαζεύει λάσπη εδώ και 2.000 χρόνια. Όταν ο παρθένος και ταγμένος στην Άρτεμη ευρυπιδικός Ιππόλυτος μαθαίνει από τη βάγια της Φαίδρας για τον έρωτα της, ταραγμένος και μπερδεμένος, ξεχνάει το πριγκιπικό του αίμα και εξαπολύει ένα μισογυνιστικό λογίδριο που θα ζηλεύει και το μανιφέστο της Χρυσής Αυγής. Η Φαίδρα στον Ευριπίδη δε φταίει όμως- η Αφροδίτη την χρησιμοποιεί για να εκδικηθεί τον Ιππόλυτο επειδή δεν καταδέχεται τον κλάδο της. Ακόμη και μετά την απόρριψη της από τον αγαπημένο της Ιππόλυτο και την αυτοκτονία της για να σώσει την τιμή της οικογένειας, η Φαίδρα θα μπορούσε να συγχωρεθεί αν δεν είχε γράψει ένα γράμμα όπου κατηγορούσε ψευδώς τον Ιππόλυτο ότι την βίασε. Αποτέλεσμα αυτού είναι ο Θησέας να εξορίσει τον Ιππόλυτο και να ζητήσει από τον δικό του μπαμπά να τον καταστρέψει-ο Ποσειδώνας, επιδεικνύοντας μηδενική κριτική σκέψη, πράγμα πολύ κακό για βασιλιά της θάλασσας και ακόμη πιο κατακριτέο για παππού- στέλνει ένα τσουνάμι με ένα μαινόμενο ταύρο στον Αργοσαρωνικό- το άρμα του Ιππόλυτου ανατρέπεται και όταν τον φέρνουν σηκωτό στο παλάτι είναι στα τελευταία του. Ο Ιππόλυτος δεν διαθέτει καν την ευγενή καλοσύνη να πεθάνει εκτός σκηνής, όπως κάνουν οι περισσότεροι καθώς πρέπει ήρωες στις τραγωδίες. Φταίει αυτός; Φταίει ο Θησέας που είναι απών στην αρχή και ένας βλάκας στη συνέχεια; Ποιος φταίει τέλος πάντων;
Ο Ρακίνας δεν ήξερε τόσο πολύ ποιος έφταιγε, τόσο που δεν ήξερε καν πως να ονομάσει την τραγωδία . Έτσι δεν ρίσκαρε να διαλέξει, δίνοντας τον τίτλο «Φαίδρα ή Ιππόλυτος». Η Σάρα Κέην παρουσιάζει τον Ιππόλυτο ως ένα χοντρό, σεξομανή, υποτονικό νεαρό που τρώει πατατάκια, αυνανίζεται μέσα σε φορεμένες κάλτσες και παίζει με τηλεκατευθυνόμενα, στον οποίον η Φαίδρα (και μετά ένας παπάς- όντως, διαβάστε το αν δε με πιστεύετε) κάνει στοματικό έρωτα επί σκηνής και τον οποίο ο όχλος διαμελίζει επίσης επί σκηνής. Η Σάρα Κέην προφανώς θεωρούσε ότι το κοινό δεν θα μπορούσε να σοκαριστεί απλά από τον φρενήρη έρωτα μιας ώριμης γυναίκας για το γιο του άνδρα της και «περιποιήθηκε» τον θεατή με απώτερο σκοπό να ακυρώσει την κράτηση για δείπνο μετά την παράσταση.
Στο κείμενο της Σάρα Κέην η Φαίδρα επαναλαμβάνει πως «καίγεται» από έρωτα. Το κάψιμο η Αμάντα Μιχαλοπούλου το πήγε παραπάνω, είναι ένα ατέρμονο πάθος για ζωή που φέρνει κατά νου τη «βραδεία φλόγα» που αναφέρει ο Παπαδιαμάντης στη «Φαρμακολύτρια»[1]. Με έξυπνη μεταφορά στα μικροαστικά εξοχικά της Πελοποννήσου (απ’ όπου το δίχως άλλο πολλοί θεατές εξέδραμαν για να παρακολουθήσουν την παράσταση) και μια διαβολική σύμπτωση- με τη Ζήρια να φλέγεται τη μέρα της πρεμιέρας, η πλοκή εκτυλίσσεται τη μέρα των γενεθλίων της Φαίδρας (στο έργο της Σάρα Κέην ο Ιππόλυτος είναι αυτός που έχει γενέθλια). Σε μια κουλτούρα που θεοποιεί τα νιάτα, την ομορφιά και όπου τα botox και οι αντιγηραντικές κρέμες δεν τσιτώνουν παρά τη ματαιοδοξία των λαμβανουσών τη θεραπεία, δεν είναι να απορεί κανείς που η σύγχρονη Φαίδρα δεν θέλει να γεράσει, ιδίως στη συγκεκριμένη εκδοχή που οι θεές Αφροδίτη και Άρτεμη έχουν γίνει δυο νεαρές γειτονοπούλες, με μαμά την παιδική φίλη της Φαίδρας που υποκαθιστά τη βάγια, Ληώνη(Λητώ- μητέρα της Άρτεμης και Διώνη- μητέρα της Αφροδίτης). Το να ριχτεί στον θετό της γιο όμως, σε μια εποχή όπου το Metoo απομυθοποιεί παλαιά taboo και εφευρίσκει νέα, αποτελεί κατάλυση του ορισμού της οικογένειας και απορώ γιατί δεν εξετάζεται περισσότερο στα πλαίσια της ενδοοικογενειακής βίας ή έστω στις βιογραφίες του Woody Allen.
Η Μιχαλοπούλου (spoiler alert) σώζει τη ζωή της Φαίδρας και μεταβιβάζει το χαμό του Ιππόλυτου σε μια φωτιά που ξεκινάει με υπαιτιότητά της. Το ότι η Φαίδρα επιβιώνει ίσως φαινομενικά να ανατρέπει το κλασσικό πεπρωμένο της, στην πραγματικότητα όμως είναι μια έκβαση ακόμη σκληρότερη αφού η Φαίδρα θα πρέπει να ζήσει σε έναν κόσμο χωρίς τον αγαπημένο της και με bonus τις τύψεις για το χαμό του.
Ο εντελώς αδίκως χαρακτηριζόμενος «μισογύνης» Ευριπίδης δεν ξέρει αν το τραγικό τέλος της Φαίδρας οφείλεται σε κάποιον οίστρο ή κάποιο είδος γενναιότητας («γυναικὸς οἶστρον ἢ τρόπον τινὰ γενναιότητα») και εξηγεί πως οι άνδρες κάνουν τα ίδια και χειρότερα αλλά τη σκαπουλάρουν επειδή είναι άνδρες.
Αν μια τόσο αρχαιοτυπική μορφή όπως η Φαίδρα έχει μεταλλαχθεί τόσο πολύ στο πέρασμα των αιώνων, τότε το μόνο που μένει αναλλοίωτο είναι το γεγονός ότι είναι γυναίκα. Όσα blind casting και να γίνουν διαθέτει το ένστικτο ή το ταλέντο με το οποίο η Coco Chanel έραβε τις δημιουργίες της, η πολύτεκνη μητέρα ταΐζει τα παιδιά της, η νοσοκόμα κάνει τον ασθενή της να νιώσει καλύτερα. Το ταλέντο με το ελάχιστο να διεκδικείς το περισσότερο.
Η μέρα της γυναίκας είναι σαν το δίσκο με τις αποστολές στις Επικίνδυνες Αποστολές: είναι ένα μήνυμα με απώτατο σκοπό να καταστεί περιττό, όπως και ο φεμινισμός είναι ένα αναλώσιμο σκαλοπάτι που όταν στηρίξει αρκετές από εμάς στο δρόμο για την ισότητα θα αχρηστευθεί από το βάρος μας και μόνο.
Εύχομαι στην κόρη μου, αλλά και στο γιό μου, όταν μεγαλώσουν αρκετά, να δουν όλες τις εκδοχές της Φαίδρας και να μην καταλάβουν τίποτε.
[1] ἐγὼ δὲν ἐπεθύμουν νὰ θεραπευθῶ. Θὰ ἐπροτίμων νὰ καίωμαι εἰς τὴν φλόγα τὴν βραδεῖαν