Η σεξουαλικότητα στην Ευρώπη: μια πολυδιάστατη ιστορία του 20ού αιώνα (της Δήμητρας Βασιλειάδου)

0
431
Jack Vettriano : "how do you stop"

 

της Δήμητρας Βασιλειάδου (*)

 

Τι ήταν αυτό που έκανε στα τέλη της δεκαετίας του 1960 πολλούς νέους και νέες να πιστεύουν ότι η γενιά τους είχε την τύχη να ζει σε μια εποχή που η ιστορία της σεξουαλικής επιθυμίας έμοιαζε να ξαναγράφεται από την αρχή; Έφτανε, άραγε, η μαζικότητα, το θάρρος και ο ριζοσπαστισμός κοινωνικών κινημάτων που έδειχναν άφταστη επινοητικότητα στην παραγωγή συνθημάτων, όπως το περίφημο «Οργασμός δίχως όρια!»; Μάλλον όχι, απαντάει η Dagmar Herzog στο βιβλίο της Η σεξουαλικότητα στην Ευρώπη τον 20ό αιώνα. Μια ιστορία. Η σεξουαλική επανάσταση ευνοήθηκε εξίσου από την ανάπτυξη της καταναλωτικής κουλτούρας, την εφεύρεση του χαπιού, τη νομιμοποίηση της άμβλωσης και την αναγνώριση δικαιωμάτων για τους γκέι και τις λεσβίες. Δεν ήταν εξάλλου η πρώτη φορά που ριζοσπαστικές φωνές διεκδικούσαν έμπρακτα την απελευθέρωση της ηδονής και το δικαίωμα στον σεξουαλικό αυτοπροσδιορισμό. Το Βερολίνο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης παραμένει η πιο γνωστή, αλλά όχι η μοναδική ευρωπαϊκή μητρόπολη του μεσοπολέμου που βρέθηκε στο επίκεντρο επαναστατικών διεργασιών σεξουαλικής μεταρρύθμισης και ορατής, έμπρακτης αμφισβήτησης νόμων και κοινωνικών αξιών, με αναφορές εξίσου στην υπεράσπιση της γυναικείας ετερόφυλης σεξουαλικότητας, της ανδρικής και της γυναικείας ομοφυλοφιλίας, της αντισύλληψης και της άμβλωσης, θέματα που θα έμπαιναν σύντομα στο στόχαστρο των φασιστικών πολιτικών της Ευρώπης, προτού συντριβούν από τη ναζιστική ευγονική μηχανική. Οι συγκλίσεις και οι αποκλίσεις μέσα στον χρόνο και ανάλογα με τον τόπο, οι δύσκολες κατακτήσεις και οι ραγδαίες οπισθοχωρήσεις, οι πιέσεις από τα κάτω για αλλαγές και οι θεσμικές, από τα πάνω αντιστάσεις, όλα αυτά τεκμηριώνονται αλλά και σχετικοποιούνται στο βιβλίο της Herzog. Η σεξουαλική ελευθερία δεν υπήρξε αυτονόητη διεκδίκηση, ούτε άσκησε ομόθυμα έλξη στους κοινωνικούς και πολιτικούς δρώντες του 20ού αιώνα.

Βασική μέριμνα της Herzog είναι να ερμηνεύσει, με παραπάνω από έναν τρόπους, τις κατακλυσμιαίες αλλαγές που συνέβησαν κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα στην επικράτεια του σεξ και, παρότι τα πέντε κεφάλαια του βιβλίου είναι οργανωμένα με χρονολογική σειρά, οι ιδέες, τα φαινόμενα, οι πρακτικές και οι πολιτικές που αναλύονται κάνουν σαφές ότι οι μετασχηματισμοί στο τοπίο της σεξουαλικότητας στην Ευρώπη κάθε άλλο παρά ομαλοί, αυτονόητοι ή μονοσήμαντοι υπήρξαν. Το βιβλίο αυτό δεν αφηγείται μια σταδιακή, εξελικτική φιλελευθεροποίηση του σεξ, μια ήπια δηλαδή μετάβαση από έναν κόσμο καταπίεσης, περιορισμών και κοινότυπης ετεροκανονικής σεξουαλικής ζωής σε έναν κόσμο, στις τελευταίες πια δεκαετίες του 20ού αιώνα, σεξουαλικής απελευθέρωσης, άρσης των περιορισμών, αναγνώρισης του σεξουαλικού αυτοπροδιορισμού και άκρατης σωματικής ικανοποίησης. Ο ευρωπαϊκός 20ός αιώνας χαρακτηρίστηκε από διαρκείς απόπειρες κατάκτησης μικρών ψηφίδων σεξουαλικής ελευθερίας, και από επίσης διαρκείς ανασχέσεις των όποιων κατακτήσεων. Κοινωνικές και πολιτικές αναταραχές, παγκόσμιοι πόλεμοι, αυταρχικά καθεστώτα, εκκλησιαστικές αντιστάσεις, νομικές αγκυλώσεις και αναδιπλώσεις, συντηρητικά κοινωνικά κινήματα επιβράδυναν ή ανέτρεψαν εξελίξεις στην περιοχή της σεξουαλικότητας και την περιόρισαν κατ’ επανάληψη στο στενό πλαίσιο της έγγαμης σχέσης και της αναπαραγωγής.

Στα κεφάλαια του βιβλίου επανέρχονται μια σειρά από επιμέρους θεματικές που διατρέχουν τον 20ό αιώνα και επιτρέπουν στη συγγραφέα, αφενός, να ξεδιπλώσει τη συνθετότητα και τις αμφισημίες του, αφετέρου, να προχωρήσει σε εκτεταμένες συγκρίσεις ανάμεσα σε διάφορα ευρωπαϊκά κράτη. Οι θεματικές αυτές πυκνώσεις αφορούν εμπορευματοποιημένες σεξουαλικές πρακτικές, τεχνικές διακοπής ή αποφυγής της κύησης, αλλά και την ομόφυλη ερωτική επιθυμία, ιδίως την ανδρική. Ποιο είναι όμως το νήμα που συνδέει την πορνεία, την πορνογραφία, την άμβλωση, τις αντισυλληπτικές μεθόδους και το ομόφυλο σεξ, αυτές τις τόσο διακριτές μεταξύ τους πρακτικές; Τίποτε πιο ξεκάθαρο. Όλες τους στιγματίστηκαν κατ’ επανάληψη από κρατικές αρχές, νομοθεσίες, εκκλησιαστικούς κύκλους, επιστημονικούς λόγους, αλλά και από μεγάλο μέρος του πληθυσμού, ως ηθικά ατοπήματα που εγκυμονούσαν σοβαρούς κοινωνικούς κινδύνους, καθώς απομάκρυναν το σεξ από τον κεντρικό του για αιώνες ρόλο, την αναπαραγωγή. Το δεύτερο κοινό που μοιράζονταν οι πρακτικές αυτές ήταν ότι, παρά τους κινδύνους, τις απαγορεύσεις και τον ηθικό στιγματισμό, πολλοί άνθρωποι συνέχιζαν να τις κάνουν πράξη.

Οι πλούσιες ιστοριογραφίες της σεξουαλικότητας μας έχουν μάθει πολλά για όσα ήταν απαγορευμένα στο σεξ, και ήταν αμέτρητα, και πολύ λιγότερα για όσα επιτρέπονταν. Και αυτό που συστηματικά επιτρεπόταν ήταν το ετερόφυλο, εντός γάμου σεξ. Δεν ξέρουμε πολλά πράγματα για τον κανόνα της ετεροφυλοφιλίας, ακριβώς γιατί τον έχουμε προσλάβει, και συνεχίζουμε να τον προσλαμβάνουμε, ως αναλλοίωτο στον χρόνο, δεδομένο και αυτονόητο. Στην πραγματικότητα όμως οι ετεροκανονικές σχέσεις γνώρισαν και αυτές τεράστιους αναπροσδιορισμούς κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα.

Για το μεγαλύτερο μέρος του αιώνα, λόγου χάρη, οι αμβλώσεις, που ήταν ακόμη ποινικοποιημένες στο σύνολο των χωρών της Ευρώπης και υπεύθυνες για τον θάνατο πολλών γυναικών, θεωρούνταν πολύ λιγότερο ανήθικες από το να παίρνει κανείς προφυλάξεις στο σεξ, γιατί αυτό απαιτούσε συνειδητή απόφαση αποφυγής της εγκυμοσύνης.

Στον επίλογο του βιβλίου η Herzog σημειώνει ότι το σεξ χωρίς συναισθηματικές δεσμεύσεις έχει υπάρξει «μια απείρως πιο συχνή και κοινή ανθρώπινη εμπειρία από τη ρομαντική αμοιβαιότητα» (σ. 330). Πολλές και πολλοί ωστόσο εκφράζουν στις μέρες μας δυσαρέσκεια για την υποτιθέμενη επικράτηση του αποστασιοποιημένου συναισθηματικά σεξ, γεγονός που αποδίδουν σε μια επίσης σύγχρονη συνθήκη, την υπέρμετρη εμπορευματοποίηση, ψηφιακή και μη, της σεξουαλικότητας. Πόσο καινούργιο είναι όμως αυτό; Η ιστορικός Ruth Mazo Karras έχει υποστηρίξει ότι στη μεσαιωνική Δύση το σεξ ήταν κατά κανόνα κάτι που γινόταν σε ένα άλλο πρόσωπο και όχι με ένα άλλο πρόσωπο. Δεν πρόκειται για λογοπαίγνιο ή λεπτομέρεια χωρίς σημασία. Ακόμη και στον 20ό αιώνα οι φωνές που υποστήριζαν ότι οι παντρεμένοι άντρες ένιωθαν ερωτική έλξη για τις συζύγους τους ήταν αμελητέες και ακόμη λιγότερες ήταν εκείνες που πίστευαν ότι οι παντρεμένες γυναίκες θα έπρεπε να επιθυμούν σεξουαλικά τον σύζυγό τους. Για τη σεξουαλικότητα μέσα στον γάμο, την κατεξοχήν σχέση που την περίοδο αυτή επιδοκίμαζε, έστω χλιαρά και για αναπαραγωγικούς λόγους, το σεξ και συνιστούσε κοινή εμπειρία για την πλειονότητα του ευρωπαϊκού πληθυσμού, δεν ήταν απαραίτητη η ερωτική έλξη. Αντίθετα, οι παντρεμένοι άντρες εμφανίζονταν να νιώθουν έντονο σεξουαλικό πόθο για τις γυναίκες που πουλούσαν σεξ, γυναίκες για τις οποίες όχι μόνο δεν ένιωθαν συναισθηματική εγγύτητα αλλά, επιπλέον, υποτιμούσαν βαθιά. Η ετερόφυλη σεξουαλική επιθυμία την περίοδο αυτή τρεφόταν από την έμφυλη ανισότητα και τη διαφορά ισχύος, και το σεξ γινόταν γενικά αντιληπτό ως κάτι που κάνουν οι άντρες στις γυναίκες. Χρειάστηκαν να περάσουν πολλές δεκαετίες, να χυθεί πολύ μελάνι, να γίνουν ατελείωτες συζητήσεις και πλήθος ακτιβιστικές δράσεις ώστε να σεξουαλικοποιηθεί ο γάμος, να σταματήσουν οι ετερόφυλοι άντρες να απαξιώνουν τις γυναίκες που ποθούσαν ερωτικά και να αρχίσουν να κάνουν σεξ με αυτές και όχι σε αυτές.

 

(*) Η Δήμητρα Βασιλειάδου είναι ιστορικός (Πανεπιστήμιο Αιγαίου).

 

 

Dagmar Herzog, Η σεξουαλικότητα στην Ευρώπη τον 20ό αιώνα. Μια ιστορία, Μετάφραση: Πελαγία Μαρκέτου, Επιστημονική επιμέλεια: Έφη Αβδελά, Gutenberg, 2022

Βρες το εδώ

Προηγούμενο άρθροΣυζήτηση : Γιατί πρέπει η αντίδραση στο crisis tourism να είναι ένα poetry tourism; (του Βασίλη Λαμπρόπουλου)
Επόμενο άρθρο10 χρόνια “Α” : Κοιτώντας μια φωτογραφία (του Θανάση Τριανταφύλλου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ