Η Τέχνη του Πολέμου από την Sarah Skwire

0
255

 

(μεταφράζει ο Αχιλλέας Κατσαρός).

 

 

Πώς μας επιτρέπει η λογοτεχνία και η ποίηση να βλέπουμε τι είναι διαφορετικά κρυμμένο από τα μάτια μας στον πόλεμο; Ποιο πλεονέκτημα έχει ο ποιητής, αν συγκριθεί με έναν στατιστικολόγο, με έναν ιστορικό ή με έναν δημοσιογράφο, που μας βοηθάει να κατανοήσουμε τον πόλεμο;

Η Sarah Skwire είναι η συγγραφέας του βιβλίου που διδάσκεται σε κολλέγια με τίτλο          « Γράφοντας με μια Θέση », (Writing with a Thesis),αυτή τη στιγμή στην ενδέκατη έκδοση, έχει κερδίσει βραβεία για την ποίησή της, δείγματα της οποίας μπορεί κανείς να βρει στο περιοδικό The New Criterion ή στο The Oxford Magazine ή ακόμα στο Vocabula Review.

 

Από αυτά που έχουν χαθεί μέσα στα σπουδαία ιστορικά γεγονότα και τους επικούς χαρακτήρες του Σαίξπηρ στον Ερρίκο τον Ε΄, είναι το δίχως όνομα παιδί, γνωστό απλά από τον κατάλογο των χαρακτήρων ως « Παιδί », (Boy). Το « Παιδί » κάνει παρέα με πρώην συντρόφους του Χαλ, χαϊδευτικό του Χένρυ, καθώς προετοιμάζονται να τον υπηρετήσουν σε πόλεμο εναντίον της Γαλλίας. Την αφορμή την έδωσε ένας παλιός φίλος που είναι τώρα ο βασιλιάς. Εμείς μόλις που προσέχουμε το μικρό ρόλο του παιδιού στο έργο μέχρι τη στιγμή που, προς το τέλος της 4ης σκηνής, βοηθά τον κωμικό χαρακτήρα Πιστόλη μεταφράζοντας λίγα γαλλικά, μετά γυρίζει και απευθύνεται στο κοινό λέγοντας : « Πρέπει να μείνω με τους λακέδες, με τις αποσκευές του στρατοπέδου : ο Γάλλος ίσως μας έχει για καλή λεία, αν ήξερε αυτό : ότι δεν υπάρχει κανένας να φυλάξει το στρατόπεδο εκτός από τα παιδιά ».

Και αυτό είναι το τελευταίο που ακούμε από το Παιδί, γιατί πράγματι οι Γάλλοι το γνωρίζουν. Τα παιδιά που φυλάνε τις αποσκευές σφάζονται όλα και αυτό « το διαβόητο κομμάτι απατεωνιάς » είναι μια από τις πιο αιματοβαμμένες στιγμές ενός έργου που το απασχολεί βαθιά το ζύγισμα της ισορροπίας ανάμεσα στις δόξες και τις φρίκες του πολέμου.

Για ποιο λόγο όμως ο Σαίξπηρ αφιερώνει χρόνο σ’ αυτό ; Γιατί στη μέση της μάχης του Agincourt, για όνομα του Θεού, δίνει το λόγο σε ένα ανώνυμο παιδί που πρόκειται να πεθάνει ;

Η απάντηση, πιστεύω, είναι πως χρειαζόμαστε την ιστορία του παιδιού, όπως και την τρομοκρατημένη μας απάντηση σ’ αυτό, σαν ένα είδος εμβολίου κατά της σκληρής συμπεριφοράς του Φάλσταφ απέναντι στους στρατιώτες του στον Ερρίκο τον 4ο.       « Πάνω, πάνω , αρκετά ψηλά να τους τινάξετε. Φαγητό για σκόνη. Φαγητό για σκόνη. Αυτοί θα γεμίσουν ένα λάκκο όσο καλύτερα γίνεται. Χαυλιόδοντες, άνδρας, θνητοί άνδρες, θνητοί άνδρες ». Η απάντηση λοιπόν είναι ότι ο Σαίξπηρ κατάλαβε πως ένα από τα πιο σπουδαία πράγματα που μπορεί η λογοτεχνία να πράξει – μέσα στην ολοκληρωτική εμπειρία της πλήρους ανωνυμίας ενός πολέμου – είναι να μας βοηθήσει να ακούσουμε τη φωνή του ατόμου. Και είναι η ίδια ικανότητα που καθιστά τη λογοτεχνία τόσο πολύτιμη για τον ελεύθερο άνθρωπο που μελετά και προσπαθεί να κατανοήσει τη φύση του πολέμου μήπως και τον εξαλείψει.

Ότι ο πόλεμος μας καθιστά πλήρως ανώνυμους, δεν είναι νέος ισχυρισμός.                Ο Όργουελ το γνώριζε αυτό καλά, και στο έργο του « 1984 », σκιαγραφείται ένας κόσμος σαν « να είμαστε πάντοτε σε πόλεμο ». Βλέπουμε μια ολόκληρη νέα κοινωνία-τάξη δημιουργημένη ακριβώς πάνω στην ανωνυμία.

Άνδρες και γυναίκες αποθαρρύνονται  από το να συνάψουν στενές σχέσεις. Όλες οι δραστηριότητες είναι μόνο δραστηριότητες ομάδας. Υπάρχει συνεχής επιτήρηση, απαγόρευση κάθε έννοιας προσωπικού χώρου ή κάθε έννοια προσωπικής κτήσης, όλα προορισμένα να δημιουργούν  εναλλακτικές μονάδες παρά ελεύθερους ανθρώπους με κριτική ικανότητα.

Όταν ο Βάτσλαβ Χάβελ γράφει από ένα μετα-ολοκληρωτικό κράτος ότι μετακινηθήκαμε από τη βία σε μια βλοσυρή και βέβαιη αποδοχή μιας καταπιεστικής κυβέρνησης, θα μπορούσε εύκολα να περιγράφει ένα κράτος σε καθεστώς πολέμου.

« Ανάμεσα στους στόχους ενός μετα-ολοκληρωτικού συστήματος και στους στόχους της ζωής υπάρχει μια αγεφύρωτη άβυσσος. Ενώ η ζωή, στην ύπαρξή της, κινείται προς τον πλουραλισμό, την ποικιλία, την ανεξαρτησία ως εσωτερική τάξη ή ακόμα και την αυτοοργάνωση ή αυτοδιαχείριση, εν συντομία, προς την εκπλήρωση της προσωπικής ελευθερίας, το μετα-ολοκληρωτικό σύστημα απαιτεί συμμόρφωση, ομοιομορφία και πειθαρχία… Αυτό το σύστημα εξυπηρετεί τον άνθρωπο μόνο για το μέγεθος της αναγκαιότητας να διασφαλίσει ότι ο άνθρωπος θα το υπηρετήσει. Οτιδήποτε εκτός από αυτό, ό, τι πρόκειται να ειπωθεί το οποίο θα οδηγούσε τον άνθρωπο στην υπερνίκηση των προκαθορισμένων του ρόλων αντιμετωπίζεται από το σύστημα ως επίθεση κατά των θεμελίων του ».

Ενάντια στην ανωνυμία και την καταστρεπτική δύναμη του πολέμου ή ενός κράτους « σε πόλεμο », έχουμε τη φωνή του συγγραφέα.

Ο Μαρκ Τουέιν κάνει χρήση αυτής της δυναμικής στο έργο « Η προσευχή του πολέμου » όπου ο ουράνιος προφήτης του υπενθυμίζει στο συναρμοσμένο εκκλησίασμα ότι η προσευχή τους για νίκη είναι ταυτόχρονα μια προσευχή για την καταστροφή του Άλλου.

 

« Ω Κύριε και Πάτερ μας, βοήθησέ μας να ξεσκίσουμε τους στρατιώτες του εχθρού σε αιματοβαμμένα κομμάτια με τις οβίδες μας. Βοήθησέ μας να σκεπάσουμε τα χαμογελαστά τους λιβάδια με τις ωχρές μορφές των γεμάτων πατριωτισμό νεκρών τους. Βοήθησέ μας να πνίξουμε τη βροντή των κανονιών με τα ουρλιαχτά των τραυματιών τους, καθώς θα σφαδάζουν από τον πόνο. Βοήθησέ μας να ισοπεδώσουμε τα ταπεινά τους σπίτια με θύελλες από φωτιά. Βοήθησέ μας να γεμίσουμε τις καρδιές των χαροκαμένων γυναικών, οι οποίες δε φταίνε σε τίποτα με μάταια θλίψη. Βοήθησέ μας να τις πετάξουμε έξω, άστεγες να περιπλανώνται με τα μικρά παιδιά τους, χωρίς φίλους στους ερημότοπους της ρημαγμένης χώρας τους, μέσα σε κουρέλια να πεινούν και να διψούν, με κομματιασμένη την ψυχή τους, τσακισμένες από την οδύνη να σε εκλιπαρούν να τους δώσεις το καταφύγιο του τάφου και εσύ να τους αρνείσαι ».  

 

Όταν ο εχθρός παύει να είναι πια ανώνυμη μάζα, είναι πιο δύσκολο να τον πυροβολήσεις.

Και όταν κανένας δεν είναι ανώνυμη μάζα, είναι ακόμη πιο δύσκολο να πυροβολήσεις. Να γιατί ο αυστηρός έλεγχος είναι τόσο σημαντικός. Στο ποίημα του Χένρυ Ρήντ με τίτλο « Διευκολύνοντας την άνοιξη », γραμμένο κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, μας παρουσιάζει μια τάξη να μαθαίνει τον οπλισμό, όπου νεοσύλλεκτοι μεταμορφώνονται γρήγορα σε στρατιώτες. Η επιβλητική φωνή του λοχία και ο αυστηρός έλεγχος στον οποίο τους διδάσκει αντιπαραβάλλονται με μια όμορφη ανοιξιάτικη μέρα και την αγριότητα της φύσης ακριβώς έξω από την τάξη.

 

 

« Σή-μερα έχουμε να ονοματίσουμε τα επιμέρους. Χθες

Είχαμε την καθημερινή καθαριότητα. Και αύ-ριο το πρωί,

Θα μάθουμε τι πρέπει να κάνουμε μετά τον πυροβολισμό. Αλλά σή-μερα,

Σή-μερα έχουμε να ονοματίσουμε τα επιμέρους. Οι Γιαπωνέζοι

Αστράφτουν σαν τα κοράλλια απ’ όλους τους γειτονικούς κήπους,

Και σή-μερα έχουμε να ονοματίσουμε τα επιμέρους ».

 

Αλλά βέβαια, η ανωνυμία του πολέμου είναι απαίσια όχι μόνο γιατί παραλαμβάνει πρόσωπα και τα μετατρέπει σε ανταλλακτικά, δυσδιάκριτα μέρη, αλλά για το τι συμβαίνει σε αυτά τα μέρη όταν πηγαίνουν στον πόλεμο. Αυτό είναι το φρικιαστικό.

Και σε αυτό ακριβώς το σημείο η φωνή του συγγραφέα έχει την αρτιότερη δυναμική της, και ακριβώς εδώ η φωνή του συγγραφέα που έχει γνωρίσει τον πόλεμο, είναι η πλέον πολύτιμη.

Μια από τις πιο σπουδαίες κατά τη γνώμη μου φωνές είναι αυτή του Βίλφρεντ Όουεν, του οποίου τα ποιήματα γράφτηκαν ακριβώς στην πρώτη γραμμή κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Περιγράφουν με γλαφυρότητα την ανωνυμία του πολέμου με απώτερο σκοπό να αγωνιστούν εναντίον της και να την αφαιρέσουν. Στον « Ύμνο στην καταδικασμένη νεότητα » ο Όουεν ξεκινά με μια σκληρή ερώτηση, «Τι χτυπούν καμπάνες γι’ αυτούς που πεθαίνουν σαν βόδια; » και το ενδιαφέρον του ακριβώς στο στίχο αυτό είναι η τραγικότητα των ατόμων ως άτομα που στέλνονται μαζικά σε σφαγή. Η κίνηση, στο πιο διάσημο ποίημα του Όουεν, « Γλυκός και δίκαιος θάνατος », παρμένος ο τίτλος από τις Ωδές του Οράτιου (III.2.13) με τον πλήρη στίχο να λέει « Γλυκός και δίκαιος ο θάνατος για την πατρίδα », εστιάζει σε μια οπτική γωνία ενός θιάσου στρατιωτών που βαδίζουν « Κυρτωμένες δυάδες, σαν αρχαίοι ζητιάνοι κάτω από σακιά / Στραβοπόδηδες, βήχουμε όπως οι παλιόγριες, καταραμένοι εμείς μέσα στη λάσπη ». Η προσοχή μας όμως στρέφεται σε ένα συγκεκριμένο προφίλ ενός στρατιώτη που βρέθηκε χωρίς μάσκα στη διάρκεια επίθεσης με αέριο.

 

Ένας μόνο φώναζε ακόμα τόσο δυνατά και σκόνταφτε

Και παράδερνε σα να βρισκόταν σε φωτιά ή ασβέστη

Σκοτεινός μέσα σε ομιχλώδεις υαλοπίνακες και λεπτά πράσινα φώτα

Σαν κάτω από μια πράσινη θάλασσα, τον είδα να πνίγεται

 

Σε όλα μου τα όνειρα πριν από την ανήμπορη όραση

Αυτός καταδύεται μέσα μου, καίγεται, στραγγαλίζεται, πνίγεται.

 

Στο σημείο αυτό, ο Όουεν επιστρέφει στον αναγνώστη λέγοντας, « Αν μπορούσατε να δείτε ό, τι έχω δει, και να ακούγατε όσα άκουσα, δεν θα σκεφτόσαστε τόσο τις δόξες του πολέμου ». Και μέσω της τέχνης του, ο ανώνυμος στρατιώτης γίνεται πρόσωπο, και ο θάνατός του έχει την προσωπική σφραγίδα του πόνου.

Ο Γέητς κάνει κάτι παρόμοιο στο ποίημα « Πάσχα 1916 » το οποίο τελειώνει με έναν κατάλογο από αυτά που χάθηκαν στην πασχαλινή εξέγερση.

 

Έγραψα ένα στίχο –

Ο MacDonagh και ο ΜacBride

Kι ο Connolly κι ο Pearse

Τώρα και στον χρόνο για να υπάρξουν,

Όπου το πράσινο είναι σάπιο,

Αλλάζουν, έχουν αλλάξει ολοκληρωτικά:

Μια φριχτή ομορφιά γεννιέται.

Η απλή απαρίθμηση των ονομάτων των νεκρών αναγνωρίζει ότι οι ζωές που χάθηκαν είναι ζωές που χάθηκαν, όχι απλά μια καταμέτρηση πτωμάτων. Και η λογοτεχνία επιμένει να παρατηρούμε αυτές τις ζωές και αυτές τις φωνές. Ακόμα αναρωτιόμαστε ποιο να ήταν άραγε το όνομα του Παιδιού στον Ερρίκο τον Ε΄;

Ενώ λοιπόν ο Γέητς βρίσκει την ομορφιά μέσα στη φρίκη, στην απώλεια του προσώπου, ο Ισραηλινός ποιητής Γιεχούντα Άμιχαϊ βρίσκει μόνο μελαγχολία.

 

Η διάμετρος της βόμβας ήταν τριάντα εκατοστά

και η διάμετρος της επιμέρους αποτελεσματικής εμβέλειας επτά μέτρα

με τέσσερις νεκρούς και έντεκα τραυματίες.

Και γύρω απ’ όλα αυτά, σε ένα μεγαλύτερο κύκλο

πόνου και χρόνου, δυο νοσοκομεία να συγχέονται

και ένα νεκροταφείο επίσης. Αλλά η νεαρή γυναίκα,

που θάφτηκε στην πόλη από την οποία καταγόταν,

σε μια απόσταση μεγαλύτερη των εκατό χιλιομέτρων,

αυξάνει τη διάμετρο του κύκλου, αποφασιστικά πολύ,

ο μοναχικός άνθρωπος που πενθεί τον θάνατό της

στην απόσταση των ακτών μιας χώρας αρκετά μακριά από τη θάλασσα

αγκαλιάζει ολόκληρο τον κόσμο στον κύκλο.

Δεν θα έκανα μνεία στο κλάμα των ορφανών

αν δεν έφτανε στον θρόνο του θεού κι ακόμα πιο βαθιά,

ολοκληρώνοντας έναν κύκλο δίχως τέλος και δίχως θεό.

 

Όπως ο Όουεν στον « Γλυκό και δίκαιο θάνατο » εστιάζει στην έντονη κλιμάκωση της οπτικής γωνίας κατά την επίθεση με αέριο κι έπειτα απαιτεί από τον αναγνώστη να σκεφτεί τι μπορεί να σημαίνει εκείνο για αυτόν ή αυτήν. Ο Άμιχαϊ εστιάζει στο πώς θα νοήσουν οι αναγνώστες του το τι σημαίνει μια μικρή βόμβα όταν αρχίζουμε να κατανοούμε τους ομόκεντρους κύκλους της εμβέλειας ή της επίδρασης. Η βόμβα μπορεί να σκότωσε μόνο τέσσερις αλλά τα αποτελέσματά της έφτασαν « μέχρι τον θρόνο του θεού κι ακόμη πιο βαθιά ».

Υπάρχει μια ιδιαίτερη αξία στη μελέτη των μεγάλων αριθμών του πολέμου. Είναι χρήσιμο να γνωρίζουμε πόσα κεφάλαια δαπανήθηκαν, πόσοι στρατιώτες χάθηκαν, πόσοι πολίτες σκοτώθηκαν. Αλλά είναι επίσης χρήσιμο να θυμόμαστε ότι οι μεγάλοι αριθμοί, ανεξάρτητα από το πόσα πολλά μπορούν να πουν, δεν μπορούν να μας πουν τα πάντα. Ας δούμε την ερμηνεία της ποιήτριας Έιμι Λόουελ με τον στίχο « το πρότυπο που καλείται πόλεμος », τις λεπτομέρειες που περιέχει αυτό το πρότυπο και μας επιτρέπει να ξεχνούμε τις ανθρώπινες ζωές των ιδιαίτερων εαυτών – προσώπων.

Πολλοί συγγραφείς σχολιάζουν το αίσθημα της ματαιότητας όπως προκύπτει από την ιδιότητα του να είσαι συγγραφέας και να μάχεσαι στο μέτωπο, όταν η κοινή γνώμη θέλει ειδήσεις και όχι τέχνη. Ο Πάμπλο Νερούντα μας έδωσε μια πολύ γνωστή και παγερή εξήγηση στο γιατί δεν γράφει πολύ ή καλά κατά τη διάρκεια πολέμου.

 

Θα ρωτήσεις : γιατί η ποίησή του δεν

Μιλάει σε μας μέσα από όνειρα, χόρτα

Μεγάλα ηφαίστεια της πατρίδας του ;

 

Έλα και δες το αίμα στους δρόμους

Έλα και δες

Το αίμα στους δρόμους

Έλα και δες το αίμα

Στους δρόμους !

Σε περίοδο πολέμου, τονίζει ο ποιητής, τι άλλο μένει να πούμε εκτός από « έλα και δες το αίμα στους δρόμους ». Κι αφού δεν υπάρχει τίποτε άλλο να πούμε, ποια           η χρησιμότητα της ποίησης ;

Θα απαντήσω με τη φωνή του Ώντεν. Η φωνή του συγγραφέα μπορεί και επιβάλλεται να κάνει προσωπικό αυτό το αίμα στους δρόμους και να το κάνει σπουδαίο. Δεν είναι απλά αίμα, αηδιαστικό αίμα. Είναι κάποιου το αίμα. Η φωνή του προσώπου οφείλει να υπερασπιστεί την αξία του προσώπου αντίθετα με τα ψεύδη του πολέμου.

 

Ό, τι έχω ολόκληρο, είναι η φωνή

Να αναιρέσω το διπλωμένο ψέμα

Το ρομαντικό ψέμα στο εγκέφαλο

Του αισθησιακού άνδρα στο δρόμο

Και το ψέμα της Εξουσίας

Που φτιάχνει κτίρια που αγγίζουν τον ουρανό :

Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα όπως η Πολιτεία

Και κανείς δεν υπάρχει μόνος.

Η Πείνα δεν αφήνει επιλογή

Ούτε στους πολίτες ούτε στην αστυνομία.

Οφείλουμε να αγαπάμε τον άλλον ή να πεθάνουμε.

 

 

Σημειώσεις – Επίμετρο :

 

1.Το παρόν μεταφρασμένο από τα αγγλικά απόσπασμα αποτελεί ολόκληρο το κεφ.11, σελ.126-131 από το βιβλίο Peace, Love and Liberty του Tom Palmer.

2.Θα κλείσω αυτό το εξαιρετικό κατά την προσωπική μου γνώμη κείμενο με μια διαχρονική φράση της οποίας το νόημα συχνά διαφεύγει.

« Πόλεμος πάντων μὲν πατήρ ἐστι, πάντων δὲ βασιλεύς, καὶ τοὺς μὲν θεοὺς ἔδειξε τοὺς δὲ ἀνθρώπους, τοὺς μὲν δούλους ἐποίησε τοὺς δὲ ἐλευθέρους ».

Ἡράκλειτος ὁ Ἐφέσιος

Ο πόλεμος παρουσιάζεται εδώ με τα χαρακτηριστικά του Δία. “Θεοί” γίνονται          οι νεκροί του πολέμου, οι οποίοι ως ήρωες πια απολαμβάνουν θεϊκές τιμές. Αποδίδεται τιμή στο αίμα, το προσωπικό αίμα.

 

Προηγούμενο άρθροΓράφοντας χιλιόμετρα
Επόμενο άρθροΤα σπίτια του Νερούδα

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ