Εικοσιπέντε χρόνια μετά

0
206

 

 

Γιάννης Ν. Μπασκόζος.

 

Χριστούγεννα 1989 ταξιδεύουμε για Βερολίνο. Το τείχος δεν έχει πέσει ακόμα ολόκληρο. Υπάρχει μια δίοδος από την οποία εξέρχονται οι ανατολικογερμανοί και η είσοδος στο Checkpoint Charlie από το οποίο μπορούν να εισέλθουν μόνον οι επισκέπτες- τουρίστες. Η πτήση μας με κάτι άθλιες συριακές γραμμές προσγειώνεται, όπως γινόταν μέχρι τότε στο ανατολικό Βερολίνο κι από εκεί με λεωφορείο διασχίζουμε την νεκρή ζώνη  που περιβάλλει εσωτερικά το τείχος της τότε ανατολικής Γερμανίας, για να φτάσουμε στον προορισμό μας, στο Δυτικό Βερολίνο.

Δίπλα μου κάθεται μια κοπέλα.  Είναι τρομοκρατημένη, κλαμένη, σφιγμένη. Κρατάει στα χέρια της ένα λουλούδι. Έχουμε φτάσει νύχτα και το τοπίο από το παράθυρο μοιάζει από σκηνή ταινίας. Ξυρισμένο, στεγνό, με συρματοπλέγματα κατά διαστήματα. Μέσα στο πουθενά γίνεται μια στάση. Ανεβαίνει ένας νεαρός με στολή. Η κοπέλα δίπλα μου σφίγγει τα χέρια της. «Έλεγχος;» την ρωτάω. «Μάλλον», απαντάει. Έχει ιδρώσει. Ο νεαρός αποδεικνύεται απλός επιβάτης. Η κοπέλα ηρεμεί. Την κοιτάω ερωτηματικά, θέλοντας να πω ότι τα πράγματα από ότι ξέρω έχουν αλλάξει. «Πάω να δω τα ξαδέλφια μου μετά από 28 χρόνια», μου λέει, «και φοβάμαι, όπως φοβόμουν όλη μου τη ζωή». Δεν έχω τι να πω.

Σήμερα είκοσι πέντε χρόνια μετά την πτώση του, το τείχος είναι αναμνηστικό μπρελόκ στα χέρια μικρών παιδιών. Η ανάμνησή του, όμως, παραμένει σκληρή. Ορισμένοι  φίλοι από εκείνη την εποχή για χρόνια μετά πίστευαν ότι σε λίγο καιρό τα πράγματα θα γυρίσουν ως είχαν. Σήμερα κάποιοι από αυτούς ψάχνονται στα γκρουπούσκουλα των Εξαρχείων. Το τείχος του Βερολίνου αντιπροσώπευε μια εποχή αντιδημοκρατική, αντι- ηθική, ανιστορική. Κι αν σαν σήμερα το θυμόμαστε είναι για να σκεφτούμε πόσα τείχη μένουν ακόμα γύρω μας και ανεπαίσθητα υψώνονται χωρίς να το καταλαβαίνουμε.

Προηγούμενο άρθροΝίκος Καζαντζάκης, ταξιδιώτης και ταξιδευτής
Επόμενο άρθροΑγόρια και πατέρες

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ